Ταξίδια Μέσα Από Τη Λογοτεχνία!

Η Λογοτεχνία είναι για μένα ένα «παράθυρο» σ' έναν μαγικό κόσμο. Κάθε βιβλίο μάς ταξιδεύει σε κόσμους πραγματικούς ή φανταστικούς, τωρινούς, μελλοντικούς ή παρελθοντικούς. Ένα είναι το μόνο σίγουρο, κάθε βιβλίο που μας ενθουσιάζει, μας εντυπωσιάζει ή μας μαγεύει θέλουμε να το μοιραστούμε με άλλους φίλους-αναγνώστες. Έτσι κι εγώ, θέλω να μοιραστώ μαζί σας όσα βιβλία με ενθουσίασαν και με «γέμισαν» με πρωτόγνωρες ιδέες, εικόνες και συναισθήματα. Σαφώς και η άποψη του κάθε αναγνώστη είναι μοναδική και ένα βιβλίο που εμείς λατρέψαμε μπορεί κάποιος άλλος να το αντιπάθησε ή ακόμα και να το μίσησε... Μέσα από αυτήν την οπτική θεωρώ φρόνιμο να μη σχολιάζω όσα βιβλία δεν με εντυπωσίασαν ή με άφησαν αδιάφορη, διότι η άποψή μου είναι απολύτως υποκειμενική. Δεν θα ήθελα να προκαταλάβω αρνητικά κανέναν αναγνώστη, αποτρέποντάς τον από το να διαβάσει ένα βιβλίο το οποίο, ενδεχομένως, να τον ενθουσιάσει. Κάθε βιβλίο απαιτεί το κατάλληλο περιβάλλον, το υπόβαθρο και την ανάλογη διάθεση για να εκτιμηθεί, οπότε καλό θα είναι να μην απορρίπτουμε ποτέ τίποτα. Η έκφραση και αποτύπωση της δικής μου γνώμης για κάθε βιβλίο -αλλά και των απόψεων και σχολιασμών άλλων φίλων-συγγραφέων-αναγνωστών, που αναγράφονται στη σχετική κατηγορία-, έχουν ως μοναδικό σκοπό να εκφράσουν τον θαυμασμό μας για ορισμένα βιβλία που θεωρούμε άξια λόγου και θέλουμε να γίνουν ευρέως γνωστά, βοηθώντας έτσι τους αναγνώστες στην επιλογή του επόμενου βιβλίου που θα διαβάσουν. Πάντοτε με το μεγαλύτερο σεβασμό και θαυμασμό για όλους τους συγγραφείς, που μέσα από τις σελίδες των βιβλίων τους μας «ταξιδεύουν» μακριά από την εκάστοτε πραγματικότητα ή μας βοηθούν να την κατανοήσουμε καλύτερα, αλλά σε κάθε περίπτωση στολίζουν την ψυχή μας, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ!

Κλειώ Ισιδ. Τσαλαπάτη

Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015

Συνέντευξη με την ΕΛΕΝΗ Κ. ΤΣΑΜΑΔΟΥ - Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

Ελένη Κ. Τσαμαδού
            Την εξαίρετη κ. Ελένη Τσαμαδού την "πρωτογνώρισα" συγγραφικά μέσα από το συναρπαστικό ιστορικό της μυθιστόρημα «Η Εταίρα Του Μεγάλου Αλεξάνδρου», ένα βιβλίο που διάβασα με τεράστιο ενδιαφέρον καθώς είμαι λάτρης του ιστορικού μυθιστορήματος, ακόμη περισσότερο δε όταν το βιβλίο έχει να κάνει με μια τέτοια ασυνήθιστη "οπτική" του μεγάλου Μακεδόνα στρατηλάτη! Αυτό ήταν και το έναυσμα για να αναζητήσω τα υπόλοιπα βιβλία της συγγραφέως, από τα οποία έχω έως τώρα προλάβει να διαβάσω μόνο το υπέροχο «Ο Χορός Των Μυστικών», ένα βιβλίο σε εντελώς διαφορετικό ύφος από την «Εταίρα» αλλά εξίσου μοναδικό και αλησμόνητο.
            Η γνώμη μου όμως για την κ. Τσαμαδού έχει αποκρυσταλλωθεί ευθύς εξαρχής, καθώς την θεωρώ μία από τις πιο ποιοτικές σύγχρονες συγγραφείς, η οποία σε κάθε μυθιστόρημά της καταπιάνεται και με ένα διαφορετικό θέμα, δείχνοντας ιδιαίτερη προτίμηση στον συγκερασμό μυθοπλασίας και Ιστορίας, από τα πιο δύσκολα συγγραφικά επιχειρήματα, ομολογουμένως. Και στα δύο από τα έξι μυθιστορήματα της συγγραφέως που έχω διαβάσει έως τώρα, έχω διακρίνει την ολοζώντανη και ποιοτική γραφή της, την ικανότητα πιστής απεικόνισης της κάθε εποχής στην οποία αυτά διαδραματίζονται και την χαρισματική σκιαγράφηση κάθε χαρακτήρα από τους ήρωές της.
Την ευχαριστώ, λοιπόν, ολόψυχα για τον χρόνο που διέθεσε απαντώντας στο ερωτηματολόγιό μου για τους «Φίλους Της Λογοτεχνίας», της εύχομαι καλή επιτυχία σε όλα της τα βιβλία και ιδιαιτέρως στο νέο ιστορικό της μυθιστόρημα του οποίου την έκδοση περιμένουμε με ανυπομονησία και η νέα χρονιά να είναι γεμάτη από υγεία, ευτυχία και πολλή δημιουργικότητα!  Με τις καλύτερες και θερμότερες ευχές μου προς όλους σας για το 2016, σας προσκαλώ να διαβάσετε την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη της κ. Ελένης Τσαμαδού για να την γνωρίσετε λίγο καλύτερα! 
                                                                                                                                                                   Κλειώ Ι. Τσαλαπάτη

1) Αγαπητή κ. Τσαμαδού, μας έχετε ήδη χαρίσει  έξι εξαιρετικά μυθιστορήματα με διαφορετική θεματολογία το καθένα. Ποιό ήταν το έναυσμα για την ενασχόλησή σας με τον κόσμο της λογοτεχνίας και το αντικείμενο της συγγραφής;

Ήμουν τυχερή. Mεγάλωσα σε ένα περιβάλλον όπου η λογοτεχνία ήταν στοιχείο της καθημερινότητας. Ο πατέρας μου ήταν καταξιωμένος λογοτέχνης ήταν φυσικό λοιπόν να θεωρώ ότι η ενασχόληση με τη λογοτεχνία είναι κάτι αυτονόητο. ΄Ετσι σχεδόν μόλις έμαθα να γράφω σκάρωσα και το πρώτο έργο μου..
Παράλληλα διάβαζα πολύ, πάρα πολύ.. οτιδήποτε έπεφτε στα χέρια μου, από σοβαρή λογοτεχνία, Μυριβήλη, Βενέζη, Παπαδιαμάντη, Ο’ Νειλ… μέχρι επιφυλλίδες εφημερίδων και ρομαντικά αναγνώσματα του «Θησαυρού» ή του «Ρομάντσου», οι σελίδες των οποίων χρησίμευαν τότε ως περιτύλιγμα διαφόρων ειδών  μπακαλικής..   

2) Από πού αντλείτε την έμπνευση για κάθε έργο σας και πόσο δύσκολο είναι να  συγκεντρώσετε τις απαραίτητες πληροφορίες, ώστε να συνδυάσετε τυχόν ιστορικά γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία στα βιβλία σας;

Είναι δύσκολο να σας απαντήσω.  Άλλοτε ένα γεγονός, ένα διάβασμα, ένας ήχος, μια μυρωδιά ακόμη, αλλά και μια τυχαία συζήτηση στο μετρό ή σε ένα λεωφορείο μπορεί να πυροδοτήσουν αυτό που ονομάζουμε έμπνευση. Γενικά όμως, όλα αυτά δεν είναι παρά η αφορμή για να έρθουν στην επιφάνεια ξεχασμένες εικόνες και βιώματα που τελικά μετουσιώνονται σε μυθοπλασία. Το να συγκεντρώσω τις απαραίτητες πληροφορίες για το ιστορικό πλαίσιο των βιβλίων μπορεί να μην είναι τόσο δύσκολο όσο είναι χρονοβόρο.  Εκείνο, όμως, που είναι πραγματικά δύσκολο είναι να ενταχθούν οι πληροφορίες και τα ιστορικά γεγονότα στον μύθο, χωρίς παρεμβάσεις και αλλοιώσεις.

3) Πιστεύετε πως ο συγγραφέας πρέπει να ταξιδεύει ώστε να έχει κάποια βιώματα από τις χώρες τις οποίες τυχόν περιγράφει στα βιβλία του και πόσο εφικτό είναι αυτό στην πράξη κατά τη γνώμη σας; Θεωρείτε πως είναι απαραίτητο κάτι τέτοιο, απλά και μόνο, για την "διεύρυνση των οριζόντων" του;

Θα έλεγα πως είναι επιθυμητό. Δεν όμως πάντα εφικτό. Ιδίως για ένα ιστορικό μυθιστόρημα που συνήθως αναφέρεται σε τόπους και χρόνους απώτερους. Οι ανθρώπινες παρεμβάσεις έχουν αλλοιώσει  τα χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος χώρου. Το κενό καλείται να καλύψει η φαντασία, επικουρούμενη όμως από πολύ διάβασμα, κατά προτίμηση πηγών όσο γίνεται πιο κοντινών στο χρόνο που ενδιαφέρει.

4) Έχετε συμπεριλάβει ποτέ σε βιβλία σας κάποια προσωπικά σας βιώματα; Πόσο εύκολο, ή επώδυνο ήταν αυτό και πόσο εφικτή ήταν η αντικειμενική προσέγγισή τους συγγραφικά;

Νομίζω πως όλοι οι συγγραφείς, είτε ηθελημένα  είτε και ασυνείδητα, καταθέτουν κάτι από τη ζωή και τα βιώματά τους στα έργα τους. Για θέματα προσωπικά δεν πιστεύω πως υπάρχει αντικειμενική προσέγγιση, καθένας φωτίζει τα γεγονότα που τον αφορούν με διαφορετικό τρόπο.

5) Στα βιβλία σας έχετε καταπιαστεί με ποικίλα θέματα κοινωνικού, ιστορικού,  και αισθηματικού περιεχομένου. Πιστεύετε πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο για τη συγγραφή ενός βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο;

Το ταλέντο είναι το στοιχείο που κάνει ένα γραπτό να ξεχωρίζει, είναι  η βάση, η απαραίτητη και αναγκαία προϋπόθεση για να αρχίσει κάποιος να γράφει. Το ταλέντο όμως μόνο του δεν αρκεί. Χρειάζεται επί πλέον, κατά τη γνώμη μου, να έχει ο συγγραφέας, εκτός από το ταλέντο ένα ικανό οπλοστάσιο λογοτεχνικής παιδείας.  Δεν είναι απαραίτητο να έχει επιστημονικές γνώσεις. Δόξα τω Θεώ, υπήρξαν και υπάρχουν πολλοί συγγραφείς που δεν είχαν επιστημονική κατάρτιση, υπήρξαν όμως και άλλοι που διέθεταν αλλά τα έργα τους δε συγκινούν, γιατί λείπει αυτό το κάτι που ονομάζουμε ταλέντο.  

6) Υπάρχει κάποιο μοτίβο ως προς το πότε σας "επισκέπτεται" η συγγραφική σας  έμπνευση; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα, διάθεση, ή τόπος ίσως, που να σας προδιαθέτει να γράψετε, ή είναι κάτι που "ρέει" αβίαστα από μέσα σας συνέχεια;

Η έμπνευση είναι κάτι απρόβλεπτο και ρευστό. Συνεπώς δεν υπάρχει καθορισμένη ώρα, ούτε τόπος, ούτε διάθεση που να την προκαλεί.

7) Όταν ολοκληρώνετε ένα νέο μυθιστόρημά σας αρκείστε στη δική σας μόνο αξιολόγηση, πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του, ή αναζητάτε πρώτα τη γνώμη κάποιου οικείου σας προσώπου του οποίου την κρίση εμπιστεύεστε;

Εξαρτάται. Παλιότερα αρκούμουν στη γνώμη ενός συγκεκριμένου προσώπου. Σήμερα οι συνθήκες έχουνθηκαν ﷽﷽﷽﷽τη Ρτικκαι που στην πορεέχουν  αλλάξει. Γενικά όμως πιστεύω πως η γνώμη των άλλων είναι δίκοπο μαχαίρι. Μπορεί να σε βοηθήσει, αλλά και μπορεί να σε αποθαρρύνει.  Μου έχουν συμβεί και τα δύο.

8) Από τα έξι μυθιστορήματά σας υπάρχει κάποιο το οποίο ξεχωρίζετε, στο οποίο ίσως έχετε μεγαλύτερη αδυναμία και γιατί; Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για το καθένα και, γιατί όχι, την ιστορία "πίσω από την ιστορία" του καθενός;

Κάποτε μια μητέρα όταν τη ρώτησαν ποιό από τα παιδιά της αγαπούσε περισσότερο απάντησε, «όταν ήταν μικρά, το μικρότερο, όταν ήταν άρρωστα, εκείνο που ήταν πιο πολύ, όταν έλειπαν, όποιο ήταν πιο μακριά». Καμία μητέρα δε θα σας πει ποιό παιδί της αγαπάει περισσότερο. ΄Ετσι και εγώ δεν μπορώ να σας πω ποιό ξεχωρίζω. Κάθε βιβλίο μου είναι ένα κομμάτι του εαυτού μου. Τώρα, αν θέλετε να σας πω τη μικρή ιστορία πίσω από καθένα, θα σας έλεγα πως εκείνο που με απασχόλησε περισσότερο και που στην πορεία άλλαξε πολλές φορές μορφή μέχρι να καταλήξει στην τελική είναι «Η Εταίρα Του Μεγάλου Αλεξάνδρου». Είχε πολλές δυσκολίες ιδίως γιατί έπρεπε μέσα από ένα μεγάλο αριθμό πηγών να διαλέξω αυτές που θα φώτιζαν μια άλλη σχεδόν άγνωστη πλευρά του Αλέξανδρου, αλλά και  να εντάξω στα γνωστά ιστορικά γεγονότα την πλοκή του μύθου. Εκείνο πάλι που βγήκε σχετικά εύκολα ήταν, το πιο βιωματικό, «Ο Χορός Των Μυστικών», Στο τελευταίο «Υστερόγραφο Ζωής» η έμπνευση μου ήρθε μετά μια τυχαία συζήτηση που είχα με δύο συγγενείς μου. Η ιδέα για το «Οι Θεοί Πέθαναν Στη Ρώμη» γεννήθηκε ύστερα από μια επίσκεψη στην αρχαία Μεσσήνη, είχα όμως αρκετές δυσκολίες όσον αφορά τον ιστορικό περίγυρο γιατί δεν υπάρχουν πολλές πρωτογενείς πηγές για την εποχή που αναφέρεται.  Ο «Επισκέπτης Του Ονείρου» είναι αυτό που λέει ο τίτλος του. Όσο για το  «Της Ζωής Και Της Αγάπης»  και αυτό απηχεί κάποιες αναμνήσεις και βιώματα δικά μου και άλλων.

9) Η συγγραφέας  Ελένη Τσαμαδού βρίσκει το χρόνο να διαβάζει και για δική της ευχαρίστηση και όχι μόνο για έρευνα πάνω σε κάποιο μελλοντικό βιβλίο της; Εφόσον συμβαίνει αυτό, ποιό είδος λογοτεχνίας προτιμάτε περισσότερο ως αναγνώστρια και γιατί;

Ποτέ δεν έπαψα να διαβάζω. Εξακολουθώ να είμαι αυτό που λένε "βιβλιοβουλιμική". Διαβάζω τα πάντα, όχι μόνον αυτά που μου χρειάζονται όταν κάνω έρευνα. Η  προτίμησή μου όμως παραμένει η Ιστορία. Η μεγάλη Ιστορία και η μικρή. Πιστεύω πως η μικρή Ιστορία συμπληρώνει τη μεγάλη δίνοντάς μας μια πληρέστερη εικόνα των γεγονότων και των ανθρώπων που έζησαν κάποτε και πέρασαν στα μεγάλα κεφάλαια της ιστορίας ή έμειναν μια υποσημείωση κάπου ξεχασμένη. Ιδιαίτερα αυτές οι περιπτώσεις με συγκινούν, γι’ αυτό και έγραψα για την Παγκάστη, την εταίρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, μια γυναίκα στο περιθώριο, στη σκιά του στρατηλάτη. Μέσα από τα δικά της μάτια προσπάθησα να δώσω μια πλευρά του χαρακτήρα του, γιατί όπως και ο Πλούταρχος λέει, τα μικρά γεγονότα είναι που μας φανερώνουν τον χαρακτήρα κάποιου περισσότερο από περιγραφές μαχών και ανδραγαθημάτων. 

10) Ποιά είναι τα αγαπημένα σας βιβλία και συγγραφείς; Θεωρείτε ότι έχετε δεχθεί επιρροές από κάποιους ομότεχνούς σας, έλληνες ή ξένους, σύγχρονους ή κλασσικούς, στο δικό σας τρόπο γραφής, ύφους ή θεματολογίας;

Αγαπώ, όπως σας είπα, ιδιαίτερα την Ιστορία. Με αυτή την έννοια διαβάζω και έχω επηρεαστεί, το ομολογώ, από ορισμένους συγγραφείς «ιστορικών μυθιστορημάτων» όπως είναι ο Μίκα Βαλτάρι. Έχω λατρέψει όλα τα βιβλία του. Έχω επίσης αγαπήσει τη Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, τον Πάστερνακ, τον Άγγελο Βλάχο, τον Άγγελο Τερζάκη, τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο και από τους σύγχρονους συγγραφείς «ιστορικών μυθιστορημάτων» ξεχωρίζω τον Θοδωρή Καλλιφατίδη, την Αμαλία Μεγαπάνου, τη Νοέλ Μπάξερ και την Ισμήνη Καπάνταη. Όλοι, με ξεχωριστό τρόπο, φωτίζουν και από ένα κομμάτι μιας  περιόδου της Ιστορίας. Μου αρέσει επίσης ο R. Harris και ο Γιόζεφ Ρότ. Ακόμη, στα βιβλία που με έχουν κατά κάποιο τρόπο επηρεάσει, θα μπορούσα να περιλάβω   την «Ντεζιρέ» της Άν Μαρί Σελίνκο και το «Το Όσα Παίρνει Ο Άνεμος». Και φυσικά λατρεύω το «Πόλεμος και Ειρήνη» του Τολστόι. Αυτό το βιβλίο με έχει συγκλονίσει, θα ήθελα να το είχα γράψει εγώ. Είναι τόσα τα βιβλία που αγαπώ που δεν μπορώ να σας τα αναφέρω όλα. Το φάσμα των προτιμήσεων μου είναι ευρύ και χωράει  σχεδόν τα πάντα. Θα ήθελα όμως να σας πω πως, ενώ αγαπώ την Ιστορία και διαβάζω ιστορικά μυθιστορήματα, είμαι αυστηρή σε ορισμένα βιβλία που χαρακτηρίζονται ιστορικά αλλά οι συγγραφείς αυθαιρετούν και πολλές φορές κακοποιούν την Ιστορία. Δεν είμαι της γνώμης ότι ο συγγραφέας είναι ελεύθερος να αποδώσει την Ιστορία όπως αυτός θέλει. Να την "τεντώσει", ή να την "κόψει" στα μέτρα του. Η Ιστορία δεν είναι κάτι πάνω στο οποίο μπορούμε να παίζουμε. Γι’ αυτό και σας είπα πως ένα από τα πιο δύσκολα σημεία όταν γράφω ιστορικό μυθιστόρημα είναι να εντάξω τον μύθο στα ιστορικά δεδομένα.

11) Από την ελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία υπάρχει κάποιο βιβλίο το οποίο έχετε λατρέψει και το οποίο "ζηλεύετε" ως λογοτεχνικό έργο και θα θέλατε να έχετε συγγράψει εσείς;

Νομίζω πως η μακροσκελής απάντηση μου στο προηγούμενο ερώτημα καλύπτει και αυτό.

12) Πιστεύετε πως οι συγγραφείς οφείλουν να προβληματίζουν τους αναγνώστες "κεντρίζοντας" τη σκέψη τους, ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε να είναι καθαρά και μόνο ψυχαγωγικός; Εσείς, ποιά μηνύματα επιδιώκετε να "περάσετε" στους αναγνώστες σας και σε ποιό είδος αναγνωστικού κοινού, συνήθως, απευθύνεστε μέσα από το συγγραφικό έργο σας;

Η λέξη «ψυχαγωγία» έχει χάσει την αρχική σημασία της και σήμερα θεωρούμε ψυχαγωγικό ό,τι μας ευχαριστεί, ή μας διασκεδάζει και όχι ό,τι "άγει" την ψυχή, όπως αρχικά σήμαινε η λέξη. Με αυτή την έννοια δεν πιστεύω πως πρέπει σκοπός ενός βιβλίου να είναι απλώς να περάσει ο αναγνώστης ευχάριστα διαβάζοντάς το. Ένα βιβλίο πρέπει να είναι ένα παράθυρο που ανοίγει σε ένα τοπίο γνωστό ή άγνωστο που έχει όμως κάτι να δώσει, κάτι να πει. Φυσικά, δε σημαίνει αυτό πως ένα βιβλίο πρέπει να είναι μόνο "ψυχωφέλιμο" ή "ηθικοπλαστικό", κάθε άλλο. Μπορεί όμως να περνάει μηνύματα, κάποιες φορές αδιόρατα, και να βάζει προβληματισμούς. Θέλω να πιστεύω ότι τα δικά μου βιβλία ανήκουν στην τελευταία κατηγορία. Η θέση της γυναίκας στις διάφορες περιόδους της ιστορίας και σε διαφορετικούς κοινωνικούς περιγύρους και οι ανθρώπινες σχέσεις  στην πολυπλοκότητα που παρουσιάζουν, είναι κάποια από τα θέματα που με έχουν απασχολήσει.    

13) Θεωρείτε ότι ο συγγραφέας θα πρέπει να ασχολείται με διαφορετικά είδη λογοτεχνίας και να πειραματίζεται θεματολογικά, ρισκάροντας το υπάρχον αναγνωστικό του κοινό, ή θα όφειλε να εμμένει στο είδος που τον έχει καθιερώσει;

Αν η έμπνευσή του τον οδηγεί, γιατί όχι. Ο Βαλτάρι για παράδειγμα έγραφε εκτός από ιστορικά μυθιστορήματα και πολύ ωραία αστυνομικά και μικρά διηγήματα. Ο Πάστερνακ έγραφε και ποίηση, ο Κανελλόπουλος εκτός από πολιτικούς λόγους  έγραφε και σοβαρές μελέτες και δοκίμια. Πιστεύω πως ο συγγραφέας πρέπει να ακολουθεί πρωτίστως την έμπνευσή του και όχι τις τάσεις της αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό είναι ελεύθερος να πειραματίζεται, αν το επιθυμεί, και να χρησιμοποιεί διαφορετικό είδος γραφής. Η αλήθεια, όμως, είναι πως όποιο είδος γραφής και αν ακολουθεί ο συγγραφέας στη βάση παραμένει ο ίδιος και ο έμπειρος αναγνώστης μπορεί να διακρίνει μέσα από τις διαφορετικές μορφές  γραφής  τον συγγραφέα.

14) Είχατε κάποιους "ενδοιασμούς" όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας βιβλίο προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς την αποδοχή που θα τύχαινε από το αναγνωστικό κοινό; Το ιστορικό υπόβαθρο και οι κοινωνικές – αισθηματικές  σχέσεις που δεσπόζουν στα περισσότερα βιβλία σας, πιστεύετε πως παίζουν το δικό τους ρόλο στην αποδοχή αυτή;

Βεβαίως και είχα ενδοιασμούς, όχι για την αποδοχή που θα είχε, όσο γιατί όταν αποφασίζεις να εκδώσεις ένα βιβλίο είναι σα να γυμνώνεις την ψυχή σου σε αγνώστους. Αυτός είναι ίσως και ένας από τους λόγους που άργησα να εμφανιστώ στα γράμματα.
Δεν είμαι σε θέση να πω ποιός παράγοντας επηρεάζει την αποδοχή ή όχι ενός βιβλίου. Ως γνωστόν το αναγνωστικό κοινό απαρτίζεται από ανθρώπους με διαφορετικές καταβολές και ενδιαφέροντα.

15) Θεωρείτε πως η πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει  πηγή έμπνευσης για ένα συγγραφέα και, ειδικότερα, οι τόσο δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε τελευταία στην πατρίδα μας;

Τα πάντα μπορούν να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης, πόσο μάλλον οι συνθήκες της ζωής μας που άλλαξαν λόγω της κρίσης.

16) Η ιδιότητά σας ως νομικός κατά πόσο σας επηρεάζει στην αντίστοιχη συγγραφική σας ιδιότητα; Έχει ποτέ κάποια υπόθεση αποτελέσει πηγή έμπνευσης για κάποιον από τους ήρωες των βιβλίων σας;   

Στο μόνο που θα μπορούσα να πω ότι με έχει επηρεάσει η προηγούμενη ενασχόλησή μου με τη νομική είναι η ανάγκη που νιώθω ό,τι γράφω να μπορεί να τεκμηριωθεί με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής. Κατά τ’ άλλα, όχι, δεν με έχουν απασχολήσει θέματα με τα οποία έχω ασχοληθεί στο παρελθόν με την ιδιότητά μου ως νομικού.

17) Εσείς, με  την έως τώρα πείρα σας στον χώρο της συγγραφής, τί θα συμβουλεύατε όλους τους νέους, επίδοξους συγγραφείς, οι οποίοι ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα βιβλίο τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων και ιδιαίτερα εν μέσω αυτής της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας;

Να διαβάζουν πολύ λογοτεχνία και να γράφουν και να μη φοβούνται να σκίζουν και να ξαναγράφουν ό,τι γράφουν. Η γραφή είναι συνεχής άσκηση. Και ακόμη, να μην αποθαρρύνονται αν απορρίπτονται τα έργα τους. Να δέχονται την κριτική και να συνεχίζουν την προσπάθεια.

18) Κλείνοντας και, αφού σας ευχαριστήσω θερμά για την τιμή της παραχώρησης  αυτής της συνέντευξης, θα ήθελα να σας ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία σε όλα σας τα βιβλία αλλά, ειδικότερα, στο πιο πρόσφατο εξαιρετικό μυθιστόρημά σας, το «Υστερόγραφο Ζωής» και να σας ρωτήσω για τα άμεσα συγγραφικά σας σχέδια. Τι να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον;

Εγώ σας ευχαριστώ κυρία Τσαλαπάτη. Αυτόν τον καιρό τελειώνω ένα ιστορικό μυθιστόρημα που αναφέρεται, εκτός άλλων, στο τέλος της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο και στην Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως.
Εύχομαι σε σας και τους αναγνώστες, Καλές Γιορτές και ο Καινούργιος Χρόνος αν  δεν είναι καλύτερος, τουλάχιστον, να μην είναι χειρότερος από αυτόν που μας αφήνει.

Βιογραφία  Ελένης Τσαμαδού:

Η Ελένη Κ. Τσαμαδού σπούδασε νομικά στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, καθώς και International Legal Studies στο American University, Washington College of Law. Σταδιοδρόμησε ως δικηγόρος στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος από το 1966 μέχρι το 2000, οπότε αποχώρησε με τον ανώτατο βαθμό ιεραρχίας. Ασχολήθηκε κυρίως με θέματα Διεθνών Συναλλαγών και Ιδιωτικοποιήσεων. Τα έτη 2000-2004 εργάστηκε ως ειδική σύμβουλος σε νομικά θέματα των Υπουργών Ανάπτυξης, και Οικονομίας και Οικονομικών. Είναι παντρεμένη και έχει δύο κόρες. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά της «Οι Θεοί Πέθαναν Στη Ρώμη» (2006), το οποίο έχει μεταφραστεί στα γερμανικά με τον τίτλο «Ein Konigreich Fur Ein Grab», «Η Εταίρα Του Μεγάλου Αλεξάνδρου» (2007), «Ο Χορός Των Μυστικών» (2008), «Της Ζωής Και Της Αγάπης» (2009), «Ο Επισκέπτης Του Ονείρου» (2010) και «Υστερόγραφο Ζωής» (2013).

Βιβλιογραφία  Ελένης Τσαμαδού:


«ΟΙ ΑΝΕΜΟΙ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ», της Ελένης Κ. Τσαμαδού
Εκδόσεις: Ψυχογιός (10/11/2016)
Σελίδες: 688 
Τιμή: 16,92 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«1453, 1999. Δύο χρονολογίες-ορόσημα. Η πρώτη σηματοδοτεί το τέλος μιας χιλιόχρονης αυτοκρατορίας, η δεύτερη το τέλος μιας χιλιετίας.

Στην Αθήνα τού σήμερα ένας δικηγόρος ακολουθεί μια μυστηριώδη καλόγρια στην πορεία της πίσω στον χρόνο και στον χώρο∙ στην Πελοπόννησο των Φράγκων και των Βυζαντινών Δεσποτών, στα σκαλαβοπάζαρα της Μπαρμπαριάς και στην Κωνσταντινούπολη του τέλους.

Παράλληλες ζωές και ιστορίες. Άρχοντες και τυχοδιώκτες, πειρατές και σκλάβοι, γυναίκες τρυφερές και πολεμιστές, σοφοί και ιερωμένοι, πατριώτες και προδότες. Έρωτες χωρίς αύριο. Χαμένα όνειρα και πατρίδες. Το ξύπνημα της ελληνικής συνείδησης, η πρώιμη αναγέννηση στον Μυστρά και η μεταλαμπάδευση της αρχαίας σοφίας στη Δύση. Όλα μπλεγμένα και δεμένα με αόρατες κλωστές στον αργαλειό του χρόνου.

Τι είναι αυτό που συνδέει την Κλαίρη της νιότης, την Ανέζα των Φράγκων, Αγνή των Ελλήνων, με την αλλόκοτη καλόγρια που θέλει να γυρίσει τον χρόνο πίσω για να αλλάξει τον ρου της Ιστορίας; Και ο δικηγόρος; Τι θα κάνει; Θα θελήσει να γυρίσει και αυτός τον χρόνο και ν’ αλλάξει κάποιες παλαιότερες αποφάσεις του ή θα επιλέξει να αφήσει τους ανέμους του χρόνου να σκορπίσουν το παρελθόν σαν φύλλα φθινοπώρου;

Ένα ιστορικό μυθιστόρημα γραμμένο με σεβασμό στην Ιστορία, που θα αγαπηθεί και θα συγκινήσει με τις αναφορές σε γνωστές και άγνωστες πτυχές της.»

«ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ ΖΩΗΣ»
Εκδόσεις: Ψυχογιός (2013)
Σελίδες: 528
Τιμή: 12,39 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Στον απόηχο των γεγονότων της πρόσφατης Ιστορίας, στην προπολεμική και μεταπολεμική Θεσσαλονίκη, στην Αμερική των «παιδιών των λουλουδιών», στο Μόναχο του Μαύρου Σεπτέμβρη και την Αθήνα του Πολυτεχνείου και του σήμερα ξετυλίγονται και συνυφαίνονται δύο παράλληλες ιστορίες, της Ραχήλ και του Γιάννη.
Η Ραχήλ, μια από τις κόρες του Ισραήλ, κλήθηκε σε κρίσιμες στιγμές της Ιστορίας να πάρει αποφάσεις που καθόρισαν όχι μόνο τη δική της πορεία, αλλά και τη ζωή του γιου που έχασε.
Ο Γιάννης είναι αυτός που θα πρέπει να κρίνει τις αποφάσεις της μητέρας του, της Ραχήλ, και να σκεφτεί αν θα τη συγχωρήσει για όσα του στέρησε, καθώς ταυτόχρονα προσπαθεί να συμφιλιωθεί με τις δικές του μνήμες και ενοχές που τον στοιχειώνουν.
Ένα μυθιστόρημα για ένα μεγάλο έρωτα και μια προδοσία, που διατρέχει την πιο σκοτεινή και απάνθρωπη περίοδο του 20ού αιώνα και μας θυμίζει πως οι άνθρωποι μπορεί να μη λησμονούν αλλά μπορούν και πρέπει να συγχωρούν πριν να είναι αργά.»

«Ο ΕΠΙΣΚΕΠΤΗΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ»
Εκδόσεις: Ψυχογιός (2010)
Σελίδες: 448
Τιμή: 14,94 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Στην Πάτρα του μεσοπολέμου, σε μια κοινωνία περιχαρακωμένη στα μικρά προβλήματά της, η απρόσμενη άφιξη ενός νεαρού ξένου ταράζει τη ζωή τριών γυναικών: μιας Πατρινής αρχόντισσας, μιας καταπιεσμένης από την επαρχιώτικη νοοτροπία Ευρωπαίας που νοσταλγεί την πατρίδα της, την Τεργέστη, και μιας πληθωρικής Σμυρνιάς. Και οι τρεις έχουν κάτι να κρύψουν. Ο ξένος ενεργεί ως καταλύτης στη ζωή τους. Καθεμιά τους βλέπει στο πρόσωπό του να ζωντανεύει ένα ξεχασμένο όνειρο. Σε ποιο βαθμό θα επιτρέψουν στο απωθημένο παρελθόν να καθορίσει το μέλλον τους;
Σε μια περίοδο πολιτικοκοινωνικών ανατροπών και οικονομικής κρίσης, ένας φλογερός  έρωτας και μια περίεργη δολοφονία  ενός σημαντικού προσώπου  έρχονται να αναστατώσουν τη μικρή κοινωνία και να φέρουν στο φως την αλήθεια. Ποιος είναι ο ξένος; Είναι αυτός που λέει; Κρύβει σκοτεινά, αφανέρωτα μυστικά; Ποια είναι αυτά; Και η δολοφονία;»

«ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ»
Εκδόσεις: Ψυχογιός (2009)
Σελίδες: 520
Τιμή: 13,95 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«"Θα ήθελα να μπορούσα να τον αγκαλιάσω εκεί στη μέση του δρόμου, να τον φιλήσω στο στόμα για να τον κάνω να πάψει να λέει λόγια πικρά. Θα ήθελα να βαδίζαμε χέρι χέρι, να έλαμπε ο ήλιος και να μην υπήρχε ο πόλεμος και η μυρωδιά του αίματος και των αντισηπτικών που έχουν ποτίσει την ύπαρξή μου. Όμως μια νοσοκόμα με στολή δεν μπορεί να κρατά από το χέρι έναν αξιωματικό, εκτός και είναι τραυματίας ή τυφλός και πρέπει να τον οδηγήσει. Του άγγιξα φευγαλέα το χέρι - τόσο μόνο μπορούσα, τόσο μόνο μου επιτρεπόταν." Η απροσδόκητη και αινιγματική "κληρονομιά" ενός δύστροπου γέρου φέρνει σε επαφή δύο αγνώστους, ένα μεγαλοδικηγόρο και μια δημοσιογράφο. Προσπαθώντας να λύσουν το γρίφο, ο δικηγόρος και η γυναίκα έχουν την αίσθηση ότι ψηλαφούν το σκοτάδι. Αλήθειες που αγνοούν και πληγώνουν: μια χαμένη αγάπη, μια προδοσία, πάθη που κατατρώνε και τυφλώνουν. Παλιές αμαρτίες και καινούργιες επιθυμίες ζωντανεύουν με τρόπο μαγευτικό και φέρνουν στο προσκήνιο μια ολόκληρη εποχή.»

«Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΜΥΣΤΙΚΩΝ»
Εκδόσεις: Ψυχογιός (2008)
Σελίδες: 528
Τιμή: 15,93 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Τη συμβουλή της μάνας της Μεσημέρι κάτω από συκιά μην κοιμηθείς, έρχονται τα ξωτικά και σου παίρνουν τη λαλιά, δεν την άκουσε η Ανέζω... Κάτω από τη συκιά κοιμήθηκε στη λάβρα του μεσημεριού. Σαν ήρθε όμως το ξωτικό δεν της πήρε τη μιλιά? το κορμί και την καρδιά της ζήτησε και πήρε, σφραγίζοντας έτσι τη μοίρα της και τη μοίρα των επόμενων γενιών. Ανέζω, Σοφούλα, Τζούλη, Γιώργης, Μένης, Κωστής, Τάσης· γυναίκες και άντρες σε διαφορετικές εποχές, σε διαφορετικές κοινωνίες. Έρωτες χωρίς μέλλον και χαμένα όνειρα, προδοσίες και μίση, πλέκουν τον ιστό της ζωής τους. Με φόντο την ελληνική επαρχία στα τέλη του 19ου αιώνα, την Αμερική των πρώτων μεταναστών, την Αθήνα του Μεσοπολέμου και την Ελλάδα της Κατοχής, ξετυλίγεται μια συγκλονιστική ιστορία!»


«Η ΕΤΑΙΡΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ»
Εκδόσεις: Ψυχογιός (2007)
Σελίδες: 392

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Χειμώνας 335 π.χ. Στο θρόνο της Μακεδονίας ένας νέος είκοσι ενός χρόνων. Το όνομά του, Αλέξανδρος. Ηγεμόνας όλων των Ελλήνων, πλην Λακεδαιμονίων. 
Παραμονές της εκστρατείας στην Ασία, όλα είναι έτοιμα για το ξεκίνημα του νέου κόσμου. Η μητέρα του βασιλιά θέλει να μυηθεί ο γιος της στα μυστήρια της Αφροδίτης. Μια εταίρα θα μισθωθεί για το έργο αυτό. 
Όλα τα έχει προνοήσει η βασίλισσα, εκτός από τον Μεγάλο Απρόβλεπτο. Τον Έρωτα. Αυτόν που έρχεται ακάλεστος και, λυτρωτής και τύραννος μαζί, ορίζει από εδώ και πέρα τη ζωή δύο ανθρώπων. Της εταίρας και ενός ζωγράφου. Όσο για το βασιλιά, ποιος ξέρει τι ρόλο παίζει ο έρωτας δίπλα στον μεγάλο Πόθο που τον κατέχει; Είναι ο έρωτας κινητήρια δύναμη ή αυτός που του θυμίζει τη θνητή του φύση; Και ποιος ξέρει να πει πόσο κρατάει ο έρωτας; 
Όσο η φλόγα στο λυχνάρι. Μια αιωνιότητα. 
Στο λυχνάρι όσο έχει λάδι, στην καρδιά, όσο υπάρχει μνήμη. 
Αυτή είναι η ιστορία ενός Βασιλιά και ενός Ζωγράφου, μέσα από τα μάτια μιας γυναίκας. Είναι η ιστορία ενός έρωτα και ενός δώρου. Ενός δώρου που όπως τα νομίσματα έχει δύο όψεις, αυτή της μεγαλοψυχίας και εκείνη της εκδίκησης. Ενός δώρου που πλήγωσε και αυτόν που το έδωσε και αυτόν που το πήρε. 
Μια ιστορία για έναν μεγάλο έρωτα ξεχασμένη στη σκόνη του χρόνου.»

«ΟΙ ΘΕΟΙ ΠΕΘΑΝΑΝ ΣΤΗ ΡΩΜΗ»
Εκδόσεις: Ψυχογιός (2006)
Σελίδες: 448
Τιμή: 14,94 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Στην Πελοπόννησο, την Ήπειρο, τη Ρώμη και την Αυλή της Ραβέννας, στον περίγυρο των ταραγμένων χρόνων της Ύστερης Ρωμαϊκής Εποχής και των μετακινήσεων των λαών, ξετυλίγεται μια ιστορία έρωτα, σκοτεινών συνωμοσιών και δολοπλοκιών, προδοσίας και καταστροφής.
Δύο άνθρωποι με διαφορετικές καταβολές και πεπρωμένο ενώνουν τις τύχες τους. Εκείνος είναι Γότθος. Ζητά μια γη να στεριώσει το λαό του. Στα χέρια του κρατά τη ρομφαία του τιμωρού. Προορισμός του να δώσει το τελικό πλήγμα στους αρχαίους θεούς που αργοπεθαίνουν. Εκείνη, Ελληνίδα, η τελευταία μιας ηρωικής γενιάς, είναι η ιέρεια της ζωής. Προφητείες και οράματα καθορίζουν τη μοίρα τους και, μέσα από πόνο και αίμα, κατευθύνουν την πορεία της ζωής τους προς την αυγή… που χαράζει στη Δύση.

Μια ιστορία έρωτα και δράσης που ταξιδεύει τον αναγνώστη σε τόπους και χρόνους μακρινούς, φωτίζοντας με τρόπο γλαφυρό και παραστατικό μία από τις πιο συγκλονιστικές, αλλά λιγότερο γνωστές περιόδους της Ιστορίας.»  

Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2015

«ΟΤΑΝ ΣΚΟΤΩΝΟΥΝ ΤΑ ΚΟΤΣΥΦΙΑ», της Harper Lee – Γράφει ο Γιώργος Πανόπουλος

«ΟΤΑΝ ΣΚΟΤΩΝΟΥΝ ΤΑ ΚΟΤΣΥΦΙΑ», της Harper Lee – Γράφει ο Γιώργος Πανόπουλος
Εκδόσεις: Χαρλένικ Ελλάς
Σελίδες: 473
Τιμή: 9,80 €

Το «Όταν Σκοτώνουν Τα Κοτσύφια» είναι ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα της αμερικανικής λογοτεχνίας. Συνιστά ορόσημο της σύγχρονης λογοτεχνίας για λόγους τους οποίους θα εξηγήσουμε παρακάτω.
Γράφτηκε στις αρχές της δεκαετίας του ‘60, την ώρα που ο Κένεντι γινόταν πρόεδρος της Αμερικής και προβλέπονταν αλλαγές στα ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ ο Κινγκ ξεκινούσε τα πανανθρώπινα κυρήγματά του. Οπωσδήποτε η Χάρπερ Λι δεν επηρεάστηκε από αυτά τα γεγονότα, αφού η συγγραφή του βιβλίου διεξήχθη στις απαρχές αυτών των γεγονότων, ωστόσο, η δημοσίευση ενός τόσο αντιρατσιστικού μυθιστορήμτος συνέπεσε με την αγωνιώδη προσπάθεια μιας ολόκληρης χώρας να ξεπεράσει τις προκαταλήψεις της. Παρόλα αυτά, το βιβλίο αναφέρεται σε προγενέστερη εποχή, αυτή της δεκαετίας του ‘30, λίγο πριν επικρατήσει ο ναζισμός στην Ευρώπη.
Περί κοτσυφιών, λοιπόν, μιλάμε και είναι απαραίτητο να εξηγήσουμε τον τίτλο. Με τον όρο κοτσύφι αποδώθηκε στα ελληνικά η αγγλική φράση mocking birds,  αναφερόμενη σε ένα είδος πουλιού που έχει την ικανότητα να μιμείται όλα τα υπόλοιπα στο κελάιδισμά τους. Κεντρική ιδέα αυτού του μυθιστορήματος επομένως, είναι ότι μπορούμε να σκοτώσουμε όσες κίσσες θέλουμε αλλά όχι τα κοτσύφια. Γιατί τα κοτσύφια δεν κάνουν τίποτε παραπάνω πέρα από το να ομορφαίνουν τη ζωή μας. ‘Κοτσύφια’ αποκαλούνται όλοι εκείνοι οι αθώοι άνθρωποι που αδικούνται λόγω χρώματος, φυλής, θρησκείας ή γενικά λόγω διαφορετικότητας.
Μέσα από τα μάτια ενός μικρού παιδιού, της Σκάουτ, η Χάρπερ Λι επιχειρεί να περιγράψει μια ολόκληρη κοινωνία. Το Μέικομπ είναι φαινομενικά ένα φιλήσυχο μέρος. Είναι τόσο κλειστό όμως, που δεν αφήνει τίποτα διαφορετικό να εισχωρήσει. Προστατεύεται καλά στηριζόμενο σε θρησκοληπτικές ιδεοληψίες, ηθικοπλαστικές αντιλήψεις και γενικές προκαταλήψεις. Ζει την ενάρετη ζωή του βουτηγμένη στην υποκρισία. Τα νερά έρχεται να ταράξει ο δικηγόρος Άττικους και πατέρας της μικρής Σκάουτ όταν αποφασίζει να υπερασπιστεί έναν αθώο αλλά μαύρο πολίτη που όλοι καταδικάζουν λόγω χρώματος. Έχουν προαποφασίσει ότι είναι ένοχος για το βιασμό μιας λευκής και συμπαρασύρουν με τις κατηγορίες τους τον δικηγόρο που θέλει να τον υπερασπιστεί. Κι η μικρούλα κόρη αδυνατεί να καταλάβει όλη αυτή την πρόδηλη αδικία από το ανθρώπινο είδος.
Ο Άττικους προσπαθεί να εμφυσήσει τις δέουσες ηθικές αξίες στα παιδιά του, ακόμα κι ενάντια στην οικογένειά του που τον υποτιμά λόγω αυτή της υπόθεσης. Είναι εκείνος ο φιλειρηνικός και κατευναστικός άνθρωπος που πασχίζει να διατηρεί ισορροπίες και να μένει πιστός στις ιδέες του.  Αξιοσημείωτο είναι ότι η Χάρπερ Λι κλείνει το έργο με το αποτέλεσμα όλης αυτής της επιθετικής συμπεριφοράς και της εξύψωσης μιας συγκεκριμένης φυλής που δεν είναι άλλο παρά η άνοδος του εθνικισμού, του ολοκληρωτισμού και του ακραίου ναζιστικού κινήματος.
Το «Όταν Σκοτώνουν Τα Κοτσύφια» διδάσκεται σήμερα στα σχολεία της Αμερικής. Πέραν του ό,τι πρόκειται για ένα από τα πιο αξιόλογα λογοτεχνικά αριστουργήματα, συνιστά ταυτόχρονα το πλέον αντιραστστικό κείμενο.  Είναι μια ηθική αφύπνιση. Συγκινεί και αγγίζει τις χορδές οποιουδήποτε πλάσματος θέλει να λέγεται άνθρωπος. Αποκαλύπτει το σκληρό περιβάλλον και τα υποκριτικά κατασκευάσματα της ανθρωπότητας προκειμένου να ισχυροποιηθούν ή να διασφαλήσουν το είδος. Η Αμερική του τότε δεν είναι μακριά ούτε από την Αμερική του σήμερα, ούτε από τον δικό μας κόσμο.

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Σκοτώστε όσες κίσσες θέλετε, αν μπορείτε να τις πετύχετε, αλλά να θυμάστε ότι είναι αμαρτία να σκοτώνεις τα κοτσύφια».

Αυτή είναι η συμβουλή του δικηγόρου Άττικους Φιντς στα παιδιά του, καθώς ο ίδιος αποφασίζει να υπερασπιστεί στο δικαστήριο το πραγματικό «κοτσύφι» αυτής της υπέροχης ιστορίας, έναν νεαρό μαύρο...

Μέσα από τα παιδικά μάτια της Σκάουτ και του Τζεμ Φιντς, η Χάρπερ Λη εξερευνά με αναντίρρητη εντιμότητα και αστείρευτο χιούμορ τον παραλογισμό της στάσης των ενηλίκων απέναντι στις φυλετικές και κοινωνικές διακρίσεις στον Αμερικανικό Νότο της δεκαετίας του 30.
Τα φαινομενικά γαλήνιο και ειρηνικό Μέικομπ της Αλαμπάμα είναι στην πραγματικότητα βουτηγμένο στην προκατάληψη, τη βία και την υποκρισία. Αλλά τη ναρκωμένη συνείδηση της πόλης θα συνταράξει το σθένος ενός ανθρώπου που αγωνίζεται για δικαιοσύνη...

Ένα από τα πιο αγαπημένα μυθιστορήματα που γράφτηκαν ποτέ, το Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια συγκαταλέγεται ανάμεσα στα αξιολογότερα κλασικά έργα της σύγχρονης λογοτεχνίας. Έχει κερδίσει πολλές διακρίσεις, μεταξύ των οποίων και το Βραβείο Πούλιτζερ, μεταφράστηκε σε πάνω από σαράντα γλώσσες και μεταφέρθηκε με μεγάλη επιτυχία στον κινηματογράφο.»

Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2015

Συνέντευξη με την ΣΟΦΗ ΘΕΟΔΩΡΙΔΟΥ - Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

            Η αγαπητή κ. Θεοδωρίδου είναι από τις συγγραφείς που το έργο της "μιλάει" για εκείνη, μια και η ίδια η συγγραφέας αποφεύγει να χρησιμοποιήσει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να το προβάλλει. Τα μυθιστορήματα που μας έχει χαρίσει η συγγραφέας, έξι στον αριθμό, έχουν σαν κύριο έναυσμά τους ιστορικά γεγονότα που αφορούν τον ελληνισμό και τα οποία συνδυάζονται χαρισματικά με εμπνευσμένη και ευρηματική μυθοπλασία, προσφέροντάς μας έτσι αξέχαστα λογοτεχνικά ταξίδια. Την ευχαριστώ ολόψυχα που διέθεσε κάποιον από τον πολύτιμο χρόνο της για να απαντήσει στο ερωτηματολόγιο των «Φίλων Της Λογοτεχνίας», δίνοντάς μας έτσι την ευκαιρία να την γνωρίσουμε λίγο καλύτερα.
                                                                                                                               Κλειώ Ι. Τσαλαπάτη

1) Αγαπητή κ. Θεοδωρίδου, μας έχετε ήδη χαρίσει έξι εξαιρετικά μυθιστορήματα, με διαφορετική θεματολογία το καθένα. Ποιό ήταν το έναυσμα για την ενασχόλησή σας με τον κόσμο της λογοτεχνίας και το αντικείμενο της συγγραφής;

Κατ’ αρχάς ήταν η ίδια η αγάπη μου για τη λογοτεχνία, με την οποία ήρθα σε επαφή ως αναγνώστρια από πολύ τρυφερή ηλικία, μια και πεποίθησή μου είναι ότι ένας άνθρωπος που δε διαβάζει δεν είναι σε θέση και να γράψει. Αφορμή ωστόσο να προχωρήσω σε μια σοβαρότερη απόπειρα από κείνες που είχα αποτολμήσει στα μαθητικά μου χρόνια στάθηκε μια οικογενειακή ιστορία που με συγκίνησε και μου έδωσε την αφόρμηση που χρειαζόμουν. Εκεί βασίστηκε το πρώτο μου μυθιστόρημα «Η Νύφη Φορούσε Μαύρα», που μου έδωσε την ευκαιρία να ξεκινήσω αυτό το όμορφο ταξίδι στον χώρο της συγγραφής.

2) Από πού αντλείτε την έμπνευση για κάθε έργο σας και πόσο δύσκολο είναι να  συγκεντρώσετε τις απαραίτητες πληροφορίες, ώστε να συνδυάσετε τυχόν ιστορικά γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία στα βιβλία σας;

Κυρίως η ίδια η ζωή με καθοδηγεί, από αυτήν αντλώ την έμπνευσή μου. Έρχεται κατόπιν η φαντασία μου να συμπληρώσει τα κενά, να δημιουργήσει νέους χαρακτήρες, ν’ αλλάξει κάποια δρώμενα, να εξηγήσει συμπεριφορές κι επιλογές. Κι επειδή εστιάζω συχνά σε παρελθούσες εποχές, οπότε και συνέβησαν δύσκολα ιστορικά γεγονότα, η έρευνα είναι απαραίτητη. Ακολουθεί η επιλογή των γεγονότων που θα συμπεριληφθούν στο έργο, μια επίπονη και δύσκολη διαδικασία. Από τις μεγαλύτερες αγωνίες μου, επίσης, είναι να καταφέρω να αποδώσω πειστικά την καθημερινότητα εκείνων των εποχών, γι’ αυτό και προστρέχω πάντα σε μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τα χρόνια εκείνα και κατέγραψαν αργότερα, σε καιρούς ειρήνης, τα βάσανά τους και συνάμα τις απλές χαρές και λύπες τους.

3) Πιστεύετε πως ο συγγραφέας πρέπει να ταξιδεύει ώστε να έχει κάποια βιώματα από τις χώρες και τις τοποθεσίες τις οποίες, τυχόν, περιγράφει στα βιβλία του και πόσο εφικτό είναι αυτό στην πράξη κατά τη γνώμη σας; Θεωρείτε πως είναι απαραίτητο κάτι τέτοιο, απλά και μόνο, για την "διεύρυνση των οριζόντων" του;

Θα ήταν ευχής έργο, αν μπορούσε να το πράξει. Δεν είναι όμως εύκολο κάτι τέτοιο κι εδώ βοηθά η έρευνα – πολύ ευκολότερη στη σημερινή εποχή του διαδικτύου, όπου έξω από πληροφορίες μπορείς να "επισκεφθείς" κατά κάποιον τρόπο κι ορισμένες τοποθεσίες. Όμως οι ορίζοντες διευρύνονται και με άλλον τρόπο, όχι μόνο ταξιδεύοντας. Διευρύνονται διαβάζοντας, διευρύνονται ακόμη "ακούγοντας" ανθρώπους που έζησαν στα μακρινά χρόνια στα οποία συνηθίζω να αναφέρομαι. Σ’ αυτό το τελευταίο ήμουν τυχερή, καθώς μεγάλωσα σ’ ένα μικρό προσφυγικό χωριό ανάμεσα σε ανθρώπους με δύσκολα βιώματα, κι έτσι μου είναι ευκολότερο να προσεγγίσω συγγραφικά παρόμοια γεγονότα.

4) Έχετε συμπεριλάβει ποτέ στα βιβλία σας κάποια προσωπικά σας βιώματα; Πόσο εύκολο, ή επώδυνο ήταν αυτό και πόσο εφικτή ήταν η αντικειμενική προσέγγισή τους συγγραφικά;

Έχω τη γνώμη ότι ένα κομμάτι απ’ την ψυχή του συγγραφέα, άλλοτε μεγάλο κι άλλοτε μικρό, υπάρχει μέσα σε κάθε έργο του. Αλλά να απαντήσω πιο συγκεκριμένα: ναι, έχω συμπεριλάβει. Κυρίως συναισθήματα και σκέψεις. Και ήταν μια επώδυνη, μεν, εμπειρία αλλά και άκρως ανακουφιστική παράλληλα. Αν τώρα ήταν κι αντικειμενικός ο τρόπος που προσέγγισα το συγκεκριμένο θέμα, σ’ αυτό δεν μπορώ να απαντήσω. Καθένας εκφράζει τη δική του αλήθεια κι εγώ απλώς είπα τη δική μου. Οι αναγνώστες θα κρίνουν κατά τα λοιπά.

5) Στα μυθιστορήματά σας έχετε καταπιαστεί με ποικίλα θέματα κοινωνικού, ιστορικού,  και αισθηματικού περιεχομένου. Πιστεύετε πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο για τη συγγραφή ενός βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο;

Πιστεύω ότι χρήσιμο είναι να υπάρχει μια σφαιρική μόρφωση. Και είναι μια μόρφωση αυτή που δεν έχει να κάνει μόνο με σπουδές αλλά και τη γενικότερη καλλιέργεια ενός ανθρώπου. Το επιστημονικό υπόβαθρο είναι ίσως απαραίτητο, εάν κάποιος συγγραφέας προσεγγίζει εξαιρετικά εξειδικευμένα θέματα, οπότε και ασφαλώς χρειάζονται συγκεκριμένες σπουδές, που να άπτονται των θεμάτων του.

6) Υπάρχει κάποιο μοτίβο ως προς το πότε σας "επισκέπτεται" η συγγραφική σας  έμπνευση; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα, διάθεση, ή τόπος ίσως, που να σας προδιαθέτει να γράψετε, ή είναι κάτι που "ρέει" αβίαστα από μέσα σας συνέχεια;

Η συγγραφική έμπνευση είναι σαν ένας κύκλος που ολοκληρώνεται από έργο σε έργο, για ν’ αρχίσει σε λίγο νέος. Μεσολαβεί η απαραίτητη πνευματική ξεκούραση φυσικά, ωστόσο, ακόμη και τότε ο νους κι η φαντασία βρίσκονται σε εγρήγορση. Γράφω πάντα στο σπίτι μου και πάντοτε μέρα. Ποτέ αργά τη νύχτα, όπως διαβάζω ότι συνηθίζουν άλλοι συγγραφείς. Εννοείται ότι υπάρχει πάντα μολύβι και χαρτί στο κομοδίνο δίπλα μου, όπως και μέσα στην τσάντα μου, μια και συνηθίζω να σημειώνω οτιδήποτε ενδιαφέρον περάσει απ’ το μυαλό μου.

7) Όταν ολοκληρώνετε ένα νέο μυθιστόρημά σας αρκείστε στη δική σας μόνο αξιολόγηση, πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του, ή αναζητάτε πρώτα τη γνώμη κάποιου οικείου σας προσώπου του οποίου την κρίση εμπιστεύεστε;

Είχα διαβάσει κάποτε ότι κάθε συγγραφέας πρέπει να έχει ένα πρόσωπο εμπιστοσύνης, το οποίο δε θα διστάσει να του πει την αλήθεια και στο οποίο ολοκληρώνοντας το έργο του θα προσφύγει για κριτική, προτού το στείλει προς έκδοση, κάτι με το οποίο συμφωνώ απόλυτα. Προσωπικά αποκαλώ αυτό το πρόσωπο "ο πολύτιμος πρώτος αναγνώστης", ρόλο που έχω εμπιστευθεί στον σύζυγό μου και δε μετάνιωσα ποτέ.

8) Από τα έξι μυθιστορήματά σας υπάρχει κάποιο το οποίο ξεχωρίζετε, στο οποίο ίσως έχετε μεγαλύτερη αδυναμία και γιατί; Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για το καθένα και, γιατί όχι, την ιστορία "πίσω από την ιστορία" του καθενός;

Είναι σαν να ζητάτε από μια μάνα να ξεχωρίσει τα παιδιά της με τούτη την ερώτηση. Αγαπώ όλα τα έργα μου, καθένα για διαφορετικό λόγο, γι’ αυτό αδυνατώ να τα ξεχωρίσω. Ευχαρίστως θα σας πω δυο λόγια, όμως, για καθένα από αυτά. Το πρώτο μου μυθιστόρημα «Η Νύφη Φορούσε Μαύρα» βασίζεται σε μια οικογενειακή ιστορία, όπως σας προανέφερα. Ακολουθεί τη ζωή της νεαρής Αντριανής, η οποία φτάνει το 1922 ολομόναχη στη Θεσσαλονίκη, και περιγράφει τον αγώνα των προσφύγων να ξαναστήσουν τη ζωή τους από την αρχή. Συνάμα είναι ο αγώνας μιας γυναίκας να αντιταχθεί σε μια κοινωνία ανδροκρατούμενη και οπισθοδρομική και όλα αυτά με φόντο την Ελλάδα του 20ού αιώνα και τα δραματικά γεγονότα του.
Το «Πες Μου Αν Με Θυμάσαι» αναφέρεται στη δύσκολη ώρα της αντιστροφής των ρόλων, όταν πια οι γονείς γίνονται παιδιά και τα παιδιά γονείς, και είναι το μυθιστόρημα που βασίζεται στα δικά μου συναισθήματα, όπως σας ομολόγησα ήδη σε προηγούμενη απάντησή μου, γι’ αυτό και δε θα αναφερθώ περισσότερο στο συγκεκριμένο μου έργο.
«Τ’ Αχνάρια Των Ξυπόλυτων Ποδιών» το εμπνεύστηκα από μια περίεργη θεωρία που άκουσα από φιλικό  μου πρόσωπο και με προβλημάτισε σε σχέση με το ποιος τελικά θεωρείται Έλληνας. Θα το χαρακτήριζα ένα βιβλίο που αναφέρεται στην αγάπη: την αγάπη του πατέρα προς τον γιο και αντίστροφα, την αγάπη την ερωτική, την αγάπη τέλος για την Ελλάδα, ενώ ιστορικά εστιάζει στα χρόνια μετά τον Εμφύλιο και μέχρι το τέλος της δικτατορίας.
Το τέταρτο βιβλίο μου «Η Αμαρτία Της Ομορφιάς» ακουμπά σ’ ένα πραγματικό περιστατικό που το θεωρώ συγκλονιστικό και το οποίο συνέβη στα χρόνια του Εμφυλίου. Διατρέχει τον πόλεμο του ’40, την Κατοχή, τον Εμφύλιο και αναφέρεται σε δύσκολες καταστάσεις, οι οποίες επέδρασαν καταλυτικά στις ψυχές των ανθρώπων που τα έζησαν, οδηγώντας τους συχνά σε πράξεις που υπό άλλες συνθήκες δε θα έφταναν ποτέ.
«Το Κορίτσι Απ’ Τη Σαμψούντα» γεννήθηκε απ’ την ανάγκη μου να γνωρίσω λεπτομερέστερα τα βάσανα των ποντίων προγόνων μου, να "βάλω" για λίγο τα παπούτσια τους και να γνωρίσω καλύτερα τη ζωή τους. Λευκές πορείες θανάτου, ζωές κατεστραμμένες κι ένα νεαρό κορίτσι με παράξενα μάτια, η Καλλιόπη, γεννημένη στις αρχές του 20ού αιώνα, που αγωνίζεται να επιβιώσει και να έχει δικαίωμα στην αγάπη, με οδήγησαν σε τούτο το δύσκολο ταξίδι.
Το δε τελευταίο μου μυθιστόρημα «Στεφάνι Από Ασπάλαθο», βασισμένο κι αυτό σε μια αληθινή ιστορία, εστιάζει στα χρόνια μετά τον Εμφύλιο και σε ανθρώπους στιγματισμένους, κυρίως γυναίκες, όπως η ηρωίδα μου η Κασσιανή, που έμειναν πίσω να "σταυρωθούν" για τα λάθη των συζύγων τους. Προσωπικά τις αποκαλώ «Πηνελόπες του Εμφυλίου».

9) Η συγγραφέας  Σόφη Θεοδωρίδου βρίσκει το χρόνο να διαβάζει και για δική της ευχαρίστηση και όχι μόνο για έρευνα πάνω σε κάποιο μελλοντικό βιβλίο της; Εφόσον συμβαίνει αυτό, ποιό είδος λογοτεχνίας προτιμάτε περισσότερο ως αναγνώστρια και γιατί;

Η Σόφη Θεοδωρίδου θεωρεί πάντα τον εαυτό της πρώτα αναγνώστρια και μετά συγγραφέα. Και τούτο, επειδή υπάρχουν μέρες που μπορεί να μην έχω γράψει ούτε λέξη, δεν υπάρχουν όμως μέρες που δεν έχω διαβάσει κάποιες σελίδες έστω, αποκλειστικά και μόνο για δική μου ευχαρίστηση. Όσο για τις προτιμήσεις μου, δεν εστιάζω σε ένα μόνο είδος. Κυμαίνεται η επιλογή ανάλογα με την εποχή και τη διάθεση. Ομολογώ  όμως ότι έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία στα ιστορικά μυθιστορήματα.

10) Ποιά είναι τα αγαπημένα σας βιβλία και συγγραφείς; Θεωρείτε ότι έχετε δεχθεί επιρροές από κάποιους ομότεχνούς σας, έλληνες ή ξένους, σύγχρονους ή κλασσικούς, στο δικό σας τρόπο γραφής, ύφους ή θεματολογίας;

Αγαπώ πολύ τους συγγραφείς της γενιάς του ’30 αλλά και νεότερους, όπως κι όλους τους γίγαντες της παγκόσμιας λογοτεχνίας και κυρίως της ρωσικής. Ας μην αραδιάσω ονόματα. Θα αναφέρω μόνο τον συντοπίτη μου Μενέλαο Λουντέμη, στον οποίο έχω ιδιαίτερη αδυναμία, ιδίως για τον λυρισμό του. Σε σχέση με τις επιρροές τώρα, ασφαλώς και τα αναγνώσματά μας, κυρίως αυτά της νεαρής μας ηλικίας, μας επηρεάζουν ηθελημένα ή αθέλητα, καθώς έρχονται και "χτίζουν" τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά μας. Είναι και φυσικό και αναπόφευκτο. Μέχρι εκεί όμως, τίποτε περισσότερο.

11) Από την ελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία υπάρχει κάποιο βιβλίο το οποίο έχετε λατρέψει και το οποίο "ζηλεύετε" ως λογοτεχνικό έργο και το οποίο θα θέλατε, ή ονειρεύεστε να έχετε συγγράψει εσείς;

Υπάρχουν αρκετά βιβλία που έχω λατρέψει, αλλά η αλήθεια είναι πως δε ζηλεύω κανένα. Όπως σας είπα σε προηγούμενη απάντησή μου, κάθε έργο εμπεριέχει κι ένα κομμάτι απ’ την ψυχή του συγγραφέα και μ’ αυτή την έννοια δε θα μπορούσα προσωπικά να λαχταρήσω κάτι ξένο. Να θαυμάσω ναι, να αγαπήσω ναι, μα όχι να λαχταρήσω να είναι δικό μου.

12) Πιστεύετε πως οι συγγραφείς οφείλουν να προβληματίζουν τους αναγνώστες "κεντρίζοντας" τη σκέψη τους, ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε να είναι καθαρά και μόνο ψυχαγωγικός; Εσείς, ποιά μηνύματα επιδιώκετε να "περάσετε" στους αναγνώστες σας και σε ποιό είδος αναγνωστικού κοινού, συνήθως, απευθύνεστε μέσα από το συγγραφικό έργο σας;

Ο στόχος του βιβλίου δεν είναι συνήθως μονοδιάστατος. Ένα βιβλίο μπορεί να ψυχαγωγεί, να ενημερώνει, να προσφέρει γνώσεις, να "κεντρίζει", όπως αναφέρατε, και να προβληματίζει τον αναγνώστη για θέματα κοινωνικά, ιστορικά και άλλα. Ωστόσο, μακριά από μένα η άποψη ότι ο συγγραφέας οφείλει να "περνά" στους αναγνώστες διάφορα μηνύματα, γιατί πιστεύω ότι καθένας μας τελικά εισπράττει από ένα ανάγνωσμα ό,τι τον αφορά και που ουδόλως ενίοτε έχει να κάνει με ό,τι είχε κατά νου ως στόχο ο συγγραφέας του. Γι’ αυτό και αφήνω τον εαυτό μου να λειτουργεί ελεύθερος από τέτοιου είδους περιορισμούς. Εάν το βιβλίο βγει καλό, οι αξίες μου ούτως ή άλλως θα φανερωθούν και τα αισθήματα κι οι σκέψεις μου θα διαποτίσουν τις σκέψεις και τα αισθήματα των αναγνωστών μου, χωρίς να χρειαστεί να επιδιώξω κάτι συγκεκριμένο. 

13) Θεωρείτε ότι ο συγγραφέας θα πρέπει να ασχολείται με διαφορετικά είδη λογοτεχνίας και να πειραματίζεται θεματολογικά, ρισκάροντας το υπάρχον αναγνωστικό του κοινό, ή θα όφειλε να εμμένει στο είδος που τον έχει καθιερώσει;

Θεωρώ ότι ο συγγραφέας θα πρέπει να γράφει για θέματα που τον συγκινούν. Αν υπάρχουν περίοδοι που αισθάνεται να τον ενδιαφέρει κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι συνήθιζε στο παρελθόν, τότε θα πρέπει και να πειραματιστεί και να δοκιμάσει. Στο κάτω κάτω ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται συνήθως το "πλαστό" έργο, με την έννοια ότι είναι ένα έργο που δε βγαίνει απ’ την ψυχή του συγγραφέα, έστω κι αν είναι πάνω στο είδος που τον έχει καθιερώσει.

14) Είχατε κάποιους "ενδοιασμούς" όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας βιβλίο προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς την αποδοχή που θα τύχαινε από το αναγνωστικό κοινό; Το ιστορικό περιεχόμενο και οι κοινωνικές – αισθηματικές  σχέσεις που δεσπόζουν στα περισσότερα βιβλία σας, πιστεύετε πως παίζουν το δικό τους ρόλο στην αποδοχή αυτή;

Είχα πολλούς ενδοιασμούς, αλλά τους ξεπέρασα χάρη στην παρότρυνση και ένθερμη υποστήριξη δικών μου ανθρώπων, που ήταν και οι πρώτοι μου αναγνώστες. Κι εννοείται πως είχα μεγάλη αγωνία για την υποδοχή που θα τύχαινε το έργο μου από το αναγνωστικό κοινό. Όσο γι’ αυτό που αναφέρετε σχετικά με το θέμα των βιβλίων μου, ασφαλώς και είναι αγαπημένα θέματα ενός μεγάλου μέρους του αναγνωστικού κοινού τα μυθιστορήματα με ιστορικό και κοινωνικό περιεχόμενο, έχω τη γνώμη ωστόσο ότι δεν αρκεί το θέμα από μόνο του για να αγαπηθεί ένα λογοτεχνικό έργο.    

15) Θεωρείτε πως η πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει  πηγή έμπνευσης για ένα συγγραφέα και, ειδικότερα, οι τόσο δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε τελευταία στην πατρίδα μας;

Συνήθως χρειάζεται μια απόσταση ασφαλείας για να εξετάσουμε ψύχραιμα όσα μας συμβαίνουν, κάτι που είναι δύσκολο να συμβεί καθώς τα ζούμε, δηλαδή εν θερμώ. Από κει κι ύστερα καθένας κρίνει αν θα τολμήσει ν’ αγγίξει ή όχι ένα θέμα της σύγχρονης πραγματικότητας. Η πραγματικότητα γενικά ωστόσο, η ίδια η ζωή δηλαδή, ασφαλώς και αποτελεί πηγή έμπνευσης, όπως ανέφερα ήδη σε προηγούμενη απάντησή μου.

16) Η ιδιότητά σας ως εκπαιδευτικός κατά πόσο σας επηρεάζει στην αντίστοιχη συγγραφική σας ιδιότητα; Έχει ποτέ κάποιο άτομο από τον χώρο διδασκαλίας σας αποτελέσει πηγή έμπνευσης για τη δημιουργία κάποιου από τους ήρωες των βιβλίων σας;   

Η ιδιότητά μου επηρεάζει στον βαθμό που σχετίζεται με τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς μου, όπως και στην ευχέρειά μου να κατανοήσω πράξεις και επιλογές των ηρώων μου που έχουν να κάνουν με θέματα ψυχολογίας και εκπαίδευσης. Κατά τα λοιπά, δεν υπήρξε μέχρι στιγμής πρόσωπο που να με εμπνεύσει σε σημείο, ώστε να δημιουργήσω κάποιον ήρωα βασισμένο στη δική του προσωπικότητα. 

17) Εσείς, με την έως τώρα πείρα σας στον χώρο της συγγραφής, τί θα συμβουλεύατε όλους τους νέους επίδοξους συγγραφείς, οι οποίοι ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα βιβλίο τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων και ιδιαίτερα εν μέσω αυτής της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας;

Θα τους συμβούλευα να προχωρήσουν ανεξάρτητα από τις δυσκολίες που πιστεύουν πως θα βρουν μπροστά τους. Αν δεν τολμήσουμε, αν δε δοκιμάσουμε, δε θα μπορέσουμε ποτέ να ανακαλύψουμε τι είμαστε ικανοί να καταφέρουμε. Αυτό θα έλεγα πως πρέπει να έχουν κατά νου.

18) Κλείνοντας και, αφού σας ευχαριστήσω θερμά για την τιμή της παραχώρησης  αυτής της συνέντευξης, θα ήθελα να σας ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία σε όλα σας τα βιβλία αλλά, ειδικότερα, στο πιο πρόσφατο εξαιρετικό μυθιστόρημά σας, το «Στεφάνι Από Ασπάλαθο» και να σας ρωτήσω για τα άμεσα συγγραφικά σας σχέδια. Τί να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον;

Σας ευχαριστώ πολύ για τις ευχές, όπως και για τις ενδιαφέρουσες ερωτήσεις σας. Όσο για τα μελλοντικά μου σχέδια, σε λίγους μήνες, αν όλα πάνε καλά, θα προστεθεί στα έργα μου ένα ακόμη μυθιστόρημα, το οποίο και θα σας ταξιδέψει σε αρκετά νεότερες εποχές από αυτές που σας έχω μέχρι τώρα συνηθίσει.

Βιογραφία  Σόφης Θεοδωρίδου:

Η Σόφη Θεοδωρίδου κατάγεται από την Αλμωπία, μια μικρή επαρχία του Νομού Πέλλας. Σπούδασε νηπιαγωγός στη Θεσσαλονίκη κι εγκαταστάθηκε κατόπιν στην περιοχή καταγωγής της, όπου διαμένει μέχρι σήμερα με την οικογένειά της. Λατρεύει τη ζωγραφική και τη λογοτεχνία, και πιστεύει πως η αγάπη της για την τελευταία την οδήγησε τελικά στη συγγραφή. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά της «Η Νύφη Φορούσε Μαύρα» (2010), «Πες Μου Αν Με Θυμάσαι» (2011), «Τ’ Αχνάρια Των Ξυπόλητων Ποδιών» (2012), «Η Αμαρτία Της Ομορφιάς» (2013), «Το Κορίτσι Απ’ Τη Σαμψούντα» (2014), το «Στεφάνι Από Ασπάλαθο» (2015) και «Τα Χρόνια Της Χαμένης Αθωότητας» (2016).

Βιβλιογραφία Σόφης Θεοδωρίδου:

«ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΧΑΜΕΝΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ»
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 568
Τιμή: 17,70 €
Ημερομηνία Κυκλοφορίας: 3/3/2016

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Απρίλης 1961. Τη μέρα που ο πρώτος Ρώσος κοσμοναύτης ταξιδεύει στο Διάστημα, σε μια μικρή ελληνική πόλη ένας άντρας μπαίνει για λίγο στη θέση του Θεού, ορίζοντας τη μοίρα τριών νεαρών πλασμάτων. 

Την Κλέα θα υποδεχθεί ένα αρχοντόσπιτο, όπου ο στρατηγός παππούς της αναπολεί παρελθοντικές δόξες, ενώ ο πατέρας της έχει εγκαταλείψει τον μεγάλο του έρωτα για να κατακτήσει πλούτη και κάστες εξουσίας· τη Μελισσάνθη ένα μεσοαστικό σπιτικό πάνω από μια ταβέρνα, στο οποίο η μάνα της, η ωραία Μυρσίνη, ενοχοποιείται για νεανικά σφάλματα από τον σύζυγό της· τη Λόλα, τέλος, θα καλοδεχτεί ένα φτωχόσπιτο, μες στο οποίο στοιβάζονται μεταξύ άλλων μια ιδιόρρυθμη γιαγιά κι ένας ρομαντικός πραματευτής, που αγωνίζεται να συμπορευθεί με τα δεδομένα των καιρών, καθώς η χώρα αλλάζει. 

Παρά τις ταξικές διαφορές τους, οι τρεις κοπέλες μεγαλώνοντας θα δεθούν με δεσμά αδελφικής φιλίας, ανακαλύπτοντας όλες στο φτωχόσπιτο του συνοικισμού την οικογενειακή θαλπωρή που απουσιάζει από τα άλλα δύο. Ώσπου, στο κατώφλι της ενήλικης ζωής τους πια, μυστικά και ψέματα κι αμαρτωλά πάθη του παρελθόντος θ’ αρχίσουν ν’ αποκαλύπτονται, βαφτίζοντας μια δυνατή αγάπη ανόσια και ξεκινώντας τον χορό των αποχωρισμών. 

Αποκομμένες πλέον μεταξύ τους αλλά κι απ’ τη γενέθλια πόλη, ρίχνονται στη χοάνη της πρωτεύουσας και στο κυνήγι χιμαιρικών ονείρων. Μα, καθώς ο καιρός κυλά κι οι ψευδαισθήσεις της νιότης χάνονται, θα διαπιστώσουν πως ελάχιστα μοιάζουν τελικά με ό,τι είχαν ονειρευτεί στα χρόνια της αθωότητάς τους…»

«ΣΤΕΦΑΝΙ ΑΠΟ ΑΣΠΑΛΑΘΟ»
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 544
Τιμή: 15,93 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Μια όμορφη καλοκαιρινή μέρα του 1939, η Κασσιανή κρυφοκοιτάζει πίσω απ’ την κουρτίνα της κάμαράς της το άγνωστο παλικάρι που σιγοπίνει τον καφέ του στην αυλή των γειτόνων τους, δίχως να υποψιάζεται ότι είναι ο άντρας που θα σφραγίσει τη ζωή της. Η δεκαπεντάχρονη κοπέλα ασφυκτιά στην επαρχία, στη σκιά του αυστηρού ιεροκήρυκα πατέρα της. Ο δεκαοχτάχρονος Λυκούργος, απ’ την άλλη, οραματίζεται το μέλλον του στο πανεπιστήμιο της πρωτεύουσας.
Τους δυο νέους θα ενώσει ένα εφηβικό φιλί και μια βάρβαρη τιμωρία. Θα τους χωρίσουν οι δικές του επιλογές κι η Ιστορία. Στα χρόνια που τους περιμένουν η Κασσιανή θα υποχρεωθεί να επωμιστεί βάρη που δεν της έπρεπαν.
Αντιμέτωπη μ’ ένα κράτος εχθρικό και μια κοινωνία ματωμένη, θα αισθανθεί συχνά ότι σταυρώνεται για λάθη εκείνου κι ότι το στεφάνι που κάποτε της φόρεσε είναι φτιαγμένο απ’ τον αγκαθωτό ασπάλαθο, που χρησιμοποιούν στον τόπο της για φράχτη ή για προσάναμμα. Στο κλειστοφοβικό σύμπαν του νέου κόσμου της θ’ αναγκαστεί ν’ απαρνηθεί ακόμη κι αυτή τη γυναικεία της υπόσταση, μέχρι τη μέρα που θα διαπιστώσει πως κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο.
Μια επαρχιακή πόλη απ’ τη μεταξική Ελλάδα μέχρι τη μετεμφυλιακή της δεκαετίας του ’50. Ένα ζευγάρι παρασυρμένο απ’ τις μπόρες των καιρών. Ένα στεφάνι φτιαγμένο από ασπάλαθο.»

«ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΑΠ’ ΤΗ ΣΑΜΨΟΥΝΤΑ»
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 536
Τιμή: 15,93 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Η Καλλιόπη πίστευε μέχρι τα εννιά της χρόνια πως το χειρότερο που της είχε τάξει η ζωή ήταν τα παράξενα μάτια της, για τα οποία την κορόιδευαν οι συμμαθήτριές της στο Παρθεναγωγείο, επειδή δε γινόταν να γνωρίζει πόσα άλλα της είχε η μοίρα γραμμένα. 
Γεννημένη αρχές του 20ού αιώνα στη Σαμψούντα, θα βιώσει τις λευκές πορείες θανάτου και τις εξορίες από τους Νεότουρκους, κι αργότερα τις αγριότητες του Κεμάλ. 
Αρχές του 1921, στην εφηβεία, με σωριασμένο τον κόσμο της σε ερείπια, θα βρει καταφύγιο σ’ ένα χωριό του Πόντου. Λίγους μήνες μετά θα ντυθεί νύφη στα δεκάξι της, σ’ έναν αναπάντεχο γάμο, που θα την οδηγήσει στη Σμύρνη. Θα ζήσει για λίγο μια πλούσια ζωή στην πανέμορφη πόλη, που περιμένει αμέριμνη την καταστροφή της, και θ’ ανακαλύψει τον έρωτα∙ κι ίσως τον χάσει, όπως ορίζει για άλλη μια φορά η μοίρα της… 
Απ’ τη Σαμψούντα και τον Πόντο στη Σμύρνη κι από κει στον Πειραιά της προσφυγιάς, μια νεαρή γυναίκα αντιπαλεύει με πείσμα το πεπρωμένο της, διεκδικώντας το δικαίωμα στη ζωή και την αγάπη.»

«Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΤΗΣ ΟΜΟΡΦΙΑΣ»
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 568
Τιμή: 15,93 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Η μεγάλη ομορφιά ήταν η μοναδική αμαρτία της Ευγενίας. Ένα δώρο που της δόθηκε ερήμην της κι έμελλε να καθορίσει την πορεία της ύπαρξής της.
«Για τον φτωχό ακόμη και η ομορφιά κατάρα είναι», αποφαινόταν συχνά η Μάχη, φαρμακωμένη από τις δυσκολίες της προσφυγικής ζωή της.  Όταν, όμως, μπαίνει στη ζωή της κόρης της ο ευκατάστατος Θεόφιλος, αρχίζει να αναθεωρεί τις απόψεις της.
Εκείνος την ερωτεύεται τρελά, απόλυτα. Αυτή τον αγαπά με τη λαχτάρα και το πάθος των δεκαεπτά της χρόνων. Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος, όμως, που ξεσπά πριν προλάβουν να χαρούν την αγάπη τους, θα την αφήσει ξεκρέμαστη στον τόπο του. Εκεί θα μπει στο στόχαστρο των κουνιάδων της, ιδιαίτερα της μεγάλης, της Ευανθίας, και του ισχυρού κομματάρχη της περιοχής, ανέτοιμη για όσα την περιμένουν. Μοναδικό και αναπάντεχο στήριγμα θα βρει στην πεθερά της Άννα.
Κι ενώ στα χρόνια που ακολουθούν τα προστάγματα των καιρών ορίζουν τις ζωές τους, το μίσος και η ζήλεια οπλίζουν το χέρι της Μοίρας σπέρνοντας τον όλεθρο. Τρεις αθώες ψυχές παρασέρνονται στον βίαιο άνεμό του και ξεσπούν το λυγμό τους, καθώς σκορπούν σε διαφορετικές γωνιές της Ελλάδας, στην αγκαλιά της “μητέρας” Φρειδερίκης.
Η ιστορία ενός απόλυτου έρωτα σε ταραγμένα χρόνια. Όταν η ομορφιά θεωρείται αμαρτία κι οι πράξεις και τα λόγια των ανθρώπων συναγωνίζονται σε αγριότητα τα πεδία των μαχών, τότε τα πάντα μπορεί να συμβούν.»

«Τ’ ΑΧΝΑΡΙΑ ΤΩΝ ΞΥΠΟΛΗΤΩΝ ΠΟΔΙΩΝ »
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 568
Τιμή: 15,93 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Προσφυγικά Σαλονίκης· την ορφάνια του μικρού Θεμιστοκλή απαλύνουν ξένα, ευλογημένα χέρια, όμως αγκάθι απομένει μέσα του η άγνωστη καταγωγή του. Εμφύλιος, Σκρα· τα μελλούμενα απ’ τα χείλη μιας γυναίκας τον οδηγούν στην Τήνο, στον μεγάλο έρωτα και στον μεγάλο πόνο.
Ο Θεμιστοκλής, με τον νεογέννητο γιο του, Άλκη, ψάχνει τρόπο και τόπο να στεγάσει τη δυστυχία τους. Θα τους υποδεχτεί η ταραγμένη Αθήνα του ’50 κι αργότερα μια παράξενη επαρχιακή κωμόπολη, η Επίκληρος. Από το σπίτι της φιλόξενης Μικρασιάτισσας Λένας θα βρεθούν σ’ εκείνο της μελαγχολικής Ελένης, και από την άδολη προσφορά θα οδηγηθούν στον τόπο όπου ένας ιδιότυπος ρατσισμός θα τους πληγώσει, δημιουργώντας δυνατές φιλίες και αβυσσαλέα  μίση.
Καθώς τα χρόνια κυλούν, ο Θεμιστοκλής και ο συγκλονιστικός Άλκης, η Ελένη, η Ερατώ και η Θάλεια θα βρεθούν μπλεγμένοι στο γαϊτανάκι του πόνου, του έρωτα και του μίσους, και θα βιώσουν τα όρια της προσφοράς και της θυσίας.
Άνθρωποι χτυπημένοι από τη μοίρα και τη ζωή αφήνουν τ’ αχνάρια τους σε μια Ελλάδα που πληγώνεται και πληγώνει, αναζητώντας ταυτότητα και ευτυχία.»

«ΠΕΣ ΜΟΥ ΑΝ ΜΕ ΘΥΜΑΣΑΙ»
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 584
Τιμή: 15,93 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Η Ιφιγένεια έπιασε τα γέρικα χέρια της μάνας της και τα σκέπασε με τα δικά της. «Πώς με λένε;» έκανε την αγωνιώδη ερώτηση. «Θυμάσαι; Πες μου… με θυμάσαι;» Περίμενε με κομμένη την ανάσα, θαρρείς κι από την απάντηση της Χαράς εξαρτιόταν η ύπαρξή της. Η Χαρά ξερόγλειψε τα χείλη αργά. «Ιφι… Ιφι…» ψέλλισε τέλος και τα δάκρυα κύλησαν απ’ τα μάτια της κόρης. Δόξα τω Θεώ, δεν είχε πάει στράφι η θυσία της. Η μάνα της δεν την είχε ξεχάσει…
Ο κόσμος της Ιφιγένειας ήταν αληθινή ευλογία μέχρι εκείνη τη λευκοντυμένη μέρα που άρχισε να διαλύεται και να κατακλύζουν τη ζωή της απώλειες και προδοσίες: o πατέρας της, η μεγάλη της αδυναμία. η μητέρα της, το αιώνιο στήριγμά της. η δουλειά της. ακόμη κι αυτός ο έρωτας της ζωής της, ο άντρας της. Η ώρα που θα αντιμετωπίσει τις αλήθειες της ζωής της έχει φτάσει. Μένει τώρα να διαπιστώσει αν οι όρκοι της αγάπης θα χωρέσουν τη θυσία της ή θα γυρίσουν την πλάτη στους πληγωμένους καιρούς.
Η ιστορία μιας γυναίκας που ρισκάρει να χάσει τα πάντα, γιατί δε θέλει να ρισκάρει να χάσει τον εαυτό της.»

«Η ΝΥΦΗ ΦΟΡΟΥΣΕ ΜΑΥΡΑ»
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 648
Τιμή: 15,93 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Σεπτέμβρης του '22. Η νεαρή Αντριανή καταφτάνει στη Σαλονίκη μαζί με το υπόλοιπο ανθρώπινο κοπάδι των προσφύγων. Πεντάρφανη και ολομόναχη, με δυο μάτια πράσινα, μαγικά σαν τα βοτάνια της, θα βρει στήριγμα σε μια καλοκάγαθη ηλικιωμένη Πόντια. Στο ξεδίπλωμα του χρόνου, με τις ανταλλαγές των πληθυσμών, θα εγκατασταθεί σ' ένα μουσουλμανικό χωριό της Μακεδονίας. Εκεί, ανάμεσα σε ανθρώπους πονεμένους που μιλούν ελληνικά, τουρκικά, ποντιακά κι αρμένικα, και που προσπαθούν να στηρίξουν τις ψυχές και τις ζωές τους, η Αντριανή θα αποθέσει την ευτυχία της στα χέρια του ρωμαλέου Άρη με την ηράκλεια δύναμη. Θα προκαλέσει τη μοίρα φορώντας ένα μαύρο φόρεμα για νυφικό. Κι αυτή θα δεχτεί την πρόκληση… Σε μια Ελλάδα που ανεμοδέρνεται στις θύελλες του εικοστού αιώνα, μια γυναίκα τολμά να ορθώσει το ανάστημά της απέναντι σε μια κοινωνία, όπου τον πρώτο λόγο έχει ο άντρας και η πεθερά, για να αναδειχτεί πληγωμένη αλλά νικήτρια.»