Η πρώτη μου αναγνωστική επαφή με το έργο
της κ. Δημουλίδου έγινε πριν από λίγα χρόνια με το αλησμόνητο «Σταυροδρόμι Των Ψυχών», ένα βιβλίο
που θα παραμείνει χαραγμένο στη μνήμη μου όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσα βιβλία
κι αν διαβάσω. Η γραφή της με εντυπωσίασε, η θεματολογία της με ξάφνιασε και η έμπνευσή
της με καθήλωσε. Δε νομίζω ότι απαιτείται κάτι περισσότερο για να θεωρηθεί ένας
συγγραφέας χαρισματικός και άξιος λόγου. Έκτοτε, αποφάσισα να παρακολουθώ τη
συγγραφική της πορεία μια και κέρδισε δικαιωματικά την αμέριστη προσοχή μου.
Προηγήθηκαν και ακολούθησαν πολλά έργα
της συγγραφέως με διαφορετική θεματολογία, ύφος, αντικείμενο και στυλ. Δεν μπόρεσα
ακόμα να τα διαβάσω όλα, αλλά τα περισσότερα, όχι επειδή δεν το επιθυμούσα αλλά
διότι ο χρόνος μου μοιράζεται ανάμεσα σε πολλά και διαφορετικά πράγματα. Κάθε
βιβλίο όμως, της Χρυσηίδας Δημουλίδου είναι και ένα μικρό, διαφορετικό σύμπαν
από μόνο του. Άλλοτε μας μεταφέρει στο παρελθόν, άλλοτε στο μέλλον, άλλοτε σε
καθαρά αστυνομικό μυθιστόρημα και άλλοτε σε μεταφυσικό, ερωτικό, επιστημονικής φαντασίας, ή ακόμα και παιδική λογοτεχνία, και το κάνει χωρίς καμία απολύτως δυσκολία. Πάντοτε
προσπαθεί να ψυχαγωγήσει, να προβληματίσει, να ευαισθητοποιήσει και να ‘ταξιδέψει’
τους πάμπολλους και διαφορετικούς αναγνώστες της με όχημα τις πρωτότυπες και
ευρηματικές πλοκές των βιβλίων της.
Με αφορμή το τελευταίο, πρόσφατο
μυθιστόρημά της, «Το Μάτι Του Βοριά»
η Χρυσηίδα Δημουλίδου ταράζει για μια ακόμα φορά τα ‘συγγραφικά νερά’ χαρίζοντάς
μας ένα μυθιστόρημα ανατρεπτικό, σοκαριστικό, σαγηνευτικό και συνταρακτικό, το
οποίο θα συζητιέται και θα διαβάζεται για χρόνια. Θέλω να την ευχαριστήσω θερμά
που αφιέρωσε στους «Φίλους Της Λογοτεχνίας» λίγο από τον πολύτιμο χρόνο της για
να απαντήσει στο ερωτηματολόγιό μου και να της ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία και
σε αυτό το έργο της!
1)
Αγαπητή κ. Δημουλίδου, μας έχετε ‘δώσει’ τριάντα τρία πολύ αξιόλογα έργα, διαφορετικά μεταξύ τους σε
ύφος, στυλ γραφής και θέμα. Πότε αισθανθήκατε την ανάγκη, ή την παρόρμηση να συγγράψετε
και γιατί;
Πριν
ξεκινήσω με τις απαντήσεις θέλω να
διευκρινίσω πως από τα 33 έργα μου τα 10 είναι παιδικά παραμύθια. Η ανάγκη μου
για συγγραφή εκδηλώθηκε από πολύ νωρίς με μια ευχέρεια στο γράψιμο όμως, καθώς
φαίνεται, υπήρχε πάντα και ξεκίνησε σαν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, όταν ήμουν γεμάτη
γνώσεις και εμπειρίες. Συγγραφέας χωρίς αυτά τα εφόδια δεν θα προχωρήσει πολύ
κι αν προχωρήσει θα είναι επαναλαμβανόμενος, προβλέψιμος και κουραστικός.
2)
Κάποια από τα μυθιστορήματά σας, όπως ενδεικτικά «Το Σταυροδρόμι Των Ψυχών»,
«Το Σπίτι Των Σκιών», «Ο Λύκος Της Μοναξιάς», «Οι Τρεις
Υποσχέσεις», «Οι Αγγελιαφόροι Του Πεπρωμένου» , το «Μην
Πυροβολείτε τη Νύφη» και «Το
Κελάρι Της Ντροπής» είναι εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους με θέματα που
ποικίλουν από ερωτικά με μεταφυσικές προεκτάσεις, αστυνομικά, εμπνευσμένα από
ιστορικά γεγονότα, ακόμα και επιστημονικής φαντασίας, δραματικά κοινωνικού
περιεχομένου, παιδική λογοτεχνία, ποίηση, ή χιουμοριστικού περιεχομένου. Από
πού αντλείτε την έμπνευση για κάθε νέο σας έργο;
Όπως
προανέφερα, είμαι γεμάτη από εμπειρίες γιατί είχα μια γεμάτη και πλούσια από εικόνες και γεγονότα ζωή. Ύστερα γεννήθηκα και με το χάρισμα
της εύκολης μυθοπλασίας. Το ένα ‘κούμπωσε’
πάνω στο άλλο και η συμφωνία με την πένα έκλεισε ξαφνικά μια μέρα, πάνω από τον Ατλαντικό ωκεανό ενώ πετούσα για
την Νέα Υόρκη. Εκεί, μέσα στο αεροπλάνο γράφτηκαν οι πρώτες σελίδες του πρώτου
βιβλίου μου.
3)
Τι είδους έρευνα κάνετε πριν και κατά τη συγγραφή των βιβλίων σας, ειδικότερα
όσων βασίζονται σε ιστορικά γεγονότα; Επικεντρώνεστε στη συλλογή πληροφοριών
και την παρατήρηση, ή σε προσωπικά σας βιώματα και εμπειρίες τα οποία
ενσωματώνετε στη μυθοπλασία σας;
Όταν
πρόκειται για ιστορικά γεγονότα βαδίζω βάσει των γνώσεων που έχω, ή των πληροφοριών
που αντλώ από το ίντερνετ. Όταν
πρόκειται για μια απλή ιστορία τότε προχωρώ βάσει αυτών που μου ‘ψιθυρίζουν’ οι
ήρωες στο αυτί, γιατί αυτοί μου τα ‘λένε’ κι εγώ απλώς τα γράφω. Αν τώρα υπάρχουν
και προσωπικά βιώματα που θα βοηθήσουν στη
εξέλιξη μιας ιστορίας ακόμη καλύτερα. Φυσικά εννοώ, όχι να γράψω την ζωή
μου, αλλά να δώσω ένταση σ’ ένα γεγονός, ή ένα συναίσθημα που βίωσα και βιώνει
και ο ήρωάς μου. Π.χ. αν δεν έχεις πονέσει
για έναν χωρισμό πώς θα τον
αποδώσεις στο μάξιμουμ αν δεν γνωρίζεις τί ακριβώς βιώνει το σώμα και η ψυχή
σου;
4)
Πότε, πού και πώς προτιμάτε να συγγράφετε; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα,
διάθεση, ή τόπος που να σας προδιαθέτει, να σας εμπνέει να γράψετε, ή είναι κάτι που ‘ρέει’ αβίαστα
από μέσα σας συνέχεια; Αισθάνεστε, ίσως, την ανάγκη κάποιες φορές να
καταγράφετε άμεσα σκέψεις ή εμπνεύσεις σας ώστε να τις μετουσιώσετε αργότερα σε
μυθιστορήματα;
Σε
μένα δεν υπάρχει μέρα και ώρα, υπάρχει περίοδος οίστρου. Και έρχεται σαν γρίπη.
Με γυροφέρνει λίγο πιο πριν, νοιώθω πως θα αρρωστήσω και μετά με κλείνει στο
σπίτι για τα καλά. Είμαι ‘άρρωστη’ εκείνη την περίοδο, όσο κρατήσει. Και το εννοώ αυτό. Όταν δεν σε απασχολεί τίποτε
άλλο, ακόμη και το να φας, για να
βρίσκεσαι μέσα στην ιστορία, ζεις και αναπνέεις με τους ήρωες, μιλάς μαζί τους,
κλαις , γελάς συμπάσχεις, τότε σίγουρα
δεν είσαι στα καλά σου. Κάποιες φορές τρομάζω και η ίδια με την κατάσταση μου.
5)
Πιστεύετε πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο στη συγγραφή ενός
βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο; Ποια η γνώμη σας για τις σχολές
και τα σεμινάρια ‘δημιουργικής γραφής’ που γίνονται ολοένα και πιο δημοφιλή;
Είναι δυνατόν κάποιος να ‘μετεκπαιδευτεί’ σε συγγραφέα, ή θα πρέπει να έχει
γεννηθεί με το συγκεκριμένο χάρισμα;
Συγγραφέας
γεννιέσαι, δε γίνεσαι. Τί θα πει
επιστημονικό υπόβαθρο; Η συγγραφή δεν διδάσκεται. Ίσως, μόνο το τεχνικό
της μέρος, κι αυτό σε αρχάριους στον τομέα γραφής για να παρουσιάζουν καλύτερα
τα γραπτά τους κείμενα. Ένας blogger, ένας δημοσιογράφος, ένας
φιλόλογος π.χ. ξέρουν να γράφουν πολύ
καλά όμως, αυτό δε σημαίνει πως μπορούν να γράψουν ένα βιβλίο πλάθοντας μια
ιστορία. Οι σχολές αυτές είναι απάτη. Το ταλέντο δεν φτιάχνεται αν δεν υπάρχει,
οι εμπειρίες δεν αποκτούνται με κάποια μαθήματα σε σχολές. Εγώ δεν πήγα σε
καμιά σχολή, ξεκίνησα βασιζόμενη στο ένστικτό μου και με τα χρόνια βελτιώθηκα. Όλοι
αυτοί οι μεγάλοι κλασσικοί, ή σύγχρονοι συγγραφείς
πήγαν σε σχολές; Η συγγραφή είναι κατάθεση ψυχής, εμπειριών και γνώσεων. Κι
αυτά δεν αποκτούνται, όσα και να πληρώσεις.
6)
Κατά τη γνώμη σας, οι συγγραφείς θα έπρεπε να προβληματίζουν τους αναγνώστες
‘κεντρίζοντας’ τη σκέψη τους, δηλαδή θα έπρεπε τα βιβλία να αποτελούν «τροφή
για σκέψη», ή ο σκοπός των έργων τους θα έπρεπε να είναι καθαρά και μόνο
ψυχαγωγικός;
Βιβλίο
που δεν περνά μηνύματα, ή ηθικά διδάγματα, που δεν βοηθά να καλυτερεύσεις σαν
προσωπικότητα και σαν άνθρωπος, που δεν βάζει σε λειτουργία τον εσωτερισμό σου και δεν σε προβληματίζει, δεν είναι βιβλίο. Παράλληλα
όμως, πρέπει και να σε ψυχαγωγεί με την έννοια να περνάς ευχάριστα τον χρόνο
σου.
7)
Μέσα από τα βιβλία σας, υπάρχουν κάποια μηνύματα που επιδιώκετε να ‘περάσετε’
στους αναγνώστες σας και σε ποιό είδος αναγνωστικού κοινού, συνήθως,
απευθύνεστε μέσα από το έργο σας;
Δεν
υπάρχει βιβλίο μου που δεν περνά μηνύματα και αυτός είναι ο σκοπός μου. Γράφοντας
μια ιστορία να αφήσω και ένα δίδαγμα. Απευθύνομαι σε όλους ανεξάρτητα φύλου,
ηλικίας και σεξουαλικής προτίμησης. Απευθύνομαι στον άνθρωπο. Και αυτός ο άνθρωπος θέλω να είναι θετικός,
χρήσιμος, καλός, τίμιος, ειλικρινής και
πάνω από όλα να ξέρει να αγαπάει και να δίνει.
8)
Θεωρείτε ότι ο συγγραφέας θα έπρεπε να ασχολείται με διαφορετικά είδη
λογοτεχνίας και να πειραματίζεται ρισκάροντας το υπάρχον αναγνωστικό του κοινό
αλλά στοχεύοντας και σε νέο, ή θα πρέπει να εμμένει στο είδος που τον έχει
καθιερώσει;
Δεν
είναι απαραίτητο να δοκιμάζεται σε διαφορετικά είδη αν είναι καλός στον τομέα του. Η Αγκάθα Κρίστι που ήταν κορυφή στο αστυνομικό, ο Κίνγκ
στο μεταφυσικό θρίλερ, γιατί να γράψουν ρομαντικά, ερωτικά
μυθιστορήματα; Εξάλλου, δεν είναι και εύκολο να είσαι πολυδιάστατος και
παράλληλα εξίσου καλός παντού. Αν φυσικά
μπορείς να το κάνεις, τότε κανένα πρόβλημα, το κοινό σου θα σε ακολουθήσει και θα κερδίζεις και διαφορετικούς μεταξύ τους αναγνώστες.
9)
Η συγγραφέας Χρυσηίδα Δημουλίδου είναι και αναγνώστρια; Ποια είναι τα αγαπημένα
σας βιβλία και συγγραφείς; Θεωρείτε ότι έχετε δεχθεί επιρροές από κάποιους
ομότεχνούς σας, έλληνες ή ξένους στο δικό σας τρόπο γραφής, ή θεματολογίας;
Έχω
διαβάσει τόσα πολλά και αγαπημένα βιβλία στην ζωή μου κι έχω τόση μεγάλη
βιβλιοθήκη που, πλέον, δεν χωρούν άλλα.
Τώρα διαβάζω πολύ επιλεκτικά. Δεν έχω δεχτεί καμία επιρροή από κανέναν, έχω τον δικό μου τρόπο γραφής. Θαυμάζω πολύ
τους δύσκολους θεματολογικά συγγραφείς, ή εκείνους που γράφουν τα πιο
απρόσμενα αστυνομικά, ή θρίλερ, ή πολιτικά βιβλία, ή απίστευτες κωμωδίες, ή
εκείνους που χειρίζονται την γλώσσα με μοναδική μαεστρία και έχουν πλούσιο
λεξιλόγιο. Δεν μπορώ να τους φτάσω.
Είμαι πολύ λίγη.
10)
Από την ελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία υπάρχει κάποιο βιβλίο το οποίο έχετε
λατρέψει και το οποίο «ζηλεύετε» και θα θέλατε να έχετε συγγράψει εσείς;
Θα
ήθελα να είχα γράψει «Το Δεύτερο Φύλο»
της Σιμόν Ντε Μποβουάρ, ή το «Όσα Παίρνει Ο Άνεμος» της
Μάργκαρετ Μίτσελ, ή τα «Ανεμοδαρμένα Ύψη»
της Έμιλυ Μπροντέ. Υπάρχουν τόσα, μα τόσα πολλά και υπέροχα κλασικά αναγνώσματα,
από πού να αρχίσεις και πού να τελειώσεις. Υπάρχουν, πραγματικά, πάμπολλα θαυμάσια
βιβλία, πνευματικοί θησαυροί που θα
διαβάζονται για πάντα.
11)
Είχατε κάποιους ‘ενδοιασμούς’ όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας βιβλίο
προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς την αποδοχή που θα τύχαινε αυτό από το αναγνωστικό
κοινό;
Μπα…
το πήρα πολύ χαλαρά. Έδωσα το βιβλίο και το ξέχασα, όπως πίστεψα ότι με ξέχασαν
κι εκείνοι. Εξεπλάγην όταν μετά από 8
μήνες με ειδοποίησαν να πάω για τα συμβόλαια.
Επίσης, δεν αγωνιούσα για την αποδοχή του κοινού γιατί περίμενα πως θα περάσω απαρατήρητη. Ούτε
μία στο εκατομμύριο δεν φαντάστηκα τον δρόμο που με περίμενε. Αδιαφόρησα
παντελώς, μου αρκούσε που υπήρχε στα βιβλιοπωλεία. Τώρα όμως, με ενδιαφέρει
πάρα πολύ η αποδοχή και η γνώμη του κόσμου και αγωνιώ.
12)
Ποια είναι η συμβουλή σας προς τους νέους επίδοξους συγγραφείς που φιλοδοξούν
να δουν ένα βιβλίο τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων;
Να
μην έχουν φιλοδοξίες αλλά πείσμα και αγάπη σ’ αυτό που κάνουν. Να καθίσουν να
γράψουν με την ψυχή τους και
χωρίς να αγωνιούν. Γιατί, αν έρθει η επιτυχία μετά θα αγωνιούν συνεχώς. Το θέμα
δεν είναι να φτάσεις στην κορυφή, αλλά να παραμείνεις εκεί. Και ξέρετε πόσο
δυνατά ‘φυσάει’ εκεί πάνω; Χώρια την μοναξιά…
13)
Υπάρχει κάποιο είδος λογοτεχνίας το οποίο προτιμάτε να διαβάζετε ή να
συγγράφετε περισσότερο από τα άλλα και γιατί;
Μου αρέσει να διαβάζω βιβλία που μου βγάζουν
πολύ δυνατά συναισθήματα ή κρύβουν μεγάλα μυστικά, βιογραφίες, ιστορικά.
Προσωπικά, μου αρέσει να γράφω αστυνομικά
όμως, είναι πολύ δύσκολο είδος, ή
βιβλία που θίγουν ταμπού για τα οποία δε μιλά κανείς. Το ερωτικό μυθιστόρημα
έρχεται τελευταίο, όσο κι αν σας φαίνεται παράξενο. Όσο μεγαλώνω, τόσο πιο ωμή
θέλω την πένα μου. Ειδικά στο «Μάτι Του
Βοριά» νομίζω ότι ξεπέρασα κάθε προσδοκία μου. Ή μήπως όχι;
14)
Κλείνοντας και, αφού σας ευχαριστήσω πολύ για την τιμή που μου κάνατε παραχωρώντας μου αυτή τη συνέντευξη, θα ήθελα
σας ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία στο νέο βιβλίο σας, το «Μάτι Του Βοριά»,
αλλά και στις επανεκδόσεις των παλαιότερων βιβλίων σας.
Ευχαριστώ
πολύ και εύχομαι στις σελίδες σας να είναι πάντα τόσο αξιόλογες, τις θεωρώ από
τις αξιολογότερες στον χώρο αυτό γιατί σέβονται τον συγγραφέα και το έργο του.
Η Χρυσηίδα Δημουλίδου γεννήθηκε και μεγάλωσε
στις Σέρρες. Μόλις αποφοίτησε, ήρθε στην Αθήνα και γράφτηκε στη Σχολή
Αεροσυνοδών, την Α.S.T. Αμέσως μετά προσελήφθη στην Ολυμπιακή Αεροπορία ως
ιπτάμενη συνοδός. Παράλληλα με τη δουλειά της, συνεργάστηκε για κάποιο διάστημα
ως δημοσιογράφος με το περιοδικό Discomoda In, κάνοντας ρεπορτάζ σε όλο τον
κόσμο.
Το 1997 εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο από τις
Εκδόσεις Λιβάνη, στις οποίες μέχρι το 2008 εξέδωσε 18 έργα. Από το 2009 μέχρι
σήμερα συνεργάζεται με τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ, όπου έχει εκδώσει συνολικά 14
έργα. Από το 2013 ξεκίνησε συνεργασία με τις Εκδόσεις Διάπλαση για την έκδοση
παραμυθιών. Όλα της τα βιβλία έχουν γίνει μπεστ σέλερ. Ακούραστη, αστείρευτη
και αγιάτρευτα ερωτευμένη με την πένα, όπως δηλώνει η ίδια, ζει πλέον για να
γράφει.
Για το βιβλίο της ΜΗΝ ΠΥΡΟΒΟΛΕΙΤΕ ΤΗ ΝΥΦΗ πήρε
το Πρώτο Βραβείο Αναγνωστικού Κοινού στην Κύπρο, ενώ παράλληλα ήταν υποψήφια
για το ίδιο βραβείο και στην Ελλάδα. Για τρεις συνεχόμενες χρονιές ήταν
υποψήφια για το βραβείο «Γυναίκα της Χρονιάς» του περιοδικού Life & Style.
Το 2004 βραβεύτηκε από το ΠΟΛΚΕΟΑ, το Πολιτιστικό Κέντρο Εργαζομένων της
Ολυμπιακής Αεροπορίας. Το 2011 βραβεύτηκε από τη γενέτειρά της, τις Σέρρες, για
την προσφορά της στα γράμματα. Πρόσφατα, τον Ιανουάριο του 2014, βραβεύτηκε από
το λογοτεχνικό τμήμα της πρώην Ολυμπιακής Αεροπορίας. Το βιβλίο της ΤΟ
ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ μεταφράστηκε στα αγγλικά και το ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ στα
βραζιλιάνικα και τσέχικα, ενώ ΤΟ ΚΕΛΑΡΙ ΤΗΣ ΝΤΡΟΠΗΣ θα κυκλοφορήσει σύντομα στα
τουρκικά.
Έχει παρακολουθήσει μαθήματα σεναρίου και
σεμινάρια φιλοσοφίας, γράφει σενάρια και στίχους και φέτος έγραψε τα δύο πρώτα
της θεατρικά έργα: Για ένα μπουκάλι φθηνό κρασί και Ποτέ δεν είναι αργά για την
αγάπη. Άνθρωπος προσιτός και ιδιαίτερα κοινωνικός, έχει ταξιδέψει σε όλο τον
κόσμο και της αρέσει πολύ το διάβασμα και η έρευνα. Είναι φανατική φιλόζωη και
οικολόγος και θεωρεί ότι τα παιδιά είναι η μοναδική ελπίδα για ένα ειρηνικό αύριο,
αρκεί να γαλουχηθούν σωστά.
Μότο
της:
σπίτι χωρίς βιβλία, δωμάτιο δίχως παράθυρα.
Στόχος
της:
να γράφει βιβλία που θα αγαπηθούν.
Όνειρό
της:
να υπάρξει αγάπη και δικαιωμένοι άνθρωποι.
Ευχή
της:
να υπάρχουν ευτυχισμένα και χαρούμενα παιδιά.
Ουτοπία
της:
να μπορούσε να γυρίσει πίσω τον χρόνο και να πετάξει ξανά με στολή, με τα φτερά
της Ολυμπιακής, δίπλα στους παλιούς συναδέλφους της…Περισσότερες πληροφορίες για τη συγγραφέα και την βιβλιογραφία της στο επίσημο προφίλ της στο site των εκδόσεων Ψυχογιός στον ακόλουθο σύνδεσμο:
http://www.psichogios.gr/site/Authors/show/537/xryshida-dhmoylidoy
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου