Ταξίδια Μέσα Από Τη Λογοτεχνία!

Η Λογοτεχνία είναι για μένα ένα «παράθυρο» σ' έναν μαγικό κόσμο. Κάθε βιβλίο μάς ταξιδεύει σε κόσμους πραγματικούς ή φανταστικούς, τωρινούς, μελλοντικούς ή παρελθοντικούς. Ένα είναι το μόνο σίγουρο, κάθε βιβλίο που μας ενθουσιάζει, μας εντυπωσιάζει ή μας μαγεύει θέλουμε να το μοιραστούμε με άλλους φίλους-αναγνώστες. Έτσι κι εγώ, θέλω να μοιραστώ μαζί σας όσα βιβλία με ενθουσίασαν και με «γέμισαν» με πρωτόγνωρες ιδέες, εικόνες και συναισθήματα. Σαφώς και η άποψη του κάθε αναγνώστη είναι μοναδική και ένα βιβλίο που εμείς λατρέψαμε μπορεί κάποιος άλλος να το αντιπάθησε ή ακόμα και να το μίσησε... Μέσα από αυτήν την οπτική θεωρώ φρόνιμο να μη σχολιάζω όσα βιβλία δεν με εντυπωσίασαν ή με άφησαν αδιάφορη, διότι η άποψή μου είναι απολύτως υποκειμενική. Δεν θα ήθελα να προκαταλάβω αρνητικά κανέναν αναγνώστη, αποτρέποντάς τον από το να διαβάσει ένα βιβλίο το οποίο, ενδεχομένως, να τον ενθουσιάσει. Κάθε βιβλίο απαιτεί το κατάλληλο περιβάλλον, το υπόβαθρο και την ανάλογη διάθεση για να εκτιμηθεί, οπότε καλό θα είναι να μην απορρίπτουμε ποτέ τίποτα. Η έκφραση και αποτύπωση της δικής μου γνώμης για κάθε βιβλίο -αλλά και των απόψεων και σχολιασμών άλλων φίλων-συγγραφέων-αναγνωστών, που αναγράφονται στη σχετική κατηγορία-, έχουν ως μοναδικό σκοπό να εκφράσουν τον θαυμασμό μας για ορισμένα βιβλία που θεωρούμε άξια λόγου και θέλουμε να γίνουν ευρέως γνωστά, βοηθώντας έτσι τους αναγνώστες στην επιλογή του επόμενου βιβλίου που θα διαβάσουν. Πάντοτε με το μεγαλύτερο σεβασμό και θαυμασμό για όλους τους συγγραφείς, που μέσα από τις σελίδες των βιβλίων τους μας «ταξιδεύουν» μακριά από την εκάστοτε πραγματικότητα ή μας βοηθούν να την κατανοήσουμε καλύτερα, αλλά σε κάθε περίπτωση στολίζουν την ψυχή μας, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ!

Κλειώ Ισιδ. Τσαλαπάτη

Σάββατο 28 Μαΐου 2016

Συνέντευξη με την ΜΑΡΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΥΡΟΥ - Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

Μαρία Κωνσταντούρου
            Πριν από λίγα χρόνια είχα την χαρά και την τιμή να γνωρίσω την αγαπητή κ. Κωνσταντούρου πρώτα προσωπικά και κατόπιν ως συγγραφέα. Οι εντυπώσεις που αποκόμισα και από τις δύο περιστάσεις ήταν οι καλύτερες. Πριν από λίγες μέρες ολοκλήρωσα και την ανάγνωση του ολοκαίνουριου βιβλίου της που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη με τίτλο «Η Άγνωστη Δίπλα Μου» και οφείλω να ομολογήσω πως με ενθουσίασε όσο λίγα τον τελευταίο καιρό. Για το συγκεκριμένο βιβλίο θα ακολουθήσει σύντομα εκτενής κριτική μου, ενώ της οφείλω θερμά συγχαρητήρια για την έμπνευσή της καθώς και για την πολύ πρωτότυπη υπόθεση και τον αριστοτεχνικό χειρισμό αυτής. Περιμένω δε, με ιδιαίτερη ανυπομονησία και χαρά να διαβάσω το δικό της κομμάτι σε ένα συλλογικό έργο αφιερωμένο στην αγαπημένη μου γενέτειρα τη Ρόδο! Την ευχαριστώ θερμά για τον χρόνο που διέθεσε απαντώντας το ερωτηματολόγιο των «Φίλων Της Λογοτεχνίας», της εύχομαι κάθε επιτυχία σε όλα της τα πονήματα και ιδιαίτερα στο πιο πρόσφατο και σας προσκαλώ να διαβάσετε τη συνέντευξή της ώστε να γνωρίσετε κι εσείς λίγο καλύτερα την αγαπητή συγγραφέα κ. Μαρία Κωνσταντούρου!

1) Αγαπητή κ. Κωνσταντούρου, μας έχετε ήδη χαρίσει εννέα εξαιρετικά έργα σας, με πιο πρόσφατο το νέο σας μυθιστόρημα που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη με τίτλο «Η Άγνωστη Δίπλα Μου». Ποιό ήταν το έναυσμα για την ενασχόλησή σας με τον κόσμο της λογοτεχνίας και το αντικείμενο της συγγραφής;

Μεγάλωσα μέσα σε ένα σπίτι που θα έλεγα πως ξεχείλιζε από βιβλία και έβλεπα τους γονείς μου να διαβάζουν κάθε βράδυ όταν τελείωναν με τις δουλειές τους. Θυμάμαι τον εαυτό μου μικρό κορίτσι να στέκεται με δέος μπροστά στην τεράστια βιβλιοθήκη μας και να χαζεύω τους τίτλους στις ράχες των βιβλίων. Τραβούσα από το ράφι όποιο κέντριζε το ενδιαφέρον μου, κοίταζα το εξώφυλλο και ξεφύλλιζα τις σελίδες του. Στην πέμπτη δημοτικού, κρυφά από τους δικούς μου, πήρα εκείνο που με είχε τραβήξει περισσότερο και, κρύβοντάς το πίσω από τα μαθητικά βιβλία, άρχισα να το διαβάζω. Αυτό ήταν. Ο μαγικός κόσμος της λογοτεχνίας με παρέσυρε στους ονειρικούς ορίζοντές του. Μεγαλώνοντας ονειρευόμουν πόσο όμορφο θα ήταν από αναγνώστρια να γίνω κι εγώ συγγραφέας, ωστόσο ήταν κάτι που πάντα μου φαινόταν απλώς… ευσεβής πόθος. Οι συγγραφείς για μένα ζούσαν σε έναν εντελώς δικό τους, σχεδόν εξαϋλωμένο, κόσμο έχοντας υπερβεί την ανθρώπινη διάστασή τους. Έτσι συμβιβάστηκα με τον τίτλο της μεταφράστριας. Συνεργάστηκα με έναν μεγάλο εκδοτικό και μετέφρασα πάρα πολλά βιβλία, ώσπου στα σαράντα μου μία σαρωτική ανάγκη με έσπρωξε να γράψω ένα δικό μου μυθιστόρημα. Μόνο για μένα. Δεν είχα σκοπό να επιδιώξω την έκδοσή του. Όμως η τύχη το έφερε να πέσει στα χέρια κάποιας γνωστής γνωστού η οποία εργαζόταν σε έναν εκδοτικό οίκο και… Έτσι ξεκίνησαν όλα.

2) Από πού αντλείτε την έμπνευση για κάθε έργο σας και κάθε χαρακτήρα και πόσο δύσκολο είναι να  συγκεντρώσετε τις απαραίτητες πληροφορίες, όταν αυτές απαιτούνται, ώστε να συνδυάσετε τυχόν ιστορικά γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία στα βιβλία σας;

Η έμπνευση μπορεί να έρθει από παντού. Από κάποιο περιστατικό που άκουσα, κάποιο γεγονός που έζησα η ίδια, κάποιον προβληματισμό που επιμένει να με απασχολεί, ακόμη και από κάποιο όνειρο που έτυχε να δω το βράδυ. Το οτιδήποτε μπορεί να αποτελέσει έμπνευση. Όσο για τους χαρακτήρες, σε κάθε μου βιβλίο υπάρχουν χαρακτήρες που τους έχω γνωρίσει προσωπικά αλλά υπάρχουν και άλλοι που τους πλάθω με τη φαντασία μου για να εξυπηρετήσουν τη ροή της ιστορίας. Όσο για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζω όταν χρειάζεται να κάνω έρευνα… Θα ομολογήσω πως δυσκολεύομαι πάρα πολύ και αυτό επειδή η μνήμη μου πολλές φορές με προδίδει, οπότε χρειάζεται να ψάξω και να ξαναψάξω, να διαβάσω και να ξαναδιαβάσω, να κρατώ σημειώσεις που για κάποιον άλλον θα φαίνονταν περιττές. Ωστόσο πρέπει να αναφέρω πως το διαδίκτυο έχει διευκολύνει πολύ τα πράγματα, χωρίς όμως να καλύπτει και τη βοήθεια που πολλές φορές προσφέρει μία βιβλιοθήκη.

3) Συνήθως, οι περισσότεροι συγγραφείς είτε έχουν σπουδάσει κάποιο αντικείμενο, είτε ασκούν ως επάγγελμα κάτι εντελώς διαφορετικό από την συγγραφική τους ιδιότητα, αλλά και τις σπουδές τους. Θα θέλατε να μας μιλήσετε σχετικά με αυτό και να μας πείτε πόσο αρμονικός είναι ο συνδυασμός όλων αυτών και κατά πόσο αλληλοεπηρεάζονται οι επιμέρους ιδιότητές σας;

Είναι αλήθεια πως στη χώρα μας κανένας συγγραφέας δεν μπορεί να ζήσει μόνο από τη συγγραφή γι’ αυτό και αναγκάζεται να έχει παράλληλα μία σταθερή δουλειά. Η συγγραφή στην Ελλάδα θεωρείται περισσότερο χόμπι, και οι άνθρωποι που γράφουν το κάνουν πιο πολύ για να ικανοποιήσουν κάποια εσωτερική ανάγκη τους – δεν περιμένουν να εξασφαλίσουν τα προς το ζειν μέσα από τις πωλήσεις των βιβλίων τους. Στο εξωτερικό είναι αλλιώς τα πράγματα. Ο συγγραφέας κερδίζει αρκετά χρήματα ώστε να ζει με άνεση και χωρίς άγχος, έχει ολόκληρη ομάδα που τον βοηθά στις κάθε είδους έρευνες και συνεπώς έχει τόσο τον χρόνο όσο και την ηρεμία ώστε να αφοσιωθεί πλήρως στην τέχνη του. Στην Ελλάδα γνωρίζω ομότεχνους που έχουν αναγκαστεί να κάνουν δουλειές που ο κόσμος δε θα μπορούσε να πιστέψει – από ντίλερ μέχρι οικιακή βοηθό! Φυσικά, ο συνδυασμός αυτός δεν μπορεί να είναι ούτε στο ελάχιστο αρμονικός – όπως το χαρακτηρίσατε – αλλά αυτός είναι και ένας λόγος που τους βγάζω το καπέλο και σέβομαι ιδιαίτερα πολύ το έργο τους. Και για να μιλήσω με βάση την προσωπική μου εμπειρία μιας κι εγώ είμαι αναγκασμένη να έχω μία μόνιμη εργασία για τον επιούσιο, το βρίσκω πολύ δύσκολο να συνδυαστούν αυτά τα δύο. Πριν από την κρίση που εργαζόμουν σε μία μεγάλη εταιρεία με συγκεκριμένα ωράρια ήταν σαφώς πολύ πιο εύκολα τα πράγματα. Ήξερα πως θα σχολάσω κατά τις πέντε και μετά θα είχα όλο το απόγευμα και βράδυ δικά μου για να αφοσιωθώ στο εκάστοτε βιβλίο μου. Όμως τα τελευταία χρόνια που συμβιβάστηκα με δουλειές πολύ ψυχοφθόρες και χωρίς συγκεκριμένο ωράριο έρχονταν στιγμές που πραγματικά υπέφερα. Η κούραση ήταν μεγαλύτερη, το άγχος απερίγραπτο, το βιολογικό μου ρολόι τρελαμένο από τον ελλιπή και ακατάστατο ύπνο, οπότε… Καταλαβαίνετε. Έγραφα κοιτώντας το ρολόι για να μην καθυστερήσω στη δουλειά. Ή δούλευα κοιτώντας πάλι το ρολόι, ανυπομονώντας να γυρίσω στον δικό μου κόσμο. Εκεί που έπιανα το συναίσθημα των ηρώων, εκεί το έχανα. Και εκεί που το μυαλό μου χανόταν στις δυσκολίες της καθημερινότητας, εκεί έπρεπε να καταφέρω να το αδειάσω από όλα τα πρακτικά προβλήματα. Πολύ δύσκολη όλη αυτή η προσπάθεια και πιστεύω πως οι περισσότεροι συγγραφείς αντιμετωπίζουν ανάλογες καταστάσεις.

4) Έχετε συμπεριλάβει ποτέ στα βιβλία σας κάποια προσωπικά σας βιώματα; Πόσο εύκολο, ή επώδυνο ήταν αυτό και πόσο εφικτή ήταν η αντικειμενική προσέγγισή τους συγγραφικά;

Ναι, αρκετές φορές έχω συμπεριλάβει στις ιστορίες μου προσωπικά βιώματα. Πιστεύω πως αυτό είναι αναπόφευκτο. Θεωρώ βέβαιο πως οι συγγραφείς γράφουν με την ψυχή τους όπως λέγεται, συνεπώς είναι αδύνατο η ψυχή μας να μην εκφράσει και πράγματα που την πόνεσαν ή τη χαροποίησαν πολύ. Δεν ξέρω για τους άλλους, εμένα όμως μου ήταν εύκολο και σχεδόν καθόλου επώδυνο. Έμοιαζε περισσότερο με… ψυχοθεραπεία. Και το καλύτερο ήταν πως εγώ λειτουργούσα σαν ψυχολόγος του εαυτού μου, οπότε νομίζω πως ήμουν αρκετά αντικειμενική. Βέβαια, αυτό είναι προσωπική μου γνώμη, ωστόσο ξαναδιαβάζοντας κάποιο βιβλίο μου πιο αποστασιοποιημένα δεν ήρθα αντιμέτωπη με καμιά αμφιβολία.

5) Στα βιβλία σας έχετε καταπιαστεί με πολλά και διαφορετικά θέματα, ενώ στην θεματολογία σας κυρίαρχο ρόλο παίζει η κοινωνία και οι ανθρώπινες σχέσεις. Θεωρείτε, ίσως, ότι η ίδια η ζωή αποτελεί μια σημαντική "πηγή ιδεών" για έναν συγγραφέα;

Σίγουρα. Η ζωή, σε όποια χρονική περίοδο κι αν την ψάξουμε, δίνει άπειρες αφορμές για προβληματισμούς, αναθεωρήσεις και ψυχαναλύσεις. Το είχα αναφέρει και στο πρώτο βιογραφικό μου πως η ζωή μού δίνει καθημερινά ερεθίσματα. Είναι απίστευτα τα σενάρια που παίζονται κάθε τόσο δίπλα μας. Και είναι τρομερό το πόσοι από εμάς γίνονται πρωταγωνιστές σε ιστορίες που θυμίζουν επιστημονική φαντασία. Η ίδια η ζωή είναι έμπνευση, είτε την περιγράφουμε όπως ακριβώς είναι είτε όπως ονειρευόμαστε εμείς να ήταν.

6) Πιστεύετε πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο για τη συγγραφή ενός βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο, η φαντασία και οι εμπειρίες του συγγραφέα;

Σίγουρα είναι απαραίτητα το ταλέντο, η φαντασία και οι εμπειρίες ζωής. Αλλά αυτά από μόνα τους δεν είναι αρκετά. Φανταστείτε έναν άνθρωπο μονίμως κλεισμένο μέσα στους τοίχους του σπιτιού του, χωρίς καμία επικοινωνία με τον κόσμο που ζει και αναπνέει έξω από αυτούς. Με το ταλέντο του θα μπορεί ίσως να περιγράψει άψογα μια μοναχική ζωή, κάποιες καταπιεσμένες επιθυμίες και όση ζωή μπορεί να δει έξω από το παράθυρο του. Αλλά μέχρι εκεί. Θα πρέπει κανείς να "ανακατωθεί" με τους ανθρώπους, να μοιραστεί συναισθήματα και εμπειρίες, να απολαύσει στιγμές ευτυχίας και να βιώσει τον πόνο, να "ακούσει" τον παλμό της κοινωνίας, να αποδεχτεί και να παραδεχτεί όνειρα και πόθους για να καταφέρει να αποτυπώσει στο χαρτί την αληθινή ζωή. Όσο για τη φαντασία, θέλει και αυτή εξάσκηση. Και αυτό πιστεύω πως επιτυγχάνεται καλύτερα με το διάβασμα. Εν κατακλείδι, εκτός από τα προσόντα που αναφέρατε, πιστεύω πως ένας συγγραφέας για να εξελιχθεί πρέπει να μελετά, να παρατηρεί και να ονειρεύεται. Α, και να γνωρίζει πώς να χειρίζεται την πλούσια γλώσσα μας.

7) Υπάρχει κάποιο μοτίβο ως προς το πότε σας "επισκέπτεται" η συγγραφική σας  έμπνευση; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα, διάθεση, ή τόπος ίσως, που να σας προδιαθέτει να γράψετε, ή είναι κάτι που "ρέει" αβίαστα από μέσα σας συνέχεια;

Σίγουρα δεν είναι κάτι που συμβαίνει συνέχεια. Γι’ αυτό και δεν πιέζομαι να δώσω κάθε χρόνο κι από ένα βιβλίο. Στα δεκαέξι χρόνια που είμαι στον χώρο έχουν εκδοθεί εννέα βιβλία μου. Αλλά ούτε και υπάρχουν συγκεκριμένες συνθήκες για να μου έρθει κάποια έμπνευση. Αυτό μπορεί να συμβεί οπουδήποτε και οποτεδήποτε, είτε βρίσκομαι σε ειδυλλιακό τοπίο είτε περιμένω στην ουρά του σούπερ μάρκετ, είτε ακούω κάποια ωραία μελωδία είτε τις φωνές από το διπλανό σπίτι.

8) Όταν ολοκληρώνετε ένα νέο μυθιστόρημά σας αρκείστε στη δική σας μόνο γνώμη και αξιολόγηση, πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του, ή αναζητάτε πρώτα την άποψη κάποιου οικείου σας προσώπου του οποίου την κρίση εμπιστεύεστε;

Ίσως από χαρά ίσως και από κάποια δόση ανασφάλειας συνήθισα να συζητώ την ιδέα και τον τρόπο που θα στήσω την ιστορία μου με μια πολύ καλή μου φίλη που είναι και ομότεχνη. Ακούω προσεκτικά τη γνώμη της και όποτε θεωρώ πως έχει δίκιο αναθεωρώ τις σκέψεις μου. Όμως από τη στιγμή που αρχίζω να γράφω χάνομαι στον κόσμο μου και δεν ακούω πια κανέναν. Για μένα υπάρχουν μόνο οι ήρωές μου και τους δίνομαι ολοκληρωτικά. Όταν πια τελειώσω περιμένω με αγωνία τη γνώμη της επιμελήτριάς μου και, αφού εκδοθεί το βιβλίο, η αγωνία μου κορυφώνεται μέχρι να εισπράξω τις απόψεις των πρώτων αναγνωστών.

9) Από τα μυθιστορήματά σας  υπάρχει κάποιο το οποίο ξεχωρίζετε, στο οποίο ίσως έχετε μεγαλύτερη αδυναμία και γιατί; Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για το κάθε βιβλίο σας και, γιατί όχι, την ιστορία "πίσω από την ιστορία" του καθενός;

Νομίζω πως αφενός δε θα μπορέσω να είμαι αντικειμενική και αφετέρου θα επηρεάσω τους αναγνώστες. Όλα μου τα βιβλία τα αγάπησα και τα αγαπώ, παρόλο που τώρα πια η εμπειρία με έχει κάνει πολύ πιο αυστηρή με τα πρώτα μου. Ωστόσο σέβομαι και θαυμάζω την Ελένη από το «Όταν οι γυναίκες τολμούν», θλίβομαι με τις δύο ηρωίδες του «Σκιές στον χρόνο» και ακολουθώ τους πρωταγωνιστές του «Σε βλέπω παντού» στα ταξίδια της ψυχής τους. Βγάζω το καπέλο στον Ανέστη και την Κατερίνα του «Το πολύ δεν είναι πάντα αρκετό» και ζω παράλληλα με τον Άλκη και την Ηλιάνα από το «Χωρίς εσένα – Δεν υπήρξα ποτέ» της Παράλληλης Λογοτεχνίας που γράψαμε με τη Θάλεια Κουνούνη. Βιώνω τον πόνο αλλά και τη λύτρωση, τη δικαίωση και την τιμωρία των ηρώων του «Μια ανάσα μακριά» και κατανοώ βαθιά την Αννέζα μου από το «Ζωή μου εσύ». Αλλά για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, έχω μια ξεχωριστή αδυναμία στις «Αγεφύρωτες Σιωπές» και νιώθω μια ιδιαίτερη  στοργή για την «Άγνωστη δίπλα μου».

10) Η συγγραφέας  Μαρία Κωνσταντούρου  βρίσκει το χρόνο να διαβάζει και για δική της ευχαρίστηση και όχι μόνο για έρευνα πάνω σε κάποιο μελλοντικό βιβλίο της; Εφόσον συμβαίνει αυτό, ποιό είδος λογοτεχνίας προτιμάτε περισσότερο ως αναγνώστρια και γιατί;

Όσο καιρό γράφω δε διαβάζω τίποτα για να μην επηρεάσει είτε τον τρόπο γραφής μου είτε τα συναισθήματά μου. Αλλά με το που θα ολοκληρωθεί το βιβλίο μου αρχίζω διψασμένα την ανάγνωση άλλων. Διαβάζω σχεδόν τα πάντα, ανάλογα με τη διάθεσή μου, αλλά έχω μεγαλύτερη αδυναμία στα κοινωνικά και τις περιπέτειες και καθόλου στα επιστημονικής φαντασίας.

11) Ποιά είναι τα αγαπημένα σας βιβλία και συγγραφείς; Θεωρείτε ότι έχετε δεχθεί επιρροές από κάποιους ομότεχνούς σας, έλληνες ή ξένους, σύγχρονους ή κλασσικούς, στο δικό σας τρόπο γραφής, ύφους ή θεματολογίας;

Είναι πολύ πιθανό να έχω επηρεαστεί από κάποιους συγγραφείς, ιδιαίτερα της εφηβείας μου, ωστόσο δεν μπορώ να απαντήσω συγκεκριμένα. Μάλλον έγινε χωρίς να το συνειδητοποιήσω. Όσο για τους συγγραφείς που μου αρέσουν… Στα νιάτα μου λάτρευα τον Λουντέμη και αρκετά ποιήματα του Σολωμού – χωρίς αυτό να σημαίνει πως με άφηναν αδιάφορη ονόματα όπως του Καζαντζάκη ή του Βενέζη. Από ξένους θυμάμαι πως είχα ιδιαίτερη αδυναμία στους Τσβάιχ, Καμύ, Κρόνιν, Τολστόι και Φρανσουάζ Σαγκάν. Τώρα ίσως οι προτιμήσεις μου να έχουν αλλάξει. Για παράδειγμα, ενώ απόλαυσα το ίδιο τον Καμύ όταν τον ξαναδιάβασα, δεν άντεξα να φτάσω μέχρι το τέλος τον Ντοστογιέφσκι. Δε διαβάζω πια ένα βιβλίο με κριτήριο ποιος το έγραψε αλλά με το πώς θα με κάνει να νιώσω –δεν ξέρω αν γίνομαι κατανοητή.

12) Από την ελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία υπάρχει κάποιο βιβλίο το οποίο έχετε λατρέψει,  το οποίο "ζηλεύετε" ως λογοτεχνικό έργο και θα θέλατε, ή ονειρεύεστε να έχετε συγγράψει εσείς;

Μα ναι, υπάρχουν πολλά που έχω λατρέψει είτε για το θέμα τους είτε για τον τρόπο γραφής τους. Κανένα δεν έχω ζηλέψει με την έννοια να το είχα γράψει εγώ. Άλλωστε, αυτό είναι και ένα είδος πρόκλησης. Να γράψω δηλαδή κάτι που δεν έχει ξαναγραφεί, που δεν έχει απασχολήσει άλλοτε κάποιον δημιουργό. Ωστόσο, αν θέλω να είμαι  απόλυτα ειλικρινής, όταν είδα σε επανάληψη το «Νησί» σκέφτηκα για μια στιγμή πως θα ήθελα να είχα ασχοληθεί πρώτη με το θέμα της Σπιναλόγκα και των άρρωστων κατοίκων της.

13) Πιστεύετε πως ο συγγραφέας πρέπει να ταξιδεύει ώστε να έχει κάποια βιώματα από τις χώρες και τις τοποθεσίες τις οποίες, τυχόν, περιγράφει στα βιβλία του και πόσο εφικτό είναι αυτό στην πράξη κατά τη γνώμη σας; Είναι απαραίτητο κάτι τέτοιο, απλά και μόνο, για την "διεύρυνση των οριζόντων" του;

Οπωσδήποτε τα ταξίδια και η επαφή με άγνωστα μέρη θα μπορούσαν να βοηθήσουν λιγότερο ή περισσότερο έναν συγγραφέα. Όμως στην εποχή μας βοηθάει πάρα πολύ το ίντερνετ. Οι περιγραφές αλλά και οι φωτογραφίες που μπορούμε να βρούμε  είναι μεγάλο όπλο στα χέρια μας. Για παράδειγμα, στην Παράλληλη Λογοτεχνία η ηρωίδα μου πήγε σε τόσα μέρη που εγώ δεν έχω επισκεφτεί ποτέ. Κι όμως, βρέθηκαν αναγνώστες που με ρώτησαν περισσότερες λεπτομέρειες γι’ αυτούς τους τόπους, αφού ήταν πεπεισμένοι πως τους γνώριζα από πρώτο χέρι.

14) Θεωρείτε ότι ο συγγραφέας θα πρέπει να ασχολείται με διαφορετικά είδη λογοτεχνίας και να "πειραματίζεται" θεματολογικά, ρισκάροντας το υπάρχον αναγνωστικό του κοινό, ή θα όφειλε να εμμένει στο είδος που τον έχει καθιερώσει;

Ο συγγραφέας θα πρέπει απλώς να είναι αυθόρμητος και ειλικρινής. Το σημαντικό είναι όταν γράφει κάτι να το γράφει επειδή πραγματικά το θέλει, επειδή "του βγαίνει" και όχι να πιέζεται για κάτι συγκεκριμένο. Συνεπώς, όχι, δεν πιστεύω πως πρέπει να εμμένει στο είδος με το οποίο καθιερώθηκε αλλά ούτε και να πειραματίζεται σε διαφορετική θεματογραφία απλά και μόνο για να το κάνει. Αν η έμπνευση και η διάθεσή του τον οδηγούν σε διαφορετικά λογοτεχνικά μονοπάτια, ας τα ακολουθήσει. Ακόμα κι αν υπάρχει φόβος αποτυχίας. Όλοι οι άνθρωποι έχουμε δικαίωμα στην αποτυχία, δε θα μας κρεμάσει κανείς γι’ αυτό. Τα "πρέπει" δένουν το μυαλό μας. Η ψυχή μας πρέπει να είναι ελεύθερη και να μας καθοδηγεί.

15) Πιστεύετε πως οι συγγραφείς οφείλουν να προβληματίζουν τους αναγνώστες "κεντρίζοντας" τη σκέψη τους, ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε να είναι καθαρά και μόνο ψυχαγωγικός; Εσείς, ποιά μηνύματα επιδιώκετε να "περάσετε" στους αναγνώστες σας και σε ποιό είδος αναγνωστικού κοινού, συνήθως, απευθύνεστε μέσα από το συγγραφικό έργο σας;

Εμένα προσωπικά μου αρέσει να διακρίνω μηνύματα και προβληματισμούς στα βιβλία που διαβάζω, χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα περιφρονήσω ή θα μειώσω τα αμιγώς ψυχαγωγικά. Είναι και θέμα διάθεσης. Κάποιες φορές επιδιώκω να διαβάσω χιουμοριστικό για να ξεφύγω από την ένταση και να περάσω καλά. Το χρειάζομαι και αυτό όπως όλοι μας. Όμως ούτε εδώ θα απαντήσω με κάποιο "πρέπει", αφού ήδη σας είπα πως τα "πρέπει" δε χωρούν στην τέχνη – σε οποιαδήποτε μορφή τέχνης. Το θέμα είναι ο συγγραφέας να γράφει όπως και ό,τι αισθάνεται τη δεδομένη στιγμή και ο αναγνώστης να επιλέγει να διαβάσει αυτό που έχει ανάγκη κάθε φορά. Όσο για τα δικά μου μηνύματα, συνήθως είναι ανθρωπιστικά–κοινωνικά, και όταν γράφω δεν έχω ποτέ στο μυαλό μου κάποια συγκεκριμένη ομάδα αναγνωστών. Ούτως ή άλλως πιστεύω πως τα όσα λέω αφορούν σε όλους όσους ενδιαφέρονται.

16) Θεωρείτε πως η σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει  πηγή έμπνευσης για ένα συγγραφέα και, ειδικότερα, οι τόσο δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε τελευταία στην πατρίδα μας; Ή μήπως το ζητούμενο από τους αναγνώστες είναι ακριβώς η "φυγή" από αυτήν την ζοφερή πραγματικότητα;

Η έμπνευση ξεφυτρώνει από παντού, ακόμα και από τη σύγχρονη πραγματικότητα, όπως λέτε. Αλλά γιατί να την διαχωρίζουμε; Ναι, είναι αλήθεια πως τα τελευταία χρόνια βιώνουμε όλο και πιο δύσκολες καταστάσεις, όμως πάντα δεν ήταν έτσι; Θυμάστε κάποια εποχή που να ήταν όλα τέλεια; Φτώχια, αρρώστια, δυστυχία, αδικία υπήρχαν ανέκαθεν στον κόσμο, άρα…; Το μυστικό για μένα είναι όταν θα κλείσει ο αναγνώστης ένα βιβλίο να μην του μείνει η πικρή γεύση της απελπισίας. Ο συγγραφέας κουβαλάει μια μεγάλη ευθύνη που δεν πρέπει να ξεχνά: Καλώς ή κακώς επηρεάζει μία μεγάλη μερίδα των αναγνωστών του γι’ αυτό, όσο τραγική κι αν είναι η ιστορία του, δεν πρέπει να ξεχνά να ρίχνει και μια φωτεινή αχτίδα στο όλο σκοτάδι. Να αφήνει μια προοπτική, μία εναλλακτική. Να γλυκαίνει όσο μπορεί ακόμα και το πιο φαρμακερό αγκάθι της ζωής μας. Αυτή είναι η πιο ρεαλιστική αλλά και πιο ωφέλιμη "φυγή".

17) Είχατε κάποιους "ενδοιασμούς" όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας βιβλίο προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς την αποδοχή που θα τύχαινε από το αναγνωστικό κοινό; Η θεματολογία των περισσοτέρων βιβλίων σας, πιστεύετε πως παίζει τον δικό της ρόλο στην αποδοχή αυτή;

Όπως προείπα, το ότι βρέθηκε το πρώτο μου βιβλίο στα χέρια κάποιου εκδότη ήταν εντελώς τυχαίο. Εγώ μάλλον δε θα το τολμούσα ποτέ. Αλλά, από τη στιγμή που δόθηκε, θα ήταν ψέμα αν έλεγα πως δεν είχα αγωνία για τη γνώμη των ειδικών. Όσο για την αποδοχή που θα είχε από το αναγνωστικό κοινό, ήταν τόση η χαρά και η ηθική ικανοποίηση που είχα νιώσει όταν έμαθα πως θα έμπαινε στο τυπογραφείο ώστε δε σκεφτόμουν καθόλου τα περαιτέρω. Δεν ήξερα κιόλας τι να σκεφτώ. Ήμουν εντελώς άσχετη με τον χώρο και τόσο σίγουρη πως δε θα προχωρούσα σε έκδοση δεύτερου βιβλίου ώστε προτίμησα να απολαύσω τα σίγουρα συναισθήματα της προσωρινής μου "επιτυχίας". Όσο για την τελευταία σας ερώτηση, δεν ξέρω να απαντήσω με σιγουριά όμως πιστεύω πως εκείνοι που με αποδέχονται το κάνουν περισσότερο για τον τρόπο γραφής μου και την ειλικρινή κατάθεση της ψυχής μου παρά για το ίδιο το θέμα του κάθε βιβλίου μου. Αν κάνω λάθος, θα περιμένω μηνύματά τους για να με διορθώσουν…

18) Εσείς, με  την έως τώρα πείρα σας στον χώρο της συγγραφής, τί θα συμβουλεύατε όλους τους νέους επίδοξους συγγραφείς, που ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα βιβλίο τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων και, ιδιαίτερα, εν μέσω αυτής της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας;

Είναι αλήθεια πως με τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σαν χώρα αλλά και σαν λαός, μαζί με όλους τους άλλους τομείς έχει επηρεαστεί και ο χώρος των εκδόσεων. Οι οίκοι δε διακινδυνεύουν εύκολα να επενδύσουν σε νέους δημιουργούς και οι απορρίψεις είναι πολύ περισσότερες απ’ ότι παλιότερα. Ωστόσο, αυτό που θα ήθελα να πω στους εν δυνάμει συγγραφείς είναι να μην απογοητεύονται. Να επιμένουν, να διορθώνουν και να βελτιώνουν το έργο τους και να δοκιμάζουν ξανά. Για να πετύχεις τα όνειρά σου χρειάζεται επιμονή, υπομονή και πίστη στις ικανότητες σου. Και αν αυτά τα όνειρά έχουν αξία θα πραγματοποιηθούν κάποια στιγμή. Τελειώνοντας, και ασχέτως με τη σημερινή κατάσταση, ο κάθε συγγραφέας – ανερχόμενος ή ήδη φτασμένος – πρέπει να διαβάζει όσο μπορεί περισσότερο και να κυνηγά εμπειρίες. Να έχει σε επαγρύπνηση όλες τις αισθήσεις του, να "ρουφάει" τη ζωή σε κάθε ευκαιρία.

19) Κλείνοντας και, αφού σας ευχαριστήσω θερμά για την τιμή της παραχώρησης  αυτής της συνέντευξης, θα ήθελα να σας ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία σε όλα σας τα βιβλία αλλά, ειδικότερα, στο νέο  μυθιστόρημά σας «Η Άγνωστη Δίπλα Μου», και να σας ρωτήσω για τα άμεσα συγγραφικά σας σχέδια. Τί να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον;

Εγώ ευχαριστώ μέσα από την καρδιά μου τόσο για την όμορφη ευχή όσο και για την υπέροχη φιλοξενία που την απόλαυσα πραγματικά. Η ιδέα για το επόμενο βιβλίο μού έχει χτυπήσει την πόρτα από καιρό και το μυαλό μου ήδη «γράφει» την ιστορία. Ωστόσο, για την ώρα τελειώνω το δικό μου κομμάτι σε ένα συλλογικό έργο με κεντρικό θέμα την πανέμορφη Ρόδο, το οποίο θα αποτελέσει τη βάση για μια μεγάλη γιορτή-αφιέρωμα στο μοναδικό νησί του Ήλιου. Περισσότερες λεπτομέρειες προς το τέλος Ιουνίου.

Βιογραφία Μαρίας Κωνσταντούρου:

Γεννήθηκα στην Αθήνα, όμως πάντα νιώθω νησιώτισσα και διατυμπανίζω πως είμαι από τη Χίο, το νησί της μητέρας μου. Οι γονείς μου ήταν δυο υπέροχοι άνθρωποι• το καλύτερο πρότυπο που θα μπορούσα να έχω.
Τα παιδικά μου χρόνια, ανέμελα κι ευτυχισμένα, με εφοδίασαν με τις ωραιότερες αναμνήσεις της ζωής μου. Η περίοδος της εφηβείας μου, γεμάτη υπαρξιακούς προβληματισμούς και αναποτελεσματικές επαναστάσεις, με πέρασε γλυκά κι ανώδυνα στον περίπλοκο κόσμο της αμφισβητούμενης ωριμότητας.
Τα μάτια μου παρέμειναν ίδια, όμως άλλαξε σημαντικά ο τρόπος που κοιτάζουν. Η φωνή μου υπερασπίζεται πάνω κάτω τα ίδια πράγματα, ωστόσο απέκτησε άλλο πάθος και διαφορετική χροιά. Τ’ αφτιά μου, πάντα τεντωμένα, κέρδισαν την ικανότητα να ακούν και όσα αποφεύγουμε –ή και φοβόμαστε– να ομολογήσουμε. Τα χέρια μου αγγίζουν την επιφάνεια, όμως έχουν πια τη δύναμη να αισθάνονται το βάθος των πραγμάτων. Και η γεύση μου έμαθε να ξεχωρίζει την αληθινή νοστιμιά της αλήθειας από την παραπλανητική απόλαυση του ψεύδους.
Τώρα πια μπορεί να ακούγονται ωραία όλ’ αυτά, όμως οφείλω να ομολογήσω ότι πλήρωσα ακριβά τα μαθήματα που με βοήθησαν να περάσω στην τάξη των «μυαλωμένων ενηλίκων», των αξιοσέβαστων «μεγάλων».
Κι είναι πολλές οι φορές που με πιάνει η ακατανίκητη επιθυμία να γυρίσω τον χρόνο πίσω, να ξαναβρεθώ στην αθώα εποχή της ευπιστίας και του ονειροπολήματος...
Μοιραία, κάποια στιγμή άρχισα να γράφω. Στην αρχή ημερολόγιο, έπειτα σκέψεις, αργότερα αναλύσεις συναισθημάτων και συμπεριφορών. Η Έκθεση ήταν το αγαπημένο μου μάθημα κι εγώ η αγαπημένη των φιλολόγων μου. Έκανα όνειρα για μένα κι οι καθηγητές μου στοιχημάτιζαν πάνω μου. Τους έβγαλα ασπροπρόσωπους όταν πέρασα στη Φιλοσοφική, αλλά τους απογοήτευσα οικτρά όταν παράτησα τις σπουδές μου για να παντρευτώ. Ωστόσο, κράτησα πάντα σαν εραστή μου τη λογοτεχνία.
Συνέχισα να γράφω και εργάστηκα ως μεταφράστρια βιβλίων για πάνω από δώδεκα χρόνια. Κι όταν ο γάμος μου τελείωσε, έκανα την κίνηση να αποτυπώσω τις εμπειρίες μου στο χαρτί. Έτσι, δημιουργήθηκε το πρώτο μου μυθιστόρημα, Όταν οι Γυναίκες Τολμούν, κι έτσι βρήκα τον δρόμο που πάντα γύρευα. Μέχρι τότε, δεν πίστευα ότι θα διεκδικούσα ποτέ τον τίτλο του «συγγραφέα», όμως η αγάπη μου για το γράψιμο και τα απίθανα σενάρια που συνθέτει καθημερινά η ίδια η ζωή με παροτρύνουν να μπερδεύομαι κάθε τόσο με τις νεράιδες και τους δράκους, τους όμορφους πρίγκιπες και τις καλοσυνάτες δεσποσύνες των παραμυθιών που συντροφεύουν αέναα και πεισματικά την ενηλικίωσή μας.

Από τις Εκδόσεις Λιβάνη κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία της «Όταν οι Γυναίκες Τολμούν» (2009), «Σε Βλέπω Παντού» (2008), «Το Πολύ δεν Είναι Πάντα Αρκετό» (2010), «Σκιές στο Χρόνο» (2010), «Ζωή μου, Εσύ…» (2011), «Αγεφύρωτες Σιωπές» (2013), «Χωρίς Εσένα» (2014) (παράλληλη λογοτεχνία με το βιβλίο «Δεν Υπήρξα Ποτέ» της Θάλειας Κουνούνη), «Μια Ανάσα Μακριά» (2015).

Μπορείτε να επικοινωνήσετε με τη συγγραφέα στους ακόλουθους συνδέσμους:
http://www.facebook.com/mkwnstandourou1
meraki4@yahoo.gr
http://www.facebook.com/groups/496949890351571/

Βιβλιογραφία Μαρίας Κωνσταντούρου:

«Η ΑΓΝΩΣΤΗ ΔΙΠΛΑ ΜΟΥ»
Εκδόσεις: Λιβάνη (2016)
Σελίδες: 464
Τιμή: 13,50 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«"Όσο μεγαλώνει η ηλικία, τόσο μικραίνουν τα όνειρα.
Το σεντούκι του χρόνου στενεύει και δεν τα χωράει όλα μέσα".
Σοφά λόγια. Αληθινά. Όμως η Μελίνα ήταν νέα ακόμα και το δικό της το σεντούκι ξεχείλιζε από όνειρα. Για να τα πραγματοποιήσει, αποφασίζει να εγκαταλείψει την Αθήνα και όσα την πονούσαν εκεί και να κάνει μια καινούρια αρχή μακριά, σε ένα πανέμορφο ορεινό χωριό της βορειοδυτικής Ελλάδας. Αλλά, όπως κάθε τόπος, έτσι και το Αιθερικό είχε τα δικά του μυστικά, τις δικές του πληγές, τα δικά του φαντάσματα...
Μια παράξενη παρουσία που ο καθένας προσπαθούσε να εξηγήσει σύμφωνα με τους προσωπικούς του ορίζοντες και τις ψυχικές αντοχές του...
Μια δυνατή φιλία που λύγισε κάτω από το βάρος μιας αναπόδεικτης προδοσίας...
Ένα βαρύ μυστικό που καταδικάστηκε σε απροσπέλαστα σκοτάδια... Ένας ξαφνικός θάνατος που ποτέ δε βρήκε τη δικαίωση που του άξιζε...
Και έρωτες... Έρωτες δυνατοί, τρυφεροί, απελπισμένοι, εμμονικοί... Έρωτες που ο καθένας τους ζητούσε τη δική του αχτίδα ήλιου για να ανθίσει στο φως της ζωής...»

«ΜΙΑ ΑΝΑΣΑ ΜΑΚΡΙΑ»
Εκδόσεις: Λιβάνη (2015)
Σελίδες: 448
Τιμή: 16,39 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Η εντεκάχρονη Πιερίνα μεγαλώνει σε μια φτωχογειτονιά της Κέρκυρας. Εγκαταλειμμένη και μόνη. Κανείς δεν της έδειξε πώς να ξεγελάει τη μοίρα της, κανείς δεν της έμαθε πώς να μετράει την απουσία όσων αγαπούσε. Έκλεινε τα μάτια, έπαιρνε βαθιά ανάσα και άφηνε το όνειρο να μικραίνει τις αποστάσεις. Ώσπου μια μέρα τα βήματά της τη φέρνουν μέχρι το Κανόνι, έξω από μια επιβλητική έπαυλη. Ο γιος των ιδιοκτητών, ένα νεαρό και όμορφο αγόρι, την παίρνει υπό την προστασία του και τότε η Πιερίνα καταλαβαίνει ότι το πεπρωμένο τής ορίζει να ζήσει εκεί, μαζί του... Για πάντα...
Αρκετά χρόνια αργότερα, σε ένα όμορφο θέρετρο της Σύρου, η Μαρία, χήρα και άκληρη, διευθύνει με αγάπη και μεράκι τον ξενώνα της. Η ζωή της κυλάει ήρεμα, χωρίς εκπλήξεις, με μοναδική συντροφιά τις αναμνήσεις και τη μοναξιά. Μέχρι που... εκείνο το καλοκαίρι, ανάμεσα στους πελάτες της εμφανίζονται πρόσωπα καινούρια από διαφορετικά σημεία της γης. Όλοι ξένοι μεταξύ τους, άγνωστοι, όμως όλοι άρρηκτα συνδεδεμένοι με ένα κοινό μυστικό...
Κέρκυρα και Σύρος.
Δυο πανέμορφα ελληνικά νησιά, τόσο μακριά το ένα από το άλλο, όπου διαδραματίζεται μια συγκλονιστική όσο και αινιγματική ιστορία αγάπης.
Δυο νησιά, μια ανάσα μακριά, που τα ενώνουν η λύτρωση και η συγγνώμη...»

«ΧΩΡΙΣ ΕΣΕΝΑ»
Εκδόσεις: Λιβάνη (2014)
Σελίδες: 352
Τιμή: 8,87 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Όλα ξεκινούν σε μία έπαυλη με ένα ιδιαίτερο παιχνίδι. Εκείνη δεν περίμενε ποτέ πως ένας άγνωστος θα στοίχειωνε από εδώ και πέρα τη ζωή της. Ο στόχος του αντιμέτωπος με την απόγνωσή της. Οι ζωές τους προχωρούν παράλληλα κι εκείνη κάνει τα πάντα για να τις ενώσει, θα το καταφέρει;
Γιατί όλοι ξέρουμε πως τα παράλληλα δε συναντιούνται ποτέ παρά μόνο όταν τα βλέπεις από μακριά, από μια άλλη οπτική γωνία. Είναι τα φτερά της φαντασίας που το κάνουν αυτό; Είναι ο πόθος για τη συνάντηση;
Κανείς δεν ξέρει. Ίσως πάλι αυτό να μπορεί να το απαντήσει μία γυναίκα που αποφασίζει να χαρίσει λίγο από το άρωμα γαρδένιας που φοράει σε ένα γυμνό και ξεραμένο ευκάλυπτο.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟ ΕΜΑΘΕΣ. ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΝ ΞΕΡΕΙΣ;
Ένα άλλο βιβλίο σε περιμένει...
Για πρώτη φορά δύο συγγραφείς ενώνουν τις πένες τους δημιουργώντας Παράλληλη Λογοτεχνία και έρχονται για να προσφέρουν στον αναγνώστη το απόλυτο μυστήριο κεντημένο με πάθος και έρωτα.»

«ΑΓΕΦΥΡΩΤΕΣ ΣΙΩΠΕΣ»
Εκδόσεις: Λιβάνη (2013)
Σελίδες: 400
Τιμή: 8,36 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Ένα μυστικό που το ξέρουν δύο παύει να είναι μυστικό...
Πόσο βαρύ είναι για ένα πληγωμένο παιδί το δικό του μυστικό; Πόσο απάνθρωπο είναι το μυστικό ενός εγκληματία; Πόση αγάπη κρύβει το μυστικό ενός ερωτευμένου; Πόσο αιώνια είναι τα σκοτεινά μυστικά που κρύβονται στην καρδιά μιας γέφυρας;
Μια τραγική ιστορία του 17ου αιώνα ξετυλίγεται δίπλα στις όχθες του ποταμού Άραχθου και αφήνει μέσα από τους ήρωές της να ζωντανέψει ο θρύλος του γεφυριού της Άρτας. Παράλληλα, μια ιστορία του σήμερα, με ήρωες που δε φαίνεται να διαφέρουν, αντίθετα μοιάζουν να κουβαλούν μαζί τους τον ίδιο πόνο, την ίδια αγάπη, τα ίδια λάθη, τα ίδια μυστικά... Κι όλα αυτά αγκιστρωμένα πάνω σε παιδικές ψυχές
που πληγώθηκαν και δε μεγάλωσαν ποτέ. Κι αυτές που το κατάφεραν, ήταν μόνο για να πληγώσουν με τη σειρά τους, παίρνοντας έτσι τη δική τους εκδίκηση που -τι ειρωνεία!- δεν κατόρθωσε ποτέ να τους χαρίσει ούτε την ευτυχία που στερήθηκαν, αλλά ούτε τη λύτρωση που αναζητούσαν…»

«ΖΩΗ ΜΟΥ, ΕΣΥ…»
Εκδόσεις: Λιβάνη (2011)
Σελίδες: 448
Τιμή: 11,46 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Ο χρόνος κυλά, τα δευτερόλεπτα τρέχουν και η ζωή... συνεχίζεται. Πάντα! Με ήλιο ή με βροχή, με γέλιο ή με δάκρυ, με κάποιους να φεύγουν και με άλλους να έρχονται, η ζωή παίρνει τις μοίρες αγκαλιά και συνεχίζει το ταξίδι... Εγώ είμαι η Αννέζα και στη ζωή μου δεν έλειψαν τα βάσανα, τα δάκρυα κι ο θάνατος. Όσοι βρέθηκαν στο δρόμο μου ρούφηξαν όλη μου την ενέργεια και μάδησαν όλα τα φύλλα της ψυχής μου. Όμως, παρά τα τόσα χρόνια που είμαι σ' αυτή τη γη, δε δέχομαι να καθορίσει κανείς και τίποτα τη ζωή μου. Υπήρξαν φορές που έχασα τον έλεγχο του τιμονιού. Υπήρξαν φορές που το πηδάλιο της ζωής μου το πήραν στα χέρια τους άλλοι. Ωστόσο η καπετάνισσα είμαι πάντα εγώ και εγώ είμαι εκείνη που θα χαράζει πάντα την πορεία... Αυτή που εγώ ήθελα πάντα να ακολουθήσω. Η δική μου η ζωή είναι τα ανέμελα χρόνια της νιότης μου... Οι πέντε μέρες του έρωτά μου... Η καλοσύνη της Ρηνιώς και η αγάπη της Ειρήνης... Το λουλούδι που άνθισε έπειτα από μισό αιώνα στο ραγισμένο γλαστράκι... Το βλέμμα που κρύβει μια παλιά φωτογραφία... Καμιά φορά όταν την κοιτάζω, νιώθω πως υπάρχει ακόμη μέσα μου λίγη ψυχή. Καμιά φορά όταν την κοιτάζω, τη χαϊδεύω και ψιθυρίζω: "Ζωή μου, εσύ..."»

«ΣΚΙΕΣ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ»
Εκδόσεις: Λιβάνη (2010)
Σελίδες: 288
Τιμή: 11,26 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Έρωτας, γάμος, η γοητεία του απαγορευμένου, παιδιά, καριέρα, η αγκαλιά εκείνου που ελευθερώνει την καρδιά τους. Κι ένα παρελθόν γεμάτο απογοητεύσεις που γονατίζουν: χωρισμοί, ορφάνια, ταπείνωση, βάναυση κακοποίηση. Γυναίκες που αναζητούν τον εαυτό τους, την αποδοχή, τη δικαίωση, την ολοκλήρωση του "είναι" τους. Μια ζωή γεμάτη αγώνες, μια ζωή γεμάτη πάλη για ψήγματα ευτυχίας. Κι οι άνθρωποι που χρωμάτισαν τη ζωή τους, οι άνθρωποι που μάτωσαν την ψυχή τους, σύζυγοι κι εραστές, "Σκιές στο χρόνο", που άφησαν βαθιά αποτυπώματα στην καρδιά τους, αλλά όμως τις έμαθαν να κοιτάζουν κατάματα τον ήλιο και να κάνουν "όνειρα" για το αύριο. Ένα αύριο όπως οι ίδιες το επέλεξαν - δίχως ανώφελο πόνο και βαριές σκιές.»

«ΤΟ ΠΟΛΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΑ ΑΡΚΕΤΟ»
Εκδόσεις: Λιβάνη (2010)
Σελίδες: 304

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«"Η νεανική ομορφιά του Άκη είχε νικήσει την ψυχική γοητεία του Ανέστη και η εκθαμβωτική Νεφέλη είχε υποσκελίσει τη χαρισματική αδερφή της. Για χρόνια ατελείωτα θαύμαζε την αστραφτερή επιφάνεια και δεν έκανε τον κόπο ν' αναζητήσει αυτό που κρυβόταν στο βάθος, χάνοντας έτσι την πραγματική αξία των ανθρώπων, αλλά και της ίδιας της ζωής. Γιατί; Ίσως επειδή, όπως είχε διαβάσει κάποτε σ' ένα από τα βιβλία του άντρα της, το ουσιαστικό είναι αόρατο στο μάτι".»





«ΟΤΑΝ ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΟΛΜΟΥΝ»
Εκδόσεις: Λιβάνη (2009)
Σελίδες: 321

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Έκλεισα τα μάτια κι άφησα το μυαλό μου να ταξιδέψει στην κλεψύδρα του χρόνου. Εικόνες από τη ζωή μου πέρασαν μπροστά από τα μάτια μου: ο γάμος μου, οι καβγάδες, οι γέννες, ο αγώνας μου να μεγαλώσω τα παιδιά μου, η μοναξιά μου. . . Προσπάθησα να διακρίνω κάποιες εικόνες από το μέλλον. Τίποτα! Ένα μαύρο χρώμα σαν καμένο φιλμ. Και δάκρυα. Τι είχα καταφέρει; Και τι μπορούσα να περιμένω από την υπόλοιπη ζωή μου; Μόνο αβεβαιότητα, μοναξιά και συμβιβασμούς. Ήμουν μόνη. Κι έπρεπε να τολμήσω. Να πραγματοποιήσω τα όνειρά μου. Να ψάξω το μεγαλείο της αγάπης και να κάνω την κάθε μου μέρα μέρα χαράς.»






«ΣΕ ΒΛΕΠΩ ΠΑΝΤΟΥ»
Εκδόσεις: Λιβάνη (2008)
Σελίδες: 552

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Πρόσωπα γυναικεία, σύγχρονα, που ζουν δίπλα μας. Γυναίκες που παλεύουν καθημερινά με τα συναισθήματα, τα βιώματα και τη μοναξιά τους. Γυναίκες που φοβούνται να αφεθούν, να ονειρευτούν, να ζήσουν... (...) Πρόσωπα που ακολουθούν διαφορετικά μονοπάτια με έναν κοινό προορισμό: την αγάπη, την αποδοχή, την ίδια τη ζωή...» 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου