Ταξίδια Μέσα Από Τη Λογοτεχνία!

Η Λογοτεχνία είναι για μένα ένα «παράθυρο» σ' έναν μαγικό κόσμο. Κάθε βιβλίο μάς ταξιδεύει σε κόσμους πραγματικούς ή φανταστικούς, τωρινούς, μελλοντικούς ή παρελθοντικούς. Ένα είναι το μόνο σίγουρο, κάθε βιβλίο που μας ενθουσιάζει, μας εντυπωσιάζει ή μας μαγεύει θέλουμε να το μοιραστούμε με άλλους φίλους-αναγνώστες. Έτσι κι εγώ, θέλω να μοιραστώ μαζί σας όσα βιβλία με ενθουσίασαν και με «γέμισαν» με πρωτόγνωρες ιδέες, εικόνες και συναισθήματα. Σαφώς και η άποψη του κάθε αναγνώστη είναι μοναδική και ένα βιβλίο που εμείς λατρέψαμε μπορεί κάποιος άλλος να το αντιπάθησε ή ακόμα και να το μίσησε... Μέσα από αυτήν την οπτική θεωρώ φρόνιμο να μη σχολιάζω όσα βιβλία δεν με εντυπωσίασαν ή με άφησαν αδιάφορη, διότι η άποψή μου είναι απολύτως υποκειμενική. Δεν θα ήθελα να προκαταλάβω αρνητικά κανέναν αναγνώστη, αποτρέποντάς τον από το να διαβάσει ένα βιβλίο το οποίο, ενδεχομένως, να τον ενθουσιάσει. Κάθε βιβλίο απαιτεί το κατάλληλο περιβάλλον, το υπόβαθρο και την ανάλογη διάθεση για να εκτιμηθεί, οπότε καλό θα είναι να μην απορρίπτουμε ποτέ τίποτα. Η έκφραση και αποτύπωση της δικής μου γνώμης για κάθε βιβλίο -αλλά και των απόψεων και σχολιασμών άλλων φίλων-συγγραφέων-αναγνωστών, που αναγράφονται στη σχετική κατηγορία-, έχουν ως μοναδικό σκοπό να εκφράσουν τον θαυμασμό μας για ορισμένα βιβλία που θεωρούμε άξια λόγου και θέλουμε να γίνουν ευρέως γνωστά, βοηθώντας έτσι τους αναγνώστες στην επιλογή του επόμενου βιβλίου που θα διαβάσουν. Πάντοτε με το μεγαλύτερο σεβασμό και θαυμασμό για όλους τους συγγραφείς, που μέσα από τις σελίδες των βιβλίων τους μας «ταξιδεύουν» μακριά από την εκάστοτε πραγματικότητα ή μας βοηθούν να την κατανοήσουμε καλύτερα, αλλά σε κάθε περίπτωση στολίζουν την ψυχή μας, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ!

Κλειώ Ισιδ. Τσαλαπάτη

Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου 2017

«ΤΟ ΚΥΜΑ ΚΑΙ Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΔΕΝ ΧΩΡΙΣΑΝ ΠΟΤΕ», της Σοφίας Παπαηλιάδου – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

«ΤΟ ΚΥΜΑ ΚΑΙ Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΔΕΝ ΧΩΡΙΣΑΝ ΠΟΤΕ», της Σοφίας Παπαηλιάδου – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη
Εκδόσεις: Άνεμος
Σελίδες: 272
Τιμή: 12,87 €

          Το όνειρο κάθε πραγματικού βιβλιόφιλου υποθέτω, αν κρίνω από την δική μου περίπτωση, πως είναι να βρίσκει ολοένα και περισσότερους συγγραφείς με γραφή και έργα πρωτότυπα, ξεχωριστά, φρέσκα και ουσιώδη, που αφήνουν το δικό τους στίγμα στον κόσμο του βιβλίου. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό ως αναγνώστρια, διότι μέσα από τον κόσμο του διαδικτύου γνώρισα έναν εκδοτικό οίκο –από αυτούς που αντικειμενικά θεωρούνται μικροί και λιγότερο διαφημισμένοι, αλλά είναι καθόλα αξιόλογοι και ποιοτικοί– ο οποίος προσπαθεί να κάνει ακριβώς αυτό, μέσα από τα εκδοτικά του πλάνα: να μας συστήσει νέους, λιγότερο γνωστούς, ταλαντούχους συγγραφείς που έχουν τον δικό τους μοναδικό τρόπο γραφής και καταπιάνονται με ποικίλα, λιγότερο τετριμμένα και περισσότερο ενδιαφέροντα θέματα. Μία τέτοια νέα και πολύ χαρισματική συγγραφέας είναι η Σοφία Παπαηλιάδου, την οποία η Άνεμος Εκδοτική μας συστήνει μέσα από το βιβλίο της «Το Κύμα Και Η Θάλασσα Δεν Χώρισαν Ποτέ». Αν και δεν πρόκειται για μυθιστόρημα, αλλά περισσότερο για μία συλλογή μικρών αυτόνομων κειμένων, το συγκεκριμένο βιβλίο κρατά συνεχώς αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την αρχή έως το τέλος. Η γραφή της συγγραφέως είναι μοναδική, στακάτη και απέρριτη, χωρίς ανούσια φτιασίδια εντυπωσιασμού, αλλά με περισσή ουσία και πολλαπλά νοήματα. Πρόκειται για αληθινές, βαθιές σκέψεις, "επώδυνες" συνειδητοποιήσεις και ανεκτίμητα συμπεράσματα τα οποία θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν ολόκληρο το βιβλίο ως μία πολύτιμη συλλογή άτυπων αποφθεγμάτων, μετά την ανάγνωση των οποίων ο αναγνώστης μονάχα κερδισμένος μπορεί να βγει.
          Η συγγραφέας με διάθεση εξομολογητική και διόλου διδακτική, "ξεγυμνώνει" την ψυχή της, μέσα από τα σύντομα σε έκταση αλλά τεράστια σε νόημα κείμενά της, τα οποία αφορούν κυρίως τον άνθρωπο, τις σχέσεις, την ψυχή και τα όνειρα του καθενός μας, τις απογοητεύσεις και τις χαρές μας, εν τέλει την ίδια την ζωή σε όλο το μεγαλείο και την μοναδικότητά της! Οι αλήθειες, ατόφιες και καθόλου εξωραϊσμένες ώστε να γίνουν περισσότερο εύπεπτες, ξεπηδούν από κάθε σελίδα, όπου μέσα από έναν πρωτότυπο και μεστό λόγο, η συγγραφέας εκφράζει και διατυπώνει ξεκάθαρα όλα όσα έχουμε και εμείς οι ίδιοι βιώσει, ακούσει ή παρατηρήσει κατά καιρούς, συνειδητά ή ασυνείδητα. Κάποιες φορές θα δούμε, σαν σε μεγεθυμένο καθρέφτη, τον ίδιο μας τον εαυτό, τις προσδοκίες και τις προαισθήσεις μας να επαληθεύονται ή να διαψεύδονται, τα όνειρά μας, αυτούσια ή παρόμοια, να κομματιάζονται ή να πραγματοποιούνται και τις σκέψεις μας για ανθρώπους που γνωρίσαμε και καταστάσεις που βιώσαμε, αλλά ίσως δεν συνειδητοποιήσαμε επακριβώς.
          Το εξαιρετικά πρωτότυπο βιβλίο «Το Κύμα Και Η Θάλασσα Δεν Χώρισαν Ποτέ» είναι ένας άτυπος "οδηγός ζωής", που μας παροτρύνει να ζήσουμε αληθινά, έντονα, παθιασμένα και μοναδικά, διώχνοντας από "πάνω" μας αβάσιμες ενοχές, ανυπόστατες τύψεις, άχρηστες επιφυλάξεις ή φοβίες και απραγματοποίητα όνειρα, καθώς η ζωή μας είναι μία και μοναδική, ο χρόνος μας πάνω σε αυτή την Γη είναι περιορισμένος και καθόλου εξασφαλισμένος και τα όνειρά μας αναρίθμητα και πολύτιμα για να τα αγνοούμε, να τα μασκαρεύουμε ή να τους κάνουμε εκπτώσεις. Πολλά και θερμά συγχαρητήρια στην Σοφία Παπαηλιάδου για το εξαίρετο αυτό δείγμα γραφής της το οποίο και σας προτείνω να διαβάσετε, και να ξαναδιαβάσετε, Φίλοι μου!

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Αν ήμασταν σχήμα, θα ήμασταν κύκλος. Χωρίς γωνίες, μόνο καμπύλες. Η αρχή να ενώνεται με το τέλος και να δημιουργεί το πάντα. Με ένα μικρό πείραγμα να γινόμαστε από το μηδέν το άπειρο. Από το τίποτα τα πάντα.
Αν ήμασταν χρώμα, θα ήμασταν κόκκινο. Κόκκινο της φωτιάς όταν το πάθος μας θυμώνει και χάνουμε τον έλεγχο. Κόκκινο του δειλινού όταν χανόμαστε ο ένας μέσα στον έρωτα του άλλου. Κόκκινο του κρασιού όταν γαληνεύουμε και ωριμάζουμε μέσα στους εαυτούς μας τους ίδιους.
Αν ήμασταν μυρωδιά, θα ήμασταν της βροχής. Ναι, μην παραξενεύεσαι. Έχει μυρωδιά η βροχή. Κάθε σταγόνα της παίρνει τη μυρωδιά σου. Κάθε σταγόνα της με λούζει μ’ εσένα.
Αν ήμασταν τραγούδι, θα ήμασταν εκείνο που δεν γράφτηκε ακόμα. Θα ήμασταν εκείνο το τραγούδι που δεν θελήσαμε ποτέ να μοιραστούμε. Εκείνο που θα έγραφες για εμάς.
Αν ήμασταν γεύση, θα ήμασταν σανγκρία με τεκίλα. Αταίριαστοι, διαφορετικοί κι όμως τόσο ίδιοι. Γλυκό με πικρό που γίνονται ένα.

Αν ήμασταν ήχος, θα ήμασταν η θάλασσα που σκάει στα βράχια. Εσύ θάλασσα, εγώ αέρας. Κι όταν ενωνόμαστε, κάνουμε το πιο δυνατό κύμα. Κύμα κι οι δυο και σκάμε πάνω στα βράχια. Κύμα κι οι δυο και κανένας βράχος δεν μας σταμάτησε. Γιατί το κύμα και η θάλασσα δεν χώρισαν ποτέ.»

Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου 2017

«ΑΚΡΟΝ», του Μιχάλη Κ. Γριβέα – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

«ΑΚΡΟΝ», του Μιχάλη Κ. Γριβέα – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη
Εκδόσεις: Ιωλκός
Σελίδες: 512
Τιμή: 14,40 €

          Κάποιες φορές συνειδητοποιείς ότι το βιβλίο που κρατάς στα χέρια σου, και του οποίου μόλις ξεκινάς την ανάγνωση, δεν είναι ένα απλό μυθιστόρημα, έστω και ιστορικό, αλλά ένα ξεχωριστό δείγμα της εμπνευσμένης ελληνικής λογοτεχνίας, εκείνης που έχει αφήσει θαυμαστά δείγματα κατά καιρούς, τα οποία κοσμούν και θα κοσμούν για πολλά χρόνια τις βιβλιοθήκες των φιλαναγνωστών. Εννοείται πως αυτό το καταλαβαίνεις από την πρώτη κιόλας σελίδα, για να μην πω από την πρώτη παράγραφο, καθώς η τέχνη του λόγου και η έμπνευση του ποιοτικού συγγραφέα δεν κρύβονται αλλά είναι πασιφανή και απόλυτα αισθητά ευθύς εξαρχής. Αυτό ακριβώς μου συνέβη μόλις πήρα στα χέρια μου το νέο, εξαιρετικό, και τώρα πια αλησμόνητο, μυθιστόρημα του Μιχάλη Γριβέα, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ιωλκός με τίτλο «Άκρον». Αφού θαύμασα το υπέροχο, επιβλητικό μέσα στην λιτότητά του, εξώφυλλο, με το πανέμορφο μαύρο άτι και διάβασα την υπόθεση στο οπισθόφυλλο, η οποία με προϊδέασε για το τι περίπου θα διαβάσω, άρχισα την ανάγνωση. Από την πρώτη κιόλας αράδα συνειδητοποίησα ότι κρατούσα στα χέρια μου ένα ξεχωριστό δείγμα της αξιόλογης νέας ελληνικής λογοτεχνίας, γραμμένο όμως σύμφωνα με το στυλ και την υπέροχη, προσεγμένη γλώσσα των μεγάλων μας λογοτεχνών. Η μαγεία ξεκίνησε κι εγώ παραδόθηκα άνευ όρων σε ένα ανάγνωσμα από αυτά που "κυριεύουν" όχι μόνο τα μάτια, την προσοχή και τον χρόνο του αναγνώστη, αλλά το μυαλό και την ψυχή του και μένουν για πάντα εκεί, σε μια περίοπτη θέση.  
          Η ιστορία μας ξεκινά με τον πιο απρόσμενο τρόπο: το 1880 στο νοτιότερο σημείο της Λακωνικής Μάνης, με την "αφύσικη" συνομιλία του νεαρού Λια με το φάντασμα του νεκρού πατέρα του, Νίκανδρου Στίλβα, πάνω από τον τάφο του στο κοιμητήριο του χωριού Άκρον, όταν πια το σκοτάδι έχει πέσει και οι θρύλοι, οι φόβοι και οι δεισιδαιμονίες έχουν πάρει τη σκυτάλη από την ημέρα που έσβησε. Με αυτό το υποβλητικό ξεκίνημα ο συγγραφέας μάς συμπαρασύρει σε μια περιήγηση δύο ολόκληρων αιώνων Ελληνικής Ιστορίας της χώρας μας, από την εξέγερση του Ελληνικού έθνους το 1821 μέχρι και τα τωρινά χρόνια που διανύουμε, τις δύσκολες εποχές της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Ο δεκαεξάχρονος Ηλίας, ως γνήσιος εγγονός του ήρωα του Ελληνικού ξεσηκωμού, του παππού του Πέτρου Στίλβα, προσπαθεί να βρει έναν τρόπο να προστατέψει την οικογένειά του ως ο μεγαλύτερος απόγονος, μετά τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του, από τον παραδόπιστο Τσακαλέα, έναν αδίστακτο τοκογλύφο ο οποίος, εκμεταλλευόμενος την άγνοια των υπολοίπων μελών της οικογένειας του μακαρίτη, προσπαθεί να αρπάξει την διόλου ευκαταφρόνητη περιουσία τους, μαζί με τον πέτρινο πύργο τους όπου διαμένουν, προφασιζόμενος χρέος από ένα δάνειο που ο νεκρός δεν αποπλήρωσε. Όμως, ο θερμόαιμος νεαρός γιος του Νίκανδρου Στίλβα γνωρίζει πολύ καλά πως το δάνειο ο πατέρας του το αποπλήρωσε και με το παραπάνω και μετά το γιόρτασε αναλόγως, αλλά δυστυχώς οι αποδείξεις που εκείνος κρατούσε είναι άγνωστο πού βρίσκονται. Πάνω στην απελπισία του, επισκέπτεται κάθε σούρουπο το νεκροταφείο και τον τάφο του πατέρα του προσπαθώντας το αδιανόητο, να επικοινωνήσει δηλαδή με κάποιο τρόπο με τον νεκρό ώστε να ζητήσει την βοήθειά του. Αυτό το υπερφυσικό και "σκοτεινό" ξεκίνημα θα γίνει το έναυσμα πολλών περιπετειών της μανιάτικης οικογένειας του Νίκανδρου και της Γαλάτειας Στίλβα και των απογόνων τους στο πέρασμα του χρόνου, αλλά και της πειραιώτικης οικογένειας του Κυριάκου και της Πηνελόπης Γαλανού, καθώς διασταυρώνονται οι πορείες των δύο οικογενειών εξαιτίας του διαχρονικού και ασίγαστου έρωτα του Άγι Στίλβα και της Ρουμπίνης Γαλανού.
Ο προσωπικός "ξεναγός" μας σε αυτή την συγκλονιστική, λογοτεχνική περιπλάνηση, είναι από την μία ο Άγις, ένας άνθρωπος δυναμικός, μαχητής έως τέλους, με αξιοσημείωτη στρατιωτική καριέρα ως αξιωματικός του ιππικού και με συμμετοχή σε έξι πολέμους, στους οποίους ενεπλάκη η Ελλάδα με τον έναν ή τον άλλο τρόπο και, από την άλλη, η τρυφερή, πανέμορφη Ρουμπίνη που γνωρίζει ως νοσοκόμα τον τραυματισμένο Άγι. Έναν ήρωα που, παρά την μακρόχρονη στρατιωτική θητεία του, έχει ευγενικά αισθήματα, συναισθάνεται τις αδυναμίες και τους φόβους των γύρω του, ερωτεύεται με πάθος και μία μόνο φορά στη ζωή του και κυνηγά το όνειρό του για να ενωθεί για πάντα με τον "άγγελό" του, την μοναδική Ρουμπίνη, με ασίγαστη επιμονή, υπομονή και κουράγιο. Ο Άγις Στίλβας θα μπορούσε να παρομοιαστεί με το ίδιο το ελληνικό έθνος, καθώς διαθέτει την αστείρευτη δύναμη ψυχής, το πανάρχαιο ιστορικό παρελθόν, το κουράγιο, τη γενναιότητα, την αυτοθυσία και το πάθος για την ζωή αλλά και την αγάπη για την πατρίδα του, όπως συμβαίνει και με την Ελληνική φυλή ανά τους αιώνες. Μπορεί να δέχεται συνεχή πλήγματα, χτυπήματα απρόσμενα και ύπουλα, προδοσίες και απερισκεψίες, μοιραία ή σκόπιμα σφάλματα και λανθασμένες επιλογές των εκάστοτε κυβερνώντων, αλλά πάντοτε βρίσκει εκ νέου το κουράγιο, τη γενναιότητα και την δύναμη να σηκωθεί, να σταθεί ξανά στα πόδια του και να διεκδικήσει το δίκιο του.
Το «Άκρον», του εξαίρετου λογοτέχνη Μιχάλη Γριβέα, είναι ένα από εκείνα τα μυθιστορήματα που κρύβουν μεγάλη ιστορική έρευνα στο παρασκήνιο, ευρηματική έμπνευση ώστε να συνυφανθούν αρμονικά ακριβή γεγονότα και μυθοπλασία, μια εξαιρετική χρήση της πλούσιας ελληνικής γλώσσας, ήρωες που νιώθεις πως τους έχεις γνωρίσει από κοντά και αγαπήσει, με όλα τα τρωτά τους σημεία, τις αδυναμίες αλλά και τα σπάνια χαρίσματά τους, και μία αξιοθαύμαστη ικανότητα δημιουργίας ολοζώντανων εικόνων και έντονων συναισθημάτων, εν τέλει μια ανεπανάληπτη αναγνωστική εμπειρία που χαράσσεται στο μυαλό για πάντα! Πολλά και θερμά συγχαρητήρια στον αγαπητό συγγραφέα για το αριστουργηματικό βιβλίο του, το οποίο και σας προτείνω ανεπιφύλακτα να διαβάσετε, Φίλοι μου!

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Ο χρόνος παιχνιδίζει συστρέφοντας κι επιμηκύνοντας την ιστορία της νεότερης Ελλάδας, ξεκινώντας με την απελευθέρωσή της από τους Τούρκους και φτάνοντας στο επέκεινα του 21ου αιώνα.

Άκρον: φανταστικό χωριό στο νοτιότερο κάβο της Μάνης, άκρον του πελάγους της γης και τ’ ουρανού.

Άγις: αξιωματικός του ιππικού, μαχητής έξι πολέμων, από τους Βαλκανικούς ως το 1940-41.

Ρουμπίνη: πανέμορφος άγγελος του έρωτα και του λαού.

Αντισυμβατική ιστορία πολέμων, ερώτων, αιχμαλωσιών, επαναστάσεων, που υπερβαίνει την πεζή πραγματικότητα. Οι ήρωες συνομιλούν με φαντάσματα και τα γεγονότα μπερδεύονται με μεταφυσικά οράματα. Το κραχ του 1932 μπλέκεται με την οικονομική κρίση του 2011 και η δικτατορία του Μεταξά αγκαλιάζεται με τη χούντα του Παπαδόπουλου. Ο πατριωτισμός και η αριστερά σμίγουν, σ’ ένα εκρηκτικό μίγμα, κυοφορώντας την Ελληνικότητα του μέλλοντος.


Στο απρόσμενο τέλος η ιστορική αλήθεια χορεύει ταγκό με την προφητεία για το πεπρωμένο της Ελλάδας που έρχεται...»

Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου 2017

«ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΛΕΜΟΝΙΕΣ», της Nadia Marks – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

«ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΛΕΜΟΝΙΕΣ», της Nadia Marks – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη
Εκδόσεις: Κλειδάριθμος
Σελίδες: 352
Τιμή: 13,95 €

          Υπάρχει, αλήθεια, σε μια ερωτική σχέση το "για πάντα μαζί"; Μπορεί ένας γάμος να είναι τόσο απόλυτα ταιριαστός, "ανέφελος" και ευτυχισμένος, ώστε να διαρκέσει για πάντα χωρίς ποτέ να κλυδωνιστεί; Είναι πράγματι όλοι οι άνθρωποι, ακόμα και οι πιο οικείοι μας, αυτό ακριβώς που μας παρουσιάζουν χωρίς να κρύβουν κανένα ανομολόγητο μυστικό, καμία κρυφή ιστορία, ή μήπως εμείς βιαζόμαστε να βγάλουμε συμπεράσματα και να τους κατηγοριοποιήσουμε ανάλογα με όσα βλέπουμε σε μια δεδομένη χρονική στιγμή; Και αν όλα όσα ξέραμε για τους δικούς μας ανθρώπους αποδειχθούν αποσπασματικά, ανακριβή και ψεύτικα ή εσκεμμένα καλυμμένα, θα έχουμε το θάρρος να αντικρίσουμε την αλήθεια κατάματα και να τους αποδεχτούμε όπως πραγματικά είναι, αφού ούτε κι εμείς είμαστε τέλειοι; Το νέο εξαιρετικό μυθιστόρημα «Ανάμεσα Στις Λεμονιές», το πρώτο της Nadia Marks από τις αγαπημένες εκδόσεις Κλειδάριθμος, επιχειρεί να απαντήσει σε όλα τα παραπάνω που κατά καιρούς έχουν απασχολήσει τον καθένα από εμάς.
Με μία ευρηματική μυθοπλασία η συγγραφέας μάς ταξιδεύει από την βροχερή και, συνήθως, συννεφιασμένη και ψυχρή Αγγλία σε ένα ηλιόλουστο και θερμό, μικρό ελληνικό νησί του πρόσφατου παρελθόντος και του παρόντος και, από εκεί, στην σχεδόν ολοκληρωτικά κατεστραμμένη Νάπολη του τέλους του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ηρωίδα μας η Άννα, με καταγωγή από εκείνο το μικρό ελληνικό νησί και με την καλλιτεχνική φύση της ζωγράφου, ζει με τον άντρα της Μαξ και τα δύο παιδιά της, την Κλόι και τον Άλεξ, στην Αγγλία. Η ζωή της, αν εξαιρέσεις τον πρόωρο θάνατο της Ιταλίδας μητέρας της, Ροζάρια, έχει υπάρξει πολύ καλή μαζί της. Είναι ακόμα ερωτευμένη με τον άντρα της, έχει δύο αξιολάτρευτα παιδιά στην εφηβεία και τον αγαπημένο πατέρα της, ο οποίος μένει επίσης στο Λονδίνο, και οι μόνες της έγνοιες είναι οι συνηθισμένες, καθημερινές που αντιμετωπίζουμε όλοι μας. Μέχρι που ο λατρεμένος της Μαξ παθαίνει ξαφνικά ένα έμφραγμα, το οποίο αλλάζει άρδην την αρμονία και την ηρεμία στον μικρόκοσμο της Άννας. Ο άντρας της το θεωρεί μία αδικαιολόγητη αποτυχία στην κατά τα άλλα τέλεια ζωή του και θέλοντας να επιβεβαιώσει τον ανδρισμό του και την επάνοδό του στον κόσμο των υγιών και καλοδιατηρημένων μεσηλίκων, συνάπτει εξωσυζυγική σχέση με μία συνάδελφό του, επίσης ακαδημαϊκό. Φτάνει δε στο σημείο να ζητήσει από την Άννα να χωρίσουν κι εκείνη, μην έχοντας έως τότε υποψιαστεί κάτι, θεωρεί πως κατέρρευσε ολόκληρο το σύμπαν της. Η πρόταση του πατέρα της να τον συνοδέψει κατά την επιστροφή του για διακοπές στην γενέτειρά του έρχεται σαν "από μηχανής θεός" για την απογοητευμένη Άννα, που δέχεται χωρίς δεύτερη σκέψη να επιστρέψει μαζί με τον πατέρα της στο μέρος όπου έχει περάσει όλα τα καλοκαίρια της ανέμελης παιδικής και εφηβικής ζωής της. Οι διακοπές αυτές, όμως, θα ανατρέψουν ακόμα περισσότερο τον ήδη κλυδωνισμένο κόσμο της ηρωίδας μας, καθώς θα ανακαλύψει ανομολόγητα μυστικά για την οικογένειά της και το παρελθόν του πατέρα της και θα βιώσει τον κεραυνοβόλο έρωτα με έναν άγνωστο, όπως δεν πίστευε ποτέ ότι θα μπορούσε.
Η συγγραφέας Nadia Marks μας παρασύρει σε ένα μαγευτικό ταξίδι μέσα από τις σελίδες του εξαιρετικού αυτού πρώτου μυθιστορήματός της, όπου περιπλανιόμαστε μαζί με την "μπερδεμένη" Άννα στις ομορφιές της νησιώτικης Ελλάδας του παρόντος αλλά και στις τραγικές μέρες που βίωσαν οι άνθρωποι του νησιού της κατά την Κατοχή στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Βλέπει, μέσα από τα παλιά κιτρινισμένα γράμματα που ανακαλύπτει στο μπαούλο της αγαπημένης της θείας Ουρανίας, έναν τραγικό και καταδικασμένο έρωτα δύο νέων παιδιών από αυτούς που στιγματίζουν για πάντα τους ανθρώπους και σφραγίζουν την μοίρα τους. Συνειδητοποιεί ότι οι άνθρωποι μπορούν να αγαπήσουν δυνατά και αληθινά περισσότερους από έναν ανθρώπους, χωρίς να προδίδουν στην ουσία κανέναν από αυτούς, αφού η αγάπη όταν δίνεται απλόχερα και ειλικρινά πολλαπλασιάζεται. Καταλαβαίνει ότι κάποιες φορές οι συνθήκες, οι κοινωνικές και θρησκευτικές προσταγές μπορεί να αδικήσουν μια μεγάλη αγάπη ως "απαγορευμένη" και κατακριτέα, ενώ στην ουσία δεν υπάρχει ποτέ τέτοιου είδους αγάπη. Μαθαίνει επτασφράγιστα, παλιά μυστικά για την ιστορία της Ναπολιτάνας μητέρας της και βεβαιώνεται πως, κάποιες φορές, για να επικρατήσει το δίκαιο πρέπει να διαπράξουμε κάποιες μικρότερες αλλά απαραίτητες αδικίες. Τέλος, μαθαίνει ότι η ελληνική γλώσσα με τις τέσσερις λέξεις της που εκφράζουν την αγάπη σε κάθε της μορφή, όπως η αγάπη, ο έρωτας, η φιλία και η στοργή, μπορεί να είναι τόσο πλούσια και μοναδική ώστε να δημιουργήσει άτυπα και μία πέμπτη λέξη που να περιγράφει την αγάπη για την ελευθερία και την ανεξαρτησία του ατόμου! Το μυθιστόρημα «Ανάμεσα Στις Λεμονιές» είναι ένα υπέροχο βιβλίο, τρυφερό, ταξιδιάρικο, διαχρονικό και νοσταλγικό, το οποίο θα μείνει στην μνήμη σας ανεξίτηλο σαν ένα φωτεινό, ζεστό και μυρωμένο, καλοκαιρινό απομεσήμερο μέσα σε έναν κήπο γεμάτο λεμονιές! Διαβάστε το, Φίλοι μου!   

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Μια ιστορία για τον έρωτα και την αγάπη με φόντο το γαλάζιο του Αιγαίου
Η Άννα πίστευε ότι θα ζούσε με τον Μαξ για πάντα. Έτσι, όταν ο γάμος της κλονίζεται, όλος της ο κόσμος καταρρέει. Θέλοντας να μείνει για λίγο μόνη, δέχεται την πρόταση του πατέρα της ν’ αφήσει την Αγγλία και να περάσει μαζί του το καλοκαίρι στο μικρό νησί του Αιγαίου απ’ όπου κατάγεται.
Εκεί, όμως, θ’ ανακαλύψει τυχαία κάποια παλιά γράμματα της θείας της που θα φέρουν στο φως έναν χείμαρρο οικογενειακών μυστικών, καλά κρυμμένων για πάνω από εξήντα χρόνια, και θ’ αποκαλύψουν μια συνταρακτική ιστορία που ξεκινάει από την Ελλάδα στις αρχές του 20ού αιώνα και καταλήγει στη Νάπολη με τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.
Ανάμεσα στις λεμονιές, ανάμεσα στους ήχους, τα χρώματα και τον εκτυφλωτικό ήλιο του ελληνικού καλοκαιριού, η Άννα θα μάθει πράγματα για την οικογένειά της που αγνοούσε. Πράγματα που θα τη λυτρώσουν από το παρελθόν και θα την κάνουν να δει το παρόν και το μέλλον με άλλα μάτια…
Στο πρώτο μυθιστόρημά της η Νάντια Μαρκς αφηγείται με γλαφυρότητα και ζωντάνια μια συγκινητική ιστορία που θα σας μαγέψει.»  

Η Νάντια Μαρκς (με πατρώνυμο Κιτρομηλίδη, από το κιτρόμηλο, δηλαδή το νεράντζι ή «πικρό λεμόνι») γεννήθηκε στην Κύπρο αλλά μεγάλωσε στο Λονδίνο. Πρώην διευθύντρια δημιουργικού και βοηθός αρχισυντάκτη σε κορυφαία γυναικεία περιοδικά της Μεγάλης Βρετανίας, έχει πλέον αφοσιωθεί στη συγγραφή. Είναι μητέρα δύο αγοριών και ζει στο Βόρειο Λονδίνο με τον σύντροφό της Μάικ.


Τετάρτη 30 Αυγούστου 2017

«ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΦΕΓΓΑΡΙΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ», του Πασκάλ Μπρυκνέρ – Γράφει ο Γιώργος Πανόπουλος

«ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΦΕΓΓΑΡΙΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ», του Πασκάλ Μπρυκνέρ – Γράφει ο Γιώργος Πανόπουλος
Εκδόσεις: Πατάκη
Σελίδες: 336
Τιμή: 9,30 €

Ένα περίεργο ταξίδι ξεκινά τόσο μεταφορικά όσο και κυριολεκτικά. Τέσσερις ήρωες ανταμώνουν πάνω σε ένα πλοίο για να περάσουν από τη δύση στην ανατολή. Από την μία ο Ντιντιέ και η Μπεατρίς επιζητούν να ανανεώσουν τη σχέση τους με μια εκδρομή στην Ινδία κι από την άλλη ο Φρανς και η Ρεβέκκα διασκεδάζουν την ανία της δικής τους σχέσης. Έτσι δημιουργείται ένα ερωτικό τρίγωνο που παραπαίει από το φλερτ στην ειρωνεία.
Η Ρεβέκκα, έχοντας καταλάβει ότι ο δεσμός του Ντιντιέ και της Μπεατρίς έχει φθαρεί, τον προκαλεί. Όταν εκείνος είναι έτοιμος να ενδώσει εμφανίζεται ο Φρανς και μυστηριωδώς του λέει πως εγκρίνει την ενδεχόμενη παράνομη συνεύρεση αρκεί να ακούσει την ιστορία του. Με αυτό τον τρόπο ο συγγραφέας με τη μέθοδο του εγκιβωτισμού μας μεταφέρει στο μαγευτικό Παρίσι όπου εκτυλίσσεται ο ρομαντικός έρωτας του Φρανς με τη Ρέβεκκα.
Μέσα από μια μεγάλη διαδρομή ο Πασκάλ Μπρυκνέρ θέλησε, ίσως με παράδοξο τρόπο, να καταδείξει την εξύψωση και την ταυτόχρονη εξαθλίωση του έρωτα. Ο έρωτας βρίσκει έρεισμα στον άκρατο ενθουσιασμό του πάθους της  λαγνείας, διέπεται από το φθοροποιό συναίσθημα της ζήλειας και διοχετεύεται στο τελευταίο στάδιο, με τη μεγαλύτερη ορμή στην άσπλαχνη εγκατάλειψη και το αναπόφευκτο μίσος. Σε αυτή την στιγμή βρίσκονται οι ήρωες στο τραγικό ολίσθημα της μοίρας που τους εγκαλεί να αποδείξουν το "σ’ αγαπώ" που μυριάδες φορές έχει ειπωθεί. Τότε είτε οδηγούνται σε ακρότητες, προκειμένου να αναζωπυρώσουν της στάχτη μίας σχέσης, είτε παραμένουν εγκλωβισμένοι στη δύναμη της συνήθειας, που εμπεριέχει τον κατώτερο συμβιβασμό αφού εξευτελίζει κάθε είδους ανθρώπινη επαφή και σχέση.
Σίγουρα δεν είναι ένα βιβλίο που μπορεί να διαβαστεί από όλους αλλά αξίζει να διαβαστεί πολλές φορές. Μέσω μιας τολμηρότατης ιστορίας ο Πασκάλ Μπρυκνέρ αναδεικνύει την υπέρτατη ανάγκη του ανθρώπου να εξαρτάται από κάποιον, την φρικαλέα παρόρμησή του να χτίζει φρούρια τρομοκρατίας για να διατηρήσει τον άνθρωπό του και την εξάντλησή του όταν διαπιστώνει πως κατέστρεψε δυο ανθρώπινες ψυχές. Για τον Μπρυκνέρ ο έρωτας δεν έχει αξία αν δεν φτάσει στο υπέρλαμπρο σημείο κι αν δεν δοκιμάσει όλες τις μορφές του.

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Πώς μπορεί να ξεφύγει κανείς από τη μονοτονία σε µια μακροχρόνια σχέση; Αυτό είναι στην ουσία το ερώτημα που θέτουν οι ήρωες του εμβληματικού μυθιστορήματος του Πασκάλ Μπρυκνέρ, πάνω στο πλοίο που θα τους οδηγήσει από τη Μασσαλία στην Κωνσταντινούπολη. O Φραντς αφηγείται στον συνταξιδιώτη του Ντιντιέ το χρονικό του ακραίου έρωτά του µε τη γοητευτική και μυστηριώδη Ρεβέκκα, αφήγηση που δε θα αφήσει ανέγγιχτη τη σχέση του Ντιντιέ µε τη δική του σύντροφο, την Μπεατρίς…
Διπλή ιστορία έρωτα και προδοσίας, κεκλεισμένων των θυρών, τα Μαύρα φεγγάρια του έρωτα είναι ένα μεγάλο µυθιστόρηµα για τα όρια αλλά και για τα αδιέξοδα της ιδιωτικής ζωής, όταν εκείνη συντρίβεται υπό το κράτος της ίδιας της ελαφρότητάς της.

"Μία τυχαία συνάντηση που ξεκινάει µε τη δύναµη και την ορµή του πάθους περνάει από όλες τις διαδροµές της λαγνείας και της σαρκικής εξάρτησης... Οι ήρωες του Μπρυκνέρ, ανασφαλείς και παντοδύναμοι ταυτόχρονα, παρασύρουν και άλλους στο προκλητικό και άγριο παιχνίδι τους, θέτοντας μπροστά στα µάτια τους την επιθυμία ως πειρασμό, την αγάπη ως κακόγουστο παιχνίδι και τη συνύπαρξη δύο ανθρώπων ως µία κατάσταση που δεν πρέπει να είναι γαλήνια και στατική. Μήπως χωρίς τη σκοτεινή πλευρά δεν υπάρχει ερωτικό πάθος;" Το κουτί της Πανδώρας»

Κυριακή 20 Αυγούστου 2017

«ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΩΝ ΓΛΑΡΩΝ», της Μαρίας Καραγιάννη – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

«ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΩΝ ΓΛΑΡΩΝ», της Μαρίας Καραγιάννη – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη
Εκδόσεις: Κλειδάριθμος
Σελίδες: 400
Τιμή: 14,94 €

          Κάποιες φορές δεν χρειάζεται να γνωρίζεις το πρότερο συγγραφικό έργο ενός συγγραφέα ή να έχεις συστάσεις για κάποιο πόνημά του από άλλους αναγνώστες, ώστε να πειστείς να διαβάσεις ένα συγκεκριμένο βιβλίο του το οποίο θα έρθει στα χέρια σου. Απλά κοιτάζεις το εξώφυλλο θαυμάζοντας την λιτότητα και την υποβλητική ατμόσφαιρα που αυτό αποπνέει, διαβάζεις την υπόθεση στο οπισθόφυλλο για να "εισέλθεις" κάπως στο πνεύμα και την πλοκή του βιβλίου και αφήνεσαι στο νέο, πολλά υποσχόμενο, αναγνωστικό σου ταξίδι. Στην περίπτωση του τελευταίου βιβλίου της κ. Καραγιάννη, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος με τίτλο «Το Σπίτι Των Γλάρων», μου συνέβη αυτό ακριβώς και, ειλικρινά, απόλαυσα κάθε στιγμή αυτής της αλησμόνητης, ξεχωριστής αναγνωστικής εμπειρίας.   
Ένα μυθιστόρημα με πολλά γνωστά ή άγνωστα στοιχεία της σχετικά σύγχρονης ιταλικής πραγματικότητας, από τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο και μετά, συνδυασμένα άψογα με μία ευρηματική μυθοπλασία ντυμένη με την αίγλη και τον ρομαντισμό παλαιότερων εποχών. Με έντονα στοιχεία σασπένς, μυστηρίου, καταιγιστικής περιπέτειας και γνήσιου αστυνομικού "χαρακτήρα", το δεύτερο μόλις μυθιστόρημα της χαρισματικής συγγραφέως μας ταξιδεύει στην Ρώμη προ μίας εικοσαετίας και κάτι και μας αιχμαλωτίζει στις σελίδες του από την πρώτη έως την τελευταία! Ο ξεναγός μας σε αυτή την μοναδική περιπλάνηση είναι ο μπλοκαρισμένος από έμπνευση συγγραφέας Αντρέ Κολιάν, που έως τότε δέχεται αδιαμαρτύρητα την μοίρα του αποτυχημένου λογοτέχνη, ο οποίος στερείται του απαιτούμενου συγγραφικού οίστρου ώστε να συγγράψει εκείνο το βιβλίο το οποίο θα του χαρίσει μια αξιοζήλευτη θέση στο συγγραφικό πάνθεον και στην αιωνιότητα των Γραμμάτων. Το τέλμα της συγγραφικής του πορείας, αλλά και ολόκληρης της έως τότε ανούσιας ζωής του, θα έρθει να ταράξει μία ιδιόχειρη επιστολή και μια πρόσκληση τυπωμένη σε περγαμηνή, μέσα σε έναν φάκελο σφραγισμένο με βουλοκέρι από την άγνωστή του θαυμάστρια και φανατική αναγνώστρια τού, ομολογουμένως, αποτυχημένου έργου του, Λουκία Ρόσα, η οποία τον προσκαλεί να επισκεφτεί την γκαλερί Ντόρια Παμφίλι και να αναζητήσει το έκθεμα Νο: 33…  
Ο Αντρέ, αφού αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στη λογική και την περιέργεια για την τόσο ασυνήθιστη αυτή πρωτοβουλία μιας παντελώς άγνωστής του γυναίκας, αποφασίζει να ρισκάρει μία επίσκεψη στην εν λόγω γκαλερί ώστε να δει ο ίδιος περί τίνος πρόκειται. Ο πίνακας που θα αντικρίσει με το περίεργο, συμβολικό όνομα καθώς και η καλλιτέχνιδα που τον φιλοτέχνησε θα γίνουν η αφορμή για να "ταξιδέψει" ο συγγραφέας στο μακρινό παρελθόν του, σε αναμνήσεις τόσο τρυφερές αλλά και τόσο επώδυνες ταυτόχρονα, που θα τον ταρακουνήσουν συθέμελα και θα τον "ανασύρουν" από το μακροχρόνιο τέλμα και την στείρα έμπνευσή του. Συνοδοιπόρος και συμπαραστάτρια σε αυτή την τιτάνια προσπάθεια του συγγραφέα να βρει τα ίχνη που οδηγούν στην αποκάλυψη παλαιών, καλά κρυμμένων μυστικών, δολοπλοκιών, συνωμοσιών, πλεκτανών, τρομοκρατίας και αδίστακτων, στυγερών εγκλημάτων, θα είναι η πρώην σύντροφός του, αστυνόμος Νόρα Τερεντίνο. Μαζί θα ξεκινήσουν μία δύσκολη και με πολλά εμπόδια έρευνα προσπαθώντας να βρουν την σύνδεση του πίνακα της Βερόνικα Πολάκ και της πρώτης πλατωνικής αγάπης του Αντρέ, της Εμμέλια Σόρντι, μοναχοκόρης ενός από τους πλουσιότερους και ισχυρότερους ανθρώπους της μεταπολεμικής Ιταλίας.  
Μέσα από τις σελίδες του έξοχου αυτού μυθιστορήματος θα γνωρίσουμε τις σαθρές και βρώμικες βάσεις πάνω στις οποίες οικοδομήθηκαν οικονομικοί και πολιτικοί κολοσσοί των τελευταίων δεκαετιών στην Ιταλία, θα δούμε πως η εξουσία και η δύναμη είναι συχνά συνυφασμένες και απόλυτα εξαρτημένες από την συνθηκολόγηση με πολύ "σκοτεινά" συμφέροντα και οργανώσεις που δρουν μυστικά και έχουν απλωμένα τα πλοκάμια τους παντού, όπως η επικίνδυνη Μασονία, θα διαπιστώσουμε ότι στον βωμό του χρήματος, της εξουσίας και των αρρωστημένων παθών μπορούν να θυσιαστούν οι αγνότερες των προθέσεων αλλά και τα πιο αθώα και ανυποψίαστα θύματα, ενώ θα συνειδητοποιήσουμε πως όσο και αν πασχίζει μια κοινωνία και ένα κατεστημένο να κρύψει τις ραδιουργίες, τις συνωμοσίες και τις πλεκτάνες που το κρατάνε καλά αγκιστρωμένο στα πόστα της εξουσίας, στο τέλος, η "δυσωδία" όλων αυτών των εγκλημάτων θα βρει τον τρόπο να φτάσει στις ευαίσθητες, ορθάνοιχτες "μύτες" που θα ενοχληθούν, που δεν θα σκύψουν το κεφάλι και θα απαιτήσουν δικαιοσύνη και δικαίωση για κάθε διαπραχθείσα αδικία. «Το Σπίτι Των Γλάρων» είναι ένα από εκείνα τα εξαιρετικά μυθιστορήματα που καθηλώνει τον αναγνώστη, τον συγκινεί, τον αναγκάζει να συμπάσχει με τους ήρωες σε κάθε πάθημα και κάθε αγωνία τους και, τέλος, αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση καθώς η ανάγνωσή του τελείωσε απογοητευτικά… γρήγορα! Πολλά και θερμά συγχαρητήρια στην συγγραφέα και σας προτείνω να το διαβάσετε, Φίλοι μου!  

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Μια καταιγιστική ιστορία μυστηρίου όπου η διαφθορά, η βία και η κατάχρηση εξουσίας συγκρούονται με την έμπνευση και τον παντοτινό έρωτα

Μια παράξενη πρόσκληση σε μια γκαλερί οδηγεί έναν συγγραφέα στα χνάρια της Εμμέλια, του νεανικού του έρωτα, και τότε θα πέσει στα χέρια του ένα σημείωμά της:
Τυρρηνική θάλασσα, νήσος Πόντζα, 30-6-1979.

Κάποτε είχα ακούσει τον πατέρα μου να λέει πως τίποτε δεν κρατάει για πάντα στη ζωή. Τίποτε... εκτός από τις τύψεις. Έπρεπε να περάσουν χρόνια ολόκληρα μέχρι να καταλάβω το νόημα εκείνων των λέξεων... Κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει την αξία της ζωής, ώσπου να νιώσει τη βρομερή ανάσα του θανάτου να ψιθυρίζει το όνομά του. Δεν φοβάμαι πια, μαμά. Το μόνο που αισθάνομαι είναι κούραση και μια γλυκιά προσμονή πως πολύ σύντομα τα φαντάσματα που στοίχειωσαν τη νιότη μου θα με αφήσουν επιτέλους ελεύθερη. Το όνομά μου είναι Εμμέλια, κι όταν θα διαβάζετε αυτές τις γραμμές θα είμαι ήδη νεκρή.

Αυτοκτονία ή δολοφονία; Δεκαπέντε χρόνια μετά τον θάνατο της Εμμέλια, κόρης του πανίσχυρου βιομήχανου Φραντσέσκο Σόρντι, ένας συγγραφέας και μία αστυνόμος αναζητούν την απάντηση.

Με σαγηνευτική γραφή η χαρισματική συγγραφέας πλέκει ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα με φόντο τις πιο σκοτεινές σελίδες της πρόσφατης Ιστορίας της Ιταλίας...»

Πέμπτη 10 Αυγούστου 2017

Συνέντευξη με την ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΡΟΥΣΣΟΥ - Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

κ. Χριστίνα Ρούσσου
          Την αγαπητή κ. Χριστίνα Ρούσσου την "γνώρισα" μέσα από το πρώτο συγγραφικό της πόνημα, την ανεπανάληπτη «Ντουλμπέρα», ένα μυθιστόρημα που με σαγήνευσε από τις πρώτες κιόλας σελίδες του και που ακόμα σεργιανίζει μέσα στο μυαλό μου κατά καιρούς. Αργότερα είχα την τύχη και την χαρά να γνωρίσω από κοντά την γλυκύτατη συγγραφέα, όταν με τίμησε ζητώντας μου να πω λίγα λόγια για το βιβλίο της σε κάποια από τις παρουσιάσεις του. Επόμενο και φυσικό ήταν να ενθουσιαστώ όταν έμαθα ότι εκδόθηκε το δεύτερο μυθιστόρημά της με τίτλο «Στα Πέρατα Της Αντοχής», από τις αγαπημένες εκδόσεις Μεταίχμιο και πάλι, το οποίο μάλιστα αποτελεί το πρώτο μέρος της σχετικής διλογίας της. Για μία ακόμη φορά η συγγραφέας με μάγεψε με την ξεχωριστή, ολοζώντανη γραφή της, με το πάντρεμα της Ιστορίας με την μυθοπλασία και με μία υπόθεση ευρηματική που αιχμαλωτίζει το ενδιαφέρον από την αρχή μέχρι το τέλος. Δεν θα γράψω περισσότερα για το καθένα από τα δύο συναρπαστικά βιβλία της αγαπητής συγγραφέως, καθώς μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρες τις κριτικές μου στο τέλος κάθε βιβλίου στην σχετική εργογραφία της συγγραφέως, στο τέλος της συνέντευξης. Αυτό, όμως, που θα γράψω μετά απόλυτης βεβαιότητας είναι πως, όπως η ίδια η συγγραφέας μας ανέφερε στην πρώτη απάντησή της, «η μισή Ελλάδα γράφει μυθιστορήματα και η άλλη μισή θέλει να γράψει», προσθέτοντας πως κάποιοι από όσους γράφουν μυθιστορήματα δεν θα έπρεπε καν να ασχολούνται με το αντικείμενο… Είναι απόλυτα σίγουρο, όμως, πως η αγαπητή κ. Ρούσσου διαθέτει το συγγραφικό χάρισμα, την ικανότητα και την φαντασία να συγγράφει εξαιρετικά μυθιστορήματα με διαφορετικά ιστορικά φόντα, χαρίζοντάς μας ανεπανάληπτες αναγνωστικές εμπειρίες. Την ευχαριστώ θερμά για το χρόνο που διέθεσε απαντώντας στο ερωτηματολόγιό μου για τους «Φίλους Της Λογοτεχνίας», της εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία στο εξαιρετικό «Στα Πέρατα Της Αντοχής» και σας προσκαλώ να διαβάσετε τις απαντήσεις της, ώστε να γνωρίσετε κι εσείς λίγο καλύτερα την εξαίρετη κ. Χριστίνα Ρούσσου και το έργο της!

1) Αγαπητή κ. Ρούσσου, τις θερμές μας ευχές για το νέο μυθιστόρημά σας που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, με τίτλο «Στα Πέρατα Της Αντοχής». Ποιό ήταν το έναυσμα για την ενασχόλησή σας με τον κόσμο της λογοτεχνίας και το αντικείμενο της συγγραφής;

Πρώτα, σας ευχαριστώ για τις ευχές! Η απάντησή μου μάλλον δεν είναι πρωτότυπη! Θα πω κι εγώ, όπως πολλοί, πως από μικρή μου άρεσε να γράφω! Άκουσα κάποτε να λέει κάποιος «η μισή Ελλάδα γράφει μυθιστορήματα και η άλλη μισή θέλει να γράψει»! Τώρα αν πρέπει να θυμηθώ την ηλικία, περίπου στα 14-15 ήμουν. Άρχισα με ολιγοσέλιδες ιστορίες που ήταν αντίθετες με κάτι όχι ευχάριστο, που βίωνα σε κάποια χρονική περίοδο. Με βοηθούσε η γραφή να βγαίνω από την πραγματικότητα που δεν μου άρεσε και να πλάθω μιαν άλλη "στα μέτρα μου". Μετά τα σαράντα μου χρόνια, άρχισα να πλάθω μικρά διηγήματα, χρονογραφήματα, διαλόγους και ποιήματα. Πέρασε καιρός μέχρι να τολμήσω να τα δείξω, και όχι όλα, σε κάποιους δικούς μου ανθρώπους. Τα σχόλια που έλαβα ήταν θετικά και πήρα θάρρος. Έτσι αποφάσισα να γράψω την «Ντουλμπέρα», το πρώτο μου μυθιστόρημα. 

2) Από πού αντλείτε την έμπνευση για κάθε έργο σας και κάθε χαρακτήρα και πόσο δύσκολο είναι να σταχυολογήσετε τις απαραίτητες πληροφορίες, όταν αυτές απαιτούνται, ώστε να συνδυάσετε τυχόν ιστορικά γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία στα βιβλία σας;

Διαβάζω αρκετά, μ’ αρέσει να διαβάζω Ιστορία, έχω ταξιδέψει επίσης αρκετά και έχω βιώσει διάφορες καταστάσεις έντονες κατά καιρούς, δικές μου και φίλων. Αυτό το αλισβερίσι με τη ζωή είναι η έμπνευσή μου για την πλοκή, και οι πραγματικοί ανθρώπινοι χαρακτήρες που κατά καιρούς με εντυπωσιάζουν μου δίνουν υλικό για να πλάσω τους ήρωες. Όταν χτίζω μια μυθοπλασία, μ’ αρέσει να τη βάζω σε πραγματικούς χρόνους και τόπους, ώστε να επηρεάζεται η πλοκή απ’ την εποχή που διαδραματίζεται. Αυτό έχει τις δυσκολίες του γιατί, ιστορικός δεν είμαι, αλλά πρέπει να μεταφέρω κάποιο ιστορικό γεγονός σωστά, χωρίς λάθη. Για να το πετύχω, χρειάζεται πολύ διάβασμα! Για να σας δώσω ένα παράδειγμα, μπορεί να αναφέρω κάποιο ιστορικό γεγονός σε δύο μόνο σειρές, αλλά για να τις γράψω αυτές τις σειρές, να έχω περάσει δύο βδομάδες, ίσως και περισσότερο, διαβάζοντας και ψάχνοντας. 

3) Συνήθως, οι περισσότεροι συγγραφείς είτε έχουν σπουδάσει κάποιο αντικείμενο, είτε ασκούν ως επάγγελμα κάτι εντελώς διαφορετικό από την συγγραφική τους ιδιότητα. Θα θέλατε να μας μιλήσετε σχετικά με αυτό και να μας πείτε πόσο αρμονικός είναι ο συνδυασμός όλων αυτών και κατά πόσο αλληλοεπηρεάζονται οι επιμέρους ιδιότητές σας;

Η συγγραφή είναι τρόπος έκφρασης. Αν αισθανθείς την ανάγκη να γράψεις, ο χρόνος θα βρεθεί και δεν υπάρχει περίπτωση να μπερδέψεις το γράψιμο με οτιδήποτε άλλο κάνεις. Μπορεί να συνυπάρχουν αρμονικά. Τα τελευταία τρία χρόνια, ασχολούμαι  αποκλειστικά με το γράψιμο.

4) Έχετε συμπεριλάβει ποτέ στα βιβλία σας κάποια προσωπικά σας βιώματα; Στο νέο σας βιβλίο, το οποίο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, πόσο εύκολη, ή επώδυνη ήταν η αντικειμενική προσέγγισή τους συγγραφικά;

Τα νέο μου μυθιστόρημα «Στα πέρατα της αντοχής» δεν βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Οι χρόνοι, οι τόποι και τα ιστορικά γεγονότα είναι πραγματικά, η πλοκή είναι καθαρή μυθοπλασία.

5) Στο τελευταίο βιβλίο σας, όπως και στο προηγούμενο, την αλησμόνητη «Ντουλμπέρα», καταπιαστήκατε με πολλά ενδιαφέροντα θέματα ενώ συνήθως η μυθοπλασία σας πλαισιώνεται από εξαιρετικά σημαντικά ιστορικά γεγονότα. Ποιά θεωρείτε ως την πιο σημαντική, ίσως και ανεξάντλητη, "πηγή ιδεών" για έναν συγγραφέα;

Η έμπνευση έρχεται από την ίδια την πραγματικότητα που με περιβάλλει, όπως έγραψα και στη δεύτερη ερώτησή σας.

6) Πιστεύετε πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο για τη συγγραφή ενός βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο, η φαντασία και οι εμπειρίες του συγγραφέα;

Το επιστημονικό υπόβαθρο είναι πολύ σημαντικό, αλλά κι αυτό πρέπει να εξελίσσεται. Αν κάποιος τελείωσε τη Φιλοσοφική, ας πούμε, και μετά δεν συνέχισε να ασχολείται με αυτό που σπούδασε, μπορεί να γνωρίζει λιγότερα από έναν άλλο που δεν σπούδασε αλλά συνεχώς διαβάζει. Η γνώση δεν έχει όρια, είναι μια συνεχής προσπάθεια μάθησης και δεν υπάρχει άνθρωπος που να τα ξέρει όλα! Μεγάλη υπόθεση το ταλέντο αλλά, και από μόνο του, αν δεν καλλιεργηθεί, δεν θα μπορέσει να απλωθεί. Όσο για τη φαντασία, δεν νομίζω να υπάρχουν άνθρωποι χωρίς αυτή και χωρίς εμπειρίες. Όλοι λίγο ή πολύ, αφού υπάρχουμε, βιώνουμε ή είμαστε θεατές διάφορων καταστάσεων. Προσωπικά, μ’ αρέσει να παρατηρώ τους ανθρώπους στην καθημερινότητά τους, τις συμπεριφορές τους. Μια κίνηση, μια λέξη μπορούν να αποκαλύψουν πολλά! 

7) Υπάρχει κάποιο μοτίβο ως προς το πότε σας "επισκέπτεται" η συγγραφική σας  έμπνευση; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα, διάθεση, ή τόπος ίσως, που να σας προδιαθέτει να γράψετε, ή είναι κάτι που "ρέει" αβίαστα από μέσα σας συνέχεια; 

Φυσικά και θέλω ησυχία, μ’ ενδιαφέρει να είναι καθαρός ο χώρος, δεν μπορώ την ακαταστασία με τίποτα, μου είναι αδύνατο να συγκεντρωθώ! Καθημερινά γράφω και διαβάζω για πολλές ώρες, ίσως λίγο περισσότερος χρόνος αναλογεί στο διάβασμα. Ακόμα και όταν πρέπει να ταξιδέψω, παίρνω μαζί μου μέχρι και τα αρχεία που χρησιμοποιώ στην κάθε «ιστορία» που γράφω. Τώρα, θα μου πείτε, γιατί δεν τα έχω μέσα στον υπολογιστή, να γλιτώσω και το βάρος! Δεν μπορώ να διαβάζω Ιστορία απ’ την οθόνη, θέλω να τραβώ γραμμές, να σημειώνω στο πλάι.

8) Όταν ολοκληρώνετε ένα νέο βιβλίο σας αρκείστε μόνο στη δική σας γνώμη και αξιολόγηση, πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του, ή αναζητάτε πρώτα την άποψη κάποιου οικείου σας προσώπου την κρίση του οποίου εμπιστεύεστε;

Καθώς το γράφω, πριν ακόμη το ολοκληρώσω, το διαβάζουν τα παιδιά μου, η Μαρία και ο Χρήστος, και έχω να σας πω ότι με επηρεάζουν πολύ (έχει τύχει να σβήσω και 30.000 λέξεις εξαιτίας τους!), και δύο φίλοι καλοί που εμπιστεύομαι την κρίση τους. Μόλις ολοκληρωθεί, τον πρώτο λόγο έχει η υπεύθυνη ελληνικής πεζογραφίας στις εκδόσεις Μεταίχμιο, η Ελένη Μπούρα, και στη συνέχεια η επιμελήτρια Ειρήνη Χριστοπούλου.

9) Από τα μυθιστορήματά σας  υπάρχει κάποιο το οποίο ξεχωρίζετε, στο οποίο ίσως έχετε μεγαλύτερη αδυναμία και γιατί; Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για τα βιβλία σας και, γιατί όχι, την ιστορία "πίσω από την ιστορία" κάποιων από αυτά;

Δεν έχω γράψει και πολλά!!! Δύο μέχρι τώρα, ελπίζω σε περισσότερα στο μέλλον! Η «Ντουλμπέρα» πάντα θα είναι το πρώτο μου συγγραφικό παιδί! Θα το έχω λίγο πιο καλομαθημένο! Μα μια μάνα αγαπάει το ίδιο τα παιδιά της, όσα κι αν έχει. Την «Ντουλμπέρα» την έγραψα εμπνευσμένη απ’ τους Έλληνες ευεργέτες, που στην πλειοψηφία τους ήταν Βλάχοι. Το καινούργιο μου «Στα πέρατα της αντοχής» το ξεκίνησα όταν τυχαία βρήκα, ανάμεσα σε παλιές φωτογραφίες, ένα βιβλιάριο από τράπεζα της Νέας Υόρκης με χρονολογία 1896! Ήταν του παππού μου, που μετανάστευσε απ’ τους πρώτους για τη γη της επαγγελίας, εκείνη τη χρονιά.

10) Η συγγραφέας Χριστίνα Ρούσσου βρίσκει το χρόνο να διαβάζει για δική της ευχαρίστηση και όχι μόνο για έρευνα πάνω σε κάποιο μελλοντικό βιβλίο της; Εφόσον συμβαίνει αυτό, ποιό είδος λογοτεχνίας προτιμάτε περισσότερο ως αναγνώστρια και γιατί;

Πρώτη θέση στην προτίμησή μου έχουν τα ιστορικά μυθιστορήματα. Ακολουθούν όλα τα άλλα.

11) Θυμάστε το πρώτο σας ανάγνωσμα το οποίο σας "παρέσυρε" στον κόσμο της λογοτεχνίας; Υπάρχει κάποιο απόφθεγμα από βιβλίο το οποίο να καθόρισε την μετέπειτα ζωή σας; Έχετε δεχθεί κάποιες επιρροές από κάποιους ομότεχνούς σας, έλληνες ή ξένους, σύγχρονους ή κλασσικούς, στο δικό σας τρόπο γραφής, ύφους ή θεματολογίας;

Τα πρώτα βιβλία ήταν «Το καπλάνι της βιτρίνας» της Άλκης Ζέη και το «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα» του Μενέλαου Λουντέμη. Απόφθεγμα, ναι υπάρχει, είναι του Καζαντζάκη «δύναμη είναι να κρατάς τη δύναμή σου», απ’ το θεατρικό του έργο «ΚΟΥΡΟΣ» ή «ΘΗΣΕΑΣ». Μ’ έχει επηρεάσει ο Καραγάτσης και ο νεότερος Νίκος Θέμελης.

12) Ποιά είναι τα αγαπημένα σας βιβλία και συγγραφείς; Από την ελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία υπάρχει κάποιο βιβλίο το οποίο έχετε λατρέψει,  το οποίο "ζηλεύετε" ως λογοτεχνικό έργο και θα θέλατε, ή ονειρεύεστε να είχατε συγγράψει εσείς;

Όλων των συγγραφέων που αναφέρω παρακάτω λάτρεψα τα βιβλία τους. Από Έλληνες πρώτος και καλύτερος ο Καζαντζάκης, ακολουθούν οι Καραγάτσης, Θέμελης και πολλοί άλλοι, η ποίηση του Παλαμά με τις ωραίες λέξεις και της Κικής Δημουλά. Από ξένους συγγραφείς αγαπώ τους Χένρι Μίλερ, Τζορτζ Έλιοτ, Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, Έρνεστ Χέμινγουεϊ Τζορτζ Όργουελ, Φρανς Κάφκα, Γουίλιαμ Φόκνερ, Ζιλμπέρ Σινουέ. Διαβάζω πολύ και θεατρικούς συγγραφείς με τον Ίψεν να κρατάει για χρόνια την πρώτη θέση, και τον Πιραντέλο να ακολουθεί αμέσως μετά.

13) Πιστεύετε πως ο συγγραφέας πρέπει να ταξιδεύει ώστε να έχει κάποια βιώματα από τις χώρες και τις τοποθεσίες τις οποίες, τυχόν, περιγράφει στα βιβλία του και πόσο εφικτό είναι αυτό στην πράξη κατά τη γνώμη σας; Είναι απαραίτητο κάτι τέτοιο, απλά και μόνο, για την "διεύρυνση των οριζόντων" του;

Ναι, το πιστεύω. Να ταξιδεύει, να γνωρίζει νέους τόπους, να μπερδεύεται με ανθρώπους, σε καταστάσεις, αλλά το σημαντικότερο όλων, να διαβάζει και όχι ένα είδος λογοτεχνίας ή μόνο λογοτεχνία. Να διαβάζει τα πάντα.

14) Θεωρείτε ότι ο συγγραφέας θα πρέπει να ασχολείται με διαφορετικά είδη λογοτεχνίας και να "πειραματίζεται" θεματολογικά, ρισκάροντας το υπάρχον αναγνωστικό του κοινό, ή θα όφειλε να εμμένει στο είδος που τον έχει καθιερώσει;

Πιστεύω ότι είναι θέμα ψυχικής ανάγκης με ποιο είδος λογοτεχνικό θέλει να εκφραστεί, κάθε φορά. Η εξέλιξη είναι το σημαντικότερο, είτε παραμείνει σε ένα λογοτεχνικό είδος είτε πειραματιστεί με ένα άλλο. Δεν υπάρχουν φραγμοί και όρια. Όταν κάποιος γράφει, κατά την άποψή μου πάντα, πρώτα πρέπει να αισθάνεται καλά με τις λέξεις που βγαίνουν από μέσα του, να τον εκφράζουν και να μη σκέφτεται αν θα αρέσουν στους άλλους, γιατί αυτό μπορεί να του δημιουργήσει άγχος και στο τέλος να τον μπλοκάρει. Αν νομίζει ότι θα αποδώσει καλύτερα γράφοντας μια αστυνομική ιστορία, ενώ ως τότε έγραφε ιστορικά μυθιστορήματα, γιατί να μη το κάνει;

15) Πιστεύετε πως οι συγγραφείς οφείλουν να προβληματίζουν τους αναγνώστες "αφυπνίζοντας" τη σκέψη τους, ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε να είναι απλά και μόνο ψυχαγωγικός; Εσείς, ποιά μηνύματα επιδιώκετε να "περάσετε" στους αναγνώστες σας και σε ποιό είδος αναγνωστικού κοινού, συνήθως, απευθύνεστε μέσα από το συγγραφικό έργο σας;

Φυσικά και θέλω να "πάρει" κάτι καλό ο αναγνώστης, να σταθεί και να σκεφτεί κάποιο σημείο. Αλλά ό,τι κι αν "πάρει" και μόνο που πέρασε "καλά", που του έκανα παρέα και ξέφυγε απ’ την καθημερινότητα, είναι κάτι. Άλλωστε, ο κάθε άνθρωπος αντιλαμβάνεται διαφορετικά τα πάντα γύρω του. Μπορεί εγώ να θέλω να περάσω κάποιο συγκεκριμένο μήνυμα, όπως το αντιλαμβάνομαι, μα κάποιος που θα το διαβάσει, να το εκλάβει διαφορετικά, ίσως και καλύτερα απ’ ό,τι το σκεφτόμουνα όταν το έγραφα! Ο Ξενόπουλος κάποτε δήλωσε ότι τον ενδιαφέρει τα γραπτά του να τα διαβάζουν με την ίδια ευχαρίστηση οι μαθητές του γυμνασίου και ο κύριος Παλαμάς. Πολύ μου αρέσει αυτή η "γραμμή" του Ξενόπουλου.   

16) Θεωρείτε πως η σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για έναν συγγραφέα και, ειδικότερα, οι τόσο δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε τελευταία στην πατρίδα μας; Ή μήπως το ζητούμενο από τους αναγνώστες είναι ακριβώς η "φυγή" από αυτήν την ζοφερή πραγματικότητα;

Ο καθένας λαμβάνει διαφορετικά την έμπνευση. Προσωπικά, πιο πολύ με εμπνέει το παρελθόν απ’ το δυσάρεστο παρόν. Προτιμώ να ξεφεύγω με ιστορίες παλιές και να περιμένω το μέλλον να γράψει για το παρόν που ζούμε.

17) Στην σύγχρονη πραγματικότητα και στην εποχή της άκρατης τεχνολογίας ποιά θεωρείτε πως είναι η θέση του λογοτεχνικού βιβλίου; Περνάει τελικά το βιβλίο κρίση στη χώρα μας ή διεθνώς και τί θα μπορούσαμε να κάνουμε ώστε να γίνει πιο προσιτό στο αναγνωστικό κοινό και ιδιαίτερα στους νέους;

Αυτό που βλέπω, δυστυχώς, είναι ότι οι νέοι άνθρωποι δεν διαβάζουν πολλή λογοτεχνία. Τους αρέσει να ξοδεύουν τον χρόνο τους παρακολουθώντας μια ξένη σειρά, απ’ αυτές που "κατεβάζουν" στον υπολογιστή. Η σχέση τους με τον υπολογιστή τούς οδήγησε στο διαζύγιο με τη λογοτεχνία. Τι να σας πω, δεν ξέρω τι θα μπορούσε να αντιστρέψει αυτήν την κατάσταση. Δεν το βλέπω εύκολο.

18) Είχατε κάποιους "ενδοιασμούς" όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας βιβλίο προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς την αποδοχή που θα τύχαινε αυτό από το αναγνωστικό κοινό; Η θεματολογία των βιβλίων σας, πιστεύετε πως παίζει τον δικό της ρόλο στην αποδοχή αυτή;

Είχα τρομερό και φοβερό άγχος μέχρι να πάρω απάντηση απ’ το Μεταίχμιο. Και ήταν ένα μεσημέρι καυτό, καλοκαιρινό, όταν μου τηλεφώνησαν! Στη συνέχεια, τραγουδούσα κλαίγοντας!!!!!!!!!!!! Κι αργότερα, με το που εκδόθηκε, καινούργιο άγχος με κατέκλυσε για το αν θα αρέσει ή όχι. Τελικά όλα πήγαν καλά, οι κριτικές ήταν πολύ καλές, τα μηνύματα που λάμβανα και ακόμη λαμβάνω είναι εξαιρετικά και… χαίρομαι!

19) Εσείς, με  την έως τώρα πείρα σας στον χώρο της συγγραφής, τί θα συμβουλεύατε όλους τους νέους επίδοξους συγγραφείς, που ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα βιβλίο τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων και, ιδιαίτερα, εν μέσω αυτής της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας;

Είμαι πολύ "καινούργια" στον χώρο αυτό ώστε να μπορώ να δώσω συμβουλές! Τα όνειρα τρέφονται απ’ τις ελπίδες και μπορούν κάποια να γίνουν πραγματικότητα.

20) Κλείνοντας και, αφού σας ευχαριστήσω θερμά για την τιμή της παραχώρησης  αυτής της συνέντευξης, θα ήθελα να σας ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία σε όλα σας τα βιβλία και ειδικότερα, στο νέο μυθιστόρημά σας «Στα Πέρατα Της Αντοχής», και να σας ρωτήσω για τα άμεσα συγγραφικά σας σχέδια. Τί να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον;

Ετοιμάζω τη συνέχειά του (θα γίνει διλογία) και ταυτόχρονα με έναν καλό μου φίλο γράφουμε σενάριο κωμικής σειράς που θα παίξει τον χειμώνα στην τηλεόραση, δεν γράφω παραπάνω! Σας ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο που μου διαθέσατε και για τις όμορφες ευχές!
 
Βιογραφία Χριστίνας Ρούσσου:

Η Χριστίνα Ρούσσου γεννήθηκε τα Χριστούγεννα του 1964 στη Νάουσα Ημαθίας. Σπούδασε οικονομικά, πιάνο και ζωγραφική. Έχει κάνει τρεις ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής, εκπομπές στο ραδιόφωνο, ενώ για μεγάλο χρονικό διάστημα ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη χρυσοχοΐα. Μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα στη Νάουσα και τη Θεσσαλονίκη. Από τις εκδόσεις Μεταίχμιο κυκλοφορεί επίσης το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο Ντουλμπέρα.


Εργογραφία Χριστίνας Ρούσσου:

«ΣΤΑ ΠΕΡΑΤΑ ΤΗΣ ΑΝΤΟΧΗΣ» (2017)
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες: 464
Τιμή: 14,94 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Λίγο πριν το ξεκίνημα του 20ού αιώνα τα αδέρφια Μακρή, ο Αχιλλέας και ο Νίκος, από τη Νάουσα της τουρκοκρατούμενης ακόμα Μακεδονίας, φτάνουν στα πέρατα του κόσμου, στην Αμερική, κυνηγώντας μια καλύτερη ζωή. Στο ταξίδι τους θα συναντήσουν τον Αντώνη - εκείνος κατάγεται από την Έδεσσα, και θέλει να συνεχίσει τις σπουδές του στην Αμερική. Τα χρόνια θα περάσουν, οι πορείες τους θα συγκλίνουν συχνά και η φιλία τους θα είναι η μόνη σταθερά στο περιπετειώδες διάβα τους. Από τη Νέα Υόρκη στην Αθήνα, τη Μακεδονία και τη Ζάκυνθο, και αποκεί στην κοιλάδα του γαλλικού Λίγηρα, τα πρόσωπα θα πληθαίνουν και θα μπλέκονται σαν ιστός. Όταν πια η τρικυμία του Δευτέρου Παγκόσμιου Πολέμου θα κοπάσει, ένα μυστικό θα τους φέρει αντιμέτωπους με το παρελθόν ξανά. Και τότε οι αντοχές τους θα φτάσουν στα όρια.»

Διαβάστε την κριτική μου για το βιβλίο στους «ΦΙΛΟΥΣ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ» στον ακόλουθο σύνδεσμο:

«ΝΤΟΥΛΜΠΕΡΑ» (2015)
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες: 520
Τιμή: 15,93 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Και έφτασα τώρα στα τελευταία της ζωής μου να νοσταλγώ, να θυμάμαι, να θυμώνω, να λυπάμαι και να εξακολουθώ να ζω. Η πλάτη μου γεμάτη απ' το φορτίο που κουβαλάει χρόνια. Δεν ξέρω πώς θα ήμουν με λιγότερο βάρος στην πλάτη μου. Λένε πως σου έρχονται τόσα όσα μπορείς να σηκώσεις. Και ποιος το κρίνει αυτό;»

Μέσα απ’ τα ημερολόγια της Αορίκας Ζιώππα-Κωνσταντίνου ξεδιπλώνεται η πολυτάραχη ιστορία δύο οικογενειών απ’ τις αρχές του 19ου μέχρι το ξημέρωμα του 21ου αιώνα. Η Αορίκα, η ντουλμπέρα, όπως την αποκαλούσαν στα βλάχικα, μια γυναίκα έξυπνη, όμορφη και δυναμική, κατορθώνει να επιβληθεί και να κατακτήσει τον σεβασμό και την αποδοχή του ανδροκρατούμενου κόσμου του εμπορίου. Η κοσμοπολίτικη διαδρομή της ξετυλίγεται με σταθμούς τη Νέβεσκα (Νυμφαίο Φλώρινας), τη Βιέννη, την Αλεξάνδρεια και την πολυεθνική Θεσσαλονίκη, σημεία όπου ανθούν οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των Βλάχων, ενώ ο έρωτας, δυνατός, καθοριστικός, πολλές φορές παράνομος ή απαγορευμένος, είναι πάντοτε παρών.»

Διαβάστε την κριτική μου για το βιβλίο στους «ΦΙΛΟΥΣ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ» στον ακόλουθο σύνδεσμο:

«ΑΝΤΙΟ, ΓΛΥΚΙΑ ΠΑΤΡΙΔΑ», του Αχμέτ Ουμίτ – Γράφει η Λία Μίλτου

«ΑΝΤΙΟ, ΓΛΥΚΙΑ ΠΑΤΡΙΔΑ», του Αχμέτ Ουμίτ – Γράφει η Λία Μίλτου
Εκδόσεις: Πατάκη
Σελίδες: 688
Τιμή: 17,91 €

Ένα εξαιρετικό ιστορικό και πολιτικό μυθιστόρημα από τον Αχμέτ Ουμίτ με κέντρο αφήγησης τη Θεσσαλονίκη. Οι επιστολές του Μουσουλμάνου Σεχσουβάρ Σαμί, γεννημένου στη Θεσσαλονίκη, στην Εβραία αγαπημένη του Έστερ, που μένει στο Παρίσι ύστερα από το χωρισμό τους. Περιγράφει την δραματική εικοσαετή διαδρομή του σαν στέλεχος και οπλοφόρος του Κομιτάτου της Ένωσης και της Προόδου για την επανάσταση και την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την επανίδρυση της Συνταγματικής μοναρχίας το 1908, μέχρι την αυτοκτονία του ένα μελαγχολικό φθινόπωρο του 1926.
Η Γαλλίδα ποιήτρια, η αγαπημένη του, Έστερ Ντοφίν, θα γράψει το 1931: «Όλοι μας θα πεθάνουμε. Μετά το θάνατό μας, άλλοτε μένουν οι αναμνήσεις που θα σκορπιστούν στον άνεμο και άλλοτε τα αλησμόνητα έργα…» Οι επιστολές είναι μια βαθιά ψυχολογική ενδοσκόπηση του ήρωα. Πώς από ευαίσθητος συγγραφέας και ποιητής μεταμορφώνεται στην οργάνωση σε στυγνό πιστολά, που δεν διστάζει να σκοτώσει, για να μην σκοτωθεί: «Εκείνη τη νύχτα που πάτησα πρώτη φορά τη σκανδάλη, βγήκε στην επιφάνεια ο άνθρωπος των σπηλαίων που έκρυβα μέσα μου! Αισθανόμουν δυνατός και χρησιμοποίησα τη δύναμή μου σε έναν ιερό αγώνα, να γλιτώσω την Πατρίδα μου από την καταστροφή, να καταστήσω ελεύθερο το Έθνος μου, να ξαναγράψω την Ιστορία!...»
Σπαρακτική εξομολόγηση του κουρασμένου μετά μια εικοσαετία επαναστάτη Κομιτατζή. Όλες οι επιστολές του είναι ωδή στον έρωτα. Δεν προσδοκούσα τόσο λυρισμό από έναν Ανατολίτη συγγραφέα και με άφησε εκστατική αυτή η ποίηση που πλημμυρίζει κάθε σελίδα του βιβλίου: «… θα μπορούσα να διεκδικήσω αυτόν τον έρωτα, δεν μπόρεσα να το κάνω, παρασύρθηκα από την έλξη της επανάστασης… Υπήρχαν δυο Σεχσουβάρ, αγαπημένη. Ο ένας ήταν ο νεαρός συγγραφέας, που σου είχε αφιερώσει την ψυχή του και ο δεύτερος ένας παρασυρμένος από τον άνεμο της Ιστορίας επαναστάτης!...»
Συγκλονιστικός και ο αξιωματικός διοικητής του, Μπασρί μπέη, όταν για να καταλαγιάσει τη φουρτούνα που μαίνονταν μέσα του, προσπαθούσε να οδηγήσει την καρδιά του σε απάνεμα λιμάνια: «Άνθρωποι σαν εμάς, Σεχσουβάρ, όσο κι αν αγαπήσουν, δεν μπορούν να περάσουν τη ζωή τους στην αγκαλιά μιας γυναίκας… Εμείς είμαστε παιδιά του ανέμου!...»
Ένα βιβλίο ποταμός και μια εκ των έσω δριμεία κριτική για τα πολιτικά παιχνίδια εξουσίας και τις μηχανορραφίες στο σκοτεινό παρασκήνιο. Ένα πολυσέλιδο μυθιστόρημα που αφορά τη θεματική της Πατρίδας. «Η Πατρίδα δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο τρόπος ζωής μας…» τονίζει ο συγγραφέας σε συνέντευξή του σε Έλληνα δημοσιογράφο με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία του βιβλίου του.
Για αυτή την Πατρίδα αγωνίστηκε ο Σεχσουβάρ. Θυσίασε και θυσιάστηκε για τα ιδανικά του, την αδελφοσύνη, την ισότητα και τη δικαιοσύνη. Έζησε για 20 χρόνια μια ταραχώδη ζωή συμμετέχοντας σε ιστορικά γεγονότα της Παγκόσμιας Ιστορίας: Τη μεγάλη εξέγερση στην Κωνσταντινούπολη, που πνίγηκε στο αίμα, την εκθρόνιση του Σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ και την εξορία του στη Θεσσαλονίκη με συνοδό ασφαλείας τον Σεχσουβάρ. Την συμμετοχή και τον τραυματισμό του στον πόλεμο με τους Ιταλούς στην Τρίπολη της Λιβύης. Την ηρωική απόφασή του να πυροβολήσει τον βαριά τραυματισμένο διοικητή του, ο οποίος τον εκλιπαρούσε να τον απαλλάξει από το μαρτύριο και να μην πέσει στα χέρια του εχθρού. Στους Βαλκανικούς πολέμους υπηρέτησε στα «Τάγματα των Εθελοντών». Για δυο χρόνια πολέμησε κατά των κατοχικών δυνάμεων, τον συνέλαβαν οι Άγγλοι και αφού τον βασάνισαν τον έστειλαν για δυο χρόνια εξορία στην Μάλτα.
Ένα βιβλίο που με συγκίνησε και με προβλημάτισε. Το συνιστώ ανεπιφύλακτα στους σκεπτόμενους αναγνώστες, εκείνους που παραμερίζουν τα πολιτικά πάθη και τις διαφορές των χωρών και απολαμβάνουν ένα κείμενο που τους ανεβάζει ψηλότερα, τους συγκινεί και τους πάει μια σκέψη παραπέρα, διαπιστώνοντας ότι η Πατρίδα είναι μία, δεν έχει σύνορα, γλώσσα και θρησκεία. Ένα μυθιστόρημα, του οποίου «το κατακάθι» καίει τον ουρανίσκο. Και όπως γράφει ο συγγραφέας στο τέλος του βιβλίου: «Τα βάθη του Κράτους είναι πιο σκοτεινά από τα βάθη της γης!...»

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Αποκαλύφθηκε απόπειρα δολοφονίας, η οποία θα εκτελείτο στις 16 Ιουνίου κατά την άφιξή µου στη Σµύρνη· οι πιο σηµαντικοί δράστες συνελήφθησαν επ’ αυτοφώρω και κρατούνται. Οι συλληφθέντες προέβησαν σε αποκαλύψεις. Ο Σαρή Εφέ, ο οποίος βρίσκεται μεταξύ των οργανωτών, αναζητείται. Αναμφίβολα, ο Σαρή Εφέ ανήκει σε κάποια οργάνωση της Ιστανμπούλ και έχει συνεργάτες».

Από το κωδικοποιημένο μήνυμα του Προέδρου της Δημοκρατίας Μουσταφά Κεμάλ στον αστυνομικό διευθυντή της Ιστανμπούλ, Εκρέμ µπέη: «Ο Κεράτιος κάτω από τις πλαγιές του Κασίμπασα κυλούσε κατάλευκος σαν γάλα. Πάνω του μερικά σκάφη σαν σταχτιές κηλίδες… Θυμήθηκα την ήρεμη θάλασσα της Θεσσαλονίκης, το ατέλειωτο γαλάζιο που εκτείνεται από τον κόλπο προς τα ανοιχτά… Το μπαλκόνι του σπιτιού στη Θεσσαλονίκη νομίζω πως ήταν πολύ μεγαλύτερο από το μπαλκόνι αυτού του δωματίου… Στενοχωριέμαι όταν γράφω “νομίζω”. Πώς μπορεί κάποιος να ξεχάσει την πόλη όπου γεννήθηκε, το σπίτι όπου µεγάλωσε; Φυσικά και δεν μπορεί, ωστόσο ο χρόνος σβήνει μία μία τις αναμνήσεις».

Βρισκόμαστε στο μελαγχολικό φθινόπωρο του 1926. Η Οθωµανική Αυτοκρατορία έχει καταρρεύσει ενώ η νεαρή Δημοκρατία προσπαθεί να ορθοποδήσει. Ένας άντρας βρίσκεται στο κέντρο όλης αυτής της αναταραχής. Ο Σεχσουβάρ Σαμί… Ο άνθρωπος που βρισκόταν στις πρώτες γραμμές της Ένωσης και Προόδου, ο κουρασμένος πλέον κομιτατζής. Μια ανελέητη µηχανορραφία φαίνεται να εξυφαίνεται γύρω του, ενώ πάντα το ίδιο ερώτημα κατατρώγει το μυαλό του: Το κράτος είναι ιερό ή ο άνθρωπος; «“Ο θάνατος ξεκινά µε τη απώλεια των πόλεών µας”. Δε θυμάμαι ποιος είπε αυτή τη φράση, αλλά δυστυχώς είναι σωστή… Σωστή µεν, αλλά ελλιπής. Ο θάνατος ξεκινά µε την απώλεια των πόλεών µας και ολοκληρώνεται με την απώλεια της πατρίδας µας».