Λορέτα Πρόκτορ - Loretta Proctor |
Η αγαπητή Λορέτα Πρόκτορ μας έγινε
γνωστή από το πολύ επιτυχημένο βιβλίο της «Ο
Ίσκιος Του Πολέμου», το οποίο κυκλοφορεί στη χώρα μας από τις εκδόσεις
Ωκεανίδα. Ένα βιβλίο που έχει να κάνει και με την Ελλάδα, όπως άλλωστε και η ίδια
η συγγραφέας αφού είναι κατά το ήμισυ Ελληνίδα. Το μυθιστόρημά της αυτό πηγάζει
από την ιστορία της Ελληνίδας μητέρας της και, όπως άφησε η ίδια η συγγραφέας
να εννοηθεί, είναι και αφιερωμένο σε αυτήν. Ευχαριστώ θερμά την συγγραφέα για
την άμεση ανταπόκρισή της και την προθυμία της να απαντήσει στο ερωτηματολόγιο
των «Φίλων Της Λογοτεχνίας», καθώς και τις εκδόσεις Ωκεανίδα που κατέστησαν την
επικοινωνία μας δυνατή, και σας προσκαλώ να διαβάσετε τις απαντήσεις της ώστε
να γνωρίσετε κι εσείς λίγο καλύτερα την εξαίρετη Λορέτα Πρόκτορ και το έργο της!
[We were introduced to dear Loretta Proctor through
her very successful novel “The Long Shadow”, which is published in our country by
Oceanida Publications. It’s a book partly related
to Greece, as well as the writer being half – Greek. This novel originates from
the story of her Greek mother and, as the writer herself let us understand, it
is also dedicated to her. I sincerely thank her for her immediate response and
her willingness to answer the questionnaire of the “Friends Of Literature”, as
well as Oceanida Publications for making our communication possible, and I
invite you to read her answers so that
you may be acquainted to excellent Loretta Proctor a little better!]
1) Αγαπητή κ. Πρόκτορ, το νέο
σας μυθιστόρημα «Ο Ίσκιος Του Πολέμου»
είναι το πρώτο από τα μυθιστορήματά σας που μεταφράστηκε και εκδόθηκε στα
ελληνικά από τις εκδόσεις Ωκεανίδα, αλλά το τρίτο από τα μυθιστορήματά σας
γενικώς, αν δεν απατώμαι. Ποιο ήταν το ερέθισμα για την ενασχόλησή σας με τον
κόσμο της λογοτεχνίας και της συγγραφής;
«Ο Ίσκιος Του Πολέμου» ήταν
στην πραγματικότητα το δεύτερο μυθιστόρημά μου και εκδόθηκε στην Αμερική το
2005. Τότε ήμουν αρκετά αδαής και υπέγραψα ένα συμβόλαιο για επτά χρόνια με
έναν εκδότη ο οποίος δεν έκανε και πολλά για να προωθήσει το βιβλίο μου. Όταν,
επιτέλους, το συμβόλαιό μου έληξε ο Άγγλος εκδότης μου το εξέδωσε άμεσα κι έτσι
στις αγγλικές εκδόσεις φαίνεται ως τρίτο. Το πρώτο μου μυθιστόρημα, «Gisla's Hill», βρίσκεται ακόμα σε ένα ντουλάπι και η "σχέση"
μας συνεχίζεται. Αλλάζει καθώς αλλάζω κι εγώ. Το αποκαλώ "η ιστορία της
ψυχής μου". Ίσως δεν εκδοθεί ποτέ.
Ως παιδί και έφηβη,
διάβαζα πάντοτε μυθιστορήματα και σίγουρα δεν μελετούσα τα μαθήματά μου!
Λάτρευα όλες αυτές τις μεγαλειώδεις, κλασσικές, παθιασμένες ιστορίες και
ποθούσα να γράψω την δική μου κάποια μέρα. Έτσι άρχισα να συγγράφω προς το
τέλος της εφηβείας μου… όμως, φυσικά, παρόλο που οι ιδέες και οι περιγραφές
ήταν μια χαρά, οι διάλογοι ήταν χάλια. Δεν είχα ζήσει αρκετά, ή δεν είχα τις
εμπειρίες για να γράψω οτιδήποτε ώριμο ακόμη.
[Dear Mrs. Proctor, your new novel “The Long Shadow” is the first of
your novels translated and published in Greek by Oceanida Publications, but the
third of your four novels in general, if I’m not mistaken. What was the
stimulus for your entering the world of literature and the scope of writing?
“The
Long Shadow” was actually my second novel and published in
America in 2005. I was very ignorant
then and signed a contract for seven years with a publisher who did little to
promote the book. When, at last, the
contract expired, I immediately had my English publisher print it and so it has
come as third in my UK publications. The first novel, “Gisla's Hill”,
is still in a cupboard and an ongoing affair.
It changes as I change. I call it
my soul story. Perhaps it will never be published.
As a child and teenager, I was
always reading novels and certainly not studying my schoolwork! I loved all the great, classic, passionate
tales and felt a longing to write my own one day. So I began to write in my late teens . . .
but, of course, though the ideas and descriptions were okay, the dialogue was
awful. I hadn't lived long enough or
experienced enough to write anything mature yet.]
2) Από πού αντλείτε την έμπνευση για κάθε έργο σας και κάθε χαρακτήρα και
πόσο δύσκολο είναι να συγκεντρώσετε τις
απαραίτητες πληροφορίες, όταν αυτές απαιτούνται, ώστε να συνδυάσετε τυχόν
ιστορικά γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία στα βιβλία σας;
Η
έμπνευση είναι σαν την αναπνοή και πιστεύω πως ο συγγραφέας "εισπνέει" πληροφορίες, ανθρώπους, σκηνές, μια έκφραση σε ένα
πρόσωπο, ένα απόσπασμα μιας κουβέντας ή μια ιστορία. Για παράδειγμα, το βιβλίο
μου «Middle Watch» το εμπνεύστηκα από μία πρωινή κουβέντα με μια φίλη
μου πίνοντας έναν καφέ. Η ζωή της είχε υπάρξει τόσο παράξενη που θα μπορούσε να
"γεμίσει" εκατοντάδες ιστορίες! Όμως, μου είπε ότι κάποτε είχε
ζήσει σε έναν φάρο. Λατρεύω τους φάρους και την γεμάτη καταιγίδες ομορφιά των
αγγλικών θαλασσών – οπότε αυτό οπωσδήποτε μου κίνησε το ενδιαφέρον. Από αυτή
την συζήτηση δημιουργήθηκε το «Middle
Watch», μια
συναρπαστική ιστορία για μία νέα κοπέλα που ζει σε φάρους.
Το βιβλίο μου «The Crimson Bed» προήλθε από την αγάπη
μου για τον Ροσέτι και όλους τους Προ-Ραφαηλίτες ζωγράφους, καθώς επίσης και το
ενδιαφέρον μου για το Βικτωριανό Λονδίνο. Κατά κάποιο τρόπο βασίζεται στον
Ροσέτι και την ζωή του. Μου άρεσε πολύ να ερευνώ αυτές τις ιστορίες. Είναι πολύ
ευκολότερη στην εποχή μας η πρόσβαση στις πληροφορίες και καθώς τώρα έχω
συνταξιοδοτηθεί, μπορώ να ταξιδεύω και να ανακαλύπτω μέρη και τοποθεσίες τα
οποία θέλω να περιγράψω. Στο Λονδίνο μπορούσα να επισκεφτώ το Βασιλικό Πολεμικό
Μουσείο, τα γραφεία του Ερυθρού Σταυρού, όπου το προσωπικό ήταν πάρα πολύ
εξυπηρετικό. Η Βρεττανική Βιβλιοθήκη έχει όποιο βιβλίο κι αν χρειαστεί κανείς
και στην Οξφόρδη υπάρχει η περίφημη Βιβλιοθήκη Μπόντλιαν. Είμαι πολύ τυχερή που
ζω στο Ηνωμένο Βασίλειο και μπορώ να έχω πρόσβαση σε τέτοια αξιοθαύμαστα μέρη.
Για το μυθιστόρημά μου «Dying Phoenix» επισκέφτηκα την Θεσσαλονίκη και πέρασα υπέροχα
εξερευνώντας όλους τους δρόμους και τα μέρη που αναφέρονται στην ιστορία μου
και μιλώντας με κάποιους υπέροχους ανθρώπους οι οποίοι θυμόντουσαν την εποχή
των Συνταγματαρχών. Έμαθα πάρα πολλά, ενώ και πολλοί αναγνώστες μου έχουν πει
πως έχουν κατανοήσει πολύ περισσότερα για την Ελλάδα και τα προβλήματά της μέσα
από τις Ελληνικές ιστορίες μου.
[Where do you find inspiration for every book of yours
and how hard is it to collect all the necessary information, when needed, to
potentially combine historical facts, sites and fiction in your books?
To inspire is to breathe in and I think a writer breathes in
information, people, scenes, an expression on a face, a snatch of conversation
or a story. For instance “Middle Watch”
came from a morning's chat with a friend over a cup of coffee. Her life had been so strange she could have
furnished a hundred stories! But she
told me she had once lived on a lighthouse.
I love lighthouses and the stormy beauty of the English seas - so this
certainly intrigued me. From this
conversation came “Middle Watch”, a thrilling story about a young girl who
lives on lighthouses.
“The Crimson Bed” came from my love of Rossetti and all the other
Pre-Raphaelite painters and also from my interest in Victorian London. It is
loosely based on Rossetti and his life.
I loved researching these stories.
It is much easier nowadays to access information and as I am now
retired, I can travel and find the places and scenes I want to describe. In London, I could visit the Imperial War
Museum, the Red Cross headquarters where the staff are all most helpful. The British Library has every book one needs
and in Oxford there is the Bodleian library.
I am very fortunate to live in the UK and be able to access these
marvelous places.
For Dying Phoenix, I visited Thessaloniki and had a great time
exploring all the streets and places that are mentioned in my story and talking
to some wonderful people who remembered the time of the Colonels. I learnt so much and many of my readers have
also said how they have understood far more about Greece and its problems
through my Greek stories.]
3) Συνήθως, οι περισσότεροι συγγραφείς είτε έχουν σπουδάσει κάποιο
αντικείμενο, είτε ασκούν ως επάγγελμα κάτι εντελώς διαφορετικό από την
συγγραφική τους ιδιότητα, αλλά και τις σπουδές τους. Θα θέλατε να μας μιλήσετε
σχετικά με αυτό και να μας πείτε πόσο αρμονικός είναι ο συνδυασμός όλων αυτών
και κατά πόσο αλληλοεπηρεάζονται οι επιμέρους ιδιότητές σας;
Ήμουν
δημόσιος υπάλληλος για αρκετά χρόνια και δούλευα στην Κοινωνική Ασφάλιση. Μετά
δούλεψα για ένα σύντομο διάστημα σε έναν εκδότη στην πόλη του Λονδίνου. Όμως,
συνάντησα ενδιαφέροντες ανθρώπους, εξερεύνησα την πόλη ενόσω δούλευα εκεί, όπως
επίσης και μερικά πιο υποβαθμισμένα μέρη του Λονδίνου τα οποία διαφορετικά δεν
θα είχα επισκεφθεί. Η εμπειρία αυτού του λιγότερου "ελκυστικού" μέρους του Λονδίνου απεικονίζεται στο βιβλίο
μου «Middle Watch» ενώ με
βοήθησε και στο βιβλίο μου «The
Crimson Bed». Το Λονδίνο ενυπάρχει στις περισσότερες από τις ιστορίες
μου, καθώς πέρασα την ζωή μου ως εργαζόμενη εκεί.
[Usually, most writers have been educated in a
complete different object than the one they are employed in their everyday
life, or the subjects they choose to write about. How easy do you believe is
the combination of all these properties and how could they affect each other?
I was a Civil Servant for some years, working in Social Security. I
then worked for a publisher briefly in the City of London. But I met many interesting people, explored
the City while I worked there as well as some rather decaying parts of London
that I would never have otherwise visited.
The experience of this less attractive part of London features in
“Middle Watch” and also helped me with “The Crimson Bed”. London features in most of my stories as I
spent my working life there.]
4) Έχετε συμπεριλάβει ποτέ στα βιβλία σας κάποια προσωπικά σας βιώματα; Πόσο
εύκολο, ή επώδυνο ήταν αυτό και πόσο εφικτή ήταν η αντικειμενική προσέγγισή
τους συγγραφικά;
Ο
Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, ο διάσημος Δανός συγγραφέας, είπε κάποτε… «εάν θέλετε να γνωρίσετε την ιστορία της
ζωής μου, διαβάστε τα βιβλία μου». Όλα τα βιβλία μου εμπεριέχουν προσωπικά
βιώματα αλλά αυτά έχουν "μεταμορφωθεί"
μέσα από τους χαρακτήρες. Δεν πιστεύω τους συγγραφείς που ισχυρίζονται ότι δεν
χρησιμοποιούν προσωπικά συναισθήματα και εμπειρίες. Ύφασμα μπορείς να φτιάξεις
μόνο από κλωστές τις οποίες κατέχεις. Είναι εκπληκτικό το τί κρύβεται μέσα στο
υποσυνείδητο. Η συγγραφή για τα βαθύτερα
συναισθήματά μας και την φιλοσοφία μας είναι εύκολη, απελευθερωτική, ευχάριστη
και ελευθερώνει την καρδιά μας.
[Have you ever included in your books any personal
experiences and how easy, painful or harmless was approaching them in a
completely objective way?
Hans Andersen, the famous Danish writer, once said . . .
“if you want to know my life story, read my books”. All
my books contain personal experiences but they become transmuted through the
characters. I don't believe authors who claim they do not use personal feelings
and experiences. You can only spin cloth
from the threads you possess. It’s amazing what lies in the subconscious mind.
Writing about one’s deep feelings and philosophies is easy, liberating, joyful
and it frees the heart.]
5) Πιστεύετε πως τα ιστορικά γεγονότα, το μυστήριο και τα εγκλήματα παίζουν
σημαντικό ρόλο στην μυθοπλασία των βιβλίων σας; Θεωρείτε, ίσως, ότι η Ιστορία ή
η ίδια η ζωή αποτελούν σημαντικές "πηγές
ιδεών" για έναν συγγραφέα;
Ναι,
η Ιστορία είναι πάντοτε συναρπαστική και οπωσδήποτε αποτελεί μια ανεξάντλητη "πηγή ιδεών". Είναι αρκετά
μακρινή ώστε να μπορούμε να την θεωρήσουμε με κάποια αντικειμενικότητα και
διαθέτει την ρομαντική αίγλη του μυστηρίου. Έχω την τάση να προτιμώ περισσότερο
την πιο πρόσφατη Ιστορία, από την Βικτωριανή εποχή μέχρι την δεκαετία του 1960,
από ότι την εμβάθυνση στην αρχαιότητα.
[Do you believe that historical facts play an
important role in your books’ fiction? Do you consider History to be a
limitless "source of ideas"
for a novelist?
Yes, history is always fascinating and certainly a limitless source of
ideas. It's distant enough to be regarded with some objectivity and has the
romantic glamour of mystery. I tend to
prefer more recent history from Victorian to the 1960's rather than delving
into the ancient past.]
6) Πιστεύετε πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο για τη συγγραφή
ενός βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο, η φαντασία και οι εμπειρίες
του συγγραφέα;
Το
επιστημονικό υπόβαθρο δεν έχει καμιά δουλειά με την συγγραφή, εκτός από το
αστυνομικό μυθιστόρημα, το θρίλερ και την επιστημονική φαντασία, κατά την γνώμη
μου! Σκοτώνει την πραγματική χαρά της ρομαντικής φαντασίας. Η επιστήμη αφορά
στην αριστερή πλευρά επεξεργασίας του εγκεφάλου, ενώ η συγγραφή για μένα αφορά
στην δεξιά πλευρά επεξεργασίας. Η γνώση της ψυχολογίας είναι πολύ περισσότερο
χρήσιμη κι εγώ προσωπικά έχω μελετήσει τον Καρλ Γιουνγκ και τον Φρόιντ από πολύ
νεαρή ηλικία.
[Do you regard scientific background as essential for
writing a book, or all a writer needs is talent, imagination and personal
experiences?
A scientific background has no place in writing anything but crime
thrillers and science fiction to my mind!
It kills the free delight of the romantic imagination. It's a left brain process where for me,
writing is a right brain process. A
knowledge of psychology is far more useful and I have studied Carl Jung and
Freud from an early age.]
7) Υπάρχει κάποιο μοτίβο ως προς το πότε σας "επισκέπτεται" η συγγραφική σας έμπνευση; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα,
διάθεση, ή τόπος ίσως, που να σας προδιαθέτει να γράψετε, ή είναι κάτι που "ρέει" αβίαστα από μέσα σας
συνέχεια;
Ενδιαφέρουσα
ερώτηση. Η διάθεση ίσως να είναι η απάντηση. Για παράδειγμα, η εικόνα ενός
υπέροχου παλιού επίπλου (όπως το Crimson Bed!) ένας πίνακας σε μία γκαλερί, η βόλτα με το
αυτοκίνητο μια καλοκαιρινή ημέρα σε έναν όμορφο εξοχικό δρόμο με λογιών λογιών
λουλούδια στα πλάγια, τα χωράφια με τα καλαμπόκια ή το να ακούς ένα μουσικό
κομμάτι του Μότσαρτ ή του Έλγκαρ. Η συγγραφή "έρρεε" όντως από
μέσα μου όμως, αλίμονο , η ροή έχει λιγοστέψει τώρα τελευταία.
[Is there a certain pattern your "writing inspiration" follows? Is there a specific time
of the day, a mood or a place perhaps that urges you to write, or is it
something that "pours out"
of you at all times?
This is an interesting question.
A mood may be the answer. For
instance in a museum seeing a delightful piece of old furniture, (like the
Crimson Bed!) a painting in a gallery, driving along the beautiful English
country lanes on a sunny summers day and seeing the wayside flowers, the fields
of corn or listening to a certain piece of music like Mozart, Elgar. Writing did pour out of me though the flow
has lessened of late, alas.]
8) Όταν ολοκληρώνετε ένα νέο μυθιστόρημά σας αρκείστε στη δική σας μόνο
γνώμη και αξιολόγηση, πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του, ή αναζητάτε πρώτα την
άποψη κάποιου οικείου σας προσώπου την κρίση του οποίου εμπιστεύεστε;
Ζητώ
από την κόρη μου να το επιμεληθεί, καθώς είναι έμπειρη επιμελήτρια στις
εκδόσεις Little Brown, και γνωρίζει το αντικείμενο. Επίσης, ζητώ από
άλλους συγγραφείς και γνώστες να το διαβάσουν και να το σχολιάσουν. Κάποιες
φορές, όμως, αυτό μπορεί και να προκαλέσει σύγχυση. Νομίζω πως κάτι τέτοιο
συνέβη όσο αφορά στο «The Crimson Bed». Καθώς το ξανακοιτάζω τώρα, πιστεύω πως το πρώτο
μου χειρόγραφο ήταν καλύτερο, όμως
άλλαξε δραματικά μετά από ποικίλα σχόλια και συμβουλές. Έτσι κι αλλιώς, αυτό το
βιβλίο ποτέ δεν "κύλησε" πολύ εύκολα.
[When you finish a new novel do you think that your
personal opinion and evaluation is enough, or do you ask the opinion of a
person whom you trust?
I ask my daughter to edit as she is a senior editor with the publisher,
Little Brown, and knows what she's doing.
And I do ask other writers and knowledgeable people to read and
comment. But sometimes this can make one
confused. I think it did so for “The
Crimson Bed.” I feel my first draft was
a better one, looking back on it but changed it drastically due to varied
comments and advice. That book never
flowed very easily.]
9) Πόσα μυθιστορήματα έχετε συγγράψει; Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για
τον «Ίσκιο
Του Πολέμου» και, γιατί όχι, την ιστορία "πίσω από την ιστορία" του;
Έχω
συγγράψει σχεδόν επτά μυθιστορήματα έως τώρα και δύο νουβέλες. Μέχρι τώρα έχουν
εκδοθεί τέσσερα από αυτά, όμως δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα τίποτα για τα
υπόλοιπα. Το «Gisla's Hill» είναι ίσως το πιο
προσωπικό μου και το «The Glass Madonna», παρότι διαδραματίζεται στην Κρήτη, είναι πολύ
διαφορετικό από τον συνηθισμένο τρόπο γραφής μου. Τα άλλα έργα μου ίσως
φαίνονται παρωχημένα τώρα καθώς τα συνέγραψα όταν ήμουν πολύ νεότερη.
«Τον Ίσκιο Του Πολέμου» τον
άρχισα πίσω στη δεκαετία του ’70 όταν ξεκίνησα να αντιπαραβάλλω πληροφορίες όσο
καλύτερα μπορούσα εκείνη την εποχή. Είχα μικρά παιδιά και λίγο χρόνο για να
κάνω πραγματική έρευνα και πολλές από τις πληροφορίες δεν ήταν τόσο άμεσα
διαθέσιμες, οπότε τα παράτησα και το έβαλα στην άκρη μέχρι το 2003 που
συνταξιοδοτήθηκα. Ήθελα να γράψω αυτή την ιστορία επειδή με βοήθησε να
ξεδιαλύνω την εσωτερική μου σύγκρουση ως άτομο με διπλή εθνικότητα. Η μητέρα
μου ήταν Ελληνίδα, ο πατέρας μου ήταν Άγγλος αεροπόρος και γνωρίστηκαν και
παντρεύτηκαν μέσα στον πόλεμο. Ήμουν Ελληνίδα, ήμουν Αγγλίδα ή ήμουν και τα δύο
και τί σήμαινε αυτό; Έτσι στην ουσία, ο «Ίσκιος
Του Πολέμου» ήταν μια εξερεύνηση αυτής της δυαδικότητας της ψυχής μου.
Έρρεε προς τα έξω σαν ένα συσσωρευμένο ρυάκι στο υποσυνείδητο, κάτι το οποίο
και ήταν. Απόλαυσα την συγγραφή αυτού του βιβλίου και είναι ίσως το καλύτερο
και το πιο ανυπόκριτο από τα βιβλία μου,
μολονότι μου έχουν πει πως η συνέχειά του, το «Dying Phoenix» είναι πιο ώριμα γραμμένο. Επομένως,
ακόμα μαθαίνω την τέχνη μου!
[How many novels have you written? Would you like to tell
us something more about “The Long
Shadow”, like "the story
behind the story", perhaps?
I have written about seven novels so far and two novellas. So far I have had four published and feel
unsure about the others. “Gisla's Hill” is perhaps too personal and “The Glass
Madonna”, though set in Crete, is very different to my usual writings. The other works seem dated now as I wrote
them when a lot younger.
The Long Shadow began back in the 1970's when I started to collate
information as best as I could at that time.
I had young children and little time to really research and much of the
information was not so readily available so I gave up and put it aside until
2003 when I was retired. I wanted to
write this story because it helped me to resolve my own inner conflict as a
person with dual nationality. My mother
was Greek, my father an English airman and they met and married in the
war. Was I Greek, was I English or was I
both and what did this mean? So really,
The Long Shadow, was an exploration of this duality in the soul. It flowed out
as if it had been a pent up stream in the unconscious, which of course it
was. I enjoyed writing this book so much
and it is probably the best and most heartfelt of my books though I have been
told “Dying Phoenix” (the sequel) is more maturely written. So, I’m still learning my craft!]
10) Η συγγραφέας Λορέτα Πρόκτορ βρίσκει το χρόνο να διαβάζει και για δική της
ευχαρίστηση και όχι μόνο για έρευνα πάνω σε κάποιο μελλοντικό βιβλίο της;
Εφόσον συμβαίνει αυτό, ποιό είδος λογοτεχνίας προτιμάτε περισσότερο ως αναγνώστρια
και γιατί;
Δεν
σταμάτησα ποτέ να διαβάζω…· η μητέρα μου έλεγε πως ως παιδί ήμουν ικανή να
διαβάζω τις ετικέτες πάνω στα βαζάκια αν δεν υπήρχε τριγύρω κανένα βιβλίο!
Διάβασα όλους τους μεγάλους κλασσικούς όταν ήμουν νεότερη και αυτοί αποτέλεσαν
μια καλή βάση για την συγγραφή. Όμως αργότερα, μεσολάβησε ένα διάστημα που δεν
διάβαζα κανενός είδους μυθοπλασία, μόνο βιβλία φιλοσοφίας και ψυχολογίας·
καθόμουν στο κρεβάτι μου και διάβαζα Γιουνγκ! Αλλά η κόρη μου μού έμαθε τις πιο
μοντέρνες ιστορίες και, πραγματικά, λατρεύω τα αστυνομικά μυθιστορήματα
περισσότερο από όλα τα άλλα. Μου αρέσουν οι γρίφοι και οι λύσεις για παράδειγμα
της Αγκάθα Κρίστι, του Ερλ Στάνλεϊ Γκάρντνερ, της Π. Ντ. Τζέιμς, της Ρουθ
Ρέντελ, της Πατρίσια Χάισμιθ, όμως δεν με ενδιαφέρουν τα πιο βίαια, γραφικά ή
σοκαριστικά βιβλία. Κατά κύριο λόγο απολαμβάνω ένα βιβλίο που έχεις βαθείς
χαρακτήρες, ψυχολογία και έξυπνη πλοκή.
[Does the writer Loretta Proctor find the time to read
for her own pleasure and not only for research concerning some future book of
hers? If that happens, what sort of literature do you prefer to read and why?
I have never stopped reading . . . my mother used to say that as a
child I would read the labels on the pots if there was no book around! I read all the great classics when younger
and they laid a good foundation for writing. But later there was a time when I
never read any sort of fiction, only philosophy and psychology books; I would
sit in bed reading Jung! But my daughter
began to introduce me to more modern stories and I do actually love crime
fiction above all. I like the puzzle and
the resolution of say, Agatha Christie, Erle Stanley Gardner, PD James, Ruth
Rendell, Patricia Highsmith but I don't care for very violent or graphic and
disturbing works. Mainly, I enjoy a book
with deep characters, psychology and clever plots.]
11) Ποιά είναι τα αγαπημένα σας βιβλία και συγγραφείς; Θεωρείτε ότι έχετε
δεχθεί επιρροές από κάποιους ομότεχνούς σας, έλληνες ή ξένους, σύγχρονους ή
κλασσικούς, στο δικό σας τρόπο γραφής, ύφους ή θεματολογίας;
Κάποιους
ανέφερα παραπάνω αλλά οι πραγματικά αγαπημένοι μου εφ’ όρου ζωής είναι οι
Κωλέτ, Φλωμπέρ, Καζαντζάκης, Τολστόι, Ζολά, Δάφνη Ντι Μωριέ και Περλ Μπακ. Αυτοί
με έχουν επηρεάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό και μάλλον αποτελούν κομμάτι της ίδιας
μου της υπόστασης. Δεν νομίζω όμως να έχουν επηρεάσει τον τρόπο της γραφής μου.
Απλά, εύχομαι να μπορούσα να γράψω τόσο εκπληκτικά όσο αυτοί.
[Which are your favorite books and writers? Do you
think that you have been influenced by some other novelists in your way of
writing, style or topics?
Some I have mentioned above but really my favourites through life have
been Colette, Flaubert, Kazantzakis, Tolstoy, Zola, Daphne du Maurier, Pearl
Buck. These have influenced me greatly
and seem almost a part of my substance.
I don't think they have influenced my writing style. I just wish I could write as brilliantly as
they have done.]
12) Υπάρχει κάποιο βιβλίο το οποίο έχετε λατρέψει, το οποίο "ζηλεύετε"
ως λογοτεχνικό έργο και θα θέλατε, ή ονειρεύεστε να έχετε συγγράψει εσείς;
Πω,
πω! Πολλά μυθιστορήματα με κάνουν να το αισθάνομαι αυτό. Ίσως κάποια είναι η «Τερέζα Ρακέν» του Ζολά, ο «Ζορμπάς» του Καζαντζάκη, το «Ζ» του Βασιλείου και η «Μαντάμ
Μποβαρί» του Φλωμπέρ.
[Is there any novel you admire so much that makes you
a little "jealous" of its
writer and makes you wish you had written it?
Oh my! Lots of novels make me
feel that way. “Therese Raquin” by Zola
may be one, and also Kazantzakis “Zorba”, Vasiliou's 'Z', and “Madame Bovary”
by Flaubert.]
13) Πιστεύετε πως ο συγγραφέας πρέπει να ταξιδεύει ώστε να έχει κάποια
βιώματα από τις χώρες και τις τοποθεσίες τις οποίες, τυχόν, περιγράφει στα
βιβλία του και πόσο εφικτό είναι αυτό στην πράξη κατά τη γνώμη σας; Είναι
απαραίτητο κάτι τέτοιο, απλά και μόνο, για την "διεύρυνση των οριζόντων" του;
Θυμάμαι
έναν συγγραφέα ο οποίος κάποτε είχε γράψει για την Πράγα αλλά δεν είχε πάει
ποτέ εκεί! Και παρόλο που γνώριζα τη Θεσσαλονίκη καλά δεν ξαναπήγα να την δω
όταν έγραφα τον «Ίσκιο Του Πολέμου».
Πάντως, πραγματικά αισθάνομαι πως τα ταξίδια είναι ζωτικής σημασίας για τον
καθένα μας έτσι ώστε όλοι μας να αποκτήσουμε πιο ανοιχτό μυαλό και να γίνουμε
λιγότερο ξενοφοβικοί. Είναι όμορφο να γνωρίζεις άλλους ανθρώπους, άλλα έθιμα.
Για παράδειγμα, στον κόσμο αρέσουν οι περιγραφές μου για τα ελληνικά φαγητά!
[Do you believe that writers should travel a lot, in
order to gather authentic information about the places they write about, and
how feasible is that, especially nowadays? Do you consider travelling necessary
for a writer even only to "keep an
open mind"?
I recall a writer who once wrote about Prague but had never been
there! And though I knew Thessaloniki
well, I didn't return to see it when writing “The Long Shadow”. However, I do feel travel is vital for
everyone so that we can all become more open minded and less xenophobic. It’s
beautiful to meet other people, see other customs. People like my descriptions
of Greek food!]
14) Θεωρείτε ότι ο συγγραφέας θα πρέπει να ασχολείται με διαφορετικά είδη
λογοτεχνίας και να "πειραματίζεται"
θεματολογικά, ρισκάροντας το υπάρχον αναγνωστικό του κοινό, ή θα όφειλε να
εμμένει στο είδος που τον έχει καθιερώσει;
Ναι,
πιστεύω πως οι συγγραφείς θα έπρεπε να γράφουν για ό,τι τους προσελκύει και όχι
να είναι αναγκασμένοι να γράφουν σειρές βιβλίων με το ίδιο αντικείμενο για να
ευχαριστήσουν τους αναγνώστες, τους εκδότες και απλά να πλουτίσουν. Όμως, ο
καθένας μας πρέπει να επιβιώσει και πολύ λίγοι συγγραφείς είναι τόσο τολμηροί.
Για παράδειγμα, η Αγκάθα Κρίστι έγραψε αισθηματικές ιστορίες με άλλο όνομα,
όπως και άλλοι συγγραφείς. Η Τζ. Κ. Ρόουλινγκ γράφει αστυνομικά με ψευδώνυμο,
αλλά φυσικά ακόμα πουλάει πολύ λόγω της φήμης της. Πάντοτε ήθελα να γράφω για
ό,τι επιθυμούσα. Θα βαριόμουν να γράψω σειρές. Επιπλέον, για μένα η συγγραφή
είναι μια εσώτερη εξερεύνηση της ψυχής και των συναισθημάτων. Δεν κερδίζω
λεφτά, δεν με ενδιαφέρει η φήμη. Αλλά με χαροποιεί πάρα πολύ όταν κάποιος μου
γράφει λέγοντάς μου ότι απόλαυσε το έργο μου.
[Do you think writers should experiment in trying to
write different kinds of literature, risking losing their already existing
faithful readers, or should they stick to what they know how to write best and
they are famous for?
Yes, I do feel writers should write what they feel drawn to and not
have to write series of novels on the same subject to please readers,
publishers and simply make money. But
you have to live so few writers will be so daring. Agatha Christie did write love stories under
a different name and so have other writers.
JK Rowling now writes crime under a pseudonym but, of course, she still
sells because of her fame. I have always
wanted to write what I wanted. I would
be bored writing a series. Plus, for me,
writing is an inner exploration of the soul and emotions. I don't make money, I don't care about fame.
But it makes me very happy when someone writes to me saying they enjoyed my
work.
15) Πιστεύετε πως οι συγγραφείς οφείλουν να προβληματίζουν τους αναγνώστες "κεντρίζοντας" τη σκέψη τους,
ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε να είναι καθαρά και μόνο ψυχαγωγικός;
Εσείς, ποιά μηνύματα επιδιώκετε να "περάσετε"
στους αναγνώστες σας και σε ποιό είδος αναγνωστικού κοινού, συνήθως,
απευθύνεστε μέσα από το συγγραφικό έργο σας;
Ευελπιστώ
πως οι ιστορίες μου πετυχαίνουν και τα δύο· ψυχαγωγούν και ωθούν τους ανθρώπους
να σκέφτονται λίγο βαθύτερα. Μου αρέσει να εμβαθύνω στην ψυχολογία των
ανθρώπων, να αναπτύσσω τους χαρακτήρες στις ιστορίες μου, να δημιουργώ
ατμόσφαιρα μέσα από περιγραφές και κάποιοι αναγνώστες το κατανοούν και τους
αρέσει, ενώ εκείνοι που θέλουν μια ιστορία με γρήγορους ρυθμούς, βία και σεξ,
γεμάτη από απίθανες αλλαγές και ανατροπές αισθάνονται πως τα βιβλία μου είναι
αργού ρυθμού και ήπια. Συνεπώς, το αναγνωστικό μου κοινό θα πρέπει να είναι
κάπως ώριμο, να του αρέσουν τα λογοτεχνικά έργα και να είναι προετοιμασμένο να
διαβάσει κάτι που θα το διαφωτίσει αλλά και θα το ψυχαγωγήσει. Οι ιστορίες μου
αρέσουν σε ανθρώπους από διαφορετικές ηλικιακές ομάδες, οπότε δεν νομίζω πως η
ηλικία παίζει ρόλο.
[Do you believe writers should try and intrigue
readers’ minds by urging them to think more and deeper, or should they only offer
them "pure reading entertainment"?
Which are the messages that you aim to pass on to your readers through your
work and what kind of "reading
audience" do you address to?
Hopefully my stories both entertain and also make people think a little
more deeply. I like to explore the
psychology of people, develop their characters in my stories, set an atmosphere
through descriptions and some readers understand and like this while those who
want a fast moving, violent, sexual story full of impossible twists and turns
feel my books to be slow and gentle. So
my reading audience would need to be fairly mature, like literary work and be
prepared to read something that enlightens as well as entertains them. People of different age groups have liked my
stories so I don't think age is a guide.]
16) Θεωρείτε πως η σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για ένα συγγραφέα και,
ειδικότερα, οι τόσο δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε τελευταία στην πατρίδα
μας; Ή μήπως το ζητούμενο από τους αναγνώστες είναι ακριβώς η "φυγή" από αυτήν την ζοφερή
πραγματικότητα;
Δεν
υπάρχει καμία αμφιβολία πως η ανάγνωση των μυθιστορημάτων αποτελεί μία "φυγή". Αλλιώς, ας διαβάσουμε
τις εφημερίδες. Προσωπικά, δεν θα μπορούσα να γράψω για σύγχρονα προβλήματα
καθώς είμαι πολύ μεγάλη για να τα συναισθανθώ. Καθώς μεγαλώνεις ζεις στο
παρελθόν και το παρόν μοιάζει εξωπραγματικό και καθόλου με τον κόσμο όπως τον
ήξερες· οι άνθρωποι και οι συμπεριφορές τους και τα ενδιαφέροντά τους είναι
διαφορετικά. Είμαι βέβαιη πως στην Ελλάδα υπάρχουν εξαιρετικοί συγγραφείς οι
οποίοι μπορούν να αξιοποιήσουν τις παρούσες καταστάσεις και να "μιλήσουν"
στην γλώσσα της σημερινής γενιάς.
[Do you consider the difficulties of today’s reality
could inspire a writer to write a novel, especially these extremely difficult
situations we experience in Greece nowadays? Or do you think what readers
really look for is the very same "escape
from reality"?
Novel reading is an escape, there's no doubt of that. Otherwise read the newspapers. I personally couldn't write
about modern problems as I am too old to have sympathy with them. As you age, you live in the past and the
present seems unreal and not the world you once knew, the people and their
attitudes and interests are different. I
feel sure there are some wonderful writers in Greece who could make much of
present situations and speak the language of today’s generation.]
17) Είχατε κάποιους "ενδοιασμούς"
όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας βιβλίο προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς
την αποδοχή που θα τύχαινε από το αναγνωστικό κοινό; Η θεματολογία των
περισσοτέρων βιβλίων σας, πιστεύετε πως παίζει τον δικό της ρόλο στην αποδοχή
αυτή;
Βιαζόμουν
να εκδώσω τον «Ίσκιο Του Πολέμου»
την πρώτη φορά, καθώς ήθελα να μπορέσει να το δει και να το κρατήσει στα χέρια
της η άρρωστη μητέρα μου. Λίγο αργότερα άρχισε να πάσχει από γεροντική άνοια.
Οπότε, ήμουν πολύ ευχαριστημένη που έγινα αποδεκτή στο χώρο εκείνη την εποχή,
παρόλο που ο εκδοτικός μου οίκος δεν ήταν καλός. Έκανα υπερήφανη την μητέρα μου
και δεν το μετανιώνω. Πάντοτε αισθανόμουν πως είναι μία πολύ καλή ιστορία γι’
αυτό ήλπιζα να το αγαπήσουν και άλλοι, ενώ θεωρείται ως το κορυφαίο μου βιβλίο.
Από τότε έχω αυτοεκδώσει τα άλλα μου βιβλία μέσω του Matador ή του Amazon, καθώς είμαι πολύ ανυπόμονη για να
περιμένω να βρω λογοτεχνικό πράκτορα και μετά εκδότη (ιδιαίτερα χρονοβόρα και
δύσκολη διαδικασία) και γνωρίζω ότι τα βιβλία μου δεν πρόκειται ποτέ να φέρουν "ποταμούς χρημάτων".
[Did you have any reservations when you gave your
first book to the first publisher? Where you anxious about its acceptance by
the readers? Do you think that the topics of your books play an important part
in this acceptance?
I was in a hurry to publish The Long Shadow first time round as I
wanted my ailing mother to be able to see it and hold it. She became senile
soon afterwards. So I was delighted to
be accepted at the time though they were not good publishers. It made Mum very
proud and I don't regret it. I always
felt it was a good story so I just hoped others would love it too and it has
always been seen as my best book. Since
then I have self-published the other books with Matador or Amazon Kindle as I
am too impatient to wait to find an agent and then a publisher (a long and very
difficult process) and I knew that my books would never be considered as money
spinners.]
18) Εσείς, με την έως τώρα πείρα σας
στον χώρο της συγγραφής, τί θα συμβουλεύατε όλους τους νέους επίδοξους
συγγραφείς, που ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα βιβλίο τους στις προθήκες των
βιβλιοπωλείων και, ιδιαίτερα, εν μέσω αυτής της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας;
Η
συμβουλή μου προς κάποιον ο οποίος είναι νέος και θέλει να κάνει μπεστ σέλλερ
και να κερδίσει λεφτά, είναι να προσπαθήσει να βρει έναν λογοτεχνικό πράκτορα ή
εκδότη. Παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο μπορεί να μην είναι καθόλου εύκολο προς
το παρόν στην Ελλάδα (ή οπουδήποτε αλλού). Καθυστέρησα πολύ να κάνω την συνεχή
απαιτούμενη προσπάθεια και γι’ αυτό
επέλεξα την αυτοέκδοση. Πολλές αυτοεκδόσεις κινούνται πάρα πολύ καλά και πουλάω
σταθερά τα βιβλία μου, όμως δεν πρόκειται ποτέ να κερδίσω πολλά χρήματα από
αυτό, καθώς η προώθησή τους είναι πολύ δύσκολη δουλειά. Όμως, εάν κάποιος θέλει
να γράψει για την χαρά και την ευχαρίστηση που σου προσφέρει η συγγραφή, τότε
ας γράψει για αυτό που του λέει η καρδιά του, ας μάθει να κατανοεί τον εαυτό
του μέσα από το έργο του και ας είναι ένας "πάμφτωχος
καλλιτέχνης". Στις μέρες μας, μάς ενδιαφέρει υπερβολικά πολύ το πώς θα
βγάλουμε χρήματα και σχεδόν καθόλου η ίδια η Τέχνη.
[With your writing experience up to now, what piece of
advice would you offer to all the new writers-to-be, who dream to see their
books on the bookshelves of a bookshop one day, especially in this difficult
economic state our country is in?
My advice is to try to find an agent or publisher if you are a young
person and if you want to try and become a bestseller and make money. Though that may not be easy in Greece (or
anywhere else) at present! I left it too late to make the sustained effort and
so I self-published. Many self-published
books are doing very well and I steadily sell but will never make much money
and the marketing is very hard work. But
if you want to write for the joy and pleasure it gives you then, just write
what your heart tells you, learn to understand yourself through your work, be
an artist starving in a garret! We care
far too much about making money nowadays and not enough about art.]
19) Κλείνοντας και, αφού σας ευχαριστήσω θερμά για την τιμή της
παραχώρησης αυτής της συνέντευξης, θα
ήθελα να σας ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία σε όλα σας τα βιβλία αλλά, ειδικότερα,
στο μυθιστόρημά σας «Ο Ίσκιος Του
Πολέμου», και να σας ρωτήσω για τα άμεσα συγγραφικά σας σχέδια. Τί να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον;
Ήταν
ευχαρίστησή μου και σας ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σας για την δουλειά μου.
Έχω ήδη στο μυαλό μου ένα βιβλίο για το ειδύλλιο και τις δυσκολίες της ζωής της
μητέρας μου και του γάμου της με τον πατέρα μου. Ένα κομμάτι του θα
διαδραματίζεται στην Κωνσταντινούπολη, άλλο στην Ελλάδα και κατόπιν στην
Αίγυπτο. Όμως, απαιτείται πολύ έρευνα και ελπίζω να μπορέσω να το φέρω εις
πέρας. Ταυτόχρονα, συγκεντρώνω όλα μου τα ποιήματα και τα σύντομα διηγήματα σε
ένα έργο και ίσως εκδώσω μερικά από αυτά. Είναι υπέροχο να είσαι ο ίδιος
υπεύθυνος για το δικό σου έργο!
[As a closure, I would like to thank you very much for
giving me this interesting interview, to wish you all the best for all your
work, but particularly for your new novel “The
Long Shadow”, and ask you about your future writing plans. What should
we expect from you in the near future?
It has been my pleasure and thank you so much for your interest in my
work. I have in mind a book about the
romance and difficulties of my mother's life and her marriage with my
father. Some of this will take part in
Constantinople, some in Greece and then Egypt.
But it needs a lot of research and I hope I can pull it off. Meanwhile I am gathering all my poetry and
some short stories together and may publish some of that. It's great to be in charge of my own work!]
Βιογραφία της Λορέτα Πρόκτορ:
Η Λορέτα Πρόκτορ (Loretta
Proctor) γεννήθηκε στο Κάιρο από Άγγλο πατέρα και Ελληνίδα μητέρα. Εξέδωσε το
πρώτο της μυθιστόρημα, The Crimson Bed, το 2010. Ακολούθησε
το Middle Watch το 2012. Στον «Ίσκιο του πολέμου» καταπιάνεται
για πρώτη φορά με ένα "ελληνικό" θέμα.
Περισσότερες πληροφορίες για τη συγγραφέα στο επίσημο προφίλ της στο site των εκδόσεων Ωκεανίδα:
http://www.oceanida.gr/site/index.php?option=com_virtuemart&page=shop.manufacturer_page&manufacturer_id=436&Itemid=85&vmcchk=1&Itemid=85
http://www.oceanida.gr/site/index.php?option=com_virtuemart&page=shop.manufacturer_page&manufacturer_id=436&Itemid=85&vmcchk=1&Itemid=85
Βιβλιογραφία της Λορέτα Πρόκτορ:
Εκδόσεις: Ωκεανίδα (2014)
Σελίδες: 720
Τιμή: 15,90 €
Υπόθεση Οπισθόφυλλου:
«Παραμονές Χριστουγέννων.
Στο αρχοντικό της Αγγλίδας γιαγιάς του ο δεκατετράχρονος Άντριου ανακαλύπτει
το κρυμμένο ημερολόγιο της μητέρας του. Μέσα από τις σελίδες του μαθαίνει για
τις μέρες που πέρασε η μητέρα του στη Θεσσαλονίκη, υπηρετώντας ως νοσοκόμα στον
βρετανικό στρατό κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην πόλη αυτή, τόσο αλλόκοτη
στα μάτια της -ένα σταυροδρόμι ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή-, η νεαρή Αγγλίδα
γνωρίζει τον πατέρα του, έναν Έλληνα αξιωματικό, και μαζί του ζει έναν μεγάλο
έρωτα με τραγική κατάληξη, αφού ο αγαπημένος της πέφτει στο πεδίο της
μάχης.
Τέσσερα χρόνια μετά από
αυτή τη συνταραχτική αποκάλυψη, ο Άντριου νιώθει την ανάγκη να
επισκεφτεί τη χώρα του πατέρα του και να ψάξει τις ρίζες του. Αυτό που θα βρει
θα αλλάζει τη ζωή του για πάντα.»
Συγχαρητήρια Κλειώ μου για την πέραν των συνόρων επέκταση των δραστηριοτήτων σου!! Πολύ ενδιαφέρουσα η συνέντευξη!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤζένη μου, σε υπερευχαριστώ για τα καλά σου λόγια! Ήταν και για μένα πραγματική απόλαυση η συνέντευξη με την αγαπητή Λορέτα και χαίρομαι πολύ που σου κέντρισε το ενδιαφέρον!
Διαγραφή