Ταξίδια Μέσα Από Τη Λογοτεχνία!

Η Λογοτεχνία είναι για μένα ένα «παράθυρο» σ' έναν μαγικό κόσμο. Κάθε βιβλίο μάς ταξιδεύει σε κόσμους πραγματικούς ή φανταστικούς, τωρινούς, μελλοντικούς ή παρελθοντικούς. Ένα είναι το μόνο σίγουρο, κάθε βιβλίο που μας ενθουσιάζει, μας εντυπωσιάζει ή μας μαγεύει θέλουμε να το μοιραστούμε με άλλους φίλους-αναγνώστες. Έτσι κι εγώ, θέλω να μοιραστώ μαζί σας όσα βιβλία με ενθουσίασαν και με «γέμισαν» με πρωτόγνωρες ιδέες, εικόνες και συναισθήματα. Σαφώς και η άποψη του κάθε αναγνώστη είναι μοναδική και ένα βιβλίο που εμείς λατρέψαμε μπορεί κάποιος άλλος να το αντιπάθησε ή ακόμα και να το μίσησε... Μέσα από αυτήν την οπτική θεωρώ φρόνιμο να μη σχολιάζω όσα βιβλία δεν με εντυπωσίασαν ή με άφησαν αδιάφορη, διότι η άποψή μου είναι απολύτως υποκειμενική. Δεν θα ήθελα να προκαταλάβω αρνητικά κανέναν αναγνώστη, αποτρέποντάς τον από το να διαβάσει ένα βιβλίο το οποίο, ενδεχομένως, να τον ενθουσιάσει. Κάθε βιβλίο απαιτεί το κατάλληλο περιβάλλον, το υπόβαθρο και την ανάλογη διάθεση για να εκτιμηθεί, οπότε καλό θα είναι να μην απορρίπτουμε ποτέ τίποτα. Η έκφραση και αποτύπωση της δικής μου γνώμης για κάθε βιβλίο -αλλά και των απόψεων και σχολιασμών άλλων φίλων-συγγραφέων-αναγνωστών, που αναγράφονται στη σχετική κατηγορία-, έχουν ως μοναδικό σκοπό να εκφράσουν τον θαυμασμό μας για ορισμένα βιβλία που θεωρούμε άξια λόγου και θέλουμε να γίνουν ευρέως γνωστά, βοηθώντας έτσι τους αναγνώστες στην επιλογή του επόμενου βιβλίου που θα διαβάσουν. Πάντοτε με το μεγαλύτερο σεβασμό και θαυμασμό για όλους τους συγγραφείς, που μέσα από τις σελίδες των βιβλίων τους μας «ταξιδεύουν» μακριά από την εκάστοτε πραγματικότητα ή μας βοηθούν να την κατανοήσουμε καλύτερα, αλλά σε κάθε περίπτωση στολίζουν την ψυχή μας, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ!

Κλειώ Ισιδ. Τσαλαπάτη

Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2019

«Ο ΚΟΜΗΣ ΜΟΝΤΕ ΚΡΙΣΤΟ», του Αλέξανδρου Δουμά – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

«Ο ΚΟΜΗΣ ΜΟΝΤΕ ΚΡΙΣΤΟ», του Αλέξανδρου Δουμά – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη
Εκδόσεις: Καρακώτσογλου
Σελίδες: 1296 (2 τόμοι)
Τιμή: 25€

          Το μυθιστόρημα αυτό αποτελεί ένα κομμάτι της ίδιας μου της προσωπικότητας, αφού η πρώτη φορά που το διάβασα και το λάτρεψα ήταν όταν βρισκόμουν στα τελευταία χρόνια του Δημοτικού. Έκτοτε το ξαναδιάβασα πολλές φορές –στην ίδια πάντοτε συντομευμένη παιδική έκδοση–, ενώ το παρακολούθησα και ως ταινία ακόμα περισσότερες και σε διάφορες εκδοχές. Κάθε φορά ενθουσιαζόμουν και πιο πολύ και εκτιμούσα τη γραφή και τη φαντασία του κλασσικού Γάλλου συγγραφέα περισσότερο. Το παράπονό μου, όμως, ήταν πάντοτε ότι το έβρισκα υπερβολικά «μικρό». Δεν γνώριζα τότε πως το πρωτότυπο αυτό εμβληματικό έργο του πατέρα Δουμά ξεπερνούσε τις χίλιες σελίδες, απλά δεν είχε ποτέ έως τότε επιχειρηθεί να μεταφραστεί και να εκδοθεί στην πλήρη ασυντόμευτη μορφή του στην ελληνική γλώσσα. Από όταν το έμαθα, λοιπόν, το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να ακολουθήσω τη συμβουλή-απόφθεγμα του ίδιου του Κόμη που έλεγε το εξής: «όλη η ανθρώπινη σοφία μπορεί να συγκεντρωθεί στις ακόλουθες λέξεις: να περιμένετε και να ελπίζετε!». Αυτό αποφάσισα να κάνω κι εγώ και τελικά, μετά από πολλά χρόνια, δικαιώθηκα όταν έπεσε στην αντίληψή μου πως κυκλοφόρησε επιτέλους στα ελληνικά στην ολοκληρωμένη μορφή του το αξεπέραστο λογοτεχνικό έργο «Ο Κόμης Μόντε Κρίστο», από τις αγαπημένες εκδόσεις Καρακώτσογλου, και μάλιστα σε δύο σκληρόδετους τόμους που φτάνουν συνολικά τις 1296 σελίδες και σε μετάφραση πραγματικά αψεγάδιαστη. Επιτέλους, η πολύχρονη αναμονή και η αδιάκοπη ελπίδα μου ανταμείφθηκε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο!
          Η ιστορία του Κόμη Μόντε Κρίστο ξεκινά όταν αυτός ακόμα ονομαζόταν Εντμόν Νταντές, ήταν δεκαεννέα ετών και διηύθυνε ως αναπληρωτής καπετάνιος το πλοίο «Φαραώ» στο ταξίδι του προς το λιμάνι της Μασσαλίας, στη θέση του νεκρού καπετάνιου του. Επρόκειτο για έναν νέο και ενθουσιώδη άντρα, γενναίο, όμορφο, άδολο, ειλικρινή, τίμιο και καλοπροαίρετο. Το πρώτο του μέλημα, μόλις έφτασε στη Μασσαλία και παρουσιάστηκε στον πλοιοκτήτη Μορέλ, ήταν να επισκεφτεί τον γέρο πατέρα του και έπειτα να συναντήσει την κορσικανή αρραβωνιαστικιά του Μερσέντες. Το γεγονός ότι ο Μορέλ τού πρόσφερε τη θέση του καπετάνιου του «Φαραώ» με τον ανάλογο μισθό, αναγνωρίζοντας τις ικανότητές του και την άψογη έως τότε διαγωγή του, έκανε τον νεαρό να πλέει σε πελάγη ευτυχίας και να νιώθει πως αγαπάει όλο τον κόσμο, ενώ δεν μπορούσε καν να διανοηθεί πως κάποιοι πιθανόν να μη συμφωνούσαν με την τόσο ξαφνική επαγγελματική του άνοδο. Αυτή ακριβώς η καλοσύνη του, η γενναιότητά του και η έλλειψη πονηριάς του θα γίνουν η αιτία που θα έρθουν τα πάνω κάτω στη ζωή του, καθώς καραδοκούν πολλοί που εποφθαλμιούν τη θέση του, τη μέλλουσα γυναίκα του, τη σιωπή του, την ίδια του την ελευθερία…
          Τρεις άντρες, οι οποίοι ανήκουν στον κύκλο γνωριμιών και συνεργατών του Νταντές –ο Καντερούς, ο Ντανγκλάρ και ο Φερνάν–, θα συνωμοτήσουν ενάντια σε όσα είχε «τάξει» στον ανυποψίαστο Εντμόν η καλή του τύχη. Ο Καντερούς διότι είναι γεννημένος απατεώνας, ζηλόφθονος και αδίστακτος κακοποιός. Ο Ντανγκλάρ διότι ζηλεύει την ξαφνική άνοδο του νεαρού Νταντές στην ιεραρχία του καραβιού σε μια θέση που ορεγόταν ο ίδιος για τον εαυτό του. Και ο κορσικανός Φερνάν διότι μισεί θανάσιμα τον Εντμόν επειδή είναι ο ίδιος ερωτευμένος με την ξαδέρφη του Μερσέντες και καταλαβαίνει πως όσο υπάρχει ο αντίζηλός του, εκείνος δεν πρόκειται ποτέ να καταλάβει καμιά θέση στην καρδιά της.
          Ο δαιμόνιος και ύπουλος Ντανγκλάρ βρίσκει τον τρόπο να σπιλώσει το άσπιλο όνομα του ήρωά μας, γράφοντας μια ανώνυμη επιστολή προς τον ανώτατο εισαγγελέα της περιοχής, κατονομάζοντας τον Εντμόν Νταντές ως επικίνδυνο βοναπαρτιστή, ο οποίος διατηρεί σχέσεις με τον εξόριστο στην Έλβα Ναπολέοντα, και ως συνωμότη, που μεταφέρει κρυφά μηνύματα από τον πρώην αυτοκράτορα στους συντρόφους και υποστηρικτές του στη Μασσαλία. Την αφήνει τσαλακωμένη και παραπεταμένη ως δόλωμα στον τυφλωμένο από μίσος Φερνάν, σίγουρος πως εκείνος θα την αξιοποιήσει δεόντως, παρουσία ενός Καντερούς που όντας μεθυσμένος δεν σταματά να διατυμπανίζει μεγαλοφώνως πως αγαπάει τον Νταντές και να πίνει αδιάκοπα στην υγειά του... Έτσι, σε ένα καπηλειό, ο μεθυσμένος Καντερούς, ο συκοφάντης Ντανγκλάρ και ο οργισμένος Φερνάν σφραγίζουν το πεπρωμένο του ανίδεου Εντμόν Νταντές, ενώ ο ίδιος τρισευτυχισμένος ετοιμάζεται, την επομένη κιόλας, να παντρευτεί την αγαπημένη του Μερσέντες και κατόπιν να σαλπάρει ως καπετάνιος του «Φαραώ». Όλες αυτές οι ανυπόστατες κατηγορίες του σημειώματος, που έφτασε τελικά στα χέρια του εισαγγελέα, θα μπορούσαν να καταρρεύσουν μεμιάς εάν ο φιλαλήθης Εντμόν δεν θεωρούσε χρέος του να πει όλη την αλήθεια ενώπιον του εισαγγελέα Βιλφόρ, ο οποίος τον ρώτησε στο τέλος της ανάκρισης σε ποιον απευθυνόταν το γράμμα του εξόριστου Ναπολέοντα, που παρέλαβε στη στάση που έκαναν με το «Φαραώ» στη νήσο Έλβα. Το όνομα Νουαρτιέ, που κατονόμασε ως παραλήπτη ο Νταντές, ήταν και η υπογραφή της καταδίκης του από τον εισαγγελέα.
          Από εκεί κι έπειτα, η μοίρα του ήρωά μας είναι τόσο σκοτεινή όσο και τα ανήλιαγα μπουντρούμια του Φρουρίου Ιφ, στο οποίο τον στέλνει ο εισαγγελέας με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς επίσημη δίκη για το υποτιθέμενο έγκλημά του. Ο νέος χάνει τον κόσμο κάτω από τα πόδια του, χάνει τη ζωή που είχε μπροστά του, χάνει τους αγαπημένους του, χάνει τον ίδιο του τον εαυτό και, παραλίγο, να χάσει και τα λογικά του. Στα δεκατέσσερα ολόκληρα χρόνια που θα παραμείνει έγκλειστος στις φυλακές του Ιφ, η μόνη του ελπίδα είναι ένας συγκρατούμενός του που, κατά λάθος, ξετρυπώνει σκάβοντας μέσα στο κελί του Νταντές, ο Αβάς Φαρία. Αυτός θα αποτελέσει και τη μοναδική και ουσιαστική σανίδα σωτηρίας για τον αδικημένο νεαρό, καθώς του δίνει την ανέλπιστη ευκαιρία όχι μόνο να δραπετεύσει από τη φυλακή, αλλά κυριολεκτικά να μεταμορφωθεί σε έναν εντελώς διαφορετικό άνθρωπο. Κάποιον ο οποίος κατέχει έναν αμύθητο θησαυρό που κανείς δεν πίστευε πως όντως υπήρχε, κάποιον ο οποίος κατέχει μια σφαιρική και βαθύτατη μόρφωση και γνώση πάνω σε οποιοδήποτε σχεδόν θέμα, κάποιον ο οποίος κατέχει τα υλικά μέσα, τους τίτλους και την αίγλη ενός ευγενούς αντάξιου να ενταχθεί εύκολα στην εκλεκτή υψηλή κοινωνία της Γαλλίας. Το κυριότερο, όμως, είναι ότι ο αθώος Εντμόν Νταντές μεταμορφώνεται σε κάποιον ο οποίος θέλει να εκδικηθεί όλους εκείνους που τον καταδίκασαν ερήμην του, που φρόντισαν να τον βγάλουν από τη μέση για να προστατέψουν τη δική τους θέση στην κοινωνία, για να αρπάξουν τη δική του εργασία, για να κλέψουν τη δική του αγαπημένη. Ο Εντμόν Νταντές «πεθαίνει» και ο Κόμης Μόντε Κρίστο «γεννιέται» για να εξαπολύσει την ανηλεή ρομφαία της δίκαιης εκδίκησής του επάνω σε όλους όσοι τον αδίκησαν.
          Εδώ θεωρώ χρήσιμο να σας παραθέσω ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο και συγκεκριμένα από τις σελίδες 314-315 του Β΄ τόμου:

«Ποιος είστε, λοιπόν;» ρώτησε ο Καντερούς καρφώνοντας το βλέμμα του στον κόμη.
«Κοίταξέ με καλά!» είπε εκείνος, φέρνοντας το φως κοντά στο πρόσωπό του.
«Ο αβάς, ο αβάς Μπουζόνι».
Ο Μόντε Κρίστο έβγαλε την περούκα που τον έκανε αγνώριστο και άφησε ελεύθερα τα μαύρα μαλλιά του, που τόνιζαν τα όμορφα ωχρά χαρακτηριστικά του.
«Από τα μαύρα μαλλιά», είπε αποσβολωμένος ο Καντερούς, «θα έλεγα ότι είστε ο Άγγλος, ο λόρδος Γουίλμορ».
«Δεν είμαι ούτε ο αβάς Μπουζόνι ούτε ο λόρδος Γουίλμορ», απάντησε ο Μόντε Κρίστο. «Για ξαναπροσπάθησε. Δεν με αναγνωρίζεις;»
Τα λόγια του κόμη έκαναν να ζωηρέψουν οι ελάχιστες δυνάμεις του ετοιμοθάνατου.
«Ναι, ναι, πραγματικά», είπε. «Νομίζω ότι σας έχω ξαναδεί και άλλοτε».
«Ναι, Καντερούς, με έχεις ξαναδεί. Με γνώριζες κάποτε».
«Ποιος είστε λοιπόν; Και, αφού με ξέρετε, γιατί με αφήνετε να πεθάνω;»
«Επειδή τίποτα δεν μπορεί να σε σώσει. Τα τραύματά σου είναι θανάσιμα. Αν υπήρχε πιθανότητα να σε σώσω, θα τη θεωρούσα άλλη μία απόδειξη του ελέους του Θεού και θα προσπαθούσα να σε αποκαταστήσω οικονομικά για άλλη μία φορά. Το ορκίζομαι στον τάφο του πατέρα μου».
«Στον τάφο του πατέρα σας;» είπε ο Καντερούς, που ανασηκώθηκε κάπως από μια υπερφυσική δύναμη για να δει πιο καθαρά τον άνθρωπο που είχε κάνει έναν τόσο ιερό όρκο. «Ποιος είστε, λοιπόν;»
Ο κόμης είχε δει τον επερχόμενο θάνατο. Ήξερε ότι αυτή ήταν η τελευταία πάλη του πληγωμένου. Τον πλησίασε και έσκυψε επάνω του με ένα ήρεμο και μελαγχολικό βλέμμα. «Είμαι… Είμαι…» είπε και από το σχεδόν κλειστό στόμα του βγήκε τόσο χαμηλόφωνα ένα όνομα που ακόμα και ο ίδιος ο κόμης δεν ήθελε να το ακούσει.
Ο Καντερούς, που είχε καταφέρει να σταθεί γονατιστός και να απλώσει τα μπράτσα του, τραβήχτηκε πίσω, έσφιξε τα χέρια και τα σήκωσε ψηλά με μια απέλπιδα προσπάθεια.
«Θεέ μου, Θεέ μου», είπε, «συγχώρησέ με που σε απαρνήθηκα. Υπάρχεις πραγματικά, είσαι ο πατέρας των ανθρώπων στον ουρανό και κριτής τους επάνω στη γη. Θεέ μου, Κύριέ μου, σε περιφρόνησα. Συγχώρησέ με, Θεέ μου. Δέξου με, Κύριε». Άφησε έναν βαθύ αναστεναγμό και έπεσε πίσω με ένα βογκητό. Το αίμα είχε πλέον σταματήσει να τρέχει από τα τραύματά του. Ήταν νεκρός.
«Ένας!» είπε ο κόμης με μυστηριώδες ύφος και το βλέμμα του καρφωμένο στο πτώμα, που είχε παραμορφωθεί από τους σπασμούς του θανάτου.
Δέκα λεπτά αργότερα έφτασε ο γιατρός και ο βασιλικός επίτροπος, ο ένας συνοδευόμενος από τον θυρωρό και ο άλλος από τον Αλή, και βρήκαν τον αβά Μπουζόνι να προσεύχεται δίπλα στο πτώμα.

Ειλικρινά, όσα και να γράψω γι’ αυτό το λατρεμένο μυθιστόρημα –το κορυφαίο για μένα από όλη την παγκόσμια λογοτεχνία–, θα είναι ανεπαρκή. Ο συγγραφέας πλέκει με τέτοια μαεστρία τα γεγονότα, τους χαρακτήρες, την πλοκή και την εκάστοτε ατμόσφαιρα που, πραγματικά, ο αναγνώστης «βυθίζεται» μέσα στην υπόθεση του βιβλίου όπως ο ήρωάς μας στο κελί της ανήλιαγης φυλακής του. Η επαναφορά του στο φως και την ελευθερία έχει την ίδια επίδραση στον αναγνώστη με αυτήν που βλέπουμε να έχει η επάνοδος του Νταντές στην πραγματική ζωή. Ο μοναδικός σκοπός του και η απόλυτα δικαιολογημένη δίψα του για εκδίκηση παύουν να υφίστανται μόνο μέσα στις σελίδες του βιβλίου και μας αγγίζουν κυριολεκτικά, μας κάνουν να οργιζόμαστε για το άδικο, για τη συκοφαντία, για την αδικαιολόγητη αρπαγή της ζωής και των ευκαιριών ενός αθώου, νέου ανθρώπου τόσο που όταν η εκδίκηση και η κάθαρση επέρχονται, εμείς νιώθουμε απόλυτα τη γλυκιά γεύση τους και αισθανόμαστε τη δικαίωση και τη λύτρωση μαζί με τον Εντμόν Νταντές. «Ο Κόμης Μόντε Κρίστο», από τις εκδόσεις Καρακώτσογλου, αποτελεί ένα μνημείο της παγκόσμιας κλασσικής λογοτεχνίας σε μία μοναδική, προσεγμένη, πλήρη έκδοση η οποία αξίζει να βρίσκεται σε κάθε αξιόλογη βιβλιοθήκη!

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

Το κλασικό μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Δουμά Ο κόμης Μόντε Κρίστο γράφτηκε όταν ο συγγραφέας πέρασε κάποτε από το ομώνυμο νησί της Μεσογείου, δίπλα στην Κορσική, και γοητεύθηκε από την άγρια ομορφιά του. Ο ήρωας της ιστορίας, ο νεαρός Εντμόν Νταντές, θύμα πλεκτάνης των ανταγωνιστών του, περνάει περίπου δεκαπέντε χρόνια φυλακισμένος στο φρούριο του Ιφ, αλλά κατορθώνει τελικά να αποδράσει και βρίσκει έναν αμύθητο θησαυρό στο νησί Μόντε Κρίστο, όπως του είχε εκμυστηρευθεί ένας συγκρατούμενός του, ο αβάς Φαρία, ο οποίος πέθανε μέσα στη φυλακή. Έχοντας χάσει στο μεταξύ τον ηλικιωμένο πατέρα του, βάζει σκοπό της ζωής του να εκδικηθεί αυτούς που τον έβλαψαν, καταστρώνει ένα εξαιρετικό σχέδιο βασιζόμενος στα χρήματα που διαθέτει, μαθαίνει λεπτομέρειες από τη σκευωρία εναντίον του, πλησιάζει τους ανθρώπους που τον καταδίκασαν (αγνώριστος πλέον από τις κακουχίες τόσων ετών) και τους οδηγεί στην εξαθλίωση, στην αυτοκτονία και στην τρέλα. Έχει όμως χάσει οριστικά την κοπέλα που αγαπούσε, φεύγει από τη Γαλλία και προσπαθεί να συνεχίσει τη ζωή του με μια πολύ όμορφη νεαρή Ελληνοπούλα.

1 σχόλιο:

  1. Και εγώ, διάβασα για πρώτη φορά το βιβλίο στην ΄Έκτη Δημοτικού και από τότε, όσο τα χρόνια περνούσαν, συνέχιζα να το διαβάσω σε εκδόσεις για ενήλικες πλέον, έχοντας αποκτήσει μια ιδιαίτερη σχέση με την ιστορία του που με συγκινούσε και εξακολουθεί να με συγκινεί, τόσα χρόνια μετά. Από την αρχική ανάγνωσή του ως σήμερα, πέρασαν πολλά χρόνια, διάβασα άπειρα βιβλία κάθε είδους, ασχολήθηκα με τη συγγραφή μυθιστορημάτων κι η ίδια, όμως η μαγεία του δεν μειώθηκε ούτε στο ελάχιστο. Φυσικά έχω παρακολουθήσει κάθε ταινία που στηρίχτηκε στο βιβλίο του Δουμά, έφθασα να γνωρίζω σχεδόν κάθε λεπτομέρεια της υπόθεσης, αλλά εξακολουθώ να αντλώ την ίδια ευχαρίστηση, εισπράττοντας τη γοητεία των λέξεων, των γεγονότων που περιγράφονται και της τελικής κατάληξης. Η πρόταση-κριτική της κ. Τσαλαπάτη με βρίσκει λοιπόν, απόλυτα σύμφωνη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή