κ. Ελένη Κάζδαγλη-Μαρκάκη |
Την εξαίρετη
κ. Ελένη Κάζδαγλη-Μαρκάκη και το υπέροχο μυθιστόρημά της «Καφέ Ρουαγιάλ» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Χάρτινη Πόλη,
είχα την τιμή να γνωρίσω αναγνωστικά πριν από λίγους μόλις μήνες. Ένα βιβλίο
που με καθήλωσε, με ταξίδεψε σε χρόνους αλλοτινούς και τόπους μαγευτικούς, εξιστορώντας
άγνωστα σε μένα σημαντικά ιστορικά γεγονότα, μέσα από μια μυθοπλασία καλοστημένη και συναρπαστική.
Έχω, λοιπόν, τη χαρά και την τιμή να φιλοξενώ στο ιστολόγιό μου την κ. Μαρκάκη,
η οποία δέχτηκε με προθυμία να απαντήσει στο ερωτηματολόγιο των «Φίλων Της Λογοτεχνίας».
Μία συνέντευξη εκ βαθέων, με άμεσες και μεστές απαντήσεις και η οποία θα έπρεπε
να έχει αναρτηθεί πολύ νωρίτερα, αν δε μεσολαβούσαν οι επείγουσες δικές μου
υποχρεώσεις. Ευχαριστώ θερμά, λοιπόν, την αγαπητή συγγραφέα για τον χρόνο που
διέθεσε απαντώντας στις ερωτήσεις μου, της εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία στο αξιόλογο
έργο της και σας προσκαλώ να διαβάσετε τις εύστοχες απαντήσεις της, ώστε να
γνωρίσετε κι εσείς λίγο καλύτερα την κ. Ελένη Κάζδαγλη-Μαρκάκη!
1)
Αγαπητή κ. Μαρκάκη, τις θερμές μας ευχές για το νέο μυθιστόρημά σας που
κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Χάρτινη Πόλη με τίτλο «Καφέ
Ρουαγιάλ».
Ποιό ήταν το έναυσμα για την ενασχόλησή σας με τον κόσμο της λογοτεχνίας και το
αντικείμενο της συγγραφής;
Σας ευχαριστώ πολύ για τις ευχές σας, κ. Τσαλαπάτη.
Όσον αφορά το έναυσμα που με οδήγησε να ασχοληθώ με τον κόσμο της λογοτεχνίας,
δεν μπορώ να το προσδιορίσω ακριβώς. Έχω την αίσθηση, όμως, ότι είναι κάτι που
ήθελα να κάνω από πάντα. Από τότε που, μικρό παιδί ακόμη, στα βιβλία που
διάβαζα συνήθιζα να σημειώνω τις σκέψεις μου στα περιθώρια ή να γράφω σε μικρά
χαρτάκια, τα οποία αργότερα, με οδήγησαν σταδιακά να γράφω μικρές ιστορίες.
2)
Από πού αντλείτε την έμπνευση για κάθε έργο σας και κάθε χαρακτήρα και πόσο
δύσκολο είναι να σταχυολογήσετε τις απαραίτητες πληροφορίες, όταν αυτές
απαιτούνται, ώστε να συνδυάσετε τυχόν ιστορικά γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία
στα βιβλία σας;
Η έμπνευση, ή καλύτερα η ιδέα για κάποιο έργο ή
κάποιον χαρακτήρα, μπορεί να προέλθει από οπουδήποτε, από κάτι που έχουμε δει ή
ακούσει, από κάποιο γεγονός που έχει υποπέσει στην αντίληψή μας ή ακόμη κι από
κάτι που έχουμε διαβάσει. Συνήθως υπάρχει ένας κυρίαρχος χαρακτήρας, αυτός
ακριβώς που με εμπνέει να ξεκινήσω, γύρω από τον οποίο αρχίζει και αναπτύσσεται
η υπόθεση του βιβλίου.
Από εκεί κι έπειτα, προκειμένου να υποστηρίξω τις
ιστορίες των ηρώων μου, ξεκινά μία ερευνητική προσπάθεια, με βάση σχετική
βιβλιογραφία, για τη συλλογή πληροφοριών που αφορούν το ιστορικό πλαίσιο αλλά
και τους τόπους όπου κινούνται τα πρόσωπα. Η προσπάθεια αυτή, η οποία συνήθως
γίνεται παράλληλα με το γράψιμο, απαιτεί πολύ χρόνο και κούραση. Ειδικά δε, σε
περιπτώσεις όπως στο «Καφέ Ρουαγιάλ», όπου τα γεγονότα διαδραματίζονται σε
πολλούς και διαφορετικούς τόπους και χρόνους, ήταν ιδιαίτερα επίπονη.
3)
Στο τελευταίο βιβλίο σας η μυθοπλασία σας πλαισιώνεται από εξαιρετικά σημαντικά
ιστορικά γεγονότα. Ποιά θεωρείτε ως την πιο σημαντική, ίσως και ανεξάντλητη, “πηγή ιδεών” για έναν συγγραφέα;
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ιστορία περασμένων
εποχών και το παρελθόν είναι μια πολύ σημαντική πηγή έμπνευσης για να γράψεις
μυθιστορήματα. Αλλά ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι το παρόν στο οποίο ζούμε, όπου
τα γεγονότα είναι αλλεπάλληλα, οι εξελίξεις καταιγιστικές, οι επιρροές μας από
τον γύρω κόσμο ανεξάντλητες και όλα αυτά μπορούν να μας προσφέρουν άπειρες
ιδέες.
4)
Συνήθως, οι περισσότεροι συγγραφείς είτε έχουν σπουδάσει κάποιο αντικείμενο
είτε ασκούν ως επάγγελμα κάτι εντελώς διαφορετικό από τη συγγραφική τους
ιδιότητα. Θα θέλατε να μας μιλήσετε σχετικά με αυτό και να μας πείτε πόσο
αρμονικός είναι ο συνδυασμός όλων αυτών και κατά πόσο αλληλοεπηρεάζονται οι τυχόν
επιμέρους ιδιότητές σας;
Μην ξεχνάμε ότι η συγγραφή, πλην εξαιρέσεων, δεν
είναι βιοποριστικό επάγγελμα, επομένως μας χρειάζεται κάτι άλλο για να ζήσουμε.
Σπούδασα στο Πολυτεχνείο και δούλεψα ως Πολιτικός Μηχανικός για αρκετά χρόνια.
Σε μια πρώτη σκέψη, τίποτα δεν μοιάζει να συνδέει τη λογοτεχνία με τις θετικές
σπουδές και το επάγγελμα του μηχανικού. Η οργάνωση και η δομή όμως, αυτές οι
ιδιότητες που χαρακτηρίζουν τις θετικές και εφαρμοσμένες επιστήμες, συνάδουν
απόλυτα με τις απαιτήσεις της συγγραφής, γιατί χωρίς αυτά τα στοιχεία δεν
μπορείς να αντεπεξέλθεις στην υπέρογκη προσπάθεια που απαιτείται για την
ολοκλήρωση ειδικά ενός μεγάλου μυθιστορήματος. Ίσως μία επαγγελματική απασχόληση
με μεγαλύτερη συνάφεια προς τη λογοτεχνία, θα βοηθούσε περισσότερο, αλλά τελικά
νομίζω ότι όποιους δρόμους κι αν παίρνει η ζωή μας, τίποτε δεν μπορεί να
ακυρώσει αυτό που κρύβεται μέσα μας και που μας κατευθύνει να χαράξουμε νέες
πορείες.
5)
Πιστεύετε πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο για τη συγγραφή ενός
βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο, η φαντασία και οι εμπειρίες του
συγγραφέα;
Οι σπουδές και τα επαγγέλματα που έχει ασκήσει
κάποιος στην πορεία της ζωής του, όλα προστίθενται στις εμπειρίες του και
λειτουργούν υποβοηθητικά στην διαδικασία του γραψίματος. Πιστεύω, όμως, ότι
αυτό που μετράει περισσότερο είναι η εσωτερική κλίση και η απόφαση να ασχοληθείς
με το γράψιμο, εφόσον το θεωρείς απαραίτητο συστατικό της ύπαρξης σου.
6)
Υπάρχει κάποιο μοτίβο ως προς το πότε σας “επισκέπτεται”
η συγγραφική σας έμπνευση; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα, διάθεση ή τόπος
ίσως, που να σας προδιαθέτει να γράψετε, ή είναι κάτι που “ρέει” αβίαστα από μέσα σας συνέχεια;
Στο γράψιμο με βοηθά πολύ το να έχω ένα πρόγραμμα
τακτικό και να βρίσκομαι σε κάποιον συγκεκριμένο τόπο, που συνήθως είναι κάποιο
καφέ που αγαπώ, ατμοσφαιρικό και ήρεμο, όπου μπορώ να απομονώνω την σκέψη μου
χωρίς να προσέχω γύρω μου. Η επιθυμία μου να γράφω δεν σταματά ποτέ, ή έμπνευση
όμως δεν είναι συνεχής και έχει άμεση σχέση με την διάθεση μου. Εντέλει είναι
κάτι απροσδιόριστο, που έρχεται και φεύγει, όταν όμως συμβαίνει, σαν μια
κινητήρια δύναμη που οδηγεί το χέρι να κινείται από μόνο του, σχεδόν μηχανικά,
μπορώ να πω ότι είναι μία «ευλογία θεού».
7)
Όταν ολοκληρώνετε ένα νέο βιβλίο σας αρκείστε μόνο στη δική σας γνώμη και
αξιολόγηση, πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του, ή αναζητάτε πρώτα την άποψη
κάποιου οικείου σας προσώπου την κρίση του οποίου εμπιστεύεστε;
Όταν πρωτοξεκίνησα έγραφα διηγήματα και τότε είχα
στηριχθεί μόνο στο δικό μου ένστικτο. Έκτοτε όμως, όταν ασχολήθηκα με την μεγάλη
φόρμα, κάθε νέο μου βιβλίο πριν το δώσω στον εκδότη, το διαβάζει κάποιο άτομο
της εμπιστοσύνης μου, η γνώμη του οποίου είναι αξιόπιστη αλλά και σημαντική για
μένα.
8)
Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για τα βιβλία σας και, γιατί όχι, την ιστορία
“πίσω από την ιστορία” κάποιων από
αυτά;
Θα σας μιλήσω για το «Καφέ Ρουαγιάλ». Στηρίχθηκε σε
μια πραγματική ιστορία που είχε διαδραματισθεί στον 19ο αιώνα και στις αρχές
του 20ου για την οποία, όμως, στην ουσία γνώριζα πολύ λίγα πράγματα. Η φαντασία
με βοήθησε από εκεί και έπειτα να συνδέσω τα στοιχεία που είχα στην διάθεση
μου. Το αποτέλεσμα ήταν ένα μυθιστόρημα πολύ μεγαλύτερο από αυτό που έχουμε
σήμερα στα χέρια μας, κάτι που ίσως θα δυσχέραινε την έκδοση του. Έτσι
αποφάσισα να κόψω μεγάλα κομμάτια του αρχικού βιβλίου και να το αναμορφώσω εκ
νέου δίνοντας του την σημερινή του μορφή. Αυτά τα τμήματα που έκοψα είναι στην
διάθεσή μου και ίσως αποτελέσουν στο μέλλον ένα ξεχωριστό βιβλίο, όχι
απαραίτητα συνδεδεμένο με το «Καφέ Ρουαγιάλ».
κ. Μαρκάκη |
9)
Η συγγραφέας Ελένη Κάζδαγλη-Μαρκάκη βρίσκει τον χρόνο να διαβάζει για δική της
ευχαρίστηση και όχι μόνο για έρευνα πάνω σε κάποιο μελλοντικό βιβλίο της;
Εφόσον συμβαίνει αυτό, ποιο είδος λογοτεχνίας προτιμάτε περισσότερο ως
αναγνώστρια και γιατί;
Υπήρξα από παιδί βιβλιοφάγος και εξακολουθώ να
είμαι. Ωριμάζοντας, όμως, έχω γίνει αρκετά επιλεκτική και τώρα έχω δίπλα μου
αναγνώσματα τα οποία βρίσκονται πιο κοντά στην δική μου ψυχοσύνθεση. Όταν
βρίσκομαι σε διακοπές συνηθίζω να διαβάζω αστυνομική λογοτεχνία, κυρίως της
εγγλέζικης σχολής, όταν όμως προετοιμάζομαι για ένα καινούργιο βιβλίο, διαβάζω
βιβλία που με εισάγουν στην ατμόσφαιρα που θέλω να προσεγγίσω.
10)
Θυμάστε το πρώτο σας ανάγνωσμα το οποίο σας “παρέσυρε” στον
κόσμο της λογοτεχνίας; Ποια είναι τα αγαπημένα σας βιβλία και συγγραφείς;
Υπάρχει κάποιο απόφθεγμα από βιβλίο το οποίο να καθόρισε την μετέπειτα ζωή σας;
Έχετε δεχθεί επιρροές από ομότεχνούς σας, έλληνες ή ξένους, σύγχρονους ή
κλασσικούς, στον τρόπο γραφής, ύφους ή θεματολογίας σας;
Από τα πρώτα αναγνώσματα που με εισήγαγαν στον
υπέροχο κόσμο της λογοτεχνίας, κι αυτό συνέβη στην παιδική μου ηλικία, ήταν τα
βιβλία του Ντοστογιέφσκι. Η γεμάτη μυστικοπαθής ατμόσφαιρα στην οποία κινούνταν
οι βασανισμένοι ήρωές του με είχε σημαδέψει κυριολεκτικά και πιστεύω ότι έγινε
αφορμή να αρχίσω αργότερα να γράφω.
Πριν γίνω συγγραφέας, υπήρξα αναγνώστης παθιασμένος.
Σύγχρονοι και κλασσικοί, έλληνες και ξένοι, άλλοι λιγότερο και άλλοι
περισσότερο, όλοι τους άγγιξαν κάποια ευαίσθητη χορδή μου.
Όλοι έχουμε δεχθεί κατά καιρούς επιρροές από τα
διαβάσματα μας. Το σημαντικό, όμως, είναι ο καθένας μας να έχει το δικό του
ύφος και την δική του αποκλειστική γραφή που τον προσδιορίζει κι αυτό γίνεται
όλο και πιο ορατό όσο περνούν τα χρόνια και πληθαίνουν οι γραφές μας.
11)
Πιστεύετε πως ο συγγραφέας οφείλει να ταξιδεύει ώστε να έχει κάποια βιώματα από
τις χώρες και τις τοποθεσίες τις οποίες, τυχόν, περιγράφει στα βιβλία του και
πόσο εφικτό είναι αυτό στην πράξη, ιδιαίτερα στις μέρες μας; Είναι απαραίτητο
κάτι τέτοιο, απλά και μόνο, για τη “διεύρυνση των οριζόντων” του;
Δεν νομίζω ότι προκειμένου να γράψει κάποιος πρέπει
οπωσδήποτε να ταξιδέψει. Ο πιο σπουδαίος παράγων, πιστεύω, είναι η φαντασία
μας. Παρόλο που εγώ ταξιδεύω πολύ, κάτι που έχει άμεση σχέση με την ψυχοσύνθεσή
μου και συμπληρώνει την ύπαρξη μου, νομίζω ότι και το αντίθετο να συνέβαινε,
και «κολλημένη» στο ίδιο μέρος να ήμουν, θα έγραφα έτσι κι αλλιώς. Αν και καλό
θα είναι να γνωρίζουμε από πρώτο χέρι τους τόπους για τους οποίους γράφουμε,
αυτό δεν είναι πάντοτε εφικτό, ειδικά όταν διηγούμαστε σε παρελθόντες χρόνους,
οπότε επιστρατεύουμε και πάλι την έρευνα.
12)
Θεωρείτε ότι ο συγγραφέας θα πρέπει να ασχολείται με διαφορετικά είδη
λογοτεχνίας και να “πειραματίζεται” θεματολογικά, ρισκάροντας το υπάρχον
αναγνωστικό κοινό του ή θα όφειλε να εμμένει στο είδος που τον έχει καθιερώσει;
Υπάρχουν συγγραφείς, ειδικά στην αστυνομική
λογοτεχνία, από την Αγκάθα Κρίστι αρχής γενομένης, μέχρι και τους πολυπληθείς
σύγχρονους συγγραφείς αστυνομικών βιβλίων αλλά και άλλοι, που με μια συγκεκριμένη
θεματολογία έχουν αποκτήσει το δικό τους αφοσιωμένο κοινό. Αυτοί καλό θα ήταν
να μην ρισκάρουν αλλαγές. Γενικότερα, όμως, πιστεύω ότι δεν υπάρχουν «πρέπει»
στο πως κάθε συγγραφέας εξασκεί την τέχνη του. Αρκεί να μην προδίδει τον εαυτό
του.
13)
Πιστεύετε πως οι συγγραφείς οφείλουν να προβληματίζουν τους αναγνώστες “αφυπνίζοντας”
τη σκέψη τους, ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε να είναι απλά και μόνο
ψυχαγωγικός, χωρίς να προβληματίζει; Εσείς, ποιά μηνύματα επιδιώκετε να “περάσετε”
στους αναγνώστες σας και σε ποιο είδος αναγνωστικού κοινού, συνήθως,
απευθύνεστε μέσα από το συγγραφικό έργο σας;
Θεωρώ πολύ σημαντικό τον ψυχαγωγικό ρόλο του
βιβλίου. Επιθυμία μου με τα γραπτά μου είναι να «ψυχαγωγήσω» τους αναγνώστες
μου, με την έννοια να προσφέρω όμορφες στιγμές περνώντας συγχρόνως γνώσεις και
σκέψεις για γόνιμο προβληματισμό, με τρόπο όμως που να μην είναι βαρετός και
κουραστικός.
14)
Θεωρείτε πως η σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για
έναν συγγραφέα και, ειδικότερα, οι τόσο δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε
τελευταία στην πατρίδα μας; Ή μήπως το ζητούμενο από τους αναγνώστες είναι
ακριβώς η “φυγή” από αυτήν τη ζοφερή πραγματικότητα;
Η σημερινή κατάσταση στην χώρα μας, παρόλο που
νομίζω ότι δεν είμαστε ακόμη έτοιμοι να την αποτιμήσουμε συνολικά, έχει ήδη
εμπνεύσει κάποιους συγγραφείς, κυρίως διηγηματογράφους, επομένως γιατί όχι;
Επιπλέον, αν και δεν θέλω να πιστεύω στην «φυγή» γενικότερα σαν στάση ζωής, δεν
υποτιμώ καθόλου την επιθυμία πολλών από εμάς να ξεφεύγουμε από την δύσκολη
καθημερινότητα και να προσφέρουμε στον εαυτό μας στιγμές ανάπαυλας. Το
ζητούμενο είναι να γράφουμε και να διαβάζουμε καλή λογοτεχνία.
15)
Στη σύγχρονη πραγματικότητα και στην εποχή της άκρατης τεχνολογίας ποια
θεωρείτε πως είναι η θέση του λογοτεχνικού βιβλίου; Περνάει τελικά το βιβλίο
κρίση στη χώρα μας ή διεθνώς και τί θα μπορούσαμε να κάνουμε ώστε να γίνει πιο
προσιτό στο αναγνωστικό κοινό και ιδιαίτερα στους νέους;
Σίγουρα περνάει κρίση το βιβλίο στην εποχή μας, παρ’
όλα αυτά εγώ είμαι αισιόδοξη. Βλέπω να ξεφυτρώνουν συνεχώς ηλεκτρονικά μπλογκ,
όπως το δικό σας, τα οποία ασχολούνται με το βιβλίο και μάλιστα έχουν και
μεγάλη επισκεψιμότητα. Βλέπω ακόμη γύρω μου να υπάρχουν αρκετοί, και πολλοί από
αυτούς αρκετά νέοι, που γράφουν και παρουσιάζουν τα βιβλία τους, ποίηση,
διηγήματα, μυθιστορήματα, δοκίμια κ.α.
Το διάβασμα γενικότερα είναι απόλαυση, όπως το να
ακούς μουσική, να βλέπεις μια καλή ταινία, να απολαμβάνεις μια ωραία βόλτα ή
μια καλή συζήτηση. Και γι’ αυτό νομίζω ότι θα παραμείνει για πολύ καιρό ακόμη.
Όσον αφορά το τι πρέπει να γίνει για να φέρουμε το
βιβλίο πιο κοντά στους αναγνώστες, θα μπορούσαμε να πούμε αρκετά. Ήδη από τα
λογοτεχνικά ηλεκτρονικά μπλογκ, γίνεται πολύ καλή δουλειά. Ακόμη θα πρότεινα να
υπάρχουν σε όλα τα σχολεία αλλά και στα σημεία όπου μαζεύεται πολύς κόσμος,
π.χ. στα καφέ αλλά και αλλού, μικρές βιβλιοθήκες και ειδικά σταντ με βιβλία που
θα χορηγούν οι εκδοτικοί οίκοι. Γενικά να καλλιεργείται με όλους τους τρόπους η
φιλαναγνωσία από ιδιωτικούς και δημοσίους φορείς και, το πιο σημαντικό, να
μειωθεί το κόστος του βιβλίου και κατά συνέπεια η τιμή του, ώστε να γίνει
προσιτό οικονομικά σε όλο τον κόσμο.
16)
Είχατε κάποιους “ενδοιασμούς” όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας βιβλίο
προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς την αποδοχή που θα τύχαινε αυτό από το
αναγνωστικό κοινό; Η θεματολογία των βιβλίων σας, πιστεύετε πως παίζει τον δικό
της ρόλο στην αποδοχή αυτή;
Ενδοιασμοί ίσως όχι, αλλά αγωνία για το πώς θα
υποδεχθεί το κοινό ένα βιβλίο μου πάντα υπάρχει. Μεγαλύτερη όμως είναι η
ικανοποίηση που νιώθω όταν βγάζω προς τα έξω όλα όσα συνωστίζονται μέσα μου για
καιρό. Η θεματολογία παίζει βέβαια τον ρόλο της στην αποδοχή εκ μέρους του
κοινού, αλλά από μόνη της δεν αρκεί. Κάποιοι αναγνώστες προτιμούν την
αστυνομική λογοτεχνία, άλλοι ιστορικά βιβλία και άλλοι αισθηματικές ιστορίες.
Αυτό που χρειάζεται είναι να γράφουμε καλά. Να μπορείς με μια απλή φράση,
μιλώντας για ένα απλό γεγονός να κάνεις τις εσωτερικές χορδές των αναγνωστών να
πάλλονται. Τότε πείθεις και προσφέρεις ικανοποίηση.
17)
Εσείς, με την έως τώρα πείρα σας στον χώρο της συγγραφής, τι θα συμβουλεύατε
όλους τους νέους επίδοξους συγγραφείς, που ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα
βιβλίο τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων και ιδιαίτερα εν μέσω αυτής της
δύσκολης οικονομικής συγκυρίας;
Να τολμούν και να γράφουν. Και να βελτιώνονται
συνεχώς. Αυτό θα προσφέρει πρώτα από όλα ικανοποίηση στους ίδιους.
18)
Αφού σας ευχαριστήσω θερμά για την τιμή της παραχώρησης αυτής της συνέντευξης,
θα ήθελα να σας ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία στο νέο μυθιστόρημά σας «Καφέ
Ρουαγιάλ» και, κλείνοντας, να σας ρωτήσω για τα
άμεσα συγγραφικά σας σχέδια. Τι να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον;
Σχετικά
με τα μελλοντικά συγγραφικά μου σχέδια, ιδέες υπάρχουν αλλά δεν έχω βάλει ακόμη
κάτι στο χαρτί, οπότε δεν είμαι έτοιμη να μιλήσω συγκεκριμένα. Ελπίζω όμως
σύντομα να γίνει κι αυτό.
Σας
ευχαριστώ πολύ για τις ευχές σας, καθώς και για την ευκαιρία που μου δώσατε να
μιλήσω στους «Φίλους της Λογοτεχνίας».
Σας
εύχομαι καλά και ευλογημένα Χριστούγεννα.
κ. Μαρκάκη |
Βιογραφικό
Σημείωμα κ. Μαρκάκη:
Η
Ελένη Κάζδαγλη Μαρκάκη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και κατοικεί στον Βόλο.
Σπούδασε
Πολιτικός Μηχανικός στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και
εργάσθηκε
σε τεχνικές υπηρεσίες και εταιρείες, αλλά και ως καθηγήτρια, σε τεχνικές
σχολές.
Τα
τελευταία δεκαπέντε χρόνια, ακολουθώντας μια βαθιά επιθυμία που την παίδευε από
νεαρή ηλικία, ασχολείται με τη συγγραφή. Η αγάπη για μετακίνηση και οι επιρροές
από τα ταξίδια της αποτυπώνονται συχνά στα γραπτά της, δίνοντάς τους έναν αέρα
ανοιχτού ορίζοντα.
Έχει
γράψει διηγήματα, καθώς και το μυθιστόρημα «Ο
κήπος
με
τα
μυστικά». Τα έργα της έχουν
βραβευθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών.
Το
«Καφέ Ρουαγιάλ»
είναι το δεύτερο μυθιστόρημά
της.
Περισσότερες
πληροφορίες σχετικά με το έργο της συγγραφέως και επικοινωνία μαζί της στον ακόλουθο
σύνδεσμο: https://www.facebook.com/eleni.k.markaki
Πρόσφατη Εργογραφία κ. Μαρκάκη:
«ΚΑΦΕ ΡΟΥΑΓΙΑΛ»
(2018)
Εκδόσεις:
Χάρτινη Πόλη
Σελίδες:
548
Τιμή
με έκπτωση: 13,41€
Υπόθεση
Οπισθόφυλλου:
«Εκείνη
τη χρονιά μια φλογάτη βουκαμβίλια είχε σκαρφαλώσει στον τοίχο και είχε πνίξει
το παλιό όμορφο αρχοντικό. Η Τζούλια είχε ακούσει πολλές φορές να λένε ότι τις
χρονιές που άνθιζαν έντονα οι βουκαμβίλιες, γίνονταν συνταρακτικά γεγονότα.
Καβάλα, άνοιξη του 1967: Οι ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, μια
οικογενειακή τραγωδία και τα όνειρά της που ζητούν δικαίωση, ωθούν την Τζούλια
να φύγει για το Παρίσι. Στα χέρια της παλιές επιστολές, ποιήματα, σκίτσα και
ξεθωριασμένες φωτογραφίες που βρίσκονταν κρυμμένα σε σκονισμένες βιβλιοθήκες,
συνθέτουν την ιστορία της οικογένειας της για πάνω από εκατό χρόνια… Τεργέστη,
αρχές του 19ου αιώνα: Στο αρχοντικό του βαρόνου Πελεγκρίνι γεννιέται η Καρλότα,
καρπός της παράνομης σχέσης του με μια υπηρέτρια. Μεγαλώνοντας, γίνεται μια
πανέμορφη γυναίκα που ερωτεύεται και παντρεύεται τον ιδεολόγο Πάολο ντι Ριβόλι,
έναν νεαρό δημοσιογράφο με αρχοντική καταγωγή που συχνάζει στο Καφέ Ρουαγιάλ -
το στέκι των επαναστατών της εποχής. Θα μπει στο στόχαστρο της αυστριακής
διοίκησης και κυνηγημένοι θα φύγουν για την Κέρκυρα. Κεφαλονιά, καλοκαίρι του
1849: Το αγεφύρωτο μίσος που χωρίζει τις δύο οικογένειες στέκεται εμπόδιο στον
έρωτα της Φιλομήλας Μανίνη και του Ούγο δε Ρόσι. Ο ευγενής επαναστάτης
ονειρεύεται ελευθερία και δικαιοσύνη για τους κατοίκους του νησιού του. Η
εξέγερση των αγροτών, τον παρασύρει και φυγαδεύεται στην Ιταλία. Οι δρόμοι των
δύο νέων χωρίζουν και ένα μεγάλο μυστικό θα μείνει για καιρό κρυμμένο. Γυναίκες
δυνατές και έξυπνες, άνδρες τυχοδιώκτες και ιδεολόγοι, παρασύρονται στη δίνη
της ιστορίας. Η Τζούλια νιώθει επιτακτική την ανάγκη να μιλήσει για τις ζωές
τους, να προφυλάξει τις ιστορίες τους από τη λήθη, να γίνει ο συνδετικός κρίκος
δύο εποχών. Η λαμπερή Τεργέστη των Αψβούργων, η Κεφαλονιά των εξεγέρσεων, η
Κέρκυρα της φινέτσας και η Θεσσαλονίκη του μυστηρίου, πόλεις μαγικές σε εποχές
συναρπαστικές. Και ο έρωτας πανταχού παρών, παθιασμένος, απελπισμένος,
συναρπάζει και διαψεύδει.»
Διαβάστε
την κριτική για το βιβλίο «Καφέ Ρουαγιάλ»,
όπως αυτή αναρτήθηκε στους «Φίλους Της Λογοτεχνίας», στον ακόλουθο σύνδεσμο:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου