Ταξίδια Μέσα Από Τη Λογοτεχνία!

Η Λογοτεχνία είναι για μένα ένα «παράθυρο» σ' έναν μαγικό κόσμο. Κάθε βιβλίο μάς ταξιδεύει σε κόσμους πραγματικούς ή φανταστικούς, τωρινούς, μελλοντικούς ή παρελθοντικούς. Ένα είναι το μόνο σίγουρο, κάθε βιβλίο που μας ενθουσιάζει, μας εντυπωσιάζει ή μας μαγεύει θέλουμε να το μοιραστούμε με άλλους φίλους-αναγνώστες. Έτσι κι εγώ, θέλω να μοιραστώ μαζί σας όσα βιβλία με ενθουσίασαν και με «γέμισαν» με πρωτόγνωρες ιδέες, εικόνες και συναισθήματα. Σαφώς και η άποψη του κάθε αναγνώστη είναι μοναδική και ένα βιβλίο που εμείς λατρέψαμε μπορεί κάποιος άλλος να το αντιπάθησε ή ακόμα και να το μίσησε... Μέσα από αυτήν την οπτική θεωρώ φρόνιμο να μη σχολιάζω όσα βιβλία δεν με εντυπωσίασαν ή με άφησαν αδιάφορη, διότι η άποψή μου είναι απολύτως υποκειμενική. Δεν θα ήθελα να προκαταλάβω αρνητικά κανέναν αναγνώστη, αποτρέποντάς τον από το να διαβάσει ένα βιβλίο το οποίο, ενδεχομένως, να τον ενθουσιάσει. Κάθε βιβλίο απαιτεί το κατάλληλο περιβάλλον, το υπόβαθρο και την ανάλογη διάθεση για να εκτιμηθεί, οπότε καλό θα είναι να μην απορρίπτουμε ποτέ τίποτα. Η έκφραση και αποτύπωση της δικής μου γνώμης για κάθε βιβλίο -αλλά και των απόψεων και σχολιασμών άλλων φίλων-συγγραφέων-αναγνωστών, που αναγράφονται στη σχετική κατηγορία-, έχουν ως μοναδικό σκοπό να εκφράσουν τον θαυμασμό μας για ορισμένα βιβλία που θεωρούμε άξια λόγου και θέλουμε να γίνουν ευρέως γνωστά, βοηθώντας έτσι τους αναγνώστες στην επιλογή του επόμενου βιβλίου που θα διαβάσουν. Πάντοτε με το μεγαλύτερο σεβασμό και θαυμασμό για όλους τους συγγραφείς, που μέσα από τις σελίδες των βιβλίων τους μας «ταξιδεύουν» μακριά από την εκάστοτε πραγματικότητα ή μας βοηθούν να την κατανοήσουμε καλύτερα, αλλά σε κάθε περίπτωση στολίζουν την ψυχή μας, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ!

Κλειώ Ισιδ. Τσαλαπάτη

Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2024

«ΜΑΜΟΥΣΑ, Η φωνή της σιωπής», του Βασίλη Κασσάρα – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

«ΜΑΜΟΥΣΑ, Η φωνή της σιωπής», του Βασίλη Κασσάρα – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη
Εκδόσεις: Έξη
Σελίδες: 433
Τιμή με έκπτωση: 8,90€
 
          «Γηράσκω αεί διδασκόμενος», είχε πει ένας από τους Επτά Σοφούς της αρχαιότητας, ο νομοθέτης Σόλωνας, και δεν μπορώ παρά να παραδεχτώ πως είχε απόλυτο δίκιο. Παίρνοντας στα χέρια μου το νέο βιβλίο του Βασίλη Κασσάρα, με τίτλο «Μάμουσα, Η φωνή της σιωπής», διαισθάνθηκα ότι κάτι ξεχωριστό μου επιφύλασσε, κάτι ιδιαίτερο που δεν συναντώ πια συχνά στην ελληνική λογοτεχνία. Από τον τίτλο του ακόμα, αυτό το μοναδικό και ασυνήθιστο μυθιστόρημα ξεκίνησε να με «μαθαίνει» λέξεις, έννοιες, αλήθειες και συναισθήματα. Αρχικά, έμαθα ότι «μάμουσα» σημαίνει μαμή, μια λέξη εξ ορισμού συνδεδεμένη με τον ερχομό της νέας ζωής. Ύστερα, έμαθα ότι η σιωπή κάποιες φορές μπορεί να έχει φωνή και, μάλιστα, εκκωφαντική. Στη συνέχεια, έμαθα πως ένας σύγχρονος συγγραφέας μπορεί να συγγράφει στο παρόν, αλλά η γραφή του να αποδεικνύεται ικανή να συναγωνιστεί επάξια εκείνη των παλαιότερων αξιόλογων λογοτεχνών, που αιχμαλώτιζαν τον νου μας με τη γλωσσοπλαστική τους ικανότητα. Αυτά είναι μόνο κάποια λίγα από όσα έμαθα διαβάζοντας αυτό το εξαιρετικό βιβλίο, που θίγει τόσα πολλά και σημαντικά θέματα, ενώ ταυτόχρονα μέσα από την ευρηματική μυθοπλασία του μας θυμίζει την παλιά καλή λογοτεχνία, εκείνη που σπάνια συναντάμε πια στις μέρες μας...
          Σε ένα όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, η Μάμουσα, ή κατά κόσμον Βασιλική, είναι μια νεαρή γυναίκα η οποία επιλέγει την αυτοεξορία της στο Τσιρίγο, τα γνωστά σε όλους μας Κύθηρα. Το παρελθόν δεν στάθηκε γενναιόδωρο ούτε ευγενικό μαζί της. Από πολύ νωρίς, γνώρισε τον ψυχολογικό και σωματικό βιασμό, τον φόβο και την απώλεια, που τελικά την οδήγησαν να διαπράξει ένα έγκλημα επιβεβλημένο· ναι, κάποιες φορές, είναι δυνατόν να χαρακτηριστεί έτσι μια δολοφονία όταν αυτή έχει αποχρώσεις αυτοδικίας ή αυτοάμυνας. Η ηρωίδα μας επιλέγει, λοιπόν, να φύγει μακριά από τον τόπο της –επιδιώκοντας να ξεφύγει από κάθε επώδυνη ανάμνηση και βίωμα του παρελθόντος– και γι’ αυτό ηθελημένα παρουσιάζεται ως μουγκή, «ντύνεται» μια λυτρωτική σιωπή που τη συνοδεύει σε κάθε βήμα της σε αυτήν τη νέα και άγνωστη ζωή που επέβαλε η ίδια στον εαυτό της ως τιμωρία, καλύπτοντας έτσι τις πληγές του παρελθόντος της, που εξακολουθούν να παραμένουν ανεξίτηλες.
          Στον άγνωστο αυτόν τόπο, η νεαρή γυναίκα θα ξεκινήσει τη ζωή της από το μηδέν, προσπαθώντας να συμφιλιωθεί με τους «δαίμονές» της. Στην ανηφορική και γεμάτη εμπόδια πορεία της, η Βασιλική θα βρει αναπάντεχους συνοδοιπόρους που θα γλυκάνουν την ψυχή της ρίχνοντας βάλσαμο στα ανοιχτά τραύματά της –όπως η Ελέσσα, ο Στέλιος, ο παπα-Γιώργης και ο Χασού–, αλλά θα έρθει αντιμέτωπη και με απρόσμενους εχθρούς που αγνοεί πως την επιβουλεύονται, όπως ο Γιάννος. Η πολυπόθητη ευτυχία, η λύτρωση, η εξιλέωση και η αγάπη μοιάζουν με άπιαστο όνειρο, ειδικά για ένα τόσο βασανισμένο πλάσμα, όμως η δύναμη της ψυχής κάποιες φορές μπορεί να ξεπεράσει κάθε εμπόδιο, όσο ανυπέρβλητο και αν μοιάζει.
          Μέσα σε αυτόν τον αδιανόητο «κυκεώνα» των επαναλαμβανόμενων περιστατικών γυναικείας κακοποίησης και γυναικοκτονιών, στον οποίο έχουμε βυθιστεί τα τελευταία χρόνια, ο Βασίλης Κασσάρας προσθέτει το δικό του σημαντικότατο «λιθαράκι» στον επιβεβλημένο αγώνα αφύπνισης των γυναικών. Η εμβληματική ηρωίδα του, η «άλαλη» Βασιλική, ακόμα και αν οδηγήθηκε στην κατακριτέα αφαίρεση μιας ανθρώπινης ζωής, αποδεικνύει «λαλίστατα» πως η γυναικεία ψυχή μπορεί να κρύβει απρόσμενη δύναμη και ανεξάντλητο σθένος, ακόμα και αν έχει αναγκαστεί να υπομείνει τα πάνδεινα. Μας επισημαίνει πως πάντα πρέπει να αναζητάμε δυνατότητα διαφυγής από μια κακοποιητική και βάναυση συμπεριφορά και να μην την υπομένουμε. Πάντα πρέπει να προσπαθούμε να τη σταματήσουμε, ακόμα κι αν δεν μπορέσαμε να την αποτρέψουμε εξαρχής. Πάντα πρέπει να αγωνιζόμαστε να σηκωθούμε και να ξανασταθούμε στα πόδια μας, ακόμα και αν κάποτε αναγκαστήκαμε να γονατίσουμε και να υποταχθούμε. Τέλος, πάντα πρέπει να ψάχνουμε μέσα μας για να αντλήσουμε έστω και τα τελευταία αποθέματα της ψυχικής δύναμης που απαιτείται για να ξεφύγουμε από τα δεσμά μας και να απελευθερωθούμε.
          Ο χαρισματικός συγγραφέας, μέσα από μια γραφή μοναδικά γλαφυρή και παραστατική, μας συμπαρασύρει σε ένα καθηλωτικό αναγνωστικό ταξίδι όχι μόνο στην ελληνική επαρχία των μέσων του 20ου αιώνα, αλλά ταυτόχρονα και σε μια περιπλάνηση στην πολύπλοκη ανθρώπινη ψυχή και στις πιο άγνωστες και σκοτεινές γωνιές της. Την ίδια στιγμή όμως, μας αναγκάζει να αντικρίσουμε κατάματα όχι μόνο τα πιο σκαιά και πρωτόγονα ένστικτα του ανθρώπου, αλλά και την ανεξάντλητη δύναμη που μπορεί να κρύβει μέσα της μια βασανισμένη, εξευτελισμένη και κακοποιημένη ύπαρξη, ώστε να αφήσει για πάντα τα τραύματα του παρελθόντος στη λήθη και να διεκδικήσει την αδιαπραγμάτευτη ευτυχία που αξίζει σε κάθε άνθρωπο. Οφείλω πολλά και θερμά συγχαρητήρια στον εξαίρετο κύριο Κασσάρα για τη συγκλονιστική «Μάμουσά» του, ένα μυθιστόρημα που αξίζει να διαβαστεί από όλους!
 
Υπόθεση Οπισθόφυλλου:
 
«Βάραιναν οι πλάτες της. Ασήκωτες της φαίνονταν και δεν ήταν τα χρόνια της. Νέα πολύ ήταν ακόμα. Πρώιμο κορίτσι θα την έλεγες, άμα την έβλεπες καλύτερα. Αν για λίγο ανασηκωνόταν από το έργο της, να δεις το πρόσωπό της…»
 
Κι όμως, η ιστορία της μεγάλη. Διωγμένη από τις τύψεις και τις ενοχές, για ένα κατ’ ανάγκη έγκλημα, η Βασιλική ζητά καταφύγιο σε έναν νέο τόπο. Κρυμμένη πίσω από τις κουρτίνες της ανωνυμίας, προσπαθεί να βρει μια νέα ταυτότητα στο νησί των Κυθήρων.
 
Όμως, τα σημάδια του παρελθόντος δεν θα φύγουν ποτέ από την ψυχή της. Ο βαρύς της όρκος θα την καταδικάσει στη σιωπή και μέσα από αυτή θα βιώσει όσα θα έρθουν.
 
Θα γίνει η μάμουσα, θα δίνει ζωή και θα προσφέρει απλόχερα, χωρίς να έχει τίποτα. Όσους θα συναντήσει θα τους κάνει φίλους, που θα γίνουν οικογένεια, όμως ο εχθρός πάντα θα παραμονεύει…
 
Γιατί η Μάμουσα γεννήθηκε για τον θάνατο, μα μόνο ζωή μπορεί να δώσει. Γιατί η συγχώρεση είναι η μεγαλύτερη μορφή αγάπης.
 
Βιογραφικό συγγραφέα:
 
Ο Βασίλης Κασσάρας γεννήθηκε το 1974. Μεγάλωσε στη Λιβαδειά Βοιωτίας, ενώ πλέον ζει στην Αθήνα ελπίζοντας κάποτε να μετακομίσει μόνιμα στο νησί των Κυθήρων, όπου περνά τα καλοκαίρια του, εξασκώντας τα δύο πράγματα που από παιδί αγαπούσε: να κάνει όνειρα πλάθοντας δικούς του κόσμους και να τους ενσαρκώνει με τη μεταφορά τους στο χαρτί.
Σπούδασε δημοσιογραφία με εξειδίκευση στο διεθνές ρεπορτάζ και σεναριογραφία. Εργάστηκε τόσο στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο ως ρεπόρτερ, συντάκτης και εκφωνητής ειδήσεων, όσο και στον έντυπο τύπο ως αρθρογράφος, μέχρι που αποφάσισε να αλλάξει τις επαγγελματικές του επιλογές, προκειμένου να αποκτήσει «ζωή», και χρόνο, ώστε να φροντίσει περισσότερο το «παιδί μέσα του».
Έργο του ιδίου: «Μοίρες». Για ποιήματά του έχει λάβει τιμητική διάκριση από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών.