Ταξίδια Μέσα Από Τη Λογοτεχνία!

Η Λογοτεχνία είναι για μένα ένα «παράθυρο» σ' έναν μαγικό κόσμο. Κάθε βιβλίο μάς ταξιδεύει σε κόσμους πραγματικούς ή φανταστικούς, τωρινούς, μελλοντικούς ή παρελθοντικούς. Ένα είναι το μόνο σίγουρο, κάθε βιβλίο που μας ενθουσιάζει, μας εντυπωσιάζει ή μας μαγεύει θέλουμε να το μοιραστούμε με άλλους φίλους-αναγνώστες. Έτσι κι εγώ, θέλω να μοιραστώ μαζί σας όσα βιβλία με ενθουσίασαν και με «γέμισαν» με πρωτόγνωρες ιδέες, εικόνες και συναισθήματα. Σαφώς και η άποψη του κάθε αναγνώστη είναι μοναδική και ένα βιβλίο που εμείς λατρέψαμε μπορεί κάποιος άλλος να το αντιπάθησε ή ακόμα και να το μίσησε... Μέσα από αυτήν την οπτική θεωρώ φρόνιμο να μη σχολιάζω όσα βιβλία δεν με εντυπωσίασαν ή με άφησαν αδιάφορη, διότι η άποψή μου είναι απολύτως υποκειμενική. Δεν θα ήθελα να προκαταλάβω αρνητικά κανέναν αναγνώστη, αποτρέποντάς τον από το να διαβάσει ένα βιβλίο το οποίο, ενδεχομένως, να τον ενθουσιάσει. Κάθε βιβλίο απαιτεί το κατάλληλο περιβάλλον, το υπόβαθρο και την ανάλογη διάθεση για να εκτιμηθεί, οπότε καλό θα είναι να μην απορρίπτουμε ποτέ τίποτα. Η έκφραση και αποτύπωση της δικής μου γνώμης για κάθε βιβλίο -αλλά και των απόψεων και σχολιασμών άλλων φίλων-συγγραφέων-αναγνωστών, που αναγράφονται στη σχετική κατηγορία-, έχουν ως μοναδικό σκοπό να εκφράσουν τον θαυμασμό μας για ορισμένα βιβλία που θεωρούμε άξια λόγου και θέλουμε να γίνουν ευρέως γνωστά, βοηθώντας έτσι τους αναγνώστες στην επιλογή του επόμενου βιβλίου που θα διαβάσουν. Πάντοτε με το μεγαλύτερο σεβασμό και θαυμασμό για όλους τους συγγραφείς, που μέσα από τις σελίδες των βιβλίων τους μας «ταξιδεύουν» μακριά από την εκάστοτε πραγματικότητα ή μας βοηθούν να την κατανοήσουμε καλύτερα, αλλά σε κάθε περίπτωση στολίζουν την ψυχή μας, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ!

Κλειώ Ισιδ. Τσαλαπάτη

Τρίτη 11 Απριλίου 2017

Συνέντευξη με την ΧΑΡΑ ΑΝΔΡΕΪΔΟΥ - Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

κ. Χαρά Ανδρεΐδου
       Με την αφορμή της κυκλοφορίας του νέου, εξαιρετικά ενδιαφέροντος, κοινωνικού μυθιστορήματος της Χαράς Ανδρεΐδου με τίτλο «Τα Άδεια Κουτιά», από τις εκδόσεις Λιβάνη, η αγαπητή συγγραφέας είχε την προθυμία να απαντήσει στις ερωτήσεις μου για τη λογοτεχνία, το συγγραφικό της έργο, την σύγχρονη κοινωνική και λογοτεχνική πραγματικότητα, αλλά και για άλλα πολλά ακόμη. Την ευχαριστώ ιδιαίτερα για το χρόνο που διέθεσε απαντώντας στο ερωτηματολόγιο των «Φίλων Της Λογοτεχνίας», της εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία σε κάθε πόνημά της, και ιδιαίτερα στο τελευταίο βιβλίο της «Τα Άδεια Κουτιά», και σας προσκαλώ να διαβάσετε τις απαντήσεις της, ώστε να γνωρίσετε κι εσείς λίγο καλύτερα την εξαίρετη Χαρά Ανδρεΐδου!

1) Αγαπητή κ. Ανδρεΐδου, τις θερμές ευχές μας για το νέο μυθιστόρημά σας, με τίτλο «Τα Άδεια Κουτιά» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη. Ποιο ήταν το έναυσμα για την ενασχόλησή σας με τον κόσμο της λογοτεχνίας και το αντικείμενο της συγγραφής;

Ευχαριστώ για τις ευχές σας, είναι και για μένα μεγάλη χαρά να κρατάω το τέταρτο βιβλίο μου στα χέρια μου. Πώς ξεκίνησα να γράφω; Αγαπούσα από πάντοτε τον λόγο, τον γραπτό κυρίως λόγο, ήμουν καταγοητευμένη από τις άπειρες δυνατότητες που μπορεί να προσφέρει σε όποιον τον χειρίζεται σωστά, τη δυνατότητα να μπορεί να πει ό,τι κι αν θέλει να πει, με τον τρόπο ακριβώς που θέλει να το πει. Διάβαζα πολύ, κάθε είδους κείμενα, μελετώντας συγχρόνως τον τρόπο χειρισμού του λόγου στα κείμενα αυτά, και έγραφα με μεγάλη ευχαρίστηση και σε κάθε ευκαιρία, κάθε είδους κείμενα επίσης, όχι όμως «λογοτεχνικά». Στη συγγραφή λογοτεχνικού κειμένου με οδήγησε μια εσωτερική ανάγκη μου, η ανάγκη να μελετώ και να αναλύω το κάθε τι, προσπαθώντας να το κατανοήσω και μ’ αυτή τη γνώση ως σύμμαχο να προχωρήσω στη ζωή μου. Όταν αυτά τα δύο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μου συναντήθηκαν, συνδυάστηκαν, προέκυψε το συγγραφικό μου έργο, μερικά χρόνια πριν.

2) Από πού αντλείτε την έμπνευση για κάθε έργο σας και κάθε χαρακτήρα και πόσο δύσκολο είναι να σταχυολογήσετε τις απαραίτητες πληροφορίες, όταν αυτές απαιτούνται, ώστε να συνδυάσετε τυχόν ιστορικά γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία στα βιβλία σας;

Δεν γράφω ιστορικά μυθιστορήματα, οπότε δεν χρειάζεται να μελετήσω και να αναπαραστήσω μια εποχή μέσα από τα βιβλία μου. Το αντίθετο, προσπαθώ να αφαιρέσω, όσο αυτό είναι δυνατόν, κάθε πραγματολογικό στοιχείο από τις ιστορίες και τους ήρωές μου, να μην αναφέρομαι σε συγκεκριμένο χρόνο και σε συγκεκριμένο χώρο και κοινωνικές συνθήκες αλλά μόνο στο ψυχολογικό προφίλ των ηρώων μου και το μεταξύ τους ζύμωμα, ώστε να μπορώ να εμβαθύνω όσο το δυνατόν περισσότερο μέσα τους. Βλέπετε, η πηγή της έμπνευσής μου είναι ο άνθρωπος και τα απύθμενα βάθη της συνειδητής και της υποσυνείδητης υπόστασής του.

3) Συνήθως, οι περισσότεροι συγγραφείς είτε έχουν σπουδάσει κάποιο αντικείμενο, είτε ασκούν ως επάγγελμα κάτι εντελώς διαφορετικό από την συγγραφική τους ιδιότητα. Θα θέλατε να μας μιλήσετε σχετικά με αυτό και να μας πείτε πόσο αρμονικός είναι ο συνδυασμός όλων αυτών και κατά πόσο αλληλοεπηρεάζονται οι επιμέρους ιδιότητές σας;

Όπως είπα και πριν, το κέντρο του κόσμου μου είναι ο άνθρωπος. Τον πλησιάζω μέσα από πάρα πολλές διαφορές οπτικές γωνίες και πρίσματα και προσεγγίσεις. Ό,τι κι αν κάνω, είτε ως εκπαιδευτικός στην παρούσα περίοδο, είτε ως αρχαιολόγος και μουσειολόγος παλιότερα, καθώς και μέσα από πολλές άλλες, διαφορετικές επαγγελματικές ενασχολήσεις,  έχω πάντοτε το ίδιο αντικείμενο: τη μελέτη, την ανάλυση και την κατανόηση του ανθρώπου, με απώτερο στόχο την ανακούφιση και την εξέλιξη, κατ’ αρχάς τη δική μου, και έπειτα – ως ευσεβή πόθο – και των ανθρώπων που έρχονται με κάθε τρόπο σε επαφή μαζί μου.

4) Έχετε συμπεριλάβει ποτέ στα βιβλία σας κάποια προσωπικά σας βιώματα; Εάν έχει συμβεί αυτό ποτέ, πόσο εύκολη, ή επώδυνη ήταν η αντικειμενική προσέγγισή τους συγγραφικά;

Οτιδήποτε γράφω είναι στιγμές από τον κόσμο γύρω μου, περασμένες μέσα από το δικό μου προσωπικό φίλτρο ανάλυσης και ερμηνείας. Οπότε, ό,τι γράφω, αφορά εμένα, δεν έχει συμβεί όμως σ’ εμένα, ούτε και είναι ιστορία κάποιου άλλου ανθρώπου. Δεν θέλω να γράφω για πραγματικές ιστορίες γιατί έτσι περιορίζεται η ελευθερία που έχω στο πλάσιμο μιας ιστορίας και των χαρακτήρων που εμπλέκονται σ’ αυτήν. Και για μένα αυτό είναι το κίνητρο, το προνόμιο και η ανταμοιβή ενός συγγραφέα, η απόλυτη ελευθερία, η ασυδοσία θα έλεγα, που του δίνεται στη δημιουργία ενός τελείως φανταστικού κόσμου που άγεται και φέρεται αποκλειστικά από αυτόν. Από εκεί και μετά, γράφω για να μοιραστώ με τους άλλους τις σκέψεις μου, τις αγωνίες μου, τα ερωτηματικά μου, και δεν διεκδικώ καμία αντικειμενικότητα, εφ’ όσον το ζητούμενο για μένα είναι η έκθεση των προσωπικών μου ερωτημάτων, τα οποία βέβαια – όπως διαπιστώνω με μεγάλη ανακούφιση – είναι καθολικά ερωτήματα όλων.

5) Στο νέο σας βιβλίο η μυθοπλασία εκτυλίσσεται κυρίως γύρω από τις ανθρώπινες σχέσεις. Ποια θεωρείτε ως την πιο σημαντική, ίσως και ανεξάντλητη, "πηγή ιδεών" για έναν συγγραφέα;

Σε όλα μου τα βιβλία η μυθοπλασία εξυπηρετεί την έκθεση και τη μελέτη των σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους. Πιστεύω πως ο καθένας μπορεί να μιλήσει μόνο για τον εαυτό του, δεν μπορώ να μιλήσω εγώ εξ ονόματος όλων των συγγραφέων. Για μένα η ανεξάντλητη αυτή πηγή ιδεών είναι ο κόσμος μέσα μου και ο κόσμος γύρω μου. Ανεξάντλητη, πραγματικά.

6) Πιστεύετε πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο για τη συγγραφή ενός βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο, η φαντασία και οι εμπειρίες του συγγραφέα;

Οι δεξιότητες του ανθρώπου, σε όλα τα επίπεδα, καλλιεργούνται, αναπτύσσονται και εξελίσσονται, όπως γίνεται και με τα φυτά. Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να υπάρχει ο σπόρος, αυτό το κάτι έμφυτο, το «ταλέντο». Η πορεία του σπόρου μπορεί να έχει πολλές διαφορετικές τύχες. Να πέσει σε γόνιμο έδαφος, να πέσει σε άγονο έδαφος, να βρεθεί κάποιος να τον φροντίσει ή κάποιος άλλος να τον ξεριζώσει ή να τον μπαζώσει, να δώσει ο ίδιος ο σπόρος τον προσωπικό του αγώνα για να επιβιώσει και να εξελιχθεί. Η απαραίτητη προϋπόθεση ωστόσο είναι να υπάρχει ο σπόρος.

7) Υπάρχει κάποιο μοτίβο ως προς το πότε σας "επισκέπτεται" η συγγραφική σας  έμπνευση; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα, διάθεση, ή τόπος ίσως, που να σας προδιαθέτει να γράψετε, ή είναι κάτι που "ρέει" αβίαστα από μέσα σας συνέχεια;

Οποιαδήποτε στιγμή, σε οποιονδήποτε χώρο, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Όπως όταν πεινάμε ή διψάμε.

8) Όταν ολοκληρώνετε ένα νέο μυθιστόρημά σας αρκείστε στη δική σας μόνο γνώμη και αξιολόγηση, πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του, ή αναζητάτε πρώτα την άποψη κάποιου οικείου σας προσώπου την κρίση του οποίου εμπιστεύεστε;

Ο πρώτος άνθρωπος που βλέπει ένα νέο, τελειωμένο έργο μου είναι ο υπεύθυνος του εκδοτικού οίκου. Από το πρώτο μου βιβλίο μέχρι σήμερα.

9) Από τα βιβλία σας  υπάρχει κάποιο το οποίο ξεχωρίζετε, στο οποίο ίσως έχετε μεγαλύτερη αδυναμία και γιατί; Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για τα βιβλία σας και, γιατί όχι, την ιστορία "πίσω από την ιστορία" κάποιων από αυτά;

Ξεχωρίζω κάθε βιβλίο μου για έναν διαφορετικό λόγο. Το πρώτο, το «Η Αγάπη Είναι Πόλεμος», γιατί είναι το πρώτο, η αρχή όλων, και γιατί ήταν ένα ξέσπασμα που με οδήγησε σε έναν μαγικό τόπο, αυτόν της συγγραφής. Το δεύτερο, τα «Ημερολόγια Διαδρομών», γιατί είναι ένα ήπιο, τρυφερό, απαλό σαν χνούδι βιβλίο. Το τρίτο, το «Στα Τέσσερα Σημεία Του Ορίζοντα», γιατί μου έδωσε την ευκαιρία να βγάλω από μέσα μου και να μοιραστώ την καθολική αγωνία μου για το θέμα της ψυχής. Και το τελευταίο, «Τα Άδεια Κουτιά», γιατί εναποθέτω εκεί όλα τα βασανιστικά ερωτήματά μου για τις ανάγκες μας, για το πόσο καθοριστικές είναι στη ζωή μας και πώς – μπορούμε να – τις διαχειριζόμαστε. Αυτή είναι η ιστορία πίσω από την ιστορία κάθε βιβλίου μου: η ανάγκη μου να εκφράσω – και έτσι να δαμάσω κάπως – τον χαλασμό που γίνεται συνεχώς μέσα μου και να τον μοιραστώ και με άλλους.

10) Η συγγραφέας Χαρά Ανδρεΐδου βρίσκει το χρόνο να διαβάζει για δική της ευχαρίστηση και όχι μόνο για έρευνα πάνω σε κάποιο μελλοντικό βιβλίο της; Εφόσον συμβαίνει αυτό, ποιο είδος λογοτεχνίας προτιμάτε περισσότερο ως αναγνώστρια και γιατί;

Διαβάζω πολύ, αλλά όχι μόνο λογοτεχνία. Διαβάζω τα πάντα διερευνώντας τα, ακόμη και τα διαφημιστικά κείμενα στα φυλλάδια. Προσπαθώ να τα «ξεκλειδώσω», να διδαχθώ από αυτά. Πάντοτε το έκανα, αυτόματα, χωρίς προσπάθεια, εξ αιτίας της μεγάλης αγάπης μου για τις λέξεις. Δύσκολα παρασύρομαι πια από ένα λογοτεχνικό κείμενο, κι αυτό είναι κάτι που μου λείπει, πολύ. Όσο για το τι προτιμώ να διαβάζω, προτιμώ τα έργα που με σέβονται ως αναγνώστη και ως νοήμονα άνθρωπο.

11) Θυμάστε το πρώτο σας ανάγνωσμα το οποίο σας "παρέσυρε" στον κόσμο της λογοτεχνίας; Θεωρείτε ότι έχετε δεχθεί επιρροές από κάποιους ομότεχνούς σας, έλληνες ή ξένους, σύγχρονους ή κλασσικούς, στο δικό σας τρόπο γραφής, ύφους ή θεματολογίας;

Διάβαζα από πολύ μικρή, λογοτεχνία για παιδιά, και μαγευόμουν. Ωστόσο αν πρέπει να διαλέξω ένα έργο που σφράγισε αυτή την αγάπη μου για τις λέξεις, είναι η «Αιολική Γη» του Ηλία Βενέζη, που διάβασα στα έντεκα μου, και ένιωσα σαν να άνοιξε  μπροστά μου ένας απίστευτος, μαγικός κόσμος. Όσο για τις επιρροές, οτιδήποτε διαβάζουμε μάς επηρεάζει, θετικά ή αρνητικά. Και πάλι, αν πρέπει να επιλέξω κάτι, θα έλεγα πως η γενιά του μεσοπολέμου με έχει εντυπωσιάσει και επηρεάσει με τον τρόπο που χειρίζεται την ελληνική γλώσσα.

12) Ποια είναι τα αγαπημένα σας βιβλία και συγγραφείς; Από την ελληνική και παγκόσμια λογοτεχνία υπάρχει κάποιο βιβλίο το οποίο έχετε λατρέψει,  το οποίο "ζηλεύετε" ως λογοτεχνικό έργο και θα θέλατε, ή ονειρεύεστε να είχατε συγγράψει εσείς;

Πολλά αγαπημένα βιβλία, πολλοί αγαπημένοι συγγραφείς, πολλοί αγαπημένοι τρόποι γραφής. Λατρεύω τον «Ερωτόκριτο» του Κορνάρου και θεωρώ πως είναι υποδειγματικό και διαχρονικό έργο, όπως βέβαια και πολλά, πολλά άλλα.

13) Πιστεύετε πως ο συγγραφέας πρέπει να ταξιδεύει ώστε να έχει κάποια βιώματα από τις χώρες και τις τοποθεσίες τις οποίες, τυχόν, περιγράφει στα βιβλία του και πόσο εφικτό είναι αυτό στην πράξη κατά τη γνώμη σας; Είναι απαραίτητο κάτι τέτοιο, απλά και μόνο, για την "διεύρυνση των οριζόντων" του;

Πιστεύω πως τα ταξίδια ανοίγουν το μυαλό μας, σε όλα τα επίπεδα. Και ένα ανοιχτό μυαλό είναι πιο γόνιμο και πιο δεκτικό. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τα μυθιστορήματα πρέπει να μοιάζουν με ταξιδιωτικούς οδηγούς. Η αύρα του τόπου είναι αυτή που πρέπει – κατά τη γνώμη μου – να διαποτίζει ένα λογοτεχνικό έργο, όχι οι πρακτικές λεπτομέρειες.

14) Συμφωνείτε πως ο συγγραφέας θα πρέπει να ασχολείται με διαφορετικά είδη λογοτεχνίας και να "πειραματίζεται" θεματολογικά, ρισκάροντας να χάσει το ήδη υπάρχον αναγνωστικό του κοινό, ή θα όφειλε να εμμένει στο είδος που τον έχει καθιερώσει;

Πιστεύω πως ο συγγραφέας, όπως και ο κάθε καλλιτέχνης, πρέπει να κάνει αυτό που θέλει να κάνει, με τον τρόπο που θέλει να το κάνει, γιατί μόνο τότε είναι αυθεντικό και μόνο τότε μπορεί να αποκτήσει καθολικότητα και διαχρονικότητα και να λειτουργήσει ως «παραμυθία» και ως τροφή για σκέψη, δυο πολύ σημαντικές λειτουργίας της τέχνης γενικότερα. Αυτό βέβαια όταν ακολουθεί τις εσωτερικές φωνές του και δημιουργεί για να εκφραστεί κι όχι για να καταναλωθεί ως εμπορικό είδος.

15) Θεωρείτε ότι οι συγγραφείς οφείλουν να προβληματίζουν τους αναγνώστες "αφυπνίζοντας" τη σκέψη τους, ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε να είναι απλά και μόνο ψυχαγωγικός; Εσείς, ποια μηνύματα επιδιώκετε να "περάσετε" στους αναγνώστες σας και σε ποιο είδος αναγνωστικού κοινού, συνήθως, απευθύνεστε μέσα από το συγγραφικό έργο σας;

Θεωρώ πως η βασική λειτουργία της τέχνης είναι, μέσα από τις αναλύσεις και τις προσπάθειες ερμηνείας που κάνει, να μας οδηγήσει να προχωρήσουμε ένα βήμα πιο βαθιά μέσα μας και να φτάσουμε σε βαθύτερα επίπεδα ευαισθησίας και πνευματικότητας, κάτι που δεν μπορούμε να το κάνουμε όταν παραδέρνουμε μέσα στην πεζή πραγματικότητά μας. Κι ένα έργο τέχνης έτσι θα έπρεπε – κατά τη γνώμη μου – να αντιμετωπίζεται, ως μια προσπάθεια ερμηνείας και όχι αναπαράστασης του κόσμου. Όσο για το δικό μου έργο, ελπίζω πως ο καθένας παίρνει μέσα από αυτό τα μηνύματα που χρειάζεται ή που αντέχει σ’ εκείνη τη φάση της ζωής και της ύπαρξής του, βγαλμένα όλα μέσα από το ίδιο κείμενο. Αν θα έπρεπε να υπάρχει ένα καθολικό μήνυμα που περνάει μέσα από το σύνολο του έργου μου, αυτό θα ήταν: «ζυμωθείτε με τον εαυτό σας και με τους άλλους».

16) Πιστεύετε πως η σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει  πηγή έμπνευσης για έναν συγγραφέα και, ειδικότερα, οι τόσο δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε τελευταία στην πατρίδα μας; Ή μήπως το ζητούμενο από τους αναγνώστες είναι ακριβώς η "φυγή" από αυτήν την ζοφερή πραγματικότητα;

Πιστεύω πως αν δίνεις σε κάποιον καθημερινά χυλό, συνηθίζει τον χυλό και στο τέλος φτάνει να του αρέσει. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι αν κάποια στιγμή τού δώσεις χαβιάρι, δεν θα καταλάβει τη διαφορά και δεν θα το εκτιμήσει. Η συνήθης δικαιολογία των εχόντων και κατεχόντων τα μέσα και τους τρόπους, πως «αυτό ζητάνε, αυτό τούς δίνουμε», είναι επικίνδυνη, σκοταδιστική και κρύβει πίσω της πολλά, πάρα πολλά.

17) Στην εποχή της άκρατης τεχνολογίας που διανύουμε ποια θεωρείτε πως είναι η θέση του λογοτεχνικού βιβλίου; Περνάει τελικά το βιβλίο κρίση στη χώρα μας ή διεθνώς και τί θα μπορούσαμε να κάνουμε ώστε να γίνει πιο προσιτό στο αναγνωστικό κοινό και ιδιαίτερα στους νέους;

Ας μη γελιόμαστε, το λογοτεχνικό κοινό ήταν πάντοτε πολύ  περιορισμένο σε σχέση με το σύνολο, σε όλους τους τόπους και σε όλες τις περιόδους. Ζούμε μέσα σ’ έναν μικρόκοσμο, όλοι εμείς οι παραγωγοί, οι ενδιάμεσοι και οι καταναλωτές της λογοτεχνίας. Δεν διαβάζουν σήμερα π.χ. οι νέοι, όπως δεν διάβαζαν παλιότερα οι αγρότες και οι εργάτες και όλοι οι άνθρωποι που δεν είχαν ανάλογη παιδεία. Αυτό είναι όλο. Για να ξεκινήσει να διαβάζει κάποιος χρειάζεται συνήθως έναν οδηγό να τον πάρει από το χέρι και να τον μυήσει στον κόσμο της λογοτεχνίας. Ας κάνει ο καθένας ό,τι μπορεί με τους ανθρώπους που μπορεί να επηρεάσει. Και πάλι λίγοι θα είμαστε, λιγοστοί. Δεν πειράζει…

18) Είχατε κάποιους "ενδοιασμούς" όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας βιβλίο προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς την αποδοχή που θα τύχαινε αυτό από το αναγνωστικό κοινό; Η θεματολογία των βιβλίων σας πιστεύετε πως παίζει τον δικό της ρόλο στην αποδοχή αυτή;

Πιστεύω πως υπάρχει η σωστή ώρα για το κάθε τι. Όταν αποφάσισα να δώσω το πρώτο μου βιβλίο προς έκδοση, ήμουν απόλυτα έτοιμη γι’ αυτό και δεν είχα κανέναν ενδοιασμό. Ήμουν έτοιμη να μοιραστώ με τους άλλους, να ανοίξω αυτόν τον συνεχή διάλογο με τους αναγνώστες. Ούτε και νιώθω ότι εκτίθεμαι μέσα από τα γραπτά μου, νιώθω ότι μοιράζομαι. Εξ άλλου, εγώ αποφασίζω τι θα γράψω και πού θα σταματήσω. Όσο για την αποδοχή, όταν – και τονίζω το «όταν» – φτάνουν τα βιβλία μου στα χέρια ενός αναγνώστη έχουν μια ιδιαίτερη θερμή αποδοχή. Σίγουρα βοηθάει σ’ αυτό και η θεματολογία, καθώς είναι όλα τους ψυχολογικά μυθιστορήματα, και οι αναγνώστες ταυτίζονται σε μεγάλο βαθμό με την βαθιά, εξαντλητική, αποκαλυπτική ανάλυση των σκέψεων και των συναισθημάτων των ηρώων μου.

19) Εσείς, με την έως τώρα πείρα σας στον χώρο της συγγραφής, τί θα συμβουλεύατε όλους τους νέους επίδοξους συγγραφείς, που ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα βιβλίο τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων και, ιδιαίτερα, εν μέσω αυτής της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας;

Είναι δύσκολο να συμβουλέψεις κάποιον, οι βεβαιότητες και η πραγματικότητα του καθενός είναι διαφορετικές από του άλλου. Θα πως μόνο πως πιστεύω πως για να γράψει κάποιος λογοτεχνία πρέπει να έχει κάτι να πει, κάτι ουσιώδες, αληθινό, αυθεντικό, που θα έχει νόημα να το μοιραστεί και με τους άλλους, και πρέπει επίσης να έχει και τον τρόπο να το πει, να γνωρίζει άψογα και να χειρίζεται τέλεια την ελληνική γλώσσα. Από εκεί και πέρα, ας προχωρήσει, με θάρρος, γερά νεύρα, πολλή υπομονή και έτοιμος να αντιμετωπίσει τα καλύτερα και τα χειρότερα.

20) Κλείνοντας και, αφού σας ευχαριστήσω θερμά για την τιμή της παραχώρησης  αυτής της συνέντευξης, θα ήθελα να σας ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία σε όλα σας τα βιβλία και ειδικότερα, στο νέο  μυθιστόρημά σας «Τα Άδεια Κουτιά», και να σας ρωτήσω για τα άμεσα συγγραφικά σας σχέδια. Τί να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον;

Σας ευχαριστώ για τις ευχές σας, σας ευχαριστώ και για την ευκαιρία που μου δώσατε μέσω αυτής της συνέντευξης να επικοινωνήσω με τους αναγνώστες μου σε ένα άλλο επίπεδο, έξω από τα κείμενα των βιβλίων μου. Όσο για τα άμεσα συγγραφικά μου σχέδια, τα θετικά συναισθήματα που παίρνω από όλη αυτή τη διαδικασία της συγγραφής και της έκδοσης και κυκλοφορίας ενός βιβλίου είναι πραγματικά εθιστικά και με οδηγούν συνεχώς στο επόμενο βήμα. Έχω κάτι στα σκαριά, κάτι που χρειάζεται τον χρόνο του για να ζυμωθεί και να ωριμάσει μέσα μου πριν αρχίσει να ξεχύνεται στο χαρτί. Δεν βιάζομαι. Εξ άλλου, αυτό που θέλω τώρα είναι να απολαύσω όσο γίνεται πιο έντονα τη χαρά του μοιράσματος του τελευταίου μου βιβλίου, «Τα Άδεια Κουτιά». Αυτό είναι στο προσκήνιο τώρα, ας κάνει τον κύκλο του και μετά βλέπουμε. Κάθε τι στην ώρα του…

Βιογραφία Χαράς Ανδρεΐδου:

Η Χαρά Ανδρεΐδου γεννήθηκε και ζει στη Θεσσαλονίκη. Έχει σπουδάσει, σε ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια, Παιδαγωγικές Επιστήμες, Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης, καθώς και Μουσειολογία. Έχει διδακτορικό στην Κλασική Αρχαιολογία και μεταπτυχιακό στην Ανοικτή Εκπαίδευση.

Εργάστηκε κατά διαστήματα σε όλους αυτούς τους τομείς, όπως και σε πολλούς άλλους, για να την κερδίσει στο τέλος η Εκπαίδευση.

Η περιπέτειά της στη θάλασσα της γραφής ξεκίνησε πριν από μερικά χρόνια. Έργα της είναι τα μυθιστορήματα «Η Αγάπη Είναι Πόλεμος» (Εκδόσεις Ψυχογιός, 2011), «Ημερολόγια Διαδρομών» (Εκδόσεις Ψυχογιός, 2013), «Στα Τέσσερα Σημεία του Ορίζοντα» (Εκδόσεις Λιβάνη, 2014). «Τα Άδεια Κουτιά» (Εκδόσεις Λιβάνη, 2016) είναι το τέταρτο βιβλίο της που κυκλοφορεί.

Όπως λέει η ίδια: «Δε ζωγραφίζω, δε χορεύω, δεν ξέρω να παίζω μουσική, ο δικός μου τρόπος για να εκφράζομαι είναι με τις λέξεις…»

Επικοινωνία με τη συγγραφέα: chara.andreidou@gmail.com

Εργογραφία Χαράς Ανδρεΐδου:

«ΤΑ ΑΔΕΙΑ ΚΟΥΤΙΑ» (2016)
Εκδόσεις: Λιβάνη
Σελίδες: 448
Τιμή: 15,21 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Η ύπαρξή μας είναι μια σειρά από άδεια κουτιά• εφαπτόμενα αλλά όχι συγκοινωνούντα. Κάθε κουτί και μια ανάγκη μας.

Και όλη μας η ζωή μια αδιάκοπη προσπάθεια να γεμίσουμε τα άδεια κουτιά μέσα μας, όλα τα άδεια κουτιά μέσα μας…

Μια γυναίκα, μια γυναίκα μόνη, προσπαθεί να καλύψει τις ανάγκες της. Έχει ανάγκη από έναν παθιασμένο, εξιδανικευμένο έρωτα, από μια κατασταλαγμένη προοπτική για το μέλλον, από τη χαρά και την ανεμελιά της στιγμής. Έτσι εμπλέκεται σε σχέσεις με τρεις διαφορετικούς άνδρες, συγχρόνως, που ο καθένας τους γεμίζει ένα διαφορετικό κουτί μέσα της.

Είναι ερωτευμένη και με τους τρεις, αφήνεται και στους τρεις, άγεται και φέρεται από τις δικές τους ανάγκες, επιθυμίες, ευχές. Γίνεται τρεις διαφορετικές γυναίκες, τρεις διαφορετικοί άνθρωποι. Γεμίζει τα δικά τους άδεια κουτιά. Προχωρά στα τυφλά, προσπαθώντας να τους ερμηνεύσει, να τους καταλάβει μέσα από τα λόγια και τις πράξεις τους, και μ’ αυτές τις ερμηνείες πλάθει το δικό της σύμπαν, όπως όλοι μας.

Κάποια στιγμή συνειδητοποιεί την παράνοια που βιώνει, καταλαβαίνει ότι χάνει τον εαυτό της και προσπαθεί να πάρει τη ζωή της στα χέρια της, να οδηγήσει εκείνη τις εξελίξεις. Συγκρούεται άγρια με την πραγματικότητα και με τα «θέλω» του καθενός χωριστά και αντιλαμβάνεται πως δεν μπορεί να ορίσει τον τρόπο που αντιδρούν οι άλλοι, ακόμα και οι αγαπημένοι άλλοι. Μπορεί μόνο να ορίσει τον τρόπο που αντιδρά, νιώθει, σκέφτεται, τον τρόπο που ζει η ίδια.

Ξεκινά ένα αναγκαστικό, έξωθεν επιβεβλημένο ταξίδι μέσα της, μέσα στις θάλασσες και στις στεριές της, για να γνωρίσει τον εαυτό της. Ανακαλύπτει έκπληκτη τη δύναμή της και τη χρησιμοποιεί συνειδητά για να κάνει μια σιωπηλή ειρήνη με τον εαυτό της. Ώσπου…»

«ΣΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΟΡΙΖΟΝΤΑ» (2014)
Εκδόσεις: Λιβάνη
Σελίδες: 384
Τιμή: 13,43 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Αναγκαίες αυταπάτες! Αυτό ήταν η σχέση μας.

Μια δική μου αυταπάτη, μια δική του αυταπάτη, ο καθένας για τους λόγους του, ο καθένας με τους σκοπούς του.

Είχαμε ανάγκη και οι δυο να υπάρχει αυτή η σχέση στη ζωή μας• με όποια αυταπάτη κι αν την έντυνε ο καθένας».

Τέσσερις άνθρωποι, δυο γυναίκες και δυο άνδρες, σε τρεις παράλληλες σχέσεις μεταξύ τους, εν γνώσει τους. Κανείς τους δεν είναι το μοναδικό πρόσωπο στην ερωτική ζωή του συντρόφου του, εν γνώσει του. Κανείς τους δε δεσμεύεται από όρκους αιώνιας αγάπης, οικογενειακές υποχρεώσεις, παιδιά. Κι όμως, αποδέχονται όλοι τους από την αρχή αυτή την παράξενη πραγματικότητα και συνεχίζουν. Ο καθένας για τους δικούς του λόγους• σχέσεις βγαλμένες από την εποχή της αθωότητας, ανάγκες που δεν μπορούν να καλυφθούν από ένα μόνο πρόσωπο, πόλεμοι εσωτερικοί που δεν οδηγούν πουθενά. O καθένας με τους δικούς του τρόπους• με τη σιωπή, με τη φωνή, με την απόλυτη πίστη, με την πεισματική άρνηση, με τη χειραγώγηση. Ένα γαϊτανάκι, ένα ντόμινο, ένα κουβάρι αξεδιάλυτο σχέσεων. Πώς διαχειρίζεται ο καθένας τους αυτές τις σχέσεις, αυτή τη μη αποκλειστικότητα; Πώς αντιμετωπίζει το σύντροφο, πώς στέκεται απέναντι από τον ή την αντίζηλο; Πώς σηκώνει το βάρος των επιλογών του, πώς αντέχει το μοίρασμα εκεί που το μόνο που ουσιαστικά θέλει, το μόνο που λαχταρά είναι η ξεκάθαρη αποκλειστικότητα; Τέσσερις άνθρωποι, τόσο διαφορετικοί σαν να κοιτά ο καθένας σε διαφορετικό από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Κι όμως, με το ίδιο τελικά ζητούμενο για όλους: τη ζεστασιά της αγάπης.

«Άραγε ποιος θα χαρεί περισσότερο, ποιος θα πονέσει λιγότερο; Ποιος θα βγει στο τέλος περισσότερο κερδισμένος;»

Τα κορμιά θυμούνται, δεν ξεχνούν. Και τα δικά τους κορμιά θυμήθηκαν, ξαφνιάστηκαν από την ένταση της μνήμης, χάρηκαν που βρήκαν ξανά παλιά μονοπάτια αγαπημένα, ρίγησαν από ευχαρίστηση, πλημμύρισαν από νοσταλγία, λαχάνιασαν από την ένταση που δεν μπορούσε να χωρέσει πουθενά• δεν έφταναν τα αγγίγματα και τα φιλιά και τα λόγια και τ’ ακούσματα να χωρέσουν την ένταση, δεν έφταναν τα κορμιά. Έκλαψαν από ανακούφιση σαν να γύρισαν σπίτι έπειτα από χρόνια στην ξενιτιά, παραδόθηκαν στο τέλος στη γλύκα την ανείπωτη της τρυφερής αγκαλιάς, της αγκαλιάς του δικού σου ανθρώπου, του αγαπημένου, του κοντινού – ή του μοναδικού.

«Σε θυμάμαι», της ψιθυρίζει.

«Κι εγώ σε θυμάμαι».

«ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΔΙΑΔΡΟΜΩΝ» (2013)
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 344
Τιμή: 7,75 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Ποια μορφή μπορεί να πάρει η φιλία ανάμεσα σ’ έναν άνδρα και μια γυναίκα;» ρωτάει ο Γιάννης τις τρεις συνεπιβάτισσές του. Και δίνει μόνος του την απάντηση: «Κάθε μορφή».
Τρεις γυναίκες κι ένας άνδρας, τέσσερις άνθρωποι, τέσσερις εκπαιδευτικοί, ταξιδεύουν καθημερινά μια ώρα δρόμο από τη Θεσσαλονίκη στα σχολεία τους και πάλι πίσω. Η σχέση τους ξεκινάει τυπικά, ευγενικά, επιφυλακτικά. Η παρουσία, όμως, του άνδρα στο μικρόκοσμο των γυναικών και αντίστροφα δρα καταλυτικά για όλους, απελευθερώνει έναν άλλο εαυτό μέσα τους. Όλα αλλάζουν στην ψυχοσύνθεση, στην εμφάνιση, στη διάθεσή τους. Μέρα με τη μέρα, διαδρομή με τη διαδρομή, εμπιστεύονται, ανοίγονται, πλησιάζουν ο ένας τον άλλο, ξεπερνούν τα εμπόδια, αψηφούν τους κανόνες, δημιουργούν μια ιδιότυπη σχέση. Γίνονται φίλοι, κολλητοί, αδελφές ψυχές. Ερωτεύονται και προσπαθούν, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, να χωρέσουν τον αλλιώτικο αυτό έρωτα μέσα στη ζωή τους. Αν μπορούν…
Ένα βιβλίο με μια διαφορετική, αισιόδοξη ματιά για τη φιλία, τον έρωτα, για τα όρια της εγγύτητας ανάμεσα στους ανθρώπους, τις μικρές ευτυχίες που μας χαρίζει η ζωή. Αρκεί να έχουμε την ψυχή μας ανοιχτή και να τις αδράξουμε όταν περάσουν από δίπλα μας αναγνωρίζοντας ότι είναι μικρές… αλλά και πολύτιμες…»

«Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΕΜΟΣ» (2011)
Εκδόσεις: Ψυχογιός
Σελίδες: 392
Τιμή: 13,95 €

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«H αγάπη είναι πόλεμος. Πόλεμος με το σύντροφό σου, πόλεμος με τους κόσμους σου και τους ανθρώπους σου και –κυρίως– πόλεμος με τον εαυτό σου, με όλους τους εαυτούς σου...
Η ηρωίδα του βιβλίου, ύστερα από ένα δύσκολο γάμο και ένα επώδυνο διαζύγιο, ζει μέσα σε μια καλά προστατευμένη αταραξία, ως τη στιγμή που γνωρίζει έναν άνδρα ο οποίος τη διεκδικεί με κάθε τρόπο. Αυτή η συνάντηση θα την αναγκάσει να αντιμετωπίσει ξανά τις επιθυμίες και τις ανάγκες της, και να ξεθάψει κομμάτια της που πίστευε πως είχαν νεκρωθεί από καιρό. Θέλει να αφεθεί στον έρωτα, να χτίσει μαζί μ’ αυτό τον άνδρα έναν κόσμο όπως τον έχει ονειρευτεί, και να κλειστεί εκεί μέσα μαζί του. Όμως οι επιτακτικές υποχρεώσεις της, οι άσχημες εμπειρίες της, όλες οι αποσκευές της ζωής της την κάνουν διστακτική, δύσπιστη, καχύποπτη. Βρίσκεται σε ένα διαρκή πόλεμο, αναμετριέται με τη ζωή της, με τις αντοχές της, τις επιφυλάξεις της, τους φόβους της…
Άραγε θα βγει κάτι απ’ όλο αυτόν το χαλασμό ή θα μείνει μόνον ο χαλασμός;»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου