Ταξίδια Μέσα Από Τη Λογοτεχνία!

Η Λογοτεχνία είναι για μένα ένα «παράθυρο» σ' έναν μαγικό κόσμο. Κάθε βιβλίο μάς ταξιδεύει σε κόσμους πραγματικούς ή φανταστικούς, τωρινούς, μελλοντικούς ή παρελθοντικούς. Ένα είναι το μόνο σίγουρο, κάθε βιβλίο που μας ενθουσιάζει, μας εντυπωσιάζει ή μας μαγεύει θέλουμε να το μοιραστούμε με άλλους φίλους-αναγνώστες. Έτσι κι εγώ, θέλω να μοιραστώ μαζί σας όσα βιβλία με ενθουσίασαν και με «γέμισαν» με πρωτόγνωρες ιδέες, εικόνες και συναισθήματα. Σαφώς και η άποψη του κάθε αναγνώστη είναι μοναδική και ένα βιβλίο που εμείς λατρέψαμε μπορεί κάποιος άλλος να το αντιπάθησε ή ακόμα και να το μίσησε... Μέσα από αυτήν την οπτική θεωρώ φρόνιμο να μη σχολιάζω όσα βιβλία δεν με εντυπωσίασαν ή με άφησαν αδιάφορη, διότι η άποψή μου είναι απολύτως υποκειμενική. Δεν θα ήθελα να προκαταλάβω αρνητικά κανέναν αναγνώστη, αποτρέποντάς τον από το να διαβάσει ένα βιβλίο το οποίο, ενδεχομένως, να τον ενθουσιάσει. Κάθε βιβλίο απαιτεί το κατάλληλο περιβάλλον, το υπόβαθρο και την ανάλογη διάθεση για να εκτιμηθεί, οπότε καλό θα είναι να μην απορρίπτουμε ποτέ τίποτα. Η έκφραση και αποτύπωση της δικής μου γνώμης για κάθε βιβλίο -αλλά και των απόψεων και σχολιασμών άλλων φίλων-συγγραφέων-αναγνωστών, που αναγράφονται στη σχετική κατηγορία-, έχουν ως μοναδικό σκοπό να εκφράσουν τον θαυμασμό μας για ορισμένα βιβλία που θεωρούμε άξια λόγου και θέλουμε να γίνουν ευρέως γνωστά, βοηθώντας έτσι τους αναγνώστες στην επιλογή του επόμενου βιβλίου που θα διαβάσουν. Πάντοτε με το μεγαλύτερο σεβασμό και θαυμασμό για όλους τους συγγραφείς, που μέσα από τις σελίδες των βιβλίων τους μας «ταξιδεύουν» μακριά από την εκάστοτε πραγματικότητα ή μας βοηθούν να την κατανοήσουμε καλύτερα, αλλά σε κάθε περίπτωση στολίζουν την ψυχή μας, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ!

Κλειώ Ισιδ. Τσαλαπάτη

Πέμπτη 8 Ιουνίου 2017

«ΟΥΤΕ Η ΜΑΝΑ ΜΟΥ», των Έφης Καγξίδου και Λίνας Σπεντζάρη – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

«ΟΥΤΕ Η ΜΑΝΑ ΜΟΥ», των Έφης Καγξίδου και Λίνας Σπεντζάρη – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη
Εκδόσεις: Έξη
Σελίδες: 473
Τιμή: 14,20 €  

          Μάνα! Λέξη ιερή, σεβαστή και λατρεμένη για τους περισσότερους από εμάς, έννοια η οποία –συνήθως εξ’ ορισμού– περικλείει την τρυφερότητα, την ανιδιοτελή αγάπη, την πίστη και την καλή προαίρεση, την αποδοχή άνευ όρων και την συγχώρεση. Τί συμβαίνει, όμως, όταν αυτά τα "συνήθη δεδομένα" ανατρέπονται με απροσδόκητο τρόπο και οι συνέπειες είναι μη αναστρέψιμες και, ενίοτε, ολέθριες; Το ανεπανάληπτο, συγκλονιστικό μυθιστόρημα των εξαίρετων κ. Έφης Καγξίδου και κ. Λίνας Σπεντζάρη, από τις εκδόσεις Έξη, με τίτλο «Ούτε Η Μάνα Μου» –του οποίου την ανάγνωση ολοκλήρωσα πρόσφατα και είμαι πεπεισμένη πως θα μείνει για πάντα χαραγμένο στη μνήμη μου– αποδεικνύει πως κάποιες φορές, αν και σπάνια, η έννοια "μάνα" μπορεί να διαφοροποιηθεί δραματικά και να σημαίνει τα ακριβώς αντίθετα από τα αναμενόμενα. Με περισσή ευαισθησία και σεβασμό, οι δυο συγγραφείς χειρίστηκαν την αληθινή, ασύλληπτη, τραγική ιστορία του προγόνου της κ. Καγξίδου, συμπληρώνοντας τα όποια "κενά" υπήρχαν στις πραγματικές μαρτυρίες με ακριβείς, ιστορικές λεπτομέρειες, ενώ η αναγκαία μυθοπλασία χρησιμοποιήθηκε ευρηματικά και με φειδώ για να προσδώσει στο κείμενο την τελική μορφή του μυθιστορήματος. Διόλου περίεργο που το συγκεκριμένο βιβλίο-μαρτυρία αποτελεί ένα ευφάνταστο, συνταρακτικό και άκρως συγκινητικό μυθιστόρημα, αφού η ζωή συχνά ξεπερνά και την πιο ζωηρή, ενίοτε και εφιαλτική, φαντασία.
          Ο ήρωάς μας, ο καπετάν Γιώργης Σαρρής ζει σε ένα νησί του Βορείου Αιγαίου. Μέχρι το 1920 η ζωή του κυλά ήρεμα και ανέφελα, με την εργασία του, που είναι συνυφασμένη με την θάλασσα και την όμορφη οικογένειά του η οποία αποτελείται από τη γυναίκα του Ελένη και το γιό του Βασίλη. Τα δυό αδέρφια του και η μάνα τους συμπληρώνουν την οικογενειακή θαλπωρή μέσα στην οποία ο Γιώργης αισθάνεται αγαπητός, προστατευμένος, ίσως και αλώβητος από κάθε κακό. Έχοντας εκπληρώσει το χρέος του προς το ελληνικό έθνος στους Βαλκανικούς πολέμους, απολαμβάνει πλέον τον σεβασμό και την αναγνώριση από την μικρή κοινωνία του χωριού του. Μια από εκείνες τις ηλιόλουστες αλκυονίδες μέρες του Γενάρη του 1920 ο Γιώργης, θέλοντας να απολαύσει μια βαρκάδα στην ήρεμη και ακύμαντη θάλασσα της περιοχής του, θα πλεύσει άθελά του προς ένα σκληρό και άδικο πεπρωμένο, που θα τον κατατρέχει στο μεγαλύτερο μέρος της μετέπειτα ζωής του. Το να βρεθεί στο λάθος μέρος την λάθος στιγμή, χωρίς να μπορεί να αποδείξει ότι δεν διέπραξε το έγκλημα για το οποίο τον κατηγορούν, αποδεικνύεται μοιραίο και ολέθριο για τον ανυποψίαστο και αθώο Γιώργη. Ένας ένας, οι άνθρωποι του στενού και ευρύτερου οικογενειακού και κοινωνικού περιβάλλοντός του θα τον υποψιαστούν, θα τον απαρνηθούν χωρίς πραγματική αιτία και, τέλος, θα τον καταδείξουν ως σίγουρο ένοχο. Ο μόνος άνθρωπος στον οποίο ο άδικα κατηγορηθείς νέος θα θελήσει να στραφεί για συμπαράσταση είναι το καταφύγιο κάθε ανθρώπου, η μάνα του, όμως, αλίμονο, ακόμα κι εκείνη τον απαρνιέται κατηγορηματικά και τον αποδιώχνει με κατάρες άδικες και αναίτιες που θα τον "στοιχειώνουν" σε ολόκληρη τη ζωή του.   
          Ο Γιώργης σοκαρισμένος, απογοητευμένος και προδομένος από όλους, ακόμα και από την ίδια του την μάνα, δεν έχει πλέον να περιμένει καμία βοήθεια, καμία "σανίδα σωτηρίας" στον τόπο του, παρά μόνο την αναμενόμενη σύλληψη και την σίγουρη καταδίκη του. Ακολουθώντας το αρχέγονο ένστικτο της αυτοσυντήρησής του καταλήγει να μετατραπεί από νοικοκύρης σε φυγά. Η περιπλάνησή του, που μόνο με άλλη Οδύσσεια μπορεί να παρομοιαστεί, ξεκινά. Αποδιωγμένος από τις ρίζες του αποφασίζει να φύγει μέσα στη χειμωνιάτικη νύχτα και την κακοκαιρία για να αναζητήσει καταφύγιο στο σπίτι του βαφτισιμιού του πατέρα του στην περιοχή των Καρδαμύλων της Χίου. Αυτό που δεν θέλησαν να του προσφέρουν οι δικοί του άνθρωποι, το δικό του "αίμα", το βρήκε απλόχερα στα πρόσωπα του πνευματικού αδερφού του, Μάνθου, και της μητέρας του, Μάρθας, αλλά και αργότερα σε "ξένους", θεωρητικά, ανθρώπους στα Βουρλά των μικρασιατικών παραλίων. Μία ασύλληπτη περιπέτεια αρχίζει από εδώ και πέρα για τον αδικημένο Γιώργη, η οποία – όπως και η ίδια η ζωή – αποτελείται από πολλές στιγμές αγωνίας, μόχθου, πόνου, απογοήτευσης  και δυστυχίας, αλλά και αρκετές στιγμές ευτυχίας, φιλίας, αγάπης και λύτρωσης, ικανές να αντισταθμίσουν την πικρή γεύση των πρώτων.  
          Το εξαιρετικό αυτό μυθιστόρημα – χρονικό είναι ένα συναρπαστικό "δείγμα" υποδειγματικού συνδυασμού Ιστορίας και πραγματικών γεγονότων της ζωής των ανώνυμων ανθρώπων, όσο και ατόφιας, εξαιρετικής λογοτεχνίας. Ο αναγνώστης συμπάσχει με τους ήρωες κάθε στιγμή, βιώνει τον πόνο, την αδικία και την αγωνία τους, συνηδειτοποεί πως όσο και αν πασχίζουμε όλοι εμείς οι ασήμαντοι, συνηθισμένοι άνθρωποι δεν μπορούμε να αλλάξουμε τον ρου της Ιστορίας, καθώς οι αποφάσεις που λαμβάνουν άλλοι για εμάς είναι αυτές που καθορίζουν ερήμην μας τα πεπρωμένα και την πορεία μας. Έτσι και οι ήρωές μας, ο Γιώργης, ο Μάνθος, η Στέλλα, η Πάτρα, η Αργυρώ, ο Θοδωρής, ο Οσμάν και η Κατίνα, αλλά και τόσοι άλλοι που δεν μπορούν να μετρηθούν, μας διηγούνται την συγκλονιστική ιστορία τους και τα γεγονότα που σημάδεψαν, όχι μόνο τον ελληνισμό της Ιωνίας – με τις γνωστές και συχνά, αλλά ποτέ αρκετά, εξιστορημένες διηγήσεις για την Μικρασιατική καταστροφή – αλλά και ολόκληρη την Ελλάδα. Πρόσφυγες που ξεριζώθηκαν και αποκόπηκαν βίαια από την μόνη κατ’ ουσία πατρίδα, όπου ζούσαν και ευημερούσαν για αιώνες, για να μετοικήσουν ως "ζητιάνοι" ενός "άσπλαχνου" κράτους σε μία κατ’ όνομα πατρίδα, που δεν ήταν καθόλου έτοιμη να τους αποδεχτεί και τους αντιμετώπιζε ως μισητούς "Τουρκόσπορους" και φθηνά, εργατικά χέρια.     
          Οι συγγραφείς του υπέροχου αυτού μυθιστορηματικού χρονικού, μας παρασύρουν σε ένα επώδυνο ταξίδι Μνήμης, μέσα από τους "βίους και τις πολιτείες" των ηρώων τους δείχνοντάς μας, μέσα από την δική τους ξεχωριστή οπτική, πως ο άνθρωπος όταν είναι φτιαγμένος από καλή "πρώτη ύλη" μπορεί να αντέξει τα πάντα, να λυγίσει και να φτάσει στα όριά του, αλλά χωρίς να σπάσει. Θα πέσει αλλά θα καταφέρει να ορθοποδήσει, θα δημιουργήσει και θα ευτυχήσει ξανά και, ίσως, αν έχει το δίκιο και την Θεία Πρόνοια με το μέρος του, μπορεί να δικαιωθεί στο τέλος. Πολλά και θερμά συγχαρητήρια στις κυρίες Καγξίδου και Σπεντζάρη για το αλησμόνητο «Ούτε Η Μάνα μου», ένα ιστορικό μυθιστόρημα που αξίζει να διαβάσετε όλοι!

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Μια αληθινή ιστορία μεγάλης έντασης, γραμμένη με τόσο ζωντανές λεπτομέρειες, που κάθε σελίδα σκίζει το μυαλό και την καρδιά. Τα πρόσωπα και τα ονόματα είναι υπαρκτά, χωρίς ψευδώνυμα, καθώς και οι τόποι όπου έδρασαν, για να μπορέσει ο αναγνώστης να βιώσει την πολυπόθητη κάθαρση.

Γενάρης του 1920 σε ένα νησί του Βόρειου Αιγαίου. Ένας μήνας που θα ήταν ο τελευταίος της νιότης του. « Θα σε πνίξω με τα ίδια μου τα χέρια ». Μια φράση που θα ξήλωνε απ’ άκρη σ’ άκρη τη στέγη της ψυχής του.

«Σας ορκίζομαι στην τιμή μου ότι είμαι αθώος! Η μάνα μου, πού χάθηκε η μάνα μου; Μόνο αυτή μπορεί να σταματήσει όλον αυτόν τον παραλογισμό!»

Μια γυναίκα που κρατούσε στα χέρια της όλες τις συμφορές του κόσμου! «Την κατάρα μου να ’χεις! Ατίμασες τη γενιά σου! Έκλεισες τα σπίτια μας!»

«Ούτε η μάνα μου…» , οι τελευταίες λέξεις που ξεστόμισε ο καπετάν-Γιώργης φεύγοντας στιγματισμένος από τον τόπο του. Μια οικογένεια διαλύεται, ένα σπίτι ρημάζει. Και η οδύσσεια ξεκινάει… Από τη Χίο στα Βουρλά, από τις στάχτες της Μικρασιατικής καταστροφής στα παραπήγματα του Πειραιά και του Βόλου, οι ήρωες θα παλέψουν με τους δαίμονες της ζωής τους, περιπλανώμενοι για περίπου μισό αιώνα. Ψυχές τραυματισμένες, ξεριζωμένες που άλλες κατάφεραν να βρουν καταφύγιο και άλλες ρήμαξαν μόνες τους μέχρι το τέλος της ζωής τους.


«ΔΕN ΜΕ ΠΙΣΤΕΨΕ ΚΑΝΕΙΣ… ΟΥΤΕ Η ΜΑΝΑ ΜΟΥ!»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου