Το Συγγραφέα, ίσως καλύτερα θα
έπρεπε να γράψω το Λογοτέχνη, Γιάννη Καλπούζο τον γνώρισα για πρώτη φορά συγγραφικά το
2011 μέσα από το βιβλίο του «Άγιοι
& Δαίμονες», ένα ιστορικό μυθιστόρημα που έμελλε να με στιγματίσει
ως αναγνώστρια, καθώς έθεσε τον πήχυ επιλογής αναγνωσμάτων μου πολύ ψηλότερα
από πριν. Πλέον, αυτό το βιβλίο του θα ορθωνόταν πάντοτε αδυσώπητο ως μέτρο
σύγκρισης για όλα τα επόμενα που θα επέλεγα να διαβάσω. Σκοπός μου έγινε να
συγκεντρώσω όλα τα δικά του μυθιστορήματα που κυκλοφορούσαν, καθώς θεωρώ πως τα
λογοτεχνικά έργα του Γιάννη Καλπούζου πρέπει να κοσμούν την βιβλιοθήκη κάθε
αναγνώστη που σέβεται τον εαυτό του.
Η ευκαιρία να γνωρίσω και προσωπικά
τον εξαίρετο αυτό λογοτέχνη μου δόθηκε λίγα χρόνια αργότερα, σε μία από τις
παρουσιάσεις του προτελευταίου μυθιστορήματός του, της «Ουρανόπετρας», σε κάποιο μεγάλο βιβλιοπωλείο. Ο
ενθουσιασμός και η εκτίμησή μου προς το πρόσωπό του μεγάλωσαν ακόμα περισσότερο
καθώς διαπίστωσα πως απέναντί μου είχα έναν υπέροχο άνθρωπο με μεγάλη ευγένεια
και καλλιέργεια ψυχής, προσήνεια, μόρφωση, καταδεκτικότητα και χιούμορ ο οποίος εξακολουθεί να βρίσκεται πάντα κοντά στον αναγνώστη και να αφουγκράζεται τους
ανθρώπους, χωρίς να έχει επιτρέψει στη φήμη και την αναγνώριση, που δικαίως
απολαμβάνει, να τον ‘διαβρώσει’, ούτε στο ελάχιστο!
Έτσι λοιπόν, μέσα από αυτή τη συνέντευξη την
οποία μου παραχώρησε ο Γιάννης Καλπούζος, και με αφορμή το τελευταίο του βιβλίο
«Ό,τι Αγαπώ Είναι Δικό Σου»
από τις εκδόσεις Ψυχογιός, θα έχετε την ευκαιρία να γνωρίσετε κι εσείς λίγο
περισσότερο το λογοτέχνη, το συγγραφέα που συνδυάζει εξίσου ικανοποιητικά την
πεζογραφία, την ποίηση και τη στιχουργία και μαγεύει όλους εμάς τους
αναγνώστες του, τους Φίλους της πραγματικής Λογοτεχνίας!
Τον
ευχαριστώ ειλικρινά για την τιμή που μου έκανε,
του εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία σε κάθε νέο του πόνημα και δίνω από
τώρα το επόμενο αναγνωστικό μου ραντεβού μαζί του σε λίγες μέρες, και
συγκεκριμένα μέσα στο Γενάρη, αναμένοντας την επανέκδοση του πολυαγαπημένου
μου, συγκλονιστικού βιβλίου του «Σάος
– Παντομίμα Φαντασμάτων»!
1) Αγαπητέ
Γιάννη, είσαι ένας λογοτέχνης που συνδυάζει την πεζογραφία με την ποίηση και
την στιχουργία εξίσου επιτυχημένα, έχοντας πολύ πλούσιο και αξιόλογο έργο και
στις τρεις κατηγορίες. Πότε ένιωσες την ανάγκη, ή την παρόρμηση να συγγράψεις
και γιατί;
Τυχαία
γεγονότα και φίλοι με παρακίνησαν να ανακαλύψω το όποιο συγγραφικό ταλέντο
διαθέτω. Υπήρξε μια χρονική περίοδος από το 1990 μέχρι το 2000, κατά το οποίο
θα χαρακτήριζα την ενασχόλησή μου με τη γραφή ως άσκηση και μαθητεία, κάτι
βεβαίως που δεν σταματά ποτέ. Έγραφα ποιήματα και στίχους για τραγούδια, χωρίς
ακόμα να καώ απόλυτα από το Θείο Πυρ και τη Θεία μανία, τη μέθεξη της γραφής.
Εκεί, περί το 2000, με κέρδισε ολοκληρωτικά. Ωστόσο θεωρώ ότι από παιδί
καταχωρούνταν μέσα μου όσα χρωμάτισαν την ψυχή μου και κέντρισαν το πνεύμα μου,
ωσότου έρθει η ώρα να αναδυθούν και να θελήσω να μοιραστώ τον δικό μου τρόπο
πρόσληψης του κόσμου με τους αναγνώστες. Δεν ξέρω αν άρχισε από ανάγκη, ή από
παρόρμηση, ή παρακίνηση. Πάντως λέω: “Όλοι ξεκινούν για τη δόξα, στον δρόμο
κάποιοι γίνονται ποιητές”. Ελπίζω στο τέλος της πορείας μου οι αναγνώστες να με
κατατάξουν στη δεύτερη κατηγορία.
2) Τα
βιβλία σου «Ιμαρέτ», «Άγιοι & Δαίμονες» και «Ουρανόπετρα»
είναι συνδυασμός ιστορικών γεγονότων και μυθοπλασίας και τοποθετούνται σε
διαφορετικούς τόπους και χρόνους. Από πού αντλείς την έμπνευση για κάθε έργο
σου και πόσο δύσκολο είναι να
συγκεντρώσεις τις απαραίτητες πληροφορίες για την συγγραφή κάθε
ιστορικού μυθιστορήματός σου;
Η ίδια
η ζωή και ο άνθρωπος, όσα απασχολούν την ψυχή και τον νου μας αποτελούν πάντα
το έναυσμα να με επισκεφτεί η έμπνευση. Συνάμα η Ελλάδα και τα μηνύματα που
θέλω να αντανακλούν στο σήμερα. Βεβαίως, προσκαλώ την έμπνευση δημιουργώντας
την κατάλληλη ατμόσφαιρα, ακούγοντας μουσική, διαβάζοντας ποίηση, αφήνοντας τη
σκέψη να ταξιδεύει ελεύθερα και το συναίσθημα να με κατακτήσει. Πώς ακριβώς
γεννιέται η αρχική ιδέα, δεν είναι εύκολο να το εξηγήσω. Επιλέγω δεκάδες
θέματα, θαρρώ ότι διαμορφώνεται μέσα μου η μαγιά μιας μυθοπλασίας, ξεκινώ να
γράφω, όμως στην πορεία όλα, ή πάρα πολλά, αλλάζουν. Η γραφή είναι μια
περιπέτεια, μια διαρκής μάχη, όπου τα όπλα του συγγραφέα είναι ο τρόπος που
ζυμώνει και υφαίνει τη γλώσσα, η αναπαραστατική δύναμη του λόγου του, η
φαντασία, το κατακλυσμιαίο συναίσθημα που τον μεταβολίζει από καθημερινό
άνθρωπο σε δημιουργό, η ικανότητά του να υποδύεται ρόλους, να τους αποτυπώνει
στο χαρτί, αλλά και να τους υπηρετεί με βάση τα χαρακτηριστικά που τους
προσδίδει αρχικά κι ύστερα με βάση την αυτονομία που αποκτούν, η εμπειρία, τα βιώματά
του από τα αναγνώσματα μέχρι ό,τι βίωσε και παρατήρησε ολόγυρά του και μέσα του
στο διάβα της ζωής του, η υπομονή, η επιμονή, το δημιουργικό πείσμα, ο μόχθος,
το πάλεμα να διατηρήσει την ατμόσφαιρα ενός κειμένου, το ύφος και τον ρυθμό του
επί μήνες, ή και χρόνια, κόντρα σε όλα όσα έξωθεν υπονομεύουν την ψυχολογία
του, οι αμέτρητες συνδυαστικές σκέψεις που καλείται να κάνει σχεδόν σε κάθε
παράγραφο και τόσα άλλα τα οποία δε χωρούν σε ορισμούς, ή θα έπρεπε να μιλάμε
επί ώρες για να τα αναλύσουμε. Κοντολογίς, ο συγγραφέας πασχίζει να
λειτουργήσει ως μικρός Θεός και να πλάσει έναν ολόκληρο κόσμο, ο οποίος πρέπει
ν' αντέχει σε αληθοφάνεια, να υπηρετεί τη λογοτεχνία και να επιτυγχάνει τη
λύτρωση, καθώς και να κτίσει μια μυθοπλασία η οποία να ελκύει να γοητεύει τον
αναγνώστη, ενώ πρώτα πρέπει να μαγεύει τον ίδιο τον συγγραφέα.
Όσον
αφορά τις πηγές για το ιστορικό μυθιστόρημα ανατρέχω σε οτιδήποτε μπορεί να μου
δώσει στοιχεία για την εποχή που εξελίσσεται το εκάστοτε μυθιστόρημα, και
πολλές φορές απαιτείται η μελέτη και πολύ παλαιότερων χρόνων, ώστε να κατανοήσω
φυλές, θρησκείες, φιλοσοφίες, νοοτροπίες και συμπεριφορές. Ενδεικτικά αναφέρω
βιβλία περιηγητών, αρχιτεκτονικής, ιατρικής, ιστορικά, για τα φάρμακα ή τα
γιατροσόφια, τις συγκοινωνίες, τη λαογραφία, τις ενδυμασίες, διαβάζω περιοδικά,
εφημερίδες, επιστολές, απομνημονεύματα, συγκεντρώνω προφορικές μαρτυρίες,
αναζητώ βιβλία για το εμπόριο, τα επαγγέλματα, τα καταστήματα, τα νομίσματα, τα
ιστιοφόρα, τα ατμόπλοια, τις άμαξες, το θέατρο, τα πανηγύρια, βιβλία με μύθους,
δεισιδαιμονίες, συνήθειες, ήθη και έθιμα, μελετώ τραγούδια, φωτογραφίες,
γκραβούρες και πόσα άλλα. Η δυσκολία έγκειται κυρίως στην άντληση στοιχείων που
αφορούν την καθημερινή ζωή και τους απλούς ανθρώπους και πολύ λιγότερο στα καθ'
αυτού ιστορικά και μεγάλα γεγονότα. Κι αφού συγκεντρωθεί ένας τεράστιος όγκος
πληροφοριών, έπειτα αρχίζει άλλος αγώνας. Να επιλέξεις τί και πώς θα το
εντάξεις λειτουργικά σε μια μυθοπλασία. Όλα με στόχο να μεταφερθεί ο αναγνώστης
στην κατά περίπτωση εποχή, ώστε να ζήσει παραστατικά το μυθιστόρημα, αλλά και
να κατανοήσει τον τρόπο ζωής και σκέψης των ανθρώπων και να κρίνει με βάση τα
μέτρα και τα σταθμά που ίσχυαν τότε κι όχι με τον τρόπο που σκεπτόμαστε σήμερα.
3) Στα
βιβλία σου έχεις καταπιαστεί με θέματα ιστορικά, κοινωνικά, φαντασίας και
εποχές παρελθοντικές, ή σύγχρονες. Πιστεύεις πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι
απαραίτητο για τη συγγραφή ενός βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο;
Βασική
προϋπόθεση αποτελεί το συγγραφικό ταλέντο. Χωρίς αυτό δε γίνεσαι καλός
συγγραφέας. Όμως, είναι ένα ακατέργαστο διαμάντι. Το ταλέντο εκπαιδεύεται,
εξελίσσεται, ακονίζεται. Η γραφή είναι διαρκής άσκηση και μαθητεία. Πρέπει να
διαβάζεις, να πειραματίζεσαι, να οξύνεις τη φαντασία σου και την παρατήρησή
σου, να γράφεις και να ξαναγράφεις. Απαιτείται μεγάλος μόχθος, πολλή δουλειά. Η
συγγραφή δεν είναι επιστήμη, είναι τέχνη. Το επιστημονικό ή όποιο άλλο υπόβαθρο
συμβάλλει υποβοηθητικά.
4) Πότε,
πού και πώς προτιμάς να συγγράφεις; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα, διάθεση, ή
τόπος που να σε προδιαθέτει να γράψεις, ή είναι κάτι που ‘ρέει’ αβίαστα από
μέσα σου συνέχεια;
Γράφω
πάντα νύχτα, αλλά πολλές φορές μακραίνει πολύ και φτάνω μέχρι οκτώ, εννιά, δέκα
το πρωί, και μόνο στον χώρο μου, στο γραφείο μου. Ποτέ, πλην μερικών
σημειώσεων, δεν έγραψα αλλού. Είτε η έμπνευση στέργει να με επισκεφτεί είτε
όχι, όταν αρχίζει το πάλεμα της γραφής είμαι πάντα εκεί. Υπήρξαν ολόκληρες
νύχτες που σημείωνα μονάχα παύλες στο χαρτί. Μέχρι να στέρξει ο δαίμονας της
έμπνευσης ν' αστράψει εντός μου. Μάχομαι κι όταν η διάθεσή μου δεν στηρίζει την
προσπάθειά μου κι ας τα σκίσω όλα μετά. Μπορεί να γεννηθεί κάτι, μπορεί όχι.
Όμως αυτό το πάλεμα είναι αποδεδειγμένο ότι θα κυοφορήσει τις επόμενες νύχτες.
Είναι σαν τον σπόρο που τον φυτεύεις και καρτεράς να φυτρώσει. Συνάμα όπου και
να κινούμαι το διάστημα που γράφω, ζω σαν σε παράπλευρη πραγματικότητα. Η σκέψη
μου βρίσκεται συνεχώς στους ήρωές μου και στη μυθοπλασία. Υπάρχουν νύχτες που
γράφω σε πυρετώδη κατάσταση, θαρρείς και κάποιος μου υπαγορεύει με καταιγιστικούς
ρυθμούς. Δεν προλαβαίνω να καταγράψω όσα γεννά ο νους μου. Πώς και γιατί
συμβαίνει, δεν εξηγείται.
5) Ο
συγγραφέας Γιάννης Καλπούζος είναι και αναγνώστης; Ποια είναι τα αγαπημένα σου
βιβλία και συγγραφείς; Θεωρείς ότι έχεις δεχθεί επιρροές από κάποιους
ομότεχνούς σου, έλληνες ή ξένους, στο δικό σου τρόπο γραφής, ή θεματολογίας;
Ο
συγγραφέας βουτά μες στις γραφές του και μες στις γραφές των άλλων. Δε γίνεται
να γράφεις χωρίς να διαβάζεις. Είναι μέρος της άσκησης και της μαθητείας που
προανέφερα. Συνάμα η ανάγνωση είναι απόλαυση. Είναι έρωτας, ζω πολλές ζωές μέσα
από τα βιβλία των άλλων. Συγκεκριμένα πρότυπα ποτέ δεν είχα, ούτε θεωρώ ότι
δέχτηκα επιρροές. Εάν συμβαίνει, δεν είναι σε γνώση μου. Ενδεχομένως, όπως κάθε
βίωμα, να έρχονται επιρροές υποσυνείδητα, ως μέρος όσων έπλασαν και χρωμάτισαν
την ψυχή μου και τον λογισμό μου. Άλλωστε πασχίζω να έχω το δικό μου ύφος, να
καταθέσω το δικό μου αποτύπωμα.
Μου
αρέσουν τα έργα πολλών και σπάνια όλα τα έργα κάποιου συγγραφέα ή ποιητή.
6) Από
την ελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία υπάρχει κάποιο βιβλίο το οποίο έχεις
λατρέψει και το οποίο «ζηλεύεις» ως λογοτεχνικό έργο και θα ήθελες να έχεις
συγγράψει εσύ;
Πάρα
πολλά. Από «Το Θείο Τραγί» του
Σκαρίμπα, μέχρι το «Άρωμα» του
Ζίσκιντ. Από την «Πάπισσα Ιωάννα» του
Ροΐδη, μέχρι τα «Εκατό Χρόνια Μοναξιάς»
του Μαρκές και δεκάδες άλλα.
7) Πιστεύεις
πως οι συγγραφείς θα έπρεπε να προβληματίζουν τους αναγνώστες
"κεντρίζοντας" τη σκέψη τους, ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε
να είναι καθαρά και μόνο ψυχαγωγικός;
Αν ερμηνεύσουμε
τον όρο ψυχαγωγία ως αγωγή της ψυχής, αυτονόητο είναι ότι η ανάγνωση ενός
βιβλίου οφείλει να κεντρίζει τη σκέψη. Αυτός είναι ο ρόλος της λογοτεχνίας κι
αυτό κεντρίζει και το δικό μου ενδιαφέρον. Ο ψυχαγωγικός ρόλος με την έννοια
μόνο της διασκέδασης, δε με ελκύει ούτε ως συγγραφέα ούτε ως αναγνώστη. Όμως,
είναι άλλο το κέντρισμα κι άλλο η διδαχή την οποία επιχειρούν πολλά βιβλία.
Κατά τη γνώμη μου το καλό βιβλίο πρέπει να αφήνει τα συμπεράσματα στον
αναγνώστη.
8) Μέσα από τα βιβλία σου, υπάρχουν κάποια
μηνύματα που επιδιώκεις να ‘περάσεις’ στους αναγνώστες σου και σε ποιό είδος
αναγνωστικού κοινού, συνήθως, απευθύνεσαι μέσα από το έργο σου;
Κάθε
βιβλίο μου πραγματεύεται διαφορετικά θέματα, και δεν επικεντρώνεται μόνο σε
ένα. Για παράδειγμα στο «Ιμαρέτ»
μιλούσα για τη συνύπαρξη των λαών, τη διαφορετικότητα, το μπόλιασμα των
πολιτισμών, τη φιλία, τον φανατισμό, την αλαζονεία και τόσα άλλα. Στο «Άγιοι και Δαίμονες» για τον πόθο,
τον φόβο, τον όχλο, τον άγιο και τον δαίμονα που υπάρχει μέσα στον ίδιο άνθρωπο
και φανερώνεται ανάλογα με την καλλιέργειά του, τις συνθήκες που επικρατούν και
τις καταστάσεις που καλείται να αντιμετωπίσει, και πολλά ακόμη θέματα. Στην «Ουρανόπετρα» για το δέσιμο με τους
προγόνους μας, για τον πατριωτισμό, πώς στέκεται κανείς απέναντι στο άδικο και
το δίκαιο, τους διαφορετικούς μα και ολόιδιους κατακτητές, την πορεία προς
την αυτογνωσία και λοιπά.
Σε όλα
μου τα βιβλία χρησιμοποιώ την τεχνική και την στρατηγική της πολυεπίπεδης
γραφής. Να μπορεί το βιβλίο να επιδέχεται πολλαπλές αναγνώσεις και συνάμα να
παρέχεται η δυνατότητα στον αναγνώστη να επιλέξει εάν θα μείνει μόνο στη
μυθοπλασία ή εάν θα ψάξει να ανακαλύψει όσα κρύβονται κάτω από αυτή. Με αυτή
την έννοια τα βιβλία μου απευθύνονται σχεδόν σε όλους τους αναγνώστες. Σε κάθε
περίπτωση δεν ξεδιαλέγω ούτε αναγνώστες, ούτε ψυχές. Απεναντίας, πιστεύω ότι τα
βιβλία γράφονται για να διαβαστούν όσο γίνεται από περισσότερους αναγνώστες.
9) Υπάρχει κάποιο είδος λογοτεχνίας το οποίο
προτιμάς να διαβάζεις ή να γράφεις περισσότερο από τα άλλα και γιατί;
Το
πρώτο μου μέλημα σαν συγγραφέας είναι η γλώσσα. Από κει ξεκινά για μένα η
λογοτεχνία. Έτσι και σαν αναγνώστης θέλω να με γοητεύει η γλώσσα ενός βιβλίου,
να με συνεπάρει η αναπαραστατική της δύναμη. Φυσικά μ' ενδιαφέρει και τι
πραγματεύεται. Κοντολογίς πώς και τί λέει ένα βιβλίο. Εάν επιχειρήσω να
οριοθετήσω ως κατηγορία ποια βιβλία μου αρέσουν, θα έλεγα τα κοινωνικά
μυθιστορήματα με φόντο την ιστορία. Δε διαβάζω ποτέ αστυνομικά μυθιστορήματα, ή
ρομάντζα. Με αφήνουν παγερά αδιάφορο. Επίσης, μυθιστορήματα χωρίς μύθο ή
υπολειπόμενα σε μυθοπλασία. Γιατί πολλά βιβλία βαφτίζονται παραπλανητικά ως
μυθιστορήματα για εμπορικούς σκοπούς και άλλα αναλίσκονται σε ατέλειωτες
σελίδες καταγραφής απόψεων, στοχασμών, ιδεολογημάτων και ιδεοληψιών. Προτιμώ,
δηλαδή, να διαβάσω φιλοσοφία κι όχι ένα βιβλίο που φορά τον μανδύα του
μυθιστορήματος και φιλοσοφεί παραμελώντας ή αδυνατώντας ο συγγραφέας του να
πλάσει έναν ελκυστικό μύθο. Αυτό το τελευταίο αποτελεί χαρακτηριστικό έλλειμμα
πολλών ελληνικών βιβλίων που φέρουν την ετικέτα "μυθιστόρημα".
1ο) Πιστεύεις
ότι ο συγγραφέας θα έπρεπε να ασχολείται με διαφορετικά είδη λογοτεχνίας και να
πειραματίζεται ρισκάροντας το υπάρχον αναγνωστικό του κοινό, ή θα πρέπει να
εμμένει στο είδος που τον έχει καθιερώσει;
Ανάλογα
με τις ικανότητες του καθενός και το αποτέλεσμα. Όλα στη ζωή, και ειδικότερα
στη γραφή, κρίνονται από το αποτέλεσμα. Αν είναι να γεννηθεί ένα αριστούργημα,
ή έστω ένα πολύ καλό βιβλίο, γιατί να μην πειραματισθεί κανείς σε οποιοδήποτε
είδος λόγου; Υπάρχει βεβαίως κι αυτό που έχει γράψει σε έναν στίχο του ο Νίκος
Καρούζος: «Σφάξε τη μια την ομορφιά, να
πιει το αίμα η άλλη». Με την έννοια πώς ό,τι κάνεις σε θέλει αφιερωμένο. Να
δίνεις όλη σου τη δύναμη προς μια κατεύθυνση, να μην κατακερματίζεσαι, να μην
αποδυναμώνεσαι. Ωστόσο θεωρώ ότι μπορείς να ασχολείσαι με διαφορετικά είδη, αρκεί να αφιερώνεσαι στο καθένα απόλυτα για μεγάλο διάστημα. Όπως και να 'χει, το αποτέλεσμα θα δικαιώσει ή όχι.
11) Ένα
παλαιότερο μυθιστόρημά σου, και για μένα το αγαπημένο μου, είναι η «Παντομίμα
Φαντασμάτων». Πρόκειται για ένα βιβλίο ανατρεπτικό, πρωτότυπο,
συγκλονιστικό καθώς, δε νομίζω να υπάρχει κάτι παρόμοιο στην ελληνική
λογοτεχνία. Θα ήθελες να μας μιλήσεις λίγο για αυτό, ποια ήταν η πηγή της
έμπνευσής σου; Προγραμματίζεται κάποια επανέκδοσή του και πότε;
Αυτό το
βιβλίο θα επανεκδοθεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός στις 22 Γενάρη με νέο τίτλο Σάος και υπότιτλο Παντομίμα φαντασμάτων. Το έχω δουλέψει στο σύνολό του ως προς τη
γλώσσα και τη δομή του, ενώ στη
μυθοπλασία δεν άλλαξα σχεδόν τίποτε. Η μυθοπλασία του διαδραματίζεται σε ένα
φανταστικό νησί κάπου στο Αιγαίο, με τοπωνύμια από όλη την Ελλάδα και την
Κύπρο. Ύστερα από έναν τρομερό σεισμό και εκρήξεις ηφαιστείων το νησί βυθίζεται
προοδευτικά και οι άνθρωποι ανεβαίνουν ολοένα ψηλότερα για να σωθούν. Η
κανονικότητα της ζωής του Παρασκευά, της αγαπημένης του εγγονής Θαρρενής, μα
και όλων των κατοίκων ανατρέπεται απότομα. Έρχονται αντιμέτωποι με τον κίνδυνο,
τον φόβο, την απόγνωση και τον θάνατο, ενώ θ' αναμετρηθούν με ανομολόγητα
μυστικά, πόθους και πάθη.
Στην
ανάβαση προς το βουνό Σάος, που ολοφάνερα παραπέμπει στο χάος, περιπλέκονται
μια αινιγματική διαθήκη, πολιτικοί καρικατούρες, βιαστές και δολοφόνοι, ηγέτες
νάνοι, καθημερινοί άνθρωποι γίγαντες, το καθήκον, η αλληλεγγύη και ο
φιλοτομαρισμός, η μετάλλαξη των χαρακτήρων σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, ο
έρωτας που φυτρώνει σαν λουλούδι στη ραγισματιά της ασφάλτου, ο πλούτος και η
φτώχεια των ψυχών, η ηθική και συναισθηματική κατάπτωση, η αποκτήνωση, η
ελπίδα, το ίδιο το νησί, που θα μπορούσε να είναι η Ελλάδα, ή ο κόσμος
ολόκληρος. Θεωρώ, πάντα μέσα από τον συμβολισμό και την υπερβολή που πολλές
φορές χρησιμοποιεί η τέχνη και τηρουμένων των αναλογιών, ότι όσα συμβαίνουν σ'
αυτό το βιβλίο αντανακλούν στη σημερινή κρίση στον τόπο μας. Εύχομαι να μην
αποδειχτεί προφητικό και καταλήξει η υπερβολή ή ο συμβολισμός, που υποστηρίζονται
βεβαίως ως αληθοφάνεια στο μυθιστόρημα, να ταυτιστούν απόλυτα με την
πραγματικότητα.
Χαίρομαι
και σ' ευχαριστώ πολύ για τον χαρακτηρισμό "συγκλονιστικό".
Άκου τώρα, αγαπητή Κλειώ, τη σύμπτωση. Για το ίδιο βιβλίο, μόλις πριν από λίγο,
η επιμελήτρια του εκδοτικού οίκου και του εν λόγω μυθιστορήματός μου Άννα
Μαράντη, της οποίας εμπιστεύομαι το κριτήριο και τη διεισδυτική της ματιά και
την εκτιμώ βαθύτατα, μου έστειλε ένα μήνυμα: "Σήμερα τέλειωσα το
συγκλονιστικό βιβλίο σου". Αν και δεν μου πρέπει να μεταφέρω εγώ προσωπικά
τέτοιες επαινετικές απόψεις για τα βιβλία μου, αφέθηκα στη χαρά και στη
συγκίνηση που μου προσφέρατε και οι δυο σας, οπότε ελπίζω να μου συγχωρέσουν το
ατόπημα οι αναγνώστες της σελίδας σου.
12) Το
τελευταίο σου μυθιστόρημα, το «Ό,τι Αγαπώ Είναι Δικό Σου», είναι κάτι
τελείως διαφορετικό από τα προηγούμενα βιβλία σου, εννοώντας κυρίως τα τρία
ιστορικά σου μυθιστορήματα. Θα ήθελες να μας μιλήσεις λίγο για αυτό, καθώς και
για τη σχέση του με το ομότιτλο πολύ γνωστό τραγούδι, των οποίων έχεις γράψει
τους στίχους;
Πραγματεύεται
το μεγαλείο του έρωτα, ο οποίος κατά τη γνώμη μου μεταβολίζεται στο κείμενο σε λογοτεχνικό
καρπό, και συγχρόνως, μέσα από τα πρόσωπα, όπου πάνω τους αντιφεγγίζουν οι
λαβωματιές της ιστορίας, και την πολυπλοκότητα των σχέσεων, απεικονίζεται η
σύγχρονη Ελλάδα από το 1960 μέχρι το 1994, ενίοτε με παιγνιώδες ύφος και έντονα
σαρκαστικό τρόπο, ενώ στις τελευταίες σελίδες αποκαλύπτεται ότι πολλά από όσα
συμβαίνουν στο μυθιστόρημα, καθώς και οι ήρωες, κτίζουν σαν κομμάτια του πάζλ
μια αλληγορία για τις επιπτώσεις του εμφυλίου σπαραγμού στην Ελληνική κοινωνία.
Η
ταραχώδης ζωή των δύο κεντρικών ηρώων και τόσο διαφορετικών χαρακτήρων μεταξύ
τους, του Άνδη και της Θάλειας, είναι μια πορεία προς την αυτογνωσία. Να
γνωριστούν και να γνωρίσουν τον εαυτό τους μέσα από τον άλλον και να μπορέσουν
να νικήσουν όλα όσα αποχρωματίζουν τη ζωή τους και τους επηρεάζουν έξωθεν.
Παράλληλα το μυθιστόρημα μιλά για θέματα όπως: οι τόσο ξεχωριστές πορείες των
ανθρώπων την ίδια στιγμή· η αξία της ατομικής καλλιέργειας της ψυχής και του
πνεύματος· πόσο το συναίσθημα επηρεάζει τη λογική· πόσο τα κρίματα των
προηγούμενων γενιών βασανίζουν τις επόμενες· και πολλά άλλα.
Όσον
αφορά τον τίτλο όντως προέρχεται από το ομώνυμο τραγούδι σε δικούς μου στίχους,
σύνθεση του Χριστόφορου Γερμενή και ερμηνεία από τη Γλυκερία. Τον χρησιμοποίησα
γιατί συμπυκνώνει την ερωτική πτυχή του μυθιστορήματος και ένα από τα κεντρικά
μηνύματά του. Ότι ο έρωτας και η αγάπη, σε μια κοινωνία η οποία χαρακτηρίζεται
από τον εγωκεντρισμό, την ιδιοτέλεια και το κυνήγι της χαράς μέσα από το χρήμα
και τα υλικά αγαθά, έχουν τη δύναμη να μεταλλάξουν το "δικό μου" και
να το κάνουν "δικό σου". Βεβαίως, αυτό παραπέμπει και στην αλληλεγγύη
και στην ανθρωπιά και στον τρόπο που μπορεί κανείς να χαρεί και να βιώσει τις
ομορφιές της ζωής.
13) Είχες
κάποιους "ενδοιασμούς" όταν αποφάσισες να δώσεις το πρώτο σου βιβλίο
προς έκδοση; Αγωνιούσες ως προς την αποδοχή που θα τύχαινε από το αναγνωστικό
κοινό; Τι θα συμβούλευες όλους τους νέους επίδοξους συγγραφείς, που
ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα βιβλίο τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων;
Από το
2002 και μετέπειτα ποτέ δεν είχα κανέναν ενδοιασμό εάν θα πρέπει να εκδοθεί
κάποιο από τα βιβλία μου. Κι αυτό δεν είναι αλαζονικό. Εννοώ ότι δουλεύω τόσο
πολύ τα κείμενά μου μέχρι να νιώσω ότι το αποτέλεσμα με ικανοποιεί. Οπότε
εκλείπει και κάθε ενδοιασμός. Η αγωνία πώς θα προσλάβουν οι αναγνώστες και
ποιάς υποδοχής θα τύχει κάθε βιβλίο μου υπήρχε και θα υπάρχει για όσο συνεχίζω
να γράφω και να εκδίδω τα πονήματά μου.
Στους
νέους συγγραφείς έχω να συστήσω να είναι οι ίδιοι οι αυστηρότεροι κριτές του
έργου τους και να δουλεύουν πολύ σκληρά. Τίποτε σπουδαίο δε γεννιέται χωρίς
μόχθο. Εάν μοχθήσουν και προσπαθήσουν όσο πρέπει κι εφόσον διαθέτουν το
συγγραφικό ταλέντο, να είναι σίγουροι ότι οι κόποι τους δε θα πάνε χαμένοι. Να
επιμείνουν, να παλέψουν με πείσμα και μια μέρα θα δικαιωθούν.
14) Κλείνοντας
και, αφού σε ευχαριστήσω πολύ για την τιμή που μου έκανες παραχωρώντας μου αυτή
τη συνέντευξη και σου ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία στο νέο βιβλίο σου, θα ήθελα
να σε ρωτήσω σχετικά με τα μελλοντικά σου σχέδια. Τι να περιμένουμε από σένα,
ποια είναι τα άμεσα συγγραφικά σου σχέδια;
Εδώ και
πολύ καιρό γράφω ένα μυθιστόρημα με υπόστρωμα τον Πόντο και τους Ποντίους. Έχω
μπροστά μου ατέλειωτα ξενύχτια και θα ήμουν ευτυχής εάν καταφέρω να το
ολοκληρώσω τέτοια εποχή του χρόνου. Για άλλες λεπτομέρειες είναι πολύ νωρίς.
Από κει και πέρα είμαι ταγμένος και αφιερωμένος στη γραφή κι ελπίζω να συνεχίσω
να ανταποκρίνομαι στις προσδοκίες που γέννησαν τα προηγούμενα βιβλία μου.
Εκείνο που μπορώ να υποσχεθώ είναι ότι θα πασχίζω κάθε φορά με όλες μου τις δυνάμεις
για το καλύτερο αποτέλεσμα, χωρίς να παρεκκλίνω από το λογοτεχνικό μου όραμα.
Βιογραφία
Γιάννη Καλπούζου:
Ο Γιάννης
Καλπούζος γεννήθηκε στις Μελάτες Άρτας το 1960. Μέχρι σήμερα έχουν εκδοθεί τα
εξής έργα του:
Το 2000 η
ποιητική συλλογή: «Το νερό των
ονείρων» και το μυθιστόρημα: «Μεθυσμένος
δρόμος» από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα.
Το 2002 η συλλογή διηγημάτων: «Μόνο να τους άγγιζα» από τις εκδόσεις Κέδρος και το 2005 το
μυθιστόρημα: «Παντομίμα Φαντασμάτων»
από τις εκδόσεις Άγκυρα.
Το 2006 και το
2007 από τις εκδόσεις Ίκαρος οι ποιητικές συλλογές: «Το παραμιλητό των σκοτεινών Θεών» και «Έρωτας νυν και αεί», με την οποία ήταν υποψήφιος στη
"μικρή λίστα" για το κρατικό βραβείο ποίησης.
Το 2008 από τις
εκδόσεις Μεταίχμιο το μυθιστόρημα: «Ιμαρέτ»
που κέρδισε το Βραβείο Αναγνωστών 2009, κυκλοφορεί στα Πολωνικά, θα εκδοθεί
στις 5 Μαρτίου 2015 στην Τουρκία και αναμένεται η έκδοσή του και στα Ιταλικά
και η μετάφρασή του στα Αραβικά.
Από τον ίδιο
εκδοτικό οίκο το 2011 και το 2013 τα μυθιστορήματα: «Άγιοι και δαίμονες» και «Ουρανόπετρα».
Ο Γιάννης
Καλπούζος έχει γράψει και τους στίχους 70 τραγουδιών μεταξύ των οποίων τα:
«Ό,τι αγαπώ είναι δικό σου», «Δέκα μάγισσες», «Να 'σουν θάλασσα», «Γιατί πολύ
σ’ αγάπησα» και άλλα.
Τον Απρίλιο του
2014, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ψυχογιός το νέο μυθιστόρημά του: «Ό,τι αγαπώ είναι δικό σου».
Πλέον και τα
βιβλία του Ιμαρέτ, Άγιοι και δαίμονες και Ουρανόπετρα διαθέτονται από τις
εκδόσεις Ψυχογιός και σύντομα θα επανακυκλοφορήσουν με νέα εξώφυλλα.
Μυθιστορήματα Γιάννη Καλπούζου:
«Ιμαρέτ»
Σελίδες: 592
Υπόθεση Οπισθόφυλλου:
«Άρτα 1854, Οθωμανοκρατία. Δυο αγόρια, που μέλλει να γίνουν αδελφικοί φίλοι, γεννιούνται την ίδια νύχτα, ο Λιόντος και ο Νετζίπ. Το μυθιστόρημα παρακολουθεί διαδοχικά και από τη σκοπιά του καθενός τη ζωή τους σε ήρεμους χρόνους αλλά και σε καιρούς εντάσεων και επαναστάσεων, αναπαριστώντας με μοναδικό τρόπο μια ολόκληρη εποχή.
Αλληλοδιδακτικό σχολείο, παιγνιώδεις φάρσες στον δια βίου ορκισμένο εχθρό τους Φάσγανο, οι δίδυμοι Εβραίοι Γιοσέφ και Μεναχέμ, ο έρωτας που και για τους δύο φίλους θα έχει απρόσμενη εξέλιξη, οι μορφές των δύο μανάδων, της Αγνής και της Σαφιγιέ, η κοσμοπολίτισσα Αναστασία, χοροεσπερίδες, Καφέ Αμάν, πετροπόλεμος, Ραμαζάνι, χαμάμ, τούρκικος Καραγκιόζης, πορνεία, αφορισμοί, κολίγοι, τσιφλικάδες, μάγκες της εποχής, εθνικισμός και μισαλλοδοξία, πλούτος και εξαθλίωση, γλυκιά και πικρή ζωή. Όλα έχουν θέση στο ιμαρέτ του Θεού, όπως λέει ο παππούς Ισμαήλ, ο θυμόσοφος, ανθρωπιστής και προεξάρχων του χορού των ηρώων, που καταδικάζει με σκωπτικό τρόπο την ανθρώπινη ματαιοδοξία και τις μικροπρεπείς συμπεριφορές.
Στη σκιά του ρολογιού που χτυπά τις οθωμανικές ώρες, Έλληνες, Οθωμανοί και Εβραίοι καταφέρνουν, σε πείσμα των όποιων εξουσιών απεργάζονται τη διχόνοια και παρά τις διαφορές τους, να συνυπάρξουν, να ονειρεύονται, να ελπίζουν, να ερωτεύονται και να αναπτύξουν στέρεες σχέσεις φιλίας. »
«Άγιοι & Δαίμονες»
Σελίδες: 748
Υπόθεση Οπισθόφυλλου:
«Μυθοπλασία και πραγματικότητα συνυφαίνονται στο υφαντό της Πόλης από το
1808 ως το 1831. Καθημερινή ζωή, έρωτες, δυνατές φιλίες, πλούτη, φτώχεια,
οραματιστές, συμμορίες των δρόμων, χασικλήδες, δερβίσηδες, γενίτσαροι·
αρνησίθρησκοι, κρυπτοχριστιανοί, δεισιδαιμονίες, ερωτικά ξόρκια, χαμένα όνειρα,
οι γυναίκες στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού? πυρκαγιές, παζάρια, βεγγέρες,
καπηλειά των 1000 τ.μ., η τρομερή φυλακή του Μπάνιον, το μπουντρούμι και η
αστυνομία του Πατριαρχείου· κοινά σχολεία, η Μεγάλη του Γένους Σχολή, ερωμένες
Πατριαρχών, λεσβίες, αρώματα, λάσπες, βασανιστήρια, πανούκλα· προεπαναστατική
περίοδος, Φαναριώτες, συνωμοσίες, μυστικές εταιρείες, προδότες, μισαλλοδοξία,
οι σφαγές στην Πόλη το 1821? Ρωμιοί, Οθωμανοί, Αρμένιοι, Φράγκοι, Εβραίοι. Κι
ακόμα Πόντος, Χίος, Δραγατσάνι, Μανιάκι, Αλεξάνδρεια.
Πόθος, φόβος, όχλος, άγιοι και δαίμονες.»
Ένα επικό μυθιστόρημα που καθηλώνει τον αναγνώστη με την περιπετειώδη ζωή των ηρώων του, την ατμόσφαιρά του, τη χειμαρρώδη γλώσσα του, το συναίσθημα, τον στοχασμό, τις αστείες καταστάσεις και την ολοζώντανη αναπαράσταση της εποχής εκείνης.
Πόθος, φόβος, όχλος, άγιοι και δαίμονες.»
Ένα επικό μυθιστόρημα που καθηλώνει τον αναγνώστη με την περιπετειώδη ζωή των ηρώων του, την ατμόσφαιρά του, τη χειμαρρώδη γλώσσα του, το συναίσθημα, τον στοχασμό, τις αστείες καταστάσεις και την ολοζώντανη αναπαράσταση της εποχής εκείνης.
«Ουρανόπετρα»- Η Δωδέκατη Γενιά
Σελίδες: 592
Υπόθεση Οπισθόφυλλου:
«1571: Ο Γερόλεμος κόβει στα τέσσερα το φυλαχτό που του έσωσε τη ζωή,
χαράζει σημάδια σε κάθε κομμάτι και τα μοιράζει στους τέσσερις γιους του. Αν
ποτέ ενωθούν…
Δώδεκα γενιές αργότερα ένας απόγονός του πορεύεται με βάση τη θεωρία του: όπου πατώ είναι δικός μου δρόμος. Το βιβλίο περιδιαβαίνει σε Κύπρο, Αθήνα, Θεσσαλία, Ήπειρο και πάνω απ’ όλα στον συμπαντικό χάρτη της ψυχής, εξιστορώντας μέσα από την πολυεπίπεδη ματιά του συγγραφέα, την αναγνωστική ευφορία και τους ολοζώντανους χαρακτήρες, τη ζωή των αφανών που απάνω τους πατούμε.
Περιπέτειες, δυνατοί έρωτες, αναπάντεχες ανατροπές, άγνωστες εποχές, άγνωστη καθημερινότητα, η αιώνια πάλη του καλού και του κακού, το νόμιμο άδικο και το παράνομο δίκαιο, ο πατριωτισμός και τα συνθήματα, ολόιδιοι κατακτητές με διαφορετικά προσωπεία, ο ελληνισμός στις γεωγραφικές εσχατιές του, τα όνειρα και οι ελπίδες των προπατόρων μας, όλα γίνονται γέφυρα με το σήμερα θέτοντας, μεταξύ άλλων, το ερώτημα: Μήπως λησμονώντας το χθες αποκόβεσαι από τη ρίζα σου κι αντί για δεντρί είσαι κισσός που ψάχνει αλλού στηρίγματα;»
Δώδεκα γενιές αργότερα ένας απόγονός του πορεύεται με βάση τη θεωρία του: όπου πατώ είναι δικός μου δρόμος. Το βιβλίο περιδιαβαίνει σε Κύπρο, Αθήνα, Θεσσαλία, Ήπειρο και πάνω απ’ όλα στον συμπαντικό χάρτη της ψυχής, εξιστορώντας μέσα από την πολυεπίπεδη ματιά του συγγραφέα, την αναγνωστική ευφορία και τους ολοζώντανους χαρακτήρες, τη ζωή των αφανών που απάνω τους πατούμε.
Περιπέτειες, δυνατοί έρωτες, αναπάντεχες ανατροπές, άγνωστες εποχές, άγνωστη καθημερινότητα, η αιώνια πάλη του καλού και του κακού, το νόμιμο άδικο και το παράνομο δίκαιο, ο πατριωτισμός και τα συνθήματα, ολόιδιοι κατακτητές με διαφορετικά προσωπεία, ο ελληνισμός στις γεωγραφικές εσχατιές του, τα όνειρα και οι ελπίδες των προπατόρων μας, όλα γίνονται γέφυρα με το σήμερα θέτοντας, μεταξύ άλλων, το ερώτημα: Μήπως λησμονώντας το χθες αποκόβεσαι από τη ρίζα σου κι αντί για δεντρί είσαι κισσός που ψάχνει αλλού στηρίγματα;»
«Ό,τι Αγαπώ Είναι Δικό Σου»
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 432
Υπόθεση Οπισθόφυλλου:
«Άμα
στάξεις μια σταγόνα λάδι σε κρύο νερό, θα επιπλεύσει ολόσωστη. Όμως, αν στάξεις
άλλη σε νερό που κοχλάζει, θα μοιραστεί σε δεκάδες μικρότερες. Τούτη ήταν κι η
διαφορά της Θάλειας με τον Άνδη. Μέσα σε γυάλα περιοριζόταν ο κόσμος της, στους
χίλιους ανέμους χόρευε εκείνου.
Ο έρωτας του Άνδη και της Θάλειας ξεκινά από την παιδική ηλικία. Στην πολυτάραχη πορεία του μπλέκονται μια νεκροκεφαλή-μυστήριο, ο αυταρχικός πατέρας κι η υποταγμένη μάνα, πόρνες, αντιεξουσιαστές, ιδεολόγοι κι ανθρώπινα αγρίμια, η μέγγενη της οικογένειας και του κοινωνικού περίγυρου, η ζωή στον απόμακρο οικισμό, στην επαρχιακή πόλη και στην Αθήνα, παρακμιακές καταστάσεις, δραματικές στιγμές, ερωτισμός κι αισθησιασμός, οι συνέπειες του Εμφυλίου ως πραγματικότητα και αλληγορία, διλήμματα που υπερβαίνουν τις αντοχές των ηρώων, η πάλη συναισθήματος-λογικής, οι διαδρομές της αλήθειας και η δύναμη της αγάπης.
Η εκρηκτική αφήγηση, η ευρηματική πλοκή, ο έντονος σαρκασμός, το χιούμορ, οι αναπάντεχες ανατροπές, ο στοχασμός και η σαγηνευτική γλώσσα κτίζουν ένα μυθιστόρημα-ωκεανό, του γλυκασμού και της αρμύρας, της σιωπής και της μελωδίας, των παθών και των παθημάτων.
Ένα μυθιστόρημα που γεμίζει φως και ψυχική ανάταση τον αναγνώστη.
…και δυο λόγια από τον συγγραφέα
«Όπως και στα προηγούμενα βιβλία μου, στο «Ο,ΤΙ ΑΓΑΠΩ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟ ΣΟΥ» ακολούθησα την τεχνική της πολυεπίπεδης γραφής, αφήνοντας τον αναγνώστη να σταθεί μόνο στη μυθοπλασία ή και ν’ ανιχνεύσει όσα κρύβονται κάτω από αυτήν. Άλλωστε, ένα βιβλίο γεννά τόσα όσοι και οι αναγνώστες του, δεδομένου ότι καθένας κινητοποιεί τις δικές του προσλαμβάνουσες.
Επιδίωξή μου το μυθιστορηματικό ταξίδι και η αναγνωστική ευφορία. Συνάμα να μιλήσω για την επιφάνεια και τον βυθό, την ψυχή, το πάλεμα των εσωτερικών φωνών και τις έξωθεν συνθήκες που προδιαγράφουν την τύχη των ανθρώπων, τις λαβωματιές της Ιστορίας όπως αντανακλούν πάνω μας, τις επιπτώσεις του εμφύλιου σπαραγμού, τους εθνικούς και πολιτισμικούς ακρωτηριασμούς και την ανδροκρατούμενη κοινωνία, αξιοποιώντας κώδικες και σύμβολα (νεκροκεφαλή, κομμένη γλώσσα του Ερμεία, ευμεγέθης αντρική φύση του Άνδη κ.ά.), την πολιτική ουτοπία, την αξία της ατομικής καλλιέργειας, τη μηδενιστική στάση και την έλλειψη νηφαλιότητας και περίσκεψης στις αντιδράσεις μας, την επίδραση του συναισθήματος στη λογική, την ανθρωπογεωγραφία, τις παθογένειες και τα σύνδρομα των δεκαετιών 1960-1990, τις πολλές «Ελλάδες» και τα κρίματα των προηγούμενων γενιών που βασανίζουν τις επόμενες, την ενδοοικογενειακή βία, την έννοια της πατρίδας και πλήθος επιμέρους θεμάτων. Τέλος, για τον έρωτα και την αγάπη, που μέσα σε έναν κόσμο όπου κυριαρχεί ο εγωκεντρισμός και η ιδιοτέλεια έρχονται να μεταβολίσουν το «δικό μου» και να το κάνουν «δικό σου», εξού και ο τίτλος.
Προσδοκία μου να λειτουργήσει ως αισιόδοξη πνευματική πτήση κόντρα στη συναισθηματική πτώση των καιρών μας.»
Γιάννης Καλπούζος
Ο έρωτας του Άνδη και της Θάλειας ξεκινά από την παιδική ηλικία. Στην πολυτάραχη πορεία του μπλέκονται μια νεκροκεφαλή-μυστήριο, ο αυταρχικός πατέρας κι η υποταγμένη μάνα, πόρνες, αντιεξουσιαστές, ιδεολόγοι κι ανθρώπινα αγρίμια, η μέγγενη της οικογένειας και του κοινωνικού περίγυρου, η ζωή στον απόμακρο οικισμό, στην επαρχιακή πόλη και στην Αθήνα, παρακμιακές καταστάσεις, δραματικές στιγμές, ερωτισμός κι αισθησιασμός, οι συνέπειες του Εμφυλίου ως πραγματικότητα και αλληγορία, διλήμματα που υπερβαίνουν τις αντοχές των ηρώων, η πάλη συναισθήματος-λογικής, οι διαδρομές της αλήθειας και η δύναμη της αγάπης.
Η εκρηκτική αφήγηση, η ευρηματική πλοκή, ο έντονος σαρκασμός, το χιούμορ, οι αναπάντεχες ανατροπές, ο στοχασμός και η σαγηνευτική γλώσσα κτίζουν ένα μυθιστόρημα-ωκεανό, του γλυκασμού και της αρμύρας, της σιωπής και της μελωδίας, των παθών και των παθημάτων.
Ένα μυθιστόρημα που γεμίζει φως και ψυχική ανάταση τον αναγνώστη.
…και δυο λόγια από τον συγγραφέα
«Όπως και στα προηγούμενα βιβλία μου, στο «Ο,ΤΙ ΑΓΑΠΩ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟ ΣΟΥ» ακολούθησα την τεχνική της πολυεπίπεδης γραφής, αφήνοντας τον αναγνώστη να σταθεί μόνο στη μυθοπλασία ή και ν’ ανιχνεύσει όσα κρύβονται κάτω από αυτήν. Άλλωστε, ένα βιβλίο γεννά τόσα όσοι και οι αναγνώστες του, δεδομένου ότι καθένας κινητοποιεί τις δικές του προσλαμβάνουσες.
Επιδίωξή μου το μυθιστορηματικό ταξίδι και η αναγνωστική ευφορία. Συνάμα να μιλήσω για την επιφάνεια και τον βυθό, την ψυχή, το πάλεμα των εσωτερικών φωνών και τις έξωθεν συνθήκες που προδιαγράφουν την τύχη των ανθρώπων, τις λαβωματιές της Ιστορίας όπως αντανακλούν πάνω μας, τις επιπτώσεις του εμφύλιου σπαραγμού, τους εθνικούς και πολιτισμικούς ακρωτηριασμούς και την ανδροκρατούμενη κοινωνία, αξιοποιώντας κώδικες και σύμβολα (νεκροκεφαλή, κομμένη γλώσσα του Ερμεία, ευμεγέθης αντρική φύση του Άνδη κ.ά.), την πολιτική ουτοπία, την αξία της ατομικής καλλιέργειας, τη μηδενιστική στάση και την έλλειψη νηφαλιότητας και περίσκεψης στις αντιδράσεις μας, την επίδραση του συναισθήματος στη λογική, την ανθρωπογεωγραφία, τις παθογένειες και τα σύνδρομα των δεκαετιών 1960-1990, τις πολλές «Ελλάδες» και τα κρίματα των προηγούμενων γενιών που βασανίζουν τις επόμενες, την ενδοοικογενειακή βία, την έννοια της πατρίδας και πλήθος επιμέρους θεμάτων. Τέλος, για τον έρωτα και την αγάπη, που μέσα σε έναν κόσμο όπου κυριαρχεί ο εγωκεντρισμός και η ιδιοτέλεια έρχονται να μεταβολίσουν το «δικό μου» και να το κάνουν «δικό σου», εξού και ο τίτλος.
Προσδοκία μου να λειτουργήσει ως αισιόδοξη πνευματική πτήση κόντρα στη συναισθηματική πτώση των καιρών μας.»
Γιάννης Καλπούζος
Πηγές:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου