Ταξίδια Μέσα Από Τη Λογοτεχνία!

Η Λογοτεχνία είναι για μένα ένα «παράθυρο» σ' έναν μαγικό κόσμο. Κάθε βιβλίο μάς ταξιδεύει σε κόσμους πραγματικούς ή φανταστικούς, τωρινούς, μελλοντικούς ή παρελθοντικούς. Ένα είναι το μόνο σίγουρο, κάθε βιβλίο που μας ενθουσιάζει, μας εντυπωσιάζει ή μας μαγεύει θέλουμε να το μοιραστούμε με άλλους φίλους-αναγνώστες. Έτσι κι εγώ, θέλω να μοιραστώ μαζί σας όσα βιβλία με ενθουσίασαν και με «γέμισαν» με πρωτόγνωρες ιδέες, εικόνες και συναισθήματα. Σαφώς και η άποψη του κάθε αναγνώστη είναι μοναδική και ένα βιβλίο που εμείς λατρέψαμε μπορεί κάποιος άλλος να το αντιπάθησε ή ακόμα και να το μίσησε... Μέσα από αυτήν την οπτική θεωρώ φρόνιμο να μη σχολιάζω όσα βιβλία δεν με εντυπωσίασαν ή με άφησαν αδιάφορη, διότι η άποψή μου είναι απολύτως υποκειμενική. Δεν θα ήθελα να προκαταλάβω αρνητικά κανέναν αναγνώστη, αποτρέποντάς τον από το να διαβάσει ένα βιβλίο το οποίο, ενδεχομένως, να τον ενθουσιάσει. Κάθε βιβλίο απαιτεί το κατάλληλο περιβάλλον, το υπόβαθρο και την ανάλογη διάθεση για να εκτιμηθεί, οπότε καλό θα είναι να μην απορρίπτουμε ποτέ τίποτα. Η έκφραση και αποτύπωση της δικής μου γνώμης για κάθε βιβλίο -αλλά και των απόψεων και σχολιασμών άλλων φίλων-συγγραφέων-αναγνωστών, που αναγράφονται στη σχετική κατηγορία-, έχουν ως μοναδικό σκοπό να εκφράσουν τον θαυμασμό μας για ορισμένα βιβλία που θεωρούμε άξια λόγου και θέλουμε να γίνουν ευρέως γνωστά, βοηθώντας έτσι τους αναγνώστες στην επιλογή του επόμενου βιβλίου που θα διαβάσουν. Πάντοτε με το μεγαλύτερο σεβασμό και θαυμασμό για όλους τους συγγραφείς, που μέσα από τις σελίδες των βιβλίων τους μας «ταξιδεύουν» μακριά από την εκάστοτε πραγματικότητα ή μας βοηθούν να την κατανοήσουμε καλύτερα, αλλά σε κάθε περίπτωση στολίζουν την ψυχή μας, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ!

Κλειώ Ισιδ. Τσαλαπάτη

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2025

«ΕΡΩΤΕΣ ΑΠΟ ΠΗΛΟ», της Ελένης Γαληνού – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

 «ΕΡΩΤΕΣ ΑΠΟ ΠΗΛΟ», της Ελένης Γαληνού – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη
Εκδόσεις: Διόπτρα
Σελίδες: 568
Τιμή με έκπτωση: 16,92€
 
       Μετά από έντεκα βιβλία, αν τα έχω καταμετρήσει σωστά, η αγαπημένη συγγραφέας Ελένη Γαληνού δεν νομίζω πως χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις... Πιθανότατα, κάποιο δικό της μυθιστόρημα θα έχετε διαβάσει ήδη και θα έχετε διακρίνει την καθηλωτική πένα της, το χαρισματικό και ανεξάντλητο ταλέντο της και την αξιοθαύμαστη ικανότητά της να καταπιάνεται κάθε φορά και μ’ ένα διαφορετικό θέμα αλλά και εποχή, στοιχείο της που προσωπικά με εντυπωσιάζει πολύ καθώς σπανίζει αρκετά.
    Έτσι κι εδώ –και ενόψει του υπό έκδοση νέου δωδέκατου μυθιστορήματός της, που αναμένεται να κυκλοφορήσει στις 6 Μαρτίου, πάντα από τις εκδόσεις Διόπτρα, και με τίτλο «Η σπηλιά του νοτιά»–, η συγγραφέας στο πιο πρόσφατο βιβλίο της «Έρωτες από πηλό» καταπιάνεται με μια πολύπλευρη και πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία που διαδραματίζεται στη σύγχρονη εποχή, στο πολύ πρόσφατο παρελθόν αλλά και δεκατρία χρόνια νωρίτερα. Ο τίτλος και το εξώφυλλο είναι απόλυτα εναρμονισμένα, καθώς ο αναγνώστης μπορεί εύκολα να αγγίξει τον θρυμματισμένο «πηλό» και να κάνει στο μυαλό του τη σύνδεση με το πόσο εύθραυστος μπορεί να είναι αυτός, ενώ γίνεται σαφές και ένα διττό νόημα, αφού αφορούν από τη μία τα δυνατά συναισθήματα του έρωτα ως πάθος, αλλά και τους πήλινους Έρωτες, τα γλυπτά που μπορεί να δημιουργεί ένας καλλιτέχνης. Μας προϊδεάζει, λοιπόν, με σαφήνεια η κυρία Γαληνού ευθύς εξαρχής για το ύφος του βιβλίου της αυτού, αλλά δεν μας προετοιμάζει για την αναπάντεχη πλοκή, τις απρόσμενες ανατροπές και τα καλά κρυμμένα μυστικά που θα καθορίσουν και θα στιγματίσουν τις ζωές των ηρώων της. Αυτό το αφήνει σε εμάς να το ανακαλύψουμε διαβάζοντας το πόνημά της, που είμαι βέβαιη πως θα ικανοποιήσει και τον πιο απαιτητικό αναγνώστη.
    Δεκατρία χρόνια πριν, η νεαρή Έλσα αποφασίζει να περάσει τον Αύγουστο στην πανέμορφη και γραφική Αμοργό, στο σπίτι της γιαγιάς της. Στις διακοπές της τη συνοδεύουν το αγόρι της Μάρκος και η κολλητή της Φαίδρα. Έχοντας εξασφαλίσει την ανέξοδη διαμονή και το φαγητό τους, σκοπεύουν να κάνουν όση περισσότερη οικονομία μπορούν, ώστε να μπορέσουν να παραμείνουν για διακοπές στο νησί ολόκληρο τον μήνα. Στο διπλανό τους σπίτι, κατοικεί μόνιμα ένας γοητευτικός Γάλλος γλύπτης, ο Ζαν-Κλοντ, ένθερμος εραστής της τέχνης του, της καλής ζωής και του ωραίου φύλου.
    Οι τρεις νεαροί δεν θ’ αργήσουν να γνωριστούν καλύτερα με τον εκκεντρικό γείτονά τους, αφού ο διαφορετικός, απελευθερωμένος και συναρπαστικός τρόπος ζωής του θα τους μαγνητίσει. Ο ίδιος θα ανακαλύψει τη νέα μούσα του στο πρόσωπο της όμορφης Φαίδρας και η έμπνευσή του θα δείξει ζωηρά σημάδια ανάκαμψης, μετά από αρκετό καιρό τελμάτωσης. Κάθε συνάντηση μαζί του είναι μια γοητευτική περιπέτεια για τους τρεις νέους, όμως ένα παράτολμο παιχνίδι θάρρους με τον Γάλλο μέντορά τους θα γίνει η αφορμή να ανατραπούν τα πάντα. Πλέον, τους τρεις φίλους βαραίνει ένα θανάσιμο μυστικό, ενώ οι συνέπειές του δεν θα μοιραστούν ισόποσα ούτε δίκαια. Μόνο ο ένας τους θα πληρώσει, πράγμα που θα κλονίσει βαθιά την κατά τα φαινόμενα ισχυρή φιλία που υπάρχει ανάμεσά τους.
    Δεκατρία χρόνια αργότερα, η ζωή τους έχει πάρει διαφορετικούς δρόμους και οι ισορροπίες όπως και οι δεσμοί μεταξύ τους έχουν χαθεί, ίσως για πάντα. Η παλιά σύνδεσή τους φαντάζει πλέον ανύπαρκτη και η φιλία τους μοιάζει να έχει πληγεί ανεπανόρθωτα. Κάθε επαφή μεταξύ τους φαίνεται να μην έχει ουσιαστικό νόημα πια, ενώ οι τύψεις και οι ενοχές ροκανίζουν τη λογική τους και αναστατώνουν την έως τότε καλά βολεμένη ζωή τους. Τα σαθρά θεμέλια όμως πάνω στα οποία έχουν χτίσει την πραγματικότητά τους θα αποδειχτούν το ίδιο εύθραυστα με τους Έρωτες από πηλό που έφτιαχνε ο Γάλλος γλύπτης τότε στην Αμοργό. Τα παλιά μυστικά που έρχονται στο φως θα δοκιμάσουν τις αντοχές τους, ενώ ταυτόχρονα η ανάγκη για δικαίωση, ακόμα και για εκδίκηση από εκείνον που αδικήθηκε, μοιάζει επιτακτική. Το πιο ένοχο μυστικό του παρελθόντος όμως δεν έχει ακόμα αποκαλυφθεί από το άτομο που σκόπιμα το κρατά καλά κρυμμένο και αυτό είναι ικανό ν’ ανατρέψει τα πάντα.
    Οι «Έρωτες από πηλό» είναι ένα μυθιστόρημα καλοδουλεμένο, με σφιχτοδεμένη πλοκή, ολοζώντανους χαρακτήρες, γοητευτικές περιγραφές και παραστατικές εικόνες, όπως και δυνατά συναισθήματα. Κάθε ήρωας μάς ξεναγεί στο δικό του παρελθόν, στα βιώματά του, στον ψυχισμό του, στα κίνητρά του, ακόμα και στις πιο μύχιες σκέψεις του, κάνοντάς μας «κοινωνούς» στο κατάδικό του «σύμπαν» και δίνοντάς μας έτσι τη δυνατότητα να τον κατανοήσουμε καλύτερα, να τον συμπονέσουμε, να τον αποδεχτούμε, να τον αγαπήσουμε ή να τον μισήσουμε. Η ανθρώπινη φύση είναι τρωτή, ατελής και εύθραυστη και κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτή την πραγματικότητα, ούτε μπορεί να ξεφύγει από όσα του έχει γραμμένα η μοίρα του, όσο κι αν πασχίσει για να επιτύχει το αντίθετο. Η αλήθεια αποκαλύπτεται σταδιακά, καθώς όλα τα κομμάτια του «παζλ» μπαίνουν στη θέση τους, σαν το θρυμματισμένο γλυπτό του εξωφύλλου, φανερώνοντας έτσι κάθε κρυφή και αθέατη πτυχή μιας καθηλωτικής ιστορίας που μένει χαραγμένη στο μυαλό μας για πολύ καιρό. Οφείλω τα θερμά μου συγχαρητήρια στην εξαίρετη Ελένη Γαληνού, αναμένω με ανυπομονησία το νέο της μυθιστόρημα «Η σπηλιά του νοτιά» και σας συστήνω ανεπιφύλακτα να διαβάσετε τους «Έρωτες από πηλό»!
 
Υπόθεση οπισθόφυλλου:
 
Οι έρωτες από πηλό δεν πετούν ψηλά.
Οι παθιασμένοι έρωτες γερνούν ανεκπλήρωτοι.
Οι πήλινοι Έρωτες μένουν μισοτελειωμένοι…
 
Η Έλσα με το αγόρι της, τον Μάρκο, και τη φίλη της Φαίδρα πηγαίνουν διακοπές στη γιαγιά της, στην Αμοργό. Η παρουσία του γοητευτικού Γάλλου γλύπτη στο διπλανό σπίτι έλκει αμέσως το ενδιαφέρον τους. Είναι ονειροπόλος, αυθόρμητος, καλλιτέχνης στην ψυχή και τη ζωή, λάτρης του έρωτα και του ωραίου.
Η παρέα μαζί του αποδεικνύεται συναρπαστική. Μέχρι τη λάθος στιγμή. Ένα παιχνίδι και μια ανομολόγητη πράξη φέρνουν την απόλυτη ανατροπή. Οι δαίμονες ξυπνούν. Κανείς δεν πιστεύει αυτό που έχει συμβεί. Το γεγονός βαραίνει και τους τρεις, όμως το πληρώνει μόνο ένας.
Η φιλία τους κλονίζεται ανεπανόρθωτα.
 
Δεκατρία χρόνια αργότερα όλα έχουν αλλάξει.
 
Η Έλσα αναζητά ψήγματα της παλιάς φιλίας με τη Φαίδρα και τον Μάρκο, ενώ παράλληλα τους δοκιμάζει. Κρατάει ένα μεγάλο μυστικό που αν το μάθουν…
Ωστόσο, το πιο ανατρεπτικό μυστικό δεν το γνωρίζει κανένας τους. Κι αυτός που το αποκρύπτει, έχει τους δικούς του σκοτεινούς λόγους που δεν μιλά.
 
Όταν οι αλήθειες σωπαίνουν, οι ζωές των ανθρώπων γεμίζουν σκοτάδια.

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2024

«ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΤΑΧΤΕΣ ΤΗΣ ΚΑΝΤΑΝΟΥ», παρουσιάζει η Χριστίνα Σουλελέ - Συστήνει η Κλειώ Τσαλαπάτη

          Θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό καθώς, πριν από τέσσερα περίπου χρόνια, είχα τη χαρά να πάρω στα χέρια μου το πρώτο χειρόγραφο της Χριστίνας Σουλελέ, το ανεπανάληπτο «Γιάνκεα». Η τύχη μου ήταν μεγάλη γιατί ανακάλυψα μια γεννημένη συγγραφέα, που από την πρώτη της κιόλας συγγραφική απόπειρα έδειξε το γνήσιο ταλέντο της, το οποίο ολοένα και εξελίσσεται. Η συγγραφέας, με κάθε βιβλίο της, ανεβάζει ακόμα πιο ψηλά τον πήχη και «δοκιμάζει» τις δυνάμεις της, καταφέρνοντας να κερδίζει κάθε στοίχημα που θέτει απέναντι στον εαυτό της. Έκτοτε, ακολούθησε ένα ακόμα συγκλονιστικό βιβλίο, το «Θα την έλεγαν Ελευθερία», το οποίο κυκλοφορεί επίσης από την Άνεμος Εκδοτική, ενώ φέτος κυκλοφόρησε το τρίτο μυθιστόρημά της με τίτλο «Από τις στάχτες της Καντάνου». Στο τρίτο αυτό βιβλίο της, η κυρία Σουλελέ μάς ταξιδεύει μέχρι τη λεβεντογέννα Κρήτη στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και στο παρόν, συνδυάζοντας την ατόφια Ιστορία με μια ευφάνταστη και καθηλωτική πλοκή, αποδεικνύοντας για μια ακόμα φορά το πηγαίο και αστείρευτο ταλέντο της.
          Με αφορμή την κυκλοφορία του νέου μυθιστορήματός της, η αγαπημένη συγγραφέας ανταποκρίθηκε με προθυμία στην πρόσκλησή μου για να μας το παρουσιάσει στους «Φίλους της Λογοτεχνίας», με τον δικό της ιδιαίτερο τρόπο. Την ευχαριστώ θερμά για τον χρόνο που μας διέθεσε, της εύχομαι ολόψυχα κάθε επιτυχία στο έργο της συνολικά αλλά και στο πιο πρόσφατο πόνημά της, και σας προσκαλώ να διαβάσετε όσα μας εκμυστηρεύεται η Χριστίνα Σουλελέ για να γνωρίσετε κι εσείς λίγο περισσότερο το εξαιρετικό βιβλίο «Από τις στάχτες της Καντάνου»!
 
* * *
 
    Κυρία Τσαλαπάτη, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την ευκαιρία που μου δίνετε να παρουσιάσω το βιβλίο μου στους αναγνώστες της σελίδας σας. Το τρίτο μου μυθιστόρημα έχει τίτλο «Από τις στάχτες της Καντάνου» και κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2024, από την Άνεμος Εκδοτική. Η υπόθεσή του διαδραματίζεται σε ένα ιστορικό και μαρτυρικό χωριό της Κρήτης, την Κάντανο, όπως μαρτυρά και ο τίτλος του βιβλίου.
Ας πάρω όμως τα πράγματα από την αρχή. Πριν από δυο χρόνια, η προοπτική να γράψω ένα μυθιστόρημα με φόντο τη Μεγαλόνησο δεν είχε περάσει από τον νου μου ούτε σαν ιδέα, διότι δεν κατάγομαι από αυτή τη γωνιά του Νότου. Έγινε όμως με παρότρυνση μιας καλής μου φίλης, η οποία κατάγεται από το νησί και γνωρίζει καλά την αγάπη που τρέφω για την Κρήτη και τον σεβασμό μου σε όλα τα πνευματικά, καλλιτεχνικά και λαογραφικά της δημιουργήματα. Παρά τις αρχικές μου επιφυλάξεις, η προτροπή της φίλης μου έγινε σπόρος που βρήκε πρόσφορο έδαφος στο νου μου και κάρπισε.
    Αμέσως ανέτρεξα στο φωτογραφικό αρχείο από τα ταξίδια μου στην Κρήτη, καθώς και στο ταξιδιωτικό μου ημερολόγιο, για να βρω την αφετηρία από την οποία θα ξεκινούσα το συγγραφικό ταξίδι μου. Η αναζήτηση με οδήγησε στην Κάντανο, σε ένα χωριό που βρίσκεται νοτιοδυτικά του νομού Χανίων και το οποίο στις 3 Ιουνίου 1941 καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Ναζί. Ύστερα ανέτρεξα σε γραπτές πηγές που αναφέρονται στη Μάχη της Κρήτης και παρακολούθησα στο διαδίκτυο προφορικές μαρτυρίες ανθρώπων, οι οποίοι έζησαν τα γεγονότα του πολέμου και της Κατοχής. Φυσικά, η Κάντανος δεν είναι το μοναδικό χωριό που κατέστρεψαν οι Γερμανοί στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, είναι όμως ο μοναδικός τόπος στον οποίο άφησαν αποδείξεις της θηριωδίας τους. Το πρώτο πράγμα που θα δει ο επισκέπτης στην είσοδο του χωριού, είναι οι τρεις μαρμάρινες επιγραφές, πάνω στις οποίες οι Ναζί άφησαν γραπτές μαρτυρίες, στα ελληνικά και στα γερμανικά, και εξηγούν πως έκαψαν το χωριό και έδωσαν εντολή να μην ανοικοδομηθεί ποτέ, για να εκδικηθούν τους κατοίκους για τη σθεναρή αντίστασή τους απέναντι στις δυνάμεις της Βέρμαχτ. Λίγα μέτρα πιο μακριά, υπάρχει το μουσείο με πλούσιο υλικό από τον πόλεμο καθώς και με φωτογραφίες από την καταστροφή του χωριού, πάνω στις οποίες αποτυπώνονται οι ολέθριες συνέπειες του πολέμου. Σήμερα, η Κάντανος μοιάζει να έχει αναγεννηθεί από τις στάχτες της.
    Η υπόθεση του βιβλίου εκτυλίσσεται σε δύο χρόνους. Ξεκινάει από το «τώρα», αλλά
ταξιδεύει στο «χθες» και στην περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Από τη μια παρουσιάζεται η ζωή των ανθρώπων σε ένα σύγχρονο κρητικό χωριό –τα ήθη και τα έθιμά τους, τα αρώματα των βοτάνων που αναδύονται από την κρητική γη, ο μαγευτικός ήχος της λύρας που ενώνει δυο νέους ανθρώπους, των οποίων οι πρόγονοι ήταν κάποτε εχθροί, ο έρωτας που εξευμενίζει την κακία και σβήνει τις βεντέτες, καθώς και η φιλοξενία που αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα των Κρητικών–, ενώ από την άλλη, περνούν μπροστά από τα μάτια μας, σαν σε ταινία, τα οδυνηρά γεγονότα του παρελθόντος.
    Συνδετικοί κρίκοι ανάμεσα σε αυτές τις δύο χρονικές περιόδους αποτελούν οι άνθρωποι, εκείνοι που έζησαν τα δραματικά γεγονότα του πολέμου, αλλά και εκείνοι που, αν και δεν είχαν γεννηθεί ακόμη, μεγάλωσαν με τις ιστορίες των παλαιότερων, οι οποίες καθόρισαν τον τρόπο ζωής και σκέψης τους είτε για καλό είτε για κακό. Η ιστορία της Καντάνου συμβαδίζει με τη σύγχρονη όψη της για να κρατήσει άσβεστη τη μνήμη και να γίνει παράδειγμα αποφυγής ιδεολογιών, που φέρνουν τους λαούς αντιμέτωπους με ό,τι χειρότερο μπορούν να βιώσουν: τον πόλεμο.
    Κεντρικός ήρωας του βιβλίου είναι ο Φραντς, ένας νεαρός Γερμανός μουσικός που φτάνει στην Κρήτη για επαγγελματικούς λόγους. Στη διαδρομή για τον προορισμό του, γητεύεται από τις ομορφιές και τα αρώματα του κρητικού τοπίου και από απροσεξία ή από κάποιο άγνωρο παιχνίδι της Μοίρας, προσπερνάει την ταμπέλα που υπάρχει στην άκρη του δρόμου και φτάνει στην Κάντανο. Η μουσική που φτάνει στα αφτιά του από τη λύρα του Σήφη, του νεαρού κρητικού λυράρη στην κηδεία του παππού του, τον μαγεύει και αποφασίζει να παραμείνει στο χωριό για να το γνωρίσει καλύτερα, διότι είναι σίγουρος πως αυτός ο τόπος έχει να του προσφέρει πολλές εμπειρίες. Ούτε στο ελάχιστο όμως δεν μπορεί να φανταστεί την τροπή που θα πάρει το ταξίδι του αλλά και η ζωή του, από τα ερεθίσματα που θα του προσφέρει η συνύπαρξη με τους Κρητικούς. Δέχεται τη φιλοξενία των ντόπιων κατοίκων, με την τραγουδιστή ντοπιολαλιά, και παίρνει μια γεύση από τον τρόπο ζωής τους, ενώ μαθαίνει την ιστορία της περιοχής και κατακλύζεται από συναισθήματα ντροπής για τα δεινά που προκάλεσαν οι πρόγονοί του.
    Η επιλογή της εθνικότητας, του επαγγέλματος και της ηλικίας του ήρωά μου δεν έγινε τυχαία. Το νεαρό της ηλικίας του συμβολίζει τη νέα γενιά που, ενώ προχωράει μπροστά, κοιτάζει και πίσω στην Ιστορία, όχι για να διαιωνίσει τα μίση, αλλά για να διδαχτεί από αυτήν και να μην επαναλάβει τα ολέθρια λάθη του παρελθόντος. Είναι Γερμανός, αλλά –σε αντίθεση με τους προγόνους του, που σκόρπισαν τον όλεθρο κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου– προσεγγίζει τον κάθε τόπο με σεβασμό, απαλλαγμένος από ιδεοληψίες, προκαταλήψεις, σωβινισμούς, εθνικισμούς. Είναι φιλειρηνιστής, νιώθει μεγάλη ντροπή για τα εγκλήματα που έγιναν εκείνη την περίοδο και προσεγγίζει τους ντόπιους κατοίκους με συστολή, με σεβασμό, αλλά και με μια ακόρεστη δίψα να πληροφορηθεί όσα συνέβησαν στα χρόνια του πολέμου. Είναι μουσικός και τα συναισθήματά του τα διοχετεύει στην τέχνη του, η οποία συνιστά μια «κραυγή» για όλες τις αδικίες που υφίστανται οι λαοί του πλανήτη.
    Αγαπώ εκείνους τους καλλιτέχνες που –μέσω της τέχνης τους, όποια κι αν είναι αυτή– στέλνουν πανανθρώπινα μηνύματα, τα οποία έχουν στόχο να αφυπνίσουν συνειδήσεις και να μονιάσουν τους λαούς, όχι να τους διχάσουν. «Φαντάσου Άριελ, πόσο μονιασμένοι θα ζούσαν οι άνθρωποι πάνω σε αυτόν τον πλανήτη αν δεν υπήρχαν οι διαχωριστικές γραμμές που δημιουργούν στεγανά, μέσα στα οποία εκκολάπτονται ιδεοληψίες, προκαταλήψεις και φανατισμοί», λέει κάποια στιγμή ο Φραντς στη φίλη και συνεργάτιδά του.
    Η γνωριμία του με τη γιαγιά Μαριώ θα του ανοίξει νέα παράθυρα στη γνώση της Ιστορίας, καθώς η υπέργηρη γυναίκα αποτελεί μια ζωντανή μαρτυρία από τα χρόνια του πολέμου και της Κατοχής. Η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα σε αυτούς τους δύο ήρωες διέπεται από σεβασμό, τρυφερότητα, ευγένεια και ενσυναίσθηση. Είναι μια σχέση που μοσχομυρίζει βασιλικό, σαν το κλωνάρι του μυρωδάτου φυτού που προσφέρει, κάθε πρωί, ο Φραντς στην ηλικιωμένη γυναίκα.
    Ολόκληρο το βιβλίο στέλνει αντιπολεμικά μηνύματα, υμνεί την ειρήνη και την αδερφοσύνη των λαών –οι οποίοι δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν, αλλά γίνονται έρμαια των ιμπεριαλιστικών πολιτικών των ηγετών τους– και φέρνει τα αρώματα ενός τόπου μοναδικού, που έγινε σύμβολο αυτοθυσίας, αξιοπρέπειας και υπερηφάνειας. Θα κλείσω την παρουσίαση του βιβλίου μου με τις σκέψεις του Φραντς τη στιγμή που, καθώς κάθεται σε ένα ξέφωτο και κοιτάζει από ψηλά το φυσικό περιβάλλον της Καντάνου, κατακλύζεται από αισθήματα ευφορίας και αισθάνεται την ηρεμία που αναδύεται από το τοπίο:
    «Όπου υπάρχει ηρεμία, υπάρχει και ειρήνη! Άραγε, αυτοί που ονειρεύονται πολέμους, έχουν καθίσει ποτέ κάτω από τη σκιά ενός δέντρου; Έχουν ακούσει το τραγούδι των πουλιών; Έχουν μεθύσει από τις μυρωδιές των φυτών; Έχουν αφουγκραστεί τον έρωτα που ξεπηδάει μέσα από το χώμα, τον αέρα, τον ήλιο ή τη βροχή; Δεν νομίζω… Όποιος αποκόβεται από την ομορφιά, παύει να την εκτιμάει και να την αναζητά. Ανέραστοι άνθρωποι αυτοί που καταστρέφουν…»
 
Χριστίνα Σουλελέ
 
 
Βιογραφικό Χριστίνας Σουλελέ:
 
Η Χριστίνα Σουλελέ γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε παιδαγωγικά, μετεκπαιδεύτηκε
στην Ειδική Αγωγή και υπηρετεί ως δασκάλα Ειδικής Αγωγής στη δημόσια εκπαίδευση. Αγαπά τα ταξίδια, την ορειβασία, το διάβασμα και το θέατρο.
Διηγήματά της έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικές ιστοσελίδες, ενώ έχουν συμπεριληφθεί και σε συλλογικές εκδόσεις. Το 2019, δημοσιεύτηκε η συλλογή διηγημάτων της «Ο ανάποδος καθρέφτης», με τη μορφή e-book, από τις εκδόσεις «το βιβλίο». Συμμετοχές με έργα της υπάρχουν σε καλλιτεχνικά ημερολόγια και ανθολόγια ποίησης.
 
Εργογραφία
Από την Άνεμος Εκδοτική κυκλοφορούν τα βιβλία της:
«Γιάνκεα», μυθιστόρημα, 2020.
«Θα την έλεγαν Ελευθερία», μυθιστόρημα, 2022.
 
 
Μυθιστορήματα Χριστίνας Σουλελέ:
 
«ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΤΑΧΤΕΣ ΤΗΣ ΚΑΝΤΑΝΟΥ»
Εκδόσεις: Άνεμος Εκδοτική (2024)
Σελίδες: 324
Τιμή με έκπτωση: 15,60€
 
Υπόθεση οπισθόφυλλου:
 
Ο Φραντς, ένας νεαρός μουσικός από τη Νυρεμβέργη, ταξιδεύει στην Κρήτη για επαγγελματικούς λόγους. Οδεύοντας προς τον προορισμό του, από απροσεξία ή από κάποιο άγνωρο σχέδιο της Μοίρας, μια λάθος στροφή θα τον οδηγήσει στην ιστορική Κάντανο των Χανίων. Γίνεται μάρτυρας της κηδείας ενός υπέργηρου Κρητικού, όπου οι ήχοι της λύρας του εγγονού του Σήφη θα μιλήσουν στην ψυχή του και θα γίνουν η αιτία να συνδεθεί απρόσμενα με τους φιλόξενους ντόπιους, αλλά και να γνωρίσει την ιστορία του χωριού.
 
Τον Ιούνιο του 1941, οι Ναζί καταστρέφουν ολοσχερώς την Κάντανο, καίγοντάς τη συθέμελα, ως αντίποινα για τη δολοφονία στρατιωτών τους από τους αντιστασιακούς Κρητικούς, αναγκάζοντας τους επιζώντες κατοίκους της να γίνουν πρόσφυγες στο ίδιο τους το νησί. Αποχωρώντας ηττημένοι αργότερα, θα αφήσουν γραπτές μαρτυρίες της θηριωδίας τους, ενώ σε πείσμα τους οι ντόπιοι θα ξαναχτίσουν το χωριό και τη ζωή τους, μέσα από τις στάχτες της Καντάνου.
 
Το παρελθόν συνδέεται άρρηκτα με το παρόν, η Ιστορία συμβαδίζει με τις προσωπικές ιστορίες, τους έρωτες και τις βεντέτες ενός τόπου αδάμαστου και μοναδικού, φέρνοντας στο φως ανομολόγητα μυστικά, τύψεις, αλλά και την πολυπόθητη εξιλέωση για απάνθρωπα και ατιμώρητα εγκλήματα πολέμου.
 
Ένα μυθιστόρημα γεμάτο φιλία, έρωτα, μουσική, παραδόσεις και Ιστορία, που μας παρασύρει σε ένα αλησμόνητο αναγνωστικό ταξίδι!
 
 
«ΘΑ ΤΗΝ ΕΛΕΓΑΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ»
Εκδόσεις: Άνεμος Εκδοτική (2022)
Σελίδες: 358
Τιμή με έκπτωση: 14,40€
 
Υπόθεση οπισθόφυλλου:
 
Νάξος, δεκαετία 1970
Η Αγγελική φεύγει από το νησί της για να σπουδάσει στη Νομική της Αθήνας. Με μια βαλίτσα γεμάτη όνειρα και προσδοκίες, έρχεται στην πρωτεύουσα αποφασισμένη να τα διεκδικήσει. Η Χούντα έχει εκμηδενίσει κάθε αίσθηση ελευθερίας και ανθρωπιάς.
 
Η νεαρή φοιτήτρια παγιδεύεται μέσα στον ανεμοστρόβιλο των γεγονότων και των εξελίξεων που θα καθορίσουν το μέλλον της χώρας. Καλείται να αναμετρηθεί με τον εαυτό της, τις πεποιθήσεις και τις αντοχές της, ενώ ταυτόχρονα παρασύρεται σε έναν έρωτα μεγαλύτερο από τη ζωή, που θα τη στιγματίσει ανεξίτηλα.
 
Ηρακλειά, δεκαετία 1990
Η Σμαράγδα, από παιδί ακόμα, λαχταρά να γίνει καπετάνισσα. Προσηλώνεται στο κυνήγι του ονείρου της και οπλίζεται με υπομονή και αποφασιστικότητα, αγνοώντας τις προκαταλήψεις της εποχής και της οικογένειάς της. Μία απρόσμενη εξέλιξη θα ανατρέψει τα σχέδιά της, ωθώντας τη να αφιερωθεί σε έναν διαφορετικό σκοπό ζωής.
 
Αθήνα, δεκαετία 2020
Η Θαλασσινή, από τη στιγμή της γέννησής της, αντικρίζει τον κόσμο με μια αλλιώτικη ματιά. Διαθέτοντας σπάνια χαρίσματα και ικανότητες, αντιπαλεύει περιορισμούς και δυσκολίες, ενώ διεκδικεί με επιμονή και σθένος όλα όσα ονειρεύεται.
 
Τρεις γενιές αξιοθαύμαστων γυναικών που αρνούνται να συμβιβαστούν με προκαταλήψεις και στερεότυπα, δεν υποτάσσονται στις κοινωνικές προσταγές και μάχονται για τα ιδανικά και τα όνειρά τους με κάθε κόστος.
 
Η χαρισματική συγγραφέας μάς ξεναγεί στην πρόσφατη ιστορία της χώρας μας, στην πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων και στον αέναο μόχθο για την εκπλήρωση των πιο κρυφών πόθων.
 
 
«ΓΙΑΝΚΕΑ»
Εκδόσεις: Άνεμος Εκδοτική (2020)
Σελίδες: 280
Τιμή με έκπτωση: 13,50€
Διαβάστε την κριτική για το βιβλίο στον ακόλουθο σύνδεσμο των «Φίλων της Λογοτεχνίας»:
https://filoithslogotexnias.blogspot.com/2021/03/blog-post_11.html
 
Υπόθεση οπισθόφυλλου:
 
Λιτόχωρο, 1964
Κάτω από τη σκιά του επιβλητικού Ολύμπου, γεννημένος σε μια οικογένεια στιγματισμένη από τον αδελφοκτόνο Εμφύλιο, ο εντεκάχρονος Ανδρέας θα ζήσει από κοντά τον πανηγυρικό εορτασμό των πενήντα χρόνων από την κατάκτηση της κορυφής, ανεβαίνοντας κι εκείνος μαζί με την ορειβατική αποστολή. Επιστρέφοντας θα φέρει μαζί του μικρά λάφυρα για τους αγαπημένους του, με πολυτιμότερο δώρο όλων το αγριολούλουδο Γιάνκεα που φυτρώνει στο βουνό των θεών, για να το προσφέρει στην Κατερίνα, τον πρώτο του έρωτα.
 
Μπορντό Γαλλίας, 2017
Σε ένα τοπίο βγαλμένο σαν από πίνακα, η ζωγράφος Κάρμεν ετοιμάζεται πυρετωδώς για μια έκθεση ζωγραφικής στην Ελλάδα, όπου θα επιστρέψει για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες. Πολλές και επώδυνες οι μνήμες της από τα χρόνια που έζησε εκεί, αφού η ζωή της δεν δρομολογήθηκε από την ίδια, αλλά από τον αυταρχικό πατέρα της που της στέρησε άδικα όσα επιθυμούσε.
 
Οι ήρωές μας, πλαισιωμένοι από φίλους σπάνιους και συναισθήματα που καίνε ασίγαστα, καλούνται να χαράξουν εκ νέου την πορεία τους, κάνοντας τις επιλογές που προστάζει η καρδιά τους και διεκδικώντας όση ευτυχία τους αναλογεί.
 
Ένα καθηλωτικό μυθιστόρημα για τις ανηφοριές, τις επικίνδυνες στροφές και τους γκρεμούς της ζωής, που ελλοχεύουν σε κάθε μας βήμα, αλλά και τις πολύτιμες δεύτερες ευκαιρίες για τη διεκδίκηση της πολυπόθητης ευτυχίας.

Παρασκευή 28 Ιουνίου 2024

«ΑΣΠΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΚΛΗΣ, Έρωτας και δημοκρατία», παρουσιάζει ο Γιώργος Φυτιλής - Συστήνει η Κλειώ Τσαλαπάτη

     Η «γνωριμία» μου με τον εξαίρετο συγγραφέα Γιώργο Φυτιλή έγινε με  προηγούμενο βιβλίο του με τον τίτλο «Ο μικρός αυτοκράτορας», που κυκλοφορεί από την Άνεμος Εκδοτική. Ευθύς εξαρχής, με μάγεψε ο άρτιος συγγραφικός του λόγος, το καυστικό και πανέξυπνο χιούμορ του και η εντυπωσιακή ικανότητά του να συνδυάζει την ευφάνταστη μυθοπλασία με την πραγματικότητα, δίνοντας άφθονη «τροφή για σκέψη» στον αναγνώστη. Συνεπώς, ήταν ηλίου φαεινότερο για μένα πως ο χαρισματικός συγγραφέας έχει τη σπάνια ικανότητα να συνδέει και να εναρμονίζει την ιστορία του εκάστοτε μυθιστορήματός του με την απτή σύγχρονη καθημερινότητα και όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Αυτό αποδεικνύει πως είναι ένας άνθρωπος ευαίσθητος και με οξεία αντίληψη, που αφουγκράζεται τα προβλήματα και τις παθογένειες της κοινωνίας μας και στοχεύει ώστε, μέσα από το κάθε πόνημά του, να επισημαίνει κάποια πράγματα στον αναγνώστη, προκαλώντας τον να σκεφτεί λίγο περισσότερο από την προφανή ιστορία που του αφηγείται.
          Όταν λοιπόν έφτασε στα χέρια μου το νέο ιστορικό του μυθιστόρημα, η χαρά μου δεν περιγραφόταν, αφενός γιατί η μεγάλη μου αγάπη στη Λογοτεχνία είναι το συγκεκριμένο είδος και, αφετέρου, διότι ήμουν σίγουρη πως το νέο αναγνωστικό μου ταξίδι θα με αποζημίωνε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αφού θα γινόταν μέσα από τη γνωστή και αγαπημένη πένα του συγκεκριμένου συγγραφέα. Οι προσδοκίες μου επαληθεύτηκαν στο έπακρο και το νέο βιβλίο του Γιώργου Φυτιλή είναι ένα μυθιστόρημα που δεν θα πάψω να συστήνω σε συγγενείς, φίλους και γνωστούς μου ως ένα ιστορικό μυθιστόρημα αξιώσεων.
        Ο ταλαντούχος συγγραφέας όχι μόνο έχει κάνει ιστορική έρευνα σε βάθος, ώστε να μπορέσει να αντλήσει όλα τα απαραίτητα ιστορικά στοιχεία για τα υπαρκτά πρόσωπα της εποχής, αλλά τα συνδύασε και με την αστείρευτη φαντασία του για να προσαρμόσει όλες αυτές τις πληροφορίες και τα όποια κενά και ελλείψεις –αφού η Ιστορία έχει αναρίθμητες αναφορές στον Περικλή και τα επιτεύγματά του, αλλά ελάχιστες αναφορές στην αξιόλογη σύντροφο και συνοδοιπόρο του Ασπασία– σε μία μυθιστορηματική πλοκή απόλυτα πιστή στα γεγονότα, μα και απόλυτα κατανοητή κι ελκυστική στον σύγχρονο αναγνώστη. Πέρα από όλα αυτά όμως, ανέδειξε την τότε δεινή θέση της γυναίκας στη δημοκρατική Αθήνα του «χρυσού αιώνα» του Περικλή και τη συνέδεσε με την τωρινή θέση της γυναίκας στη σύγχρονη κοινωνία, η οποία δυστυχώς δεν έχει αλλάξει σημαντικά στο πέρασμα των αιώνων.
        Ευχαριστώ θερμά τον αγαπητό Γιώργο Φυτιλή για την ανταπόκριση στην πρόσκλησή του από τους «Φίλους της Λογοτεχνίας» και για τον χρόνο που διέθεσε ώστε να μας «μιλήσει» ο ίδιος για το νέο συναρπαστικό ιστορικό του μυθιστόρημα «ΑΣΠΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΚΛΗΣ, Έρωτας και δημοκρατία». Του εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία σε όλο το πλούσιο συγγραφικό του έργο, καθώς και στο νέο πόνημά του, και σας προσκαλώ να διαβάσετε όσα μας εκμυστηρεύεται ο συγγραφέας, ώστε να γνωρίσετε κι εσείς λίγο περισσότερο την Ασπασία, τον Περικλή και την πορεία τους στον 5ο αιώνα π.Χ., έναν αιώνα που έμεινε γνωστός στην ανθρωπότητα ως «χρυσός»!
 
    «Η Ιστορία δεν λέει κανένα ψέμα και δεν αποσιωπά καμιά αλήθεια», έγραψε ο Ρωμαίος ρήτορας και ιστορικός Τάκιτος και ο Γάλλος ποιητής και ο πολιτικός Λαμαρτίν σημείωσε πως «η Ιστορία διδάσκει τα πάντα, ακόμα και το μέλλον». Ακολουθώντας τα φιλοσοφικά χνάρια του Τάκιτου και του Λαμαρτίν, ας προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε και, ίσως, να θεραπεύσουμε το ειδεχθέστερο των εγκλημάτων, που στις μέρες μας πήρε τη μορφή μαύρης χιονοστιβάδας: τη δολοφονία της γυναίκας, με βασική αιτία κι αφορμή τη συντροφική ερωτική της σχέση· τη γυναικοκτονία.
    Η Ασπασία κι ο Περικλής ήταν δυο χαρισματικοί άνθρωποι που είχαν βάλει στόχο της ζωής τους ν’ αλλάξουν τον κόσμο. Με την ειρηνική εξέλιξη της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας και όχι με τη βίαιη κι αιματηρή επανάσταση. Η Ασπασία αγωνίστηκε μέσα απ’ την παιδεία, με πίστη και θυσία του προσωπικού της συμφέροντος, να βγάλει τη γυναίκα απ’ τη «φυλακή» του γυναικωνίτη –με την παλλακίδα του συζύγου στο διπλανό δωμάτιο– και να την τοποθετήσει δίπλα στον άντρα· ελεύθερη, με τα ίδια φυσικά και νομικά δικαιώματα.
    Ο Περικλής, με πράξεις και ρητορικούς λόγους, αγωνίστηκε να διδάξει στους Αθηναίους τους βασικούς κανόνες της δημοκρατίας. Το πολίτευμα που απελευθερώνει τη ζωτικότητα και δημιουργικότητα του πολίτη, χωρίς διακρίσεις και προαπαιτούμενα. Το πολίτευμα που διδάσκει την πολιτική ισότητα και σέβεται τη φυσική ισότητα. Σε κάθε δικαίωμα του ανθρώπου αντιστοιχούν μία ή περισσότερες υποχρεώσεις και σε κάθε υποχρέωση αντιστοιχούν ένα ή περισσότερα δικαιώματα.
    Η Ασπασία εγκατέλειψε την κοινωνική ζωή της εταίρας, με τα γλέντια από συμπόσιο σε συμπόσιο –που καμιά Αθηναία γυναίκα σύζυγος δεν απόλαυσε– και υποθήκευσε στην ανδρική πολιτική εξουσία την προσωπική της ελευθερία. Απαρνήθηκε τα πλούσια εισοδήματα της εταίρας και την ευχέρεια να επιλέγει τον ερωτικό της σύντροφο κάθε φορά που πήγαινε σε συμπόσιο αντρών· κάθε φορά που πήγαινε στο θέατρο.
    Όταν συναντήθηκαν οι δυο τους, Περικλής και Ασπασία, έκαναν τη μεγαλύτερη αλλαγή –ίσως και ειρηνική επανάσταση– που μπορούσαν να κάνουν δυο άνθρωποι: άλλαξαν τον εαυτό τους. Μέσα στον «ωκεανό» της ανδροκρατούμενης και φαλλοκρατικής Αθήνας του 5ου αιώνα π.Χ., δημιούργησαν μία μοναδική «νησίδα μονογαμικής, συντροφικής, ερωτικής σχέσης. Μια σχέση που την προστάτευε ο θεός Έρωτας και την οδηγούσαν τα πλούσια συναισθήματα και η δημοκρατική λογική.
    Το μοναδικό παιδί που γέννησαν, το ανάθρεψαν και το διαπαιδαγώγησαν σ’ ένα περιβάλλον οικογενειακής ισορροπίας. Σ’ ένα περιβάλλον όπου οι δυο γονείς ζούσαν την κάθε ώρα τα θετικά συναισθήματα της ισορροπημένης, συντροφικής, ερωτικής σχέσης. Μεγάλωσε το παιδί τους, παρακολούθησε μαθήματα δίπλα σε γνωστούς δάσκαλους και εκλέχτηκε στρατηγός.
    Τα δυο παιδιά του Περικλή –απ’ τον πρώτο και ταραγμένο γάμο του, που έγινε με τους κανόνες της κοινωνικής επιταγής κι όχι με τους κανόνες της αγάπης– μεγάλωσαν με ψυχολογικά προβλήματα και συνέχεια μάλωναν με τον πατέρα τους. Ο Αλκιβιάδης, που ήταν ξάδελφός τους, έλεγε δημόσια πως τα παιδιά του Περικλή ήταν βλάκες!
    Οι Αθηναίοι άντρες, που βίωναν την πλούσια ερωτική ζωή –με σύζυγο, παλλακίδες, εταίρες και αυλητρίδες–, εναντιώθηκαν στο ανατρεπτικό «φαινόμενο» Ασπασίας και Περικλή. Επαναστάτησαν, επειδή κινδύνευαν τα αντρικά τους προνόμια. Με μπροστάρηδες τους ποιητές της πολιτικής κωμωδίας –καλύτερα, της σατιρικής κωμωδίας– λοιδόρησαν τους δυο ευτυχισμένους ερωτευμένους, τους χλεύασαν, τους έβρισαν και τους περιγέλασαν· μη χάσουν οι ίδιοι τα προνόμια…
    Οι ερωτευμένοι Ασπασία και Περικλής είχαν τόσο μεγάλη εμπιστοσύνη κι αφοσίωση ο ένας για τον άλλον που οι βρισιές και οι χλευασμοί, απλά, γιγάντωναν την κοινή αυτοπεποίθησή τους. Ποτέ δεν κατέθεσαν μήνυση σε βάρος των υβριστών τους, ποτέ δεν απάντησαν στις ύβρεις –ακόμα κι όταν κατονόμαζαν πόρνη την Ασπασία και νόθο το παιδί τους– και ποτέ δεν άλλαξαν τη ζωή τους. Χαμογελούσαν ο ένας στον άλλον και ζούσαν την ευτυχία της ισορροπημένης συντροφικής σχέσης.
    Οι φαλλοκράτες άντρες της Αθήνας έφτασαν στο ακρότατο σημείο ηθικής πτώσης όταν έστειλαν την Ασπασία –την πρώτη γυναίκα στην Ιστορία– στο δικαστήριο με την πλαστή κατηγορία της αθεΐας. Κι εκεί φανερώθηκε το μεγαλείο της ισορροπημένης συντροφικής ερωτικής σχέσης τους. Ο Περικλής, ο άντρας που αντιμετώπισε με θάρρος και γενναιότητα τον θάνατο σε πολεμικές μάχες σώμα με σώμα και πάλεψε ψύχραιμα με θανατερές ίντριγκες και συνομωσίες πολιτικών αντιπάλων, λύγισε. Όταν σκέφτηκε πως θα μείνει μόνος στη ζωή, χωρίς την Ασπασία, ένα δάκρυ ξέφυγε απ’ την ψυχή του. Λύγισε ο άντρας σύντροφος και με τρεμάμενη φωνή απάντησε στους δικαστές: «Αν σκοτώσετε την Ασπασία, γιατί αυτή θα είναι η δικαστική σας απόφαση, θα την ακολουθήσω στον θάνατο…»
    Η ιστορία της Ασπασίας και του Περικλή διδάσκει μια πανανθρώπινη αλήθεια, που ποτέ δεν διαψεύστηκε και, ίσως, ποτέ δεν θα διαψευστεί. Η ανισόρροπη συντροφική και ερωτική σχέση των δύο συντρόφων είναι το χειρότερο περιβάλλον για να γεννηθεί, να μεγαλώσει και να διαπαιδαγωγηθεί ένα παιδί. Είναι το χειρότερο περιβάλλον για τους δύο συντρόφους και γεννάει εγωισμούς, αντιπαραθέσεις, αντιπαλότητες, μαλώματα, μίσος και θανατερές πράξεις. Γεννάει τη δολοφονία της γυναίκας, που έχει σαν βασική αιτία κι αφορμή τη συντροφική ερωτική σχέση: τη γυναικοκτονία.
    Οι δυο σύντροφοι μοιράζονται στα ίσα τα κέρδη αν έχουν ισορροπημένη συντροφική ερωτική σχέση. Αυτοί βιώνουν το μεγαλείο της αγάπης και τα παιδιά έχουν ζωντανές ελπίδες και ανοιχτούς δρόμους για να πορευτούν τα όνειρά τους. Όταν προκύψουν οι «ζημιές» της ανισόρροπης συντροφικής ερωτικής σχέσης, αυτές μοιράζονται άνισα. Η γυναίκα μπαίνει στον τάφο, ο άντρας στη φυλακή και τα παιδιά πορεύονται στην ορφάνια· με ψαλιδισμένες ελπίδες και κλειστούς δρόμους για τα όνειρά τους.
 
Γιώργος Α. Φυτιλής
 
Βιογραφικό Γιώργου Φυτιλή:
 
Γεννήθηκα στα χαμηλώματα των Πιερίων και μέσα σε μια στάνη. Ήταν άνοιξη του 1946.
Τα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια τα πέρασα στο Πολύκαστρο του Κιλκίς, όπου τέλειωσα και το Γυμνάσιο.
Σπούδασα Πολιτικές και Οικονομικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και παρακολούθησα –με υποτροφία του συμβουλίου της Ευρώπης– σεμινάρια Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου.
Είμαι πατέρας δύο παιδιών και ζω μόνιμα σε μια γραφική κωμόπολη του δήμου Θερμαϊκού. Τιμήθηκα με βραβείο της ΧΕΝ για το μυθιστόρημά μου «Κι ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο», των εκδόσεων Αιγαίο της Θεσσαλονίκης. Είμαι τακτικό μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών.
 
Εργογραφία:
«Κι ο θεός έπλασε τον άνθρωπο», μυθιστόρημα, εκδόσεις Αιγαίο, 1990.
«Οι αγωνιστές», διήγημα, εκδόσεις Αιγαίο, 1991.
«Ο άσωτος πολίτης», μυθιστόρημα, εκδόσεις Αιγαίο, 1992.
«Η λαλιά των Σαρακατσάνων», μελέτη, εκδόσεις Αγωνιστής, α΄ έκδοση 1995 & β΄ έκδοση 2013.
«Το μικρό βοσκόπουλο», παραμύθι, εκδόσεις Αγωνιστής, 1996.
«Αύγουστος και Ιουλία», μυθιστόρημα, εκδόσεις Αστάρτη, 2000.
«Άρωμα από τριαντάφυλλα», μυθιστόρημα, εκδόσεις Αστάρτη, 2001.
«Τα παιδιά απ’ τον πλανήτη Ιγκάρρετ», παιδικό, εκδόσεις Λογοσοφία, 2007.
«Πέντε εκατομμύρια για να μ’ αγαπάς», μυθιστόρημα, εκδόσεις Ν. Σ. Μπατσιούλας, 2008.
«Μάρα, η κυρία της Βιέννης», μυθιστόρημα, εκδόσεις Ν. Σ. Μπατσιούλας, 2009.
«Ο μικρός αυτοκράτορας», μυθιστόρημα, Άνεμος εκδοτική, 2021.
«Το στοίχημα της ζωής μου», μυθιστόρημα, εκδόσεις Ανάτυπο, 2022.
«Τα παραμύθια της στάνης», παραμύθι, Σύλλογος Σαρακατσαναίων Θεσσαλονίκης, 2022.
«Η Τρισεύγενη», παραμύθι, Σύλλογος Σαρακατσαναίων Θεσσαλονίκης, 2023.
 
Επικοινωνία με τον συγγραφέα: g.fytilis@gmail.com
 
Επιλεγμένη βιβλιογραφία συγγραφέα:
 
«ΑΣΠΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΚΛΗΣ, Έρωτας και δημοκρατία», του Γιώργου Φυτιλή
Εκδόσεις: Άνεμος (2024)
Σελίδες: 312
Τιμή με έκπτωση: 15,48€
Διαβάστε την προδημοσίευση αποσπάσματος στον ακόλουθο σύνδεσμο:
https://filoithslogotexnias.blogspot.com/2024/05/blog-post_24.html
 
Υπόθεση Οπισθόφυλλου:
 
Στην ανδροκρατούμενη κοινωνία της Αθήνας του 5ου αιώνα π. Χ. η μόρφωση, η εκπαίδευση και η δημόσια ζωή της πόλης είναι αποκλειστικά προνόμια των αντρών. Η νεαρή Ασπασία εγκαταλείπει τη γενέτειρά της Μίλητο και επιλέγει τη ζωή της εταίρας για να επιτύχει τον μοναδικό σκοπό της: να ιδρύσει σχολή για γυναίκες, διδάσκοντάς τους τη ρητορική και σοφιστεία, αλλά και την τέχνη της εταίρας.
Έχοντας ως «όπλα» την καθηλωτική ομορφιά της, την αξεπέραστη πνευματική δύναμη και τις διδαχές του δασκάλου της Απολλώνιου, η Ασπασία κατορθώνει να «σκλαβώσει» κορυφαίους πολιτικούς και οι φιλόσοφοι να μιλούν για εκείνη εγκωμιαστικά. Ο Σωκράτης την επισκέπτεται με τους μαθητές του και οι επιφανείς Αθηναίοι που τη γνωρίζουν στέλνουν εντυπωσιασμένοι τις γυναίκες τους για να την ακούσουν. Όμως η επαναστατική δημόσια συμπεριφορά της Ασπασίας, όπως και το κοφτερό μυαλό της, γίνονται αιτία να απειληθούν τα αντρικά προνόμια. Κατηγορείται για ασέβεια προς τους θεούς και οδηγείται σε δίκη, με προβλεπόμενη ποινή τον θάνατο. 
Ο πολιτικός, ρήτορας και στρατηγός Περικλής θέτει τις βάσεις για να αλλάξει η Αθηναϊκή κοινωνία. Βάζει τους άριστους του Πνεύματος και της Τέχνης πάνω απ’ την αριστοκρατία του πλούτου και της καταγωγής. Σύντροφος και συνομιλήτριά του είναι η Ασπασία, σε μια εποχή που έμεινε γνωστή ως «ο χρυσός αιώνας του Περικλή».
 
«Ο ΜΙΚΡΟΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ», του Γιώργου Φυτιλή
Εκδόσεις: Άνεμος (2021)
Σελίδες: 478
Τιμή με έκπτωση: 15,60€
Διαβάστε την κριτική για το βιβλίο στον ακόλουθο σύνδεσμο:
https://filoithslogotexnias.blogspot.com/2022/03/blog-post.html
 
Υπόθεση Οπισθόφυλλου:
 
Στη σύγχρονη χώρα των «χιλίων σοφών», ο Αγαθοκλής Πευκοβελόνας αποφασίζει να αφήσει τη βολεμένη ζωή του, αφού δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τη διαπλοκή, τη διαφθορά, τη δημαγωγία και την υποκρισία που τον κυκλώνουν από παντού.
Συνειδητοποιεί πως η μόνη ζωή που του αρμόζει πλέον είναι αυτή των άστεγων, όσο σκληρή και αδιανόητη κι αν φαίνεται για έναν άνθρωπο του ήθους και του πολιτισμού του. Εγκαταλείπει τη σύζυγο, τα τέσσερα ενήλικα παιδιά του –εκ των οποίων μόνο κάποια είναι δικά του– και την υποβιβασμένη ανώτερη θέση του στο Δημόσιο, όπου δεν αναγνωρίζεται η αδιαπραγμάτευτη εντιμότητά του.
Στους λίγους μήνες που περνά ως απόκληρος της κοινωνίας, διαπιστώνει πως η προδοσία παίρνει πολλές μορφές, οι οικογενειακοί και φιλικοί δεσμοί ενίοτε λύνονται με συνοπτικές διαδικασίες, οι πρώτες αγάπες δεν σβήνουν ποτέ και για την επιβίωση στον σκληρό και ανελέητο κόσμο –όταν δεν υπάρχει άλλη διέξοδος– ως μοναδική λύση φαντάζει ένας αδίστακτος ψεύτης, κλέφτης και υποκριτής· ένας ταλαντούχος «μικρός αυτοκράτορας»… Είναι, όμως, πράγματι έτσι;
 
Ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα αξιώσεων, εμπνευσμένο από τη ζωή, που καθηλώνει με την ευρηματική πλοκή, το αστείρευτο και καυστικό χιούμορ, το γνήσιο συναίσθημα και την πηγαία συγκίνηση.

Παρασκευή 24 Μαΐου 2024

Προδημοσίευση: «ΑΣΠΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΚΛΗΣ, Έρωτας και Δημοκρατία», του Γιώργου Α. Φυτιλή - Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

«ΑΣΠΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΚΛΗΣ, Έρωτας και δημοκρατία», του Γιώργου Φυτιλή – Γράφει
η Κλειώ Τσαλαπάτη
Εκδόσεις: Άνεμος
Σελίδες: 312
Τιμή με έκπτωση: 15,48€
 
          Ο «χρυσός αιώνας» του Περικλή είναι μια ένδοξη περίοδος της ιστορίας της χώρας μας, για την οποία γνωρίζουμε ταυτόχρονα πάρα πολλά και πολύ λίγα. Είμαστε αυτόπτες μάρτυρες των περισσοτέρων από τα ανεπανάληπτα αριστουργήματα της Τέχνης και του Πολιτισμού που δημιουργήθηκαν τότε και τα οποία έδωσαν τα «φώτα» και τις βάσεις για τη δημιουργία και την εξέλιξη του δυτικού πολιτισμού, όπως ο Παρθενώνας για παράδειγμα, οι επιστήμες, το θέατρο και τόσα άλλα. Την ίδια στιγμή όμως, δεν ξέρουμε σχεδόν τίποτα για την καθημερινή ζωή εκείνης της εποχής και ιδιαιτέρως για την καθημερινότητα που βίωναν οι γυναίκες.
Παραδείγματος χάρη, γνωρίζουμε πολλά για τον στρατηγό, ρήτορα και πολιτικό Περικλή, για την περίφημη δημοκρατία της Αθήνας και για τα μεγάλα έργα που επιτεύχθηκαν στην εποχή του· όμως δεν γνωρίζουμε πόσο εύθραυστη και ευάλωτη ήταν στην πραγματικότητα εκείνη η δημοκρατία, όπου ο κάθε διαπλεκόμενος και διεφθαρμένος δημαγωγός είχε τη δυνατότητα να συκοφαντήσει οποιονδήποτε θεωρούσε αντίπαλο κι εχθρό του και να τον σύρει στο δικαστήριο κατηγορώντας τον για κλοπή, εξαπάτηση, ανηθικότητα ή ασέβεια προς τους θεούς, προτείνοντας ως ποινή ακόμα και τον θάνατό του. Επίσης, ενώ είναι τόσα πράγματα γνωστά για τον Περικλή, ελάχιστα έχουν γραφτεί και απομείνει ως μαρτυρίες για τη συμβία και νόμιμη σύζυγό του Ασπασία, εκτός από το γεγονός πως ήταν εταίρα…
          Είναι πραγματικά εντυπωσιακό πως η ανδροκρατούμενη κοινωνία εκείνης της «χρυσής» περιόδου, αλλά και όλες όσες ακολούθησαν στο πέρασμα των αιώνων, φρόντισαν να «καθηλώσουν» τη γυναίκα στον πραγματικό και μεταφορικό γυναικωνίτη. Πάσχισαν να κρύψουν εκείνες τις γυναικείες μορφές που ξεχώρισαν όχι μόνο για το φυσικό τους κάλλος, αλλά κυρίως για το κοφτερό μυαλό και το ανεξάρτητο πνεύμα τους. Τρανό παράδειγμα η κατά σχεδόν οκτώ αιώνες μεταγενέστερη Αλεξανδρινή φιλόσοφος, μαθηματικός και αστρονόμος Υπατία, που δολοφονήθηκε τόσο άδικα και βάναυσα από τους φανατικούς υπερασπιστές της νεόκοπης ακόμα τότε θρησκείας του χριστιανισμού…
          Ο εξαίρετος συγγραφέας Γιώργος Α. Φυτιλής, μέσα από το νέο βιβλίο του που
κυκλοφορεί από την Άνεμος Εκδοτική με τίτλο «Ασπασία και Περικλής - Έρωτας και δημοκρατία», κάνει μία σοβαρότατη έρευνα σε βάθος, χαρίζοντάς μας ένα μοναδικό ιστορικό μυθιστόρημα για τη χαρισματική ρήτορα, σοφίστρια και δασκάλα της αρχαιότητας Ασπασία και τη ζωή της από τη γέννησή της στη Μίλητο έως τον θάνατό της στην Αθήνα. Παρουσιάζει με τρόπο ευνόητο –ενίοτε διασκεδαστικό και καυστικό, αλλά πάντοτε ολοζώντανο και παραστατικό– πολυάριθμα ιστορικά γεγονότα, αποκαλύπτοντάς μας άγνωστες λεπτομέρειες για εκείνη την περίοδο αλλά και την τόσο ξεχωριστή γυναίκα, που η θητεία της ως εταίρα ήταν μόνο ένα σύντομο ενδιάμεσο στάδιο, ένα αναγκαίο «σκαλοπάτι» για να πραγματοποιήσει το όνειρό της: την ίδρυση μιας σχολής ρητορικής και σοφιστείας για γυναίκες, στην Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ. μέσα σε μια πλήρως ανδροκρατούμενη, παρότι δημοκρατική, κοινωνία.
          Με αφορμή την επερχόμενη κυκλοφορία αυτού του ξεχωριστού αξιόλογου ιστορικού μυθιστορήματος, η Άνεμος εκδοτική μάς παραχώρησε ένα αντιπροσωπευτικό απόσπασμα, που αναφέρεται στα πρώτα χρόνια της Ασπασίας, όταν εκείνη αναγκάστηκε από τις συνθήκες να γίνει εταίρα για να διατηρήσει την ανεξαρτησία της και να σώσει τη ζωή της που βρισκόταν σε κίνδυνο. Ευχαριστώ θερμά τις εκδόσεις για την ευγενική παραχώρησή τους, εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία στον συγγραφέα σε αυτό το νέο αριστουργηματικό του μυθιστόρημα και σας προσκαλώ να διαβάσετε το ακόλουθο απόσπασμα ώστε να γνωρίσετε κι εσείς λίγο περισσότερο τη μοναδική Ασπασία τη Μιλήσια!
  
Κεφάλαιο 5
 
Μισή κλεψύδρα χρόνο ύστερα απ’ τα μεσάνυχτα, η Ασπασία φόρεσε τον λευκό της πέπλο, ζώστηκε την πορτοκαλιά ζώνη και ζήτησε έναν μακρύ χιτώνα, για να κρύψει ολόκληρο το κορμί της, ακόμα και τα δάχτυλα των ποδιών.
«Είναι καλοκαίρι και θα σκάσεις», της είπε ο δάσκαλος.
«Καλύτερα να σκάσω μ’ έναν ποδήρη χιτώνα, παρά να μ’ αναγνωρίσουν».
«Πού θα πάμε;» ρώτησε ο Απολλώνιος.
«Στο λιμάνι των Λεόντων», αποφάσισε η Ασπασία.
«Να το ξέρεις πως αυτό είναι επικίνδυνο».
«Θα περάσουμε απ’ τον δρόμο της κατοικίας μου κι αυτό είναι το επικίνδυνο».
«Ασπασία, παίζεις με τον θάνατο!» την προειδοποίησε ο δάσκαλος.
«Θέλω να δω τους τοίχους του», είπε με συγκίνηση η Ασπασία. «Ν’ ανασάνω τον αέρα της γειτονιάς μου και να νιώσω τα αισθήματα της νιότης μου· να δακρύσω. Είναι η τελευταία φορά που θα νιώσω παιδούλα κι αγνή».
«Οι γρήγορες αποφάσεις ίσως αποδειχτούν επιπόλαιες».
«Η καλή μου μάμμη λέει πως κάθε εμπόδιο είναι για κακό ή για καλό, από μας εξαρτάται. Ο παραλίγο βιασμός θα μου βγει σε καλό, βλέπω τη Μοίρα να μου γνέφει».
Υποχώρησε ο Απολλώνιος, ποτέ δεν θα έβαζε εμπόδια στη μοίρα ενός ανθρώπου. Η Ασπασία φόρεσε τον μακρύ χιτώνα, που σερνόταν στο χώμα, και τύλιξε το κεφάλι της μ’ έναν πρόχειρο και ρυπαρό κεφαλόδεσμο. Να κρύψει τα μακριά καστανόξανθα μαλλιά και το πρόσωπό της. Να μην καταλάβουν οι περαστικοί πως είναι γυναίκα.
 
***
 
Ο Απολλώνιος, αγαπημένος φίλος κι εραστής πλέον, δυνάμωσε το φως της λυχνίας και προχώρησε μπροστά, να οδηγήσει την Ασπασία στον δρόμο που χάραξε η δική της μοίρα. Βάδιζαν γρήγορα και μ’ ανάλαφρα βήματα, να μην ακούγεται ο θόρυβος. Ο Απολλώνιος φορούσε ελαφριά σανδάλια και η Ασπασία φόρεσε τα δερμάτινα ποδήματα, που τα δανείστηκε ο δάσκαλος απ’ τη γυναίκα του.
Πήραν τον ακριανό δρόμο, επειδή ήταν λιγότερα τα σπίτια και περισσότερα τα δέντρα. Οι περαστικοί δεν θα ξεχώριζαν πως ήταν άντρας και γυναίκα οι δυο σκιές που περπατούσαν στο σκοτάδι. Πήγαιναν στην άκρη του δρόμου κι ο ένας δίπλα στον άλλον, σαν φιλαράκια που είχαν πιει κρασί στο καπηλειό και βιάζονταν να φτάσουν στα κρεβάτια τους.
Έστριψαν βόρεια, ύστερα πάλι ανατολικά κι έφτασαν στη γωνία, απέναντι απ’ την κατοικία του Αξίοχου. Κόλλησαν την πλάτη τους στον τοίχο και πήραν βαθιές ανάσες. Ο Απολλώνιος άπλωσε το χέρι του μπροστά κι έδειξε τους δύο νέους που παραμόνευαν στο σκοτάδι, για να φανεί η απονήρευτη Ασπασία και να την αρπάξουν απ’ τα μαλλιά.
Ο δάσκαλος φοβήθηκε πως ίσως η επόμενη κίνηση θα αποδεικνυόταν τραγική. Οι φίλοι του Πρόκλη θα βίαζαν ομαδικά την Ασπασία και θα πετούσαν το μισοπεθαμένο κορμί της στη θάλασσα. Ο Απολλώνιος ψιθύρισε τις σκέψεις του στο αφτί της Ασπασίας, να μην ακουστεί ο ήχος των λέξεων:
«Για να παραφυλάνε όλη τη νύχτα, έπαθε μεγάλη ζημιά ο ευγενής” νέος. Καλύτερα να φύγουμε».
Η Ασπασία δεν απάντησε. Δεν την ενδιέφεραν η υγεία και η ζημιά του παραλίγο βιαστή της, ούτε το απειλητικό ύφος των φίλων του. Θωρούσε το σπίτι όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε και τα δάκρυα κυλούσαν στα μάγουλά της. Τη στιγμή εκείνη, ήξερε πως δεν θα το ξανάβλεπε ποτέ.
Ορκίστηκε, στα βουβά, ν’ αγαπάει και να προστατεύει τη Μίλητο απ’ τα ολιγαρχικά καθάρματα που καταδυνάστευαν τον λαό, όπως ο Πρόκλης, ο Μεγασθένης και η παρέα τους. Έστειλε ένα δακρυσμένο φιλί, το μοίρασε στους αγαπημένους της ανθρώπους με τον νου κι είπε στον δάσκαλο:
«Μπορούμε να συνεχίσουμε, καλέ μου Απολλώνιε. Το λιμάνι των Λεόντων με περιμένει».
 
***
 
Ο δάσκαλος γνώριζε απόξω κι ανακατωτά τις οδούς και τις λεωφόρους της πόλης, επειδή ήταν αφηρημένος. Τα πρωινά, που έπαιρνε τον δρόμο για την αγορά –ν’ αγοράσει ψάρια, λαχανικά κι άλλα χρειαζούμενα–, βυθιζόταν σε σκέψεις. Άνοιγε διαλόγους με τον εαυτό του και βάδιζε στα τυφλά. Όταν συνερχόταν ύστερα από ώρες, ανακάλυπτε πως είχε χαθεί. Επειδή ντρεπόταν να ρωτήσει τους περαστικούς, κατά πού πέφτει η δική του κατοικία, ανέβαινε στο πλησιέστερο ψήλωμα της πόλης κι αγνάντευε τον τόπο.
Εκείνη την ώρα της γυναικείας απόδρασης, πήραν τους πιο σκοτεινούς κι έρημους δρόμους κι έφτασαν με ασφάλεια στο λιμάνι των Λεόντων, ακριβώς μπροστά στο καπηλειό. Στην άκρη του λιμανιού, διακρινόταν μ’ ευκολία ο σκούρος όγκος του πλοίου που θα ταξίδευε την αυγή για τις Κεγχρειές· κάλυπτε τον μισό ορίζοντα. Η Ασπασία το πρόσεξε με την πρώτη ματιά και συγκράτησε το βήμα της. Ανέβηκε στο πλοίο με τη φαντασία και σήκωσε τα πανιά της μοίρας της.
Το καπηλειό ήταν χαμηλοτάβανο, με σάπιες καλαμιές για σκεπή και πλινθόκτιστους τοίχους στο χρώμα της λάσπης. Από μέσα ακούγονταν αντρίκιες φωνές, τραγούδια και μαλώματα μεθυσμένων ναυτών. Η Ασπασία στάθηκε μακριά απ’ την πόρτα του καπηλειού, στο σκοτάδι. Έπιασε τον δάσκαλο απ’ το χέρι και του είπε με σιγανή φωνή:
«Θέλω να δεις αν είναι μέσα ο πλοίαρχος».
Ο Απολλώνιος πήγε στο καπηλειό κι έχωσε το κεφάλι του στο άνοιγμα της πόρτας. Πόνεσαν τ’ αφτιά του απ’ τα γέλια, τις άγριες φωνές και το βουητό του μεθυσιού. Με την πρώτη ματιά, δεν είδε τίποτα, πέρα από έναν συρφετό αντρών. Πίστεψε πως ο πλοίαρχος δεν ήταν μέσα στο καπηλειό. Δεν θα μπορούσε να βρίσκεται ανάμεσα σ’ εκείνο το οχλομάνι.
Όμως, δεν ήταν σίγουρος και δεν είχε χρόνο γι’ αμφιβολίες. Έδωκε μια γερή σπρωξιά κι άνοιξε την ξυλόπορτα με πάταγο. Για πρώτη φορά στη ζωή του, έκανε το ηρωικό βήμα και μπήκε σε καπηλειό του λιμανιού. Άρπαξε απ’ το χέρι έναν σωματώδη άντρα, που κρατούσε έναν κύλικα με νερωμένο κρασί, και τον ρώτησε με πνιχτή φωνή:
«Ποιος είναι ο κάπελας;»
«Εγώ», απάντησε ο γεροδεμένος άντρας.
«Ο πλοίαρχος… είναι μέσα;»
«Ποιος πλοίαρχος απ’ όλους, άνθρωπέ μου;»
«Αυτός με το μεγάλο πλοίο».
«Τέσσερα πλοία είναι μεγάλα. Τους θέλεις και τους τέσσερις;»
«Αυτός… που πλέει την αυγή για την Κόρινθο».
«Και ποιος είσαι εσύ, που ζητάς τον πλοίαρχο Καλλισθένη;»
«Ο δάσκαλος Απολλώνιος, δεν μ’ έχεις ακουστά;»
«Δεν σ’ είδα ποτέ εδώ μέσα».
«Κι εγώ δεν σ’ είδα ποτέ εκεί έξω».
«Τέλος πάντων, ο πλοίαρχος Καλλισθένης είναι στην αίθουσα των συμποσίων».
«Πού είναι αυτή η αίθουσα;»
«Δεν μπορείς να πας αν δεν πάω εγώ να τον ενημερώσω».
«Να πας».
Την ίδια στιγμή, ο κάπελας αρπάχτηκε μ’ έναν μεθυσμένο ναύτη κι είπαν τα «ναυτικά» τους, βρισιές κι απειλές σε μια γλώσσα που μόνο οι ναύτες καταλαβαίνουν. Ο Απολλώνιος δεν είχε χρόνο για καβγάδες και τράβηξε τον κάπελα απ’ τον μανδύα για να συντομεύει. Κόπηκε απότομα ο ναυτικός καυγάς κι ο κάπελας τράβηξε για τη μεγάλη αίθουσα των συμποσίων. Κρατούσε στο χέρι του τον κύλικα κι έβριζε λιμανίσια σ’ ολόκληρη τη διαδρομή.
Όταν γύρισε, ύστερα από τρεις ανάσες χρόνο, είπε στον δάσκαλο πως ο πλοίαρχος θα τον δεχτεί· μόνο για πέντε λέξεις κι όρθιο. Ο Απολλώνιος επέστρεψε βιαστικά στη γωνία όπου περίμενε η Ασπασία και της είπε τα νέα· με σιγανή φωνή, να μην τον ακούσει ο κάπελας.
«Είναι στην αίθουσα των συμποσίων, πίσω απ’ το καπηλειό. Θα μπούμε από κείνη την πόρτα. Εγώ θα μείνω απόξω στην αυλή κι εσύ θα μπεις μόνη σου».
«Θα μπούμε δύο, Απολλώνιε».
«Αφού εγώ θα μείνω απόξω, ποιος είναι ο δεύτερος;»
«Η μοίρα μου…»
Προχώρησε δυο βήματα μπροστά ο δάσκαλος κι ερεύνησε με προσοχή την είσοδο του καπηλειού, μην τους παρακολουθεί ο κάπελας. Δεν ήθελε μαλώματα, που θα έβαζε στην αίθουσα του συμποσίου μια άγνωστη γυναίκα. Όταν σιγουρεύτηκε πως ήταν λεύτερος ο δρόμος, τράβηξε την Ασπασία απ’ το χέρι κι έτρεξαν μέχρι την αυλή. Στην είσοδο της μεγάλης αίθουσας σταμάτησαν κι ο Απολλώνιος άνοιξε τα χέρια του σ’ αγκαλιά:
«Και τώρα, καλή μου Ασπασία, πρέπει να μεγαλώσεις σε μια στιγμή. Να μεστώσει το μυαλό σου, να θεριέψει η ψυχή σου και να ριχτείς στη μάχη της ζωής. Καλή τύχη!»
Την αγκάλιασε και τη φιλούσε στα μάγουλα και στα χείλη. Δεν ήθελε να την αποχωριστεί. Μια φωνή ψιθύριζε μυστικά στην ψυχή του πως δεν θα την ξανάβλεπε ποτέ. Η Ασπασία βγήκε απ’ την αγκαλιά του Απολλώνιου μ’ αργές κινήσεις και σκούπισε τα δάκρυα απ’ τα μάγουλά του.
«Εδώ χωρίζουμε για πάντα, αγαπημένε μου Απολλώνιε. Μη σβήσεις τη λυχνία και μην πεις τίποτα. Πάρε πίσω τον μακρύ χιτώνα, τον κεφαλόδεσμο και τα δανεικά ποδήματα της γυναίκας σου. Η Μίλητος σε χρειάζεται περισσότερο απ’ όσο χρειάζεται εμένα». Ο δάσκαλος αντέδρασε για τα ποδήματα, δεν ήθελε να τα στερήσει απ’ την Ασπασία:
«Δεν θα σ’ αφήσω ξυπόλητη, αποδώ και μέχρι την Κόρινθο».
«Αν δεν αποκτήσω σανδάλια αποδώ και μέχρι την Κόρινθο, τότε δεν κάνω για εταίρα. Θα καταντήσω πόρνη».
«Θ’ αγοράσω άλλα στη γυναίκα μου».
«Νομίζεις πως μπορώ να κλέψω μια γυναίκα, στον αγώνα μου για να λευτερώσω τη γυναίκα;» Ο Απολλώνιος υποχώρησε. Χωρίς να πει μια λέξη, τέντωσε μπροστά το χέρι με τη λυχνία και πήρε τον δρόμο της επιστροφής.
 
***
 
Η ξυπόλητη κόρη του Αξίοχου ίσιασε τα μαλλιά της κι άνοιξε τον πέπλο στη μεριά του
στήθους· να φαίνεται καθαρά η στητή και σκληρή του σάρκα. Πήρε το αγέρωχο ύφος περίφημης εταίρας, όπως το φανταζόταν τουλάχιστον, κι άνοιξε τη μεγάλη πόρτα του συμποσίου· και της ζωής της.
Στάθηκε στη μέση της εισόδου και τίναξε τα μαλλιά της, μία στα δεξιά και μία στ’ αριστερά, να πεταχτούν σαν τα κύματα της θάλασσας. Με την πρώτη ματιά ξεχώρισε τον πλοίαρχο και τον κοίταξε στα μάτια· καλύτερα, τον κάρφωσε όπως καμακώνει ο ψαράς το ψάρι. Το βλέμμα της ήταν γλυκό και σκληρό μαζί.
Ο πλοίαρχος την είδε ξαφνικά κι απόμεινε με το στόμα ανοιχτό απ’ τη σαστιμάρα. Τριάντα χρόνια στη θάλασσα, πρώτη φορά αντίκριζε τέτοια ομορφιά. Πέταξε απ’ την αγκαλιά του τις δυο αυλητρίδες, σαν να κρατούσε αναμμένα κάρβουνα! Σηκώθηκε γοητευμένος κι έκανε πέντε δρασκελιές για να πιάσει την Ασπασία απ’ τον βραχίονα. Η άγουρη ομορφιά των δεκαοκτώ χρόνων τού θέριεψε τον ερωτισμό.
«Είμαι ο πλοίαρχος Καλλισθένης», της είπε τρυφερά.
«Κι εγώ η εταίρα Ασπασία», απάντησε η Μιλήσια με επαγγελματικό ύφος, όπως το υπέθεσε.
Ο Καλλισθένης οργίστηκε, κοκκίνισε το πρόσωπό του. Αγριοκοίταξε τον οινοχόο, έναν δούλο απ’ τη Θράκη και φώναξε με τραχιά φωνή:
«Μου είπες ψέματα πως έφερες τις ωραιότερες εταίρες της Μιλήτου!»
«Κανείς δεν μου μίλησε για την εταίρα Ασπασία», απολογήθηκε εκείνος.
«Και μου ’φερες τις ψόφιες προβατίνες».
«Δεν ήξερα, πλοίαρχε…» δικαιολογήθηκε ο δούλος.
«Δώσε δυο οβολούς σ’ εκείνες τις άχρηστες και πέτα τες στον δρόμο. Άντε, φύγε από μπροστά μου και πήγαινε στο πλοίο. Έχω παρέα». Γυρνώντας στην Ασπασία, της είπε με τρυφερό χαμόγελο: «Δεν έχω γνωρίσει πιο όμορφη εταίρα στα λιμάνια του Αιγαίου».
Η Ασπασία έριξε μια λοξή ματιά στη διπλή είσοδο, τις σκληρές στιγμές που πετούσαν στην αυλή τις δύο αυλητρίδες. Πόνεσε για τη ζωή της πόρνης. Απότομα, άλλαξε ύφος κι απάντησε στον πλοίαρχο, με φωνή που ήταν σταθερή κι ερωτική μαζί:
«Δεν συχνάζω στα λιμάνια και δεν θα με γνώριζες, αν δεν ήθελα να φτάσω γρήγορα στην αγαπημένη μου Κόρινθο».
«Θα σε κρατώ στην αγκαλιά μου σ’ ολόκληρο το ταξίδι».
«Πρέπει να διαλέξεις αν θα είμαι επιβάτης ή εταίρα».
«Θα είσαι επιβάτης και εταίρα».
«Αν θα είμαι επιβάτης, θα πληρώσω τον ναύλο και θα με κρατάει η δική μου αγκαλιά». Ο Καλλισθένης ξαφνιάστηκε και προσπάθησε να τη διορθώσει:
«Θα είσαι εταίρα».
«Αν θα είμαι εταίρα, θα είμαι στην αγκαλιά σου και δεν θα πληρώσω τον ναύλο».
«Θ’ ανεβείς στο πλοίο σαν επιβάτης κι ύστερα θα γίνεις εταίρα».
«Εσύ θ’ ανεβείς στο πλοίο σαν επιβάτης κι ύστερα θα γίνεις πλοίαρχος;»
«Εγώ είμαι ο πλοίαρχος!»
«Θα πληρώσεις τον ναύλο;»
«Μα είμαι ο πλοίαρχος!» φώναξε με συγκρατημένο θυμό ο Καλλισθένης.
«Το αποφάσισες να είσαι πλοίαρχος πριν ανεβείς στο πλοίο;» ρώτησε η Ασπασία.
«Ακριβώς».
«Κι εγώ αποφασίζω να είμαι εταίρα πριν ανεβώ στο πλοίο. Άρα, δεν θα πληρώσω τον ναύλο».
«Αν δεν πληρώσεις τον ναύλο, δεν θα πληρωθείς ως εταίρα».
«Εσύ, που δεν θα πληρώσεις τον ναύλο, δεν θα πληρωθείς σαν πλοίαρχος;»
«Αυτή είναι η δουλειά μου. Γι’ αυτό πληρώνομαι».
«Κι εμένα αυτή είναι η δουλειά μου: εταίρα! Γι’ αυτό πληρώνομαι».
«Νομίζω… πως μπορούμε να βρούμε μια λογική λύση».
«Πόσο αξίζει η λογική λύση;»
«Πέντε δραχμές. Εσύ δεν θα πληρώσεις πέντε δραχμές τον ναύλο κι εγώ δεν θα πληρώσω πέντε δραχμές την εταίρα».
«Νομίζεις πως εγώ όρισα τον ναύλο στις πέντε δραχμές;»
«Όχι, μα τους θεούς!» παραδέχτηκε ο Καλλισθένης. «Εγώ όρισα τον ναύλο στο δικό μου πλοίο».
«Νομίζεις πως εσύ θα ορίσεις την αμοιβή της εταίρας Ασπασίας;»
«Μα τους θεούς, όχι!»
«Δέκα δραχμές», αποφάσισε η Ασπασία.
Ο πλοίαρχος τα ’χασε. Ήταν ένα καλομαθημένο αφεντικό των λιμανιών, που έπαιρνε στην αγκαλιά του όποια εταίρα ήθελε και μ’ όποιους όρους ήθελε. Δεν μπορούσε να κατανοήσει την αγέρωχη απαίτηση της Ασπασίας. Βούιζαν τ’ αφτιά του!
«Μια δραχμή παίρνει μισθό ένας πρύτανης και πέντε οβολούς ο βουλευτής. Εσύ ζητάς τα πολλαπλάσια;»
«Τότε κάλεσε δέκα πρυτάνεις και δέκα βουλευτές να σου κρατάνε συντροφιά στο μακρύ ταξίδι στα πέλαγα». Ο Καλλισθένης έκανε την ανάγκη φιλότιμο και χαμογέλασε τρυφερά:
«Είσαι γερό μυαλό!»
Η Ασπασία αχνογέλασε, τόσο απαλά κι επιτηδευμένα που άνοιξε μόνο μια γραμμούλα στο γλυκό της στόμα. Φάνηκαν οι άκρες απ’ τα κάτασπρα δόντια και κύλισαν τα ερωτικά λακκάκια στις άκρες των χειλιών της. Ήταν το πιο γλυκό δόλωμα που είχε για να αιχμαλωτίζει τον ερωτισμό των αντρών. Όταν σιγουρεύτηκε πως ο πλοίαρχος αγκιστρώθηκε, έδωσε τη βουβή απάντηση. Άφησε το χέρι της στη δυνατή του χούφτα. Όμως δεν άφησε και δεν θ’ άφηνε ποτέ τη θέλησή της στα χέρια κάποιου άντρα. Θα ήταν για πάντα μια διαφορετική γυναίκα: Ασπασία η ελεύθερη κι ανεξάρτητη.
Ο Καλλισθένης διέταξε να φύγουν οι συνδαιτυμόνες και να πάνε στο πλοίο, να μην τους ξαναδεί μέχρι το λυκαυγές που θα σαλπάρουν. Έπιασε την Ασπασία απ’ το χέρι ηδονικά και λαίμαργα, λες κι είχε μήνες να δει γυναίκα. Όταν προσπάθησε να τη σφίξει στην αγκαλιά του, εκείνη ξέφυγε με τον γοητευτικό τρόπο που μόνο μια έξυπνη γυναίκα ξέρει να χρησιμοποιεί. Στάθηκε απέναντί του σε απόσταση κι απάντησε στο άγριο χειρόπιασμα του άντρα:
«Πλοίαρχε Καλλισθένη, ο έρωτας είναι λειτουργία του κορμιού και της ψυχής. Το ξέρεις αυτό;»
«Το ξέρω», απάντησε ο Καλλισθένης που πνιγόταν απ’ τη σαστιμάρα. Πρώτη φορά έκανε τέτοιο διάλογο με εταίρα.
«Και το φαγητό είναι λειτουργία του κορμιού και της ψυχής».
«Κι αυτό το ξέρω».
«Για να καθίσεις στο τραπέζι, πρέπει να πεινάσεις».
«Μου λες γνωστά πράγματα».
«Για να κάνεις έρωτα, πρέπει να ποθήσεις τη γυναίκα».
«Σε ποθώ και σε θέλω, όσο δεν πόθησα άλλη γυναίκα».
«Όμως εγώ δεν ποθώ τον άντρα τούτη τη στιγμή».
«Τι σημασία έχει;»
«Αν δεν έχει σημασία, Καλλισθένη, τότε να καλέσεις πόρνες κι αυλητρίδες που δίνουν τον έρωτα χωρίς να τον ποθούν. Ο έρωτας είναι μια έντιμη λέξη, ας μην την ατιμάσουμε». Ο Καλλισθένης έσυρε απαλά την παλάμη του στο πρόσωπο της Ασπασίας και της είπε με αχνό χαμόγελο:
«Όσο περισσότερο χρόνο διαρκεί η αντίσταση της γυναίκας, τόσο ισχυρότερο γίνεται το κάλεσμα του έρωτα. Αυτό άκουσα στα λιμάνια του Αιγαίου κι αυτό πιστεύω». Η Ασπασία δέχτηκε το χάδι του άντρα και συμπλήρωσε με τη γυναικεία τρυφερότητα:
«Τα αισθήματα είναι τα πρώτα κίνητρα του έρωτα και μόνο τα ευγενικά αισθήματα μετατρέπονται σε ευγενικές πράξεις. Αυτό άκουσα απ’ τον δάσκαλό μου κι αυτό πιστεύω».
 
Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

Στην ανδροκρατούμενη κοινωνία της Αθήνας του 5ου αιώνα π. Χ. η μόρφωση, η εκπαίδευση και η δημόσια ζωή της πόλης είναι αποκλειστικά προνόμια των αντρών. Η νεαρή Ασπασία εγκαταλείπει τη γενέτειρά της Μίλητο και επιλέγει τη ζωή της εταίρας για να επιτύχει τον μοναδικό σκοπό της: να ιδρύσει σχολή για γυναίκες, διδάσκοντάς τους τη ρητορική και σοφιστεία, αλλά και την τέχνη της εταίρας.
 
Έχοντας ως «όπλα» την καθηλωτική ομορφιά της, την αξεπέραστη πνευματική δύναμη και τις διδαχές του δασκάλου της Απολλώνιου, η Ασπασία κατορθώνει να «σκλαβώσει» κορυφαίους πολιτικούς και οι φιλόσοφοι να μιλούν για εκείνη εγκωμιαστικά. Ο Σωκράτης την επισκέπτεται με τους μαθητές του και οι επιφανείς Αθηναίοι που τη γνωρίζουν στέλνουν εντυπωσιασμένοι τις γυναίκες τους για να την ακούσουν. Όμως η επαναστατική δημόσια συμπεριφορά της Ασπασίας, όπως και το κοφτερό μυαλό της, γίνονται αιτία να απειληθούν τα αντρικά προνόμια. Κατηγορείται για ασέβεια προς τους θεούς και οδηγείται σε δίκη, με προβλεπόμενη ποινή τον θάνατο.
 
Ο πολιτικός, ρήτορας και στρατηγός Περικλής θέτει τις βάσεις για να αλλάξει η Αθηναϊκή κοινωνία. Βάζει τους άριστους του Πνεύματος και της Τέχνης πάνω απ’ την αριστοκρατία του πλούτου και της καταγωγής. Σύντροφος και συνομιλήτριά του είναι η Ασπασία, σε μια εποχή που έμεινε γνωστή ως «ο χρυσός αιώνας του Περικλή».
 
Βιογραφικό συγγραφέα:
 
Γεννήθηκα στα χαμηλώματα των Πιερίων και μέσα σε μια στάνη. Ήταν άνοιξη του 1946.
Τα παιδικά και εφηβικά μου χρόνια τα πέρασα στο Πολύκαστρο του Κιλκίς, όπου τέλειωσα και το Γυμνάσιο.
Σπούδασα Πολιτικές και Οικονομικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και παρακολούθησα –με υποτροφία του συμβουλίου της Ευρώπης– σεμινάρια Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου.
Είμαι πατέρας δύο παιδιών και ζω μόνιμα σε μια γραφική κωμόπολη του δήμου Θερμαϊκού. Τιμήθηκα με βραβείο της ΧΕΝ για το μυθιστόρημά μου «Κι ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο», των εκδόσεων Αιγαίο της Θεσσαλονίκης. Είμαι τακτικό μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών.
 
Εργογραφία:
«Κι ο θεός έπλασε τον άνθρωπο», μυθιστόρημα, εκδόσεις Αιγαίο, 1990.
«Οι αγωνιστές», διήγημα, εκδόσεις Αιγαίο, 1991.
«Ο άσωτος πολίτης», μυθιστόρημα, εκδόσεις Αιγαίο, 1992.
«Η λαλιά των Σαρακατσάνων», μελέτη, εκδόσεις Αγωνιστής, α΄ έκδοση 1995 & β΄ έκδοση 2013.
«Το μικρό βοσκόπουλο», παραμύθι, εκδόσεις Αγωνιστής, 1996.
«Αύγουστος και Ιουλία», μυθιστόρημα, εκδόσεις Αστάρτη, 2000.
«Άρωμα από τριαντάφυλλα», μυθιστόρημα, εκδόσεις Αστάρτη, 2001.
«Τα παιδιά απ’ τον πλανήτη Ιγκάρρετ», παιδικό, εκδόσεις Λογοσοφία, 2007.
«Πέντε εκατομμύρια για να μ’ αγαπάς», μυθιστόρημα, εκδόσεις Ν. Σ. Μπατσιούλας, 2008.
«Μάρα, η κυρία της Βιέννης», μυθιστόρημα, εκδόσεις Ν. Σ. Μπατσιούλας, 2009.
«Ο μικρός αυτοκράτορας», μυθιστόρημα, Άνεμος εκδοτική, 2021.
«Το στοίχημα της ζωής μου», μυθιστόρημα, εκδόσεις Ανάτυπο, 2022.
«Τα παραμύθια της στάνης», παραμύθι, Σύλλογος Σαρακατσαναίων Θεσσαλονίκης, 2022.
«Η Τρισεύγενη», παραμύθι, Σύλλογος Σαρακατσαναίων Θεσσαλονίκης, 2023.
 
Επικοινωνία με τον συγγραφέα: g.fytilis@gmail.com