Εκδόσεις:
Κέδρος
Ξεκίνησα
να το διαβάζω και πίστεψα προς στιγμήν πως χάθηκα στον χρόνο. Ένα χέρι με πήρε και
με οδήγησε από το παρόν στο παρελθόν και, ξανά πάλι, πίσω στο παρόν.
Περπάτησα σε
μέρη γνώριμα και σε άλλα, που μου έγιναν κάποτε γνωστά, μέσα από σελίδες που
αναφέρονται στην ελληνική λαϊκή παράδοση, καθώς επίσης και από τα δημοτικά
τραγούδια που ακούστηκαν από τα χείλη των γιαγιάδων μας.
Μια
σύγχρονη πραγματικότητα πλεγμένη αριστοτεχνικά από την πένα της κυρίας Λαμπαδαρίδου,
με τον μύθο. Η αναζήτηση της αληθινής αγάπης και το πέρασμα στον Κάτω κόσμο,
ώσπου να έρθει η λύτρωση.
Μια
ιστορία πλούσια σε συναισθήματα, εικόνες, ήχους, ευωδιές, αναμνήσεις και όλα
τούτα με περιγραφές ζωντανές, σαν να μην διαβάζεις, αλλά να είσαι εκεί. Παρών,
σε όσα διαδραματίζονται. Ακούς καθαρά τις οπλές του αλόγου, τον ήχο της βροχής.
Γεύεσαι το νερό της λησμονιάς. Χαϊδεύεις τους ασφοδέλους. Δακρύζεις με ένα
κελάηδισμα. Κι εσύ, μαζί με εκείνους, αποζητάς επιτέλους τη λύτρωση... Ο
μουσικός Φοίβος, ο καβαλάρης Κωνσταντής, ο Άγγελος της Στάχτης...
Αυτός
ο Άγγελος, δικαιωματικά κατέχει μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου και γι'
αυτό, ευχαριστώ θερμά την κυρία Λαμπαδαρίδου. Εύχομαι ολόψυχα κάθε της
δημιούργημα να στέφεται πάντα από επιτυχία!!!
Δήμητρα
Τράκα, συγγραφέας.
Υπόθεση
Οπισθόφυλλου:
«Ο Άγγελος
της Στάχτης συνεχίζει το τραγούδι του νεκρού αδερφού, δημιουργώντας έναν
καινούριο μύθο, που ανιχνεύει το Άδυτο της ψυχής στο μακρύ ταξίδι της στον Άδη.
Το κεντρικό πρόσωπο είναι ένας νέος άνδρας χιλίων χρόνων, ένας σύγχρονος
Ορφέας, που θα επιχειρήσει μια νέα Κάθοδο στον Άδη να βρει την αγαπημένη του.
Το μυθιστόρημα κινείται σε δυο άξονες, Από τη μια, ο τόπος των ψυχών, η αόρατη
πολιτεία με τα μονοπάτια της καταχνιάς. Από την άλλη, πρόσωπα παρόντα,
καθημερινά, ανυποψίαστα. Κι ανάμεσα στους δυο κόσμους, Εκείνος. Αθώος και
μυημένος θα βιώσει ξανά τη μοναξιά, την ύβρη, την απόρριψη, αλλά και την
περιπέτεια της ευφυΐας του που θα τον οδηγήσει σε μια αρχετυπική αυτογνωσία.
Περιπλανιέται ανάμεσα στο χρόνο και στην αιωνιότητα, ώσπου να γίνει άγγελος, Ο
Λυπημένος Άγγελος της Στάχτης.»
Απόσπασμα
από το βιβλίο:
«ΤΟ
ΜΟΝΟΠΑΤΙ ΞΕΡΕΙ ΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΣΟΥ.
Εκείνο θα σε βρει.
Πάντα φοβόμουν τα άδεια μονοπάτια. Με τη μοναξιά να τα κυνηγά σαν κινούμενη άμμος.
Ένας χρόνος χωρίς εσένα. Σήμερα, τελευταία μέρα, σε περιμένω. Τι θα μπορούσε να συμβεί άραγε;
Θα ’ρθεις ξανά, Κωνσταντίνε, θα ’ρθεις, μόνο που δεν ξέρω από ποιους δρόμους αυτή τη φορά… δεν ξέρω τι θα φοράς, πώς θα είναι τα μάτια σου.
Όνειρο ή παραίσθηση.
Ο Κωνσταντίνος έρχεται από το ίδιο μονοπάτι, κι είναι ψηλός, πιο ψηλός κι από τα βουνά που άκουσαν το τραγούδι του. Πιο ψηλός κι από τον ίσκιο του Άδη. Και φεγγοβολά.
Φορά το ίδιο άσπιλο λινό, τα ίδια χρυσά στο κεφάλι, τα ίδια πέδιλα. Κι έχει την ίδια ακαταμάχητη γοητεία.
Απλώνει το χέρι να τον αγγίξει.
Ήρθες, θέλει να του πει, ήρθες ξανά, μα δεν βρίσκει τις λέξεις.
Τόσο πολύ την ονειρεύτηκε τούτη τη στιγμή, που η πραγματικότητα δεν τη χωράει.
Τα μάτια του λάμπουν και σκοτεινιάζουν μαζί γεννημένα από το μυστήριο, ήρθες…
«Και θα μείνεις… τώρα θα μείνεις…»
Ένας αντίλαλος γυρίζει πίσω την υγρή σιωπή, φθόγγοι ακατάληπτοι της ερημιάς, μίλησέ μου…
Ο αντίλαλος μόνο. Τι είπε;
Ένας άνεμος που σηκώθηκε ξαφνικά πήρε τη φωνή.
Το μονοπάτι άδειο πάλι.
Η μοναξιά το τύλιξε από παντού, η κινούμενη άμμος.»
Εκείνο θα σε βρει.
Πάντα φοβόμουν τα άδεια μονοπάτια. Με τη μοναξιά να τα κυνηγά σαν κινούμενη άμμος.
Ένας χρόνος χωρίς εσένα. Σήμερα, τελευταία μέρα, σε περιμένω. Τι θα μπορούσε να συμβεί άραγε;
Θα ’ρθεις ξανά, Κωνσταντίνε, θα ’ρθεις, μόνο που δεν ξέρω από ποιους δρόμους αυτή τη φορά… δεν ξέρω τι θα φοράς, πώς θα είναι τα μάτια σου.
Όνειρο ή παραίσθηση.
Ο Κωνσταντίνος έρχεται από το ίδιο μονοπάτι, κι είναι ψηλός, πιο ψηλός κι από τα βουνά που άκουσαν το τραγούδι του. Πιο ψηλός κι από τον ίσκιο του Άδη. Και φεγγοβολά.
Φορά το ίδιο άσπιλο λινό, τα ίδια χρυσά στο κεφάλι, τα ίδια πέδιλα. Κι έχει την ίδια ακαταμάχητη γοητεία.
Απλώνει το χέρι να τον αγγίξει.
Ήρθες, θέλει να του πει, ήρθες ξανά, μα δεν βρίσκει τις λέξεις.
Τόσο πολύ την ονειρεύτηκε τούτη τη στιγμή, που η πραγματικότητα δεν τη χωράει.
Τα μάτια του λάμπουν και σκοτεινιάζουν μαζί γεννημένα από το μυστήριο, ήρθες…
«Και θα μείνεις… τώρα θα μείνεις…»
Ένας αντίλαλος γυρίζει πίσω την υγρή σιωπή, φθόγγοι ακατάληπτοι της ερημιάς, μίλησέ μου…
Ο αντίλαλος μόνο. Τι είπε;
Ένας άνεμος που σηκώθηκε ξαφνικά πήρε τη φωνή.
Το μονοπάτι άδειο πάλι.
Η μοναξιά το τύλιξε από παντού, η κινούμενη άμμος.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου