Η πρώτη
μου επαφή με το συγγραφικό έργο της αγαπητής Λαμπρίνας Μαραγκού έγινε μέσα από
το μυθιστόρημά της «Ποτέ Δεν Φτάνει Το
Αρκετό», που κυκλοφορεί από την Άνεμος Εκδοτική. Με εξέπληξε ευχάριστα
η λογοτεχνική χροιά της γραφής της, ο λυρισμός και το συναίσθημα που αυτή εξέπεμπε
αβίαστα, καθώς και το χάρισμά της να παρασύρει σιγά σιγά τον αναγνώστη μέσα στο
κείμενό της, κατορθώνοντας να τον συγκλονίσει με την κορύφωσή του στο τέλος. Με
αφορμή το νέο μυθιστόρημά της που κυκλοφορεί φέτος από τις ίδιες, αγαπημένες
εκδόσεις με τίτλο «Αλγεινόν Ύδωρ»,
έναν τίτλο και ένα εξώφυλλο που προσωπικά τα ερωτεύτηκα ευθύς εξαρχής, η κ. Μαραγκού
είχε την προθυμία να απαντήσει στο ερωτηματολόγιο των «Φίλων Της Λογοτεχνίας». Την
ευχαριστώ θερμά για τον χρόνο που μου διέθεσε, της εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία
στο έργο της και, ειδικότερα, στο νέο πόνημά της και σας προσκαλώ να διαβάσετε τις
απαντήσεις της, ώστε να γνωρίσετε κι εσείς λίγο καλύτερα την εξαίρετη Λαμπρίνα
Μαραγκού!
1)
Αγαπητή κ. Μαραγκού, τις θερμές μας ευχές για το νέο μυθιστόρημά σας που
κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άνεμος, με τίτλο «Αλγεινόν Ύδωρ». Ποιό ήταν το έναυσμα για την ενασχόλησή σας
με τον κόσμο της λογοτεχνίας και το αντικείμενο της συγγραφής;
Σας ευχαριστώ. Φαντάζομαι πως η παιδεία και όχι η
εκπαίδευση είναι σχετική με την λογοτεχνία. Και όταν λέω παιδεία, εννοώ την
συναισθηματική καλλιέργεια του ατόμου σε συνδυασμό με τον περίγυρό του, την
πολιτισμική του ταυτότητα και το ίδιον της ψυχής του. Η λογοτεχνία ανοίγει το
παράθυρο, και η παιδεία του καθενός μας είναι το τοπίο που θα αντικρίσει. Κάτω
από αυτό το πρίσμα η ενασχόλησή μου με την λογοτεχνία είναι το αποτέλεσμα μιας
ιδιαίτερης μοναχικότητας που δεν έχει να κάνει με την μοναξιά αλλά με την
προσπάθεια απόκτησης αυτογνωσίας. Αυτό καλλιεργήθηκε από ένα αστικό περιβάλλον
καθώς οι ερωτήσεις πάντοτε υπερτερούσαν των απαντήσεων. Όσο το γιατί ασχολήθηκα με την συγγραφή, αυτό
είναι απόλυτα συνυφασμένο με την επιθυμία να συνδιαλλαγώ με τον ίδιο μου τον
εαυτό, φωναχτά, στο χαρτί, με γράμματα. Βλέποντας τις σκέψεις μου γραμμένες μου
ήταν ευκολότερο να τις κατανοήσω, να τις συζητήσω με τον εαυτό μου. Και έτσι
άρχισα να γράφω….
2)
Από πού αντλείτε την έμπνευση για κάθε έργο σας και κάθε χαρακτήρα και πόσο
δύσκολο είναι να σταχυολογήσετε τις απαραίτητες πληροφορίες, όταν αυτές
απαιτούνται, ώστε να συνδυάσετε τυχόν ιστορικά γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία
στα βιβλία σας;
Γράφοντας δοκίμια, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό
από το να γράψω μυθιστόρημα. Όπως επίσης διαφορετική είναι μια επιστημονική
πραγματεία. Εκεί είναι οι πηγές που παίζουν έναν σοβαρό ρόλο. Όχι όμως τον
καθοριστικό. Και αυτό γιατί ο συν-γραφέας, γράφει μαζί με κάτι άλλο, την
έμπνευση. Και αν στα προαναφερόμενα ήδη η έμπνευση είναι ποσοστιαία μικρότερη
απ’ ότι στο μυθιστόρημα, αυτό οφείλεται στην επικέντρωση μιας έρευνας. Όσο για
το μυθιστόρημα, δεν χρειάζεται παρά μόνο να αφουγκραστείς τους ήρωες που από
μόνοι τους ζητούν να εμφανιστούν στο χαρτί. Η έμπνευση μου είναι η ακοή μου και
κατόπιν η όραση των πρωταγωνιστών. Γιατί όλοι είναι πρωταγωνιστές σε δικές τους
ιστορίες, εμπλέκονται σ’ άλλες, αλλά παραμένουν ζωντανοί, αυτόνομοι και
ανεξάρτητοι στις συμπεριφορές τους. Άρα, το μόνο που, κατά την γνώμη μου,
χρειάζεται ο συγγραφέας είναι οι αισθήσεις του. Όσο πιο οξυμένες είναι, τόσο
καλύτερα αποδίδει τους χαρακτήρες.
Στην εποχή μας, το πιο εύκολο πράγμα είναι να βρει
κανείς τις πληροφορίες. Όμως οι πληροφορίες δεν είναι γνώση, ούτε βέβαια
συνιστούν εμπειρία. Έτσι, ο συνδυασμός ιστορικών γεγονότων, οι μυθοπλασίες και
οι τόποι, άπτονται μιας εσωτερικής διαδικασίας που δεν έχει να κάνει με την
πληροφόρηση αλλά με την ερμηνεία της δύναμης που αποπνέει ο κάθε τόπος, το κάθε
συμβάν… Σ’ αυτό λοιπόν το σημείο, χρειάζονται ξανά οι αισθήσεις, ο οραματισμός,
οι πιθανότητες, η φαντασία….
3)
Στα δύο τελευταία βιβλία σας πραγματεύεστε τις σχέσεις, τα πάθη, την απώλεια,
την αγάπη και εμβαθύνετε στην ανθρώπινη ψυχή. Ποιά θεωρείτε ως την πιο
σημαντική, ίσως και ανεξάντλητη, "πηγή
ιδεών" για έναν συγγραφέα;
Την ίδια την σχέση του με τον εαυτό του. Όλα
ξεκινούν από το σημείο της αναγνώρισης της ποιότητας του εαυτού μας. Η βουτιά
προς τα μέσα, η ερώτηση και όχι η απάντηση, η πολυπλοκότητα της σκέψης, και
κυρίως η γενναιότητα, συνιστούν την δική μου πηγή ιδεών. Και θα μείνω στην
γενναιότητα, που είναι το αντίθετο του φόβου. Φοβόμαστε την απώλεια, τον
θάνατο, τον απελπισμένο έρωτα. Γιατί; έχουμε αναρωτηθεί; Μα φυσικά, γιατί έτσι
έχουμε μάθει. Ο φόβος που ξορκίζεται είναι η πηγή της δημιουργίας. Η δυστυχία
και η ευτυχία είναι σχετικές έννοιες. Αν καταλάβουμε πως εμείς τις ορίζουμε,
τότε, ξαφνικά, τα προβλήματα δεν υπάρχουν. Και απογυμνώνονται όλες οι έννοιες,
δίνονται στις σωστές τους διαστάσεις, δεν υπερεκτιμώνται, ούτε υποτιμώνται.
Πρόκειται για την απόλυτη παραδοχή της φύσης μας. Και αυτό είναι που καθορίζει
τον πραγματικό συγγραφέα από τον μίμο της συγγραφής.
4)
Συνήθως, οι περισσότεροι συγγραφείς είτε έχουν σπουδάσει κάποιο αντικείμενο,
είτε ασκούν ως επάγγελμα κάτι εντελώς διαφορετικό από την συγγραφική τους
ιδιότητα. Θα θέλατε να μας μιλήσετε σχετικά με αυτό και να μας πείτε πόσο
αρμονικός είναι ο συνδυασμός όλων αυτών και κατά πόσο αλληλοεπηρεάζονται οι
επιμέρους ιδιότητές σας;
Είμαι μάλλον ευτυχής, γιατί διδάσκω στο λύκειο, αυτό
που έχω σπουδάσει. Και αυτό που έχω σπουδάσει είναι και το αντικείμενο της συγγραφής μου. Οι λέξεις, είναι το βασικό
μου όπλο. Όχι οι γραμματικές λέξεις αλλά οι έννοιές τους. Όταν γνωρίζουμε τις
έννοιες των γραμμάτων και κατά συνέπεια των λέξεων, δεν υπάρχουν μυστικά
υπαρξιακά. Είναι όλα μπροστά στα μάτια μας, είναι όλα φανερά. Ο συγγραφέας αυτό
που έχει να κάνει, είναι να τα μεταφέρει όλα αυτά στο χαρτί και να τα μοιραστεί
με τους άλλους. Η διδασκαλία είναι η νοερή φύση της συγγραφής και από αυτή την
άποψη είμαι τυχερή, έχω εναρμονιστεί πλήρως μ’ όλες τις πτυχές της ζωής μου.
5)
Πιστεύετε πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο για τη συγγραφή ενός
βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο, η φαντασία και οι εμπειρίες του
συγγραφέα;
Ο συγγραφέας δεν καθορίζεται από τα πτυχία του, την
εκπαίδευσή του δηλαδή, αλλά από την παιδεία του. Από το πώς βιώνει την κάθε
στιγμή, τι αποκομίζει από αυτήν, πως αυτή τον σημαδεύει. Από εκεί και
πέρα, ο τρόπος εκφοράς των σκέψεων του
έχει να κάνει με το μορφωτικό του επίπεδο, όχι το αν έχει τελειώσει το λύκειο,
αλλά αν μπορεί να εναρμονιστεί με την λεκτική ατμόσφαιρα γύρω του. Οι
αποσπασματικοί λόγοι, οι ατελείωτες προτάσεις, οι ελλιπείς προτάσεις, είναι
δυνατόν να εγκυμονούν ένα μοναδικό στοιχείο γραφής. Αλλά κακά τα ψέματα, κατά
την γνώμη μου, όταν ο συγγραφέας έχει αγκαλιάσει και αγαπήσει την ανθρώπινη
συμπεριφορά, αυτομάτως καθίσταται οικείος δίχως κανείς να αναρωτηθεί για το
επιστημονικό του επίπεδο.
6)
Υπάρχει κάποιο μοτίβο ως προς το πότε σας "επισκέπτεται"
η συγγραφική σας έμπνευση; Υπάρχει
κάποια συγκεκριμένη ώρα, διάθεση, ή τόπος ίσως, που να σας προδιαθέτει να
γράψετε, ή είναι κάτι που "ρέει"
αβίαστα από μέσα σας συνέχεια;
Όχι, δεν υπάρχει ούτε συγκεκριμένη ώρα, ούτε
διάθεση, ούτε τόπος. Είναι θέμα στιγμιαίο, είναι μια εσωτερική φωνή, μια ανάγκη
που με κάνει να ανοίγω τον υπολογιστή. Κατόπιν, κατανοώ πως είναι η ύψιστη
ευτυχία μου, η μεγαλύτερη απόλαυση, η χάρη που μπορώ να κάνω σε μένα την ίδια.
Με το γράψιμο, είμαι ευτυχισμένη. Είναι εντελώς αναπάντεχο πότε θα θελήσω να
αισθανθώ έτσι. Όλες οι ώρες, όλοι οι τόποι, όλες οι διαθέσεις είναι
ευπρόσδεκτες για συγγραφική δημιουργία.
7)
Όταν ολοκληρώνετε ένα νέο βιβλίο σας αρκείστε μόνο στη δική σας γνώμη και
αξιολόγηση, πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του, ή αναζητάτε πρώτα την άποψη
κάποιου οικείου σας προσώπου την κρίση του οποίου εμπιστεύεστε;
Καλύτερα γι αυτό να σας μιλήσει ο σύντροφός μου που
είναι και αυτός συγγραφέας, ποιητής. Είναι αυτός που διαβάζει την ώρα που γράφω
το κείμενο στον υπολογιστή και που με εμποδίζει τις περισσότερες φορές να το
σβήσω. Ναι, είναι ο πρώτος αναγνώστης μου. Ο πιο αξιόπιστος κριτής. Για να
μπορέσει ένας συγγραφέας να κρίνει το γραπτό του, πρέπει να πάρει κάποιες
αποστάσεις. Αυτό θέλει χρόνο. Αυτό λοιπόν το κάνει εκείνος για μένα, δίχως να
επέμβει ούτε καν σε μια τελεία. Τον ευχαριστώ και θέλω να με συγχωρέσει για την
ταλαιπωρία του….
8)
Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για τα βιβλία σας και, γιατί όχι, την ιστορία
"πίσω από την ιστορία"
κάποιων από αυτά;
Το πρώτο μου βιβλίο, τα «χνάρια στην άμμο» είναι η
ιστορία της μικρασιατικής καταστροφής μέσα από τα μάτια μιας ηλικιωμένης
γυναίκας. Ακόμα και τώρα που το διαβάζω, συγκινούμαι. Τα υπόλοιπα βιβλία μου,
τα μυθιστορήματά μου, είναι ιστορίες που συμβαίνουν ή που δεν έχουν συμβεί
ποτέ, θα μπορούσαν να συμβούν, πάντοτε όμως κρύβουν το μήνυμα της ανθρώπινης
δύναμης γιατί σ’ αυτήν πιστεύω. Όλα γίνονται, όλα συμβαίνουν όπως τίποτα δεν
μπορεί να γίνει ή να συμβεί. Ο συγγραφέας θεός είναι ο χειροτέχνης της αλυσίδας
γεγονότων, που συνδέονται μεταξύ τους όπως όλοι συνδεόμαστε με όλους. Η
αυθαιρεσία έτσι γίνεται ανάγκη γραφής. Όλες οι ιστορίες είναι αυθαίρετες, αλλά πιθανές.
9)
Η συγγραφέας Λαμπρίνα Μαραγκού βρίσκει το χρόνο να διαβάζει για δική της
ευχαρίστηση και όχι μόνο για έρευνα πάνω σε κάποιο μελλοντικό βιβλίο της;
Εφόσον συμβαίνει αυτό, ποιό είδος λογοτεχνίας προτιμάτε περισσότερο ως
αναγνώστρια και γιατί;
Θα σας εξομολογηθώ ότι πλέον είμαι δύσκολη στο να
διαβάζω λογοτεχνία. Με έχει τραβήξει η φιλοσοφία και αυτή την περίοδο
ασχολούμαι με ζητήματα αρχαίας ελληνικής νόησης. Νομίζω όμως πως είναι μια
φάση, θα επανέλθω στην αγαπημένη μου λογοτεχνία.
10)
Θυμάστε το πρώτο ανάγνωσμα που σας "παρέσυρε"
στον κόσμο της λογοτεχνίας; Ποιά είναι τα αγαπημένα σας βιβλία και συγγραφείς;
Υπάρχει κάποιο απόφθεγμα από βιβλίο το οποίο να καθόρισε την μετέπειτα ζωή σας;
Έχετε δεχθεί επιρροές από ομότεχνούς σας, έλληνες, ξένους, σύγχρονους ή
κλασσικούς, στο δικό σας τρόπο γραφής, ύφους ή θεματολογίας;
Ο Καραγάτσης ήταν, είναι και θα είναι, ο αγαπημένος
μου παραμυθάς που όμως γνώριζε την ανθρώπινη φύση άριστα. Όλοι είμαστε προϊόντα
όλων, και με αυτή την έννοια, είμαστε συνονθυλεύματα σκέψεων και απόψεων. Η
αναπαραγωγή δεν είναι πρωτότυπη, δεν είναι καν συγγραφή. Το χαρτί είναι ο
καθρέφτης της ουσίας μας. Οι επιρροές πολλές, αποφθέγματα κανένα, γιατί είμαι
εναντίον της αυθεντίας και των τσιτάτων. Η σχέση μου με την γραφή είναι
απολύτως προσωπική, αποτέλεσμα μιας κοσμοθεωρίας και αυτοανάλυσης.
11)
Πιστεύετε πως ο συγγραφέας πρέπει να ταξιδεύει ώστε να έχει κάποια βιώματα από
τις χώρες και τις τοποθεσίες τις οποίες, τυχόν, περιγράφει στα βιβλία του και
πόσο εφικτό είναι αυτό στην πράξη, ιδιαίτερα στις μέρες μας, κατά τη γνώμη σας;
Είναι απαραίτητο κάτι τέτοιο, απλά και μόνο, για την "διεύρυνση των οριζόντων" του;
Οι γιαπωνέζοι είναι όλοι τους συγγραφείς; Τι
σημαίνει ταξιδεύω; Το ταξίδι του συγγραφέα έγκειται στην προσωπική του
οδύσσεια, στην δική του εσωτερική περιπλάνηση. Δεν πιστεύω στα ταξίδια, σαν
σημάδια συγγραφικής σκευής. Ένα ταξίδι
λειτουργεί ως περιτύλιγμα, η ουσία είναι κρυμμένη μέσα στον κάθε δημιουργό.
12)
Θεωρείτε ότι ο συγγραφέας θα πρέπει να ασχολείται με διαφορετικά είδη
λογοτεχνίας και να "πειραματίζεται"
θεματολογικά, ρισκάροντας το υπάρχον αναγνωστικό του κοινό, ή θα όφειλε να
εμμένει στο είδος που τον έχει καθιερώσει;
Δεν θα μπορούσα να γράψω ποίηση. Δεν είμαι ποιήτρια.
Για αυτό δεν πειραματίζομαι. Η θεματολογία μου όμως διαφέρει. Έχω γράψει δοκίμια
για ποιητές που αγαπώ και θαυμάζω, αλλά δεν έχω απομακρυνθεί από το ύφος μου.
Όσο για το αναγνωστικό κοινό, νομίζω πως κάθε είδους μανιέρα δεν του προσφέρει
και πολλά πράγματα. Ο συγγραφέας, οφείλει να ωριμάζει, να μεταλλάσσεται, να
εξελίσσεται για να μπορεί να τον ακολουθεί και το κοινό του γιατί συγχρόνως
ωριμάζει και εκείνο.
13)
Πιστεύετε πως οι συγγραφείς οφείλουν να προβληματίζουν τους αναγνώστες "αφυπνίζοντας" τη σκέψη τους,
ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε να είναι απλά και μόνο ψυχαγωγικός, χωρίς
να προβληματίζει; Εσείς, ποιά μηνύματα επιδιώκετε να "περάσετε" στους αναγνώστες σας και σε ποιό είδος
αναγνωστικού κοινού, συνήθως, απευθύνεστε μέσα από το συγγραφικό έργο σας;
Η διαδικασία για μένα είναι διαφορετική. Δεν με
ενδιαφέρουν ούτε τα μηνύματα, ούτε η ψυχαγωγία. Δεν γράφω με κάποιο σκοπό, δεν
έχω στόχο να προβληματίσω. Η μοναδική μου επιθυμία είναι να αφουγκραστεί ο
αναγνώστης μαζί μου, τον ήχο του σύμπαντος, να αισθανθεί την βουή της
μοναδικότητας και την ομορφιά της ανάσας.
14)
Θεωρείτε πως η σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για
έναν συγγραφέα και, ειδικότερα, οι τόσο δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε
τελευταία στην πατρίδα μας; Ή μήπως το ζητούμενο από τους αναγνώστες είναι
ακριβώς η "φυγή" από αυτήν
την ζοφερή πραγματικότητα;
Πώς να δραπετεύσεις από μια φυλακή; δεν μπορεί
κανείς να διαγράψει την ζοφερή πραγματικότητα για χάρη κάποιου άλλου. Η
εσωτερική ατομική αφύπνιση είναι η μόνη λύση για να επιλέξουμε τον δρόμο. Η
κοινωνία ήταν ανέκαθεν αυταρχική και σκοτεινή. Οι αξίες που έχει επιβάλλει, η
διαστρωμάτωση σύμφωνα με οικονομικά κριτήρια, η χυδαιότητα που σήμερα
ξεχειλίζει από παντού, δεν ξορκίζονται από τον συγγραφέα. Αν δε, τον εμπνέουν,
τότε έχει πρόβλημα… Το μοναδικό έργο που μπορεί να επιτελέσει ο συγγραφέας,
κατά την άποψή μου, είναι να δείξει τον τρόπο σε καθέναν από εμάς, να φτιάξει
τον δικό του δρόμο, λοξοδρομώντας από την ανελεύθερη κοινωνική επιβολή.
15)
Στις μέρες μας και στην εποχή της άκρατης τεχνολογίας ποιά θεωρείτε πως είναι η
θέση του λογοτεχνικού βιβλίου; Περνάει τελικά το βιβλίο κρίση στη χώρα μας ή
διεθνώς και τί θα μπορούσαμε να κάνουμε ώστε να γίνει πιο προσιτό στο
αναγνωστικό κοινό και ιδιαίτερα στους νέους;
Όλο το πνεύμα περνά κρίση. Είναι προς εξολόθρευση.
Και κυριαρχεί ο φόβος. Κάποτε έκαιγαν τα βιβλία, σήμερα τα κάνουν χαρτοπολτό.
Βλέπετε καμιά διαφορά; Τα ευπώλητα είναι
βιβλία συγγραφέων που συμβαδίζουν με το σύστημα, μ’ έναν παράλογο, δήθεν δυτικό
ορθολογισμό, ή κακογραμμένα παραμυθάκια που πωλούν χιλιάδες αντίτυπα σε
απελπισμένες μοναχικές υπάρξεις. Όπως δημιουργείται η μόδα, έτσι φτιάχνονται
και οι λεγόμενοι πετυχημένοι συγγραφείς, επιβάλλονται για να συμβαδίσουν μ’
αυτό που θέλουν κάποιοι να περάσουν και να το διαμορφώσουν σαν στάτους κβο. Η
εικόνα έχει την πρωτοκαθεδρία, με την διαφορά πως δίνει απλά και μόνο πληροφορία
και πρόσκαιρο εντυπωσιασμό, αφήνοντας τους θεατές κυριολεκτικά απαίδευτους. Ο
ρόλος του βιβλίου; ανύπαρκτος. Αναζητείστε τον αίτιο στην παγκοσμιοποιημένη
ανεγκέφαλη κοινωνία που θέλουν προβάλλουν και να επιβάλλουν. Λύση; δεν έχω.
16)
Είχατε κάποιους "ενδοιασμούς"
όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας βιβλίο προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς
την αποδοχή που θα τύχαινε αυτό από το αναγνωστικό κοινό; Η θεματολογία των
βιβλίων σας, πιστεύετε πως παίζει τον δικό της ρόλο στην αποδοχή αυτή;
Κανέναν ενδοιασμό. Λειτουργούσα και λειτουργώ
εντελώς ουδέτερα. Καταθέτω την ψυχή μου, αν κάποιος αποφασίσει να ασχοληθεί
μαζί της, έχει καλώς. Αν δεν το κάνει, πάλι έχει καλώς. Προς στιγμή χαίρομαι να
ακούω καλά λόγια για τα βιβλία μου, όμως γρήγορα τα ξεχνάω. Και δεν είναι πόζα
αυτό που σας λέω, κάθε πόνημα έχει τον δικό του δρόμο. Αν αξίζει, θα βρεθούν
έστω και λίγοι, να ασχοληθούν μαζί του. Και ίσως και τους δείξει έναν καινούριο
δρόμο.
17)
Εσείς, με την έως τώρα πείρα σας στον
χώρο της συγγραφής, τί θα συμβουλεύατε όλους τους νέους επίδοξους συγγραφείς,
που ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα βιβλίο τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων
και, ιδιαίτερα, εν μέσω αυτής της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας;
Να γράφουν, όχι για να γίνουν διάσημοι, αλλά γιατί
δίχως την γραφή θα νοιώθουν ατελείς. Αν κάποιος από τους νέους συγγραφείς
θεωρεί το γράψιμο ίδιο με την ανάσα του, δεν θα πρέπει ποτέ να σταματήσει να
γράφει. Η αποδοχή των άλλων, έρχεται δεύτερη. Πρέπει να αποδεχτεί ο ίδιος τον
εαυτό του και αυτό γίνεται μόνο με την συγγραφή.
18)
Κλείνοντας και, αφού σας ευχαριστήσω θερμά για την τιμή της παραχώρησης αυτής της συνέντευξης, θα ήθελα να σας ευχηθώ
ολόψυχα καλή επιτυχία στο νέο μυθιστόρημά σας «Αλγεινόν Ύδωρ», και να σας ρωτήσω για τα άμεσα συγγραφικά
σας σχέδια. Τί να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον;
Δεν ξέρω τι να σας πω. Σίγουρα κάτι θα βγει, κάτι
που έχω κατά νου, αλλά τίποτα συγκεκριμένο. Προς το παρόν κάνω την επιμέλεια
της μεταδιδακτορικής μου διατριβής που έχει θέμα τις «Βάκχες» του Ευριπίδη. Μόλις τελειώσω, ενώ πάντα ορκίζομαι
πως δεν θα βιαστώ να ασχοληθώ με κάτι καινούριο, ίσως και να επιχειρήσω ξανά να
ανοίξω τον υπολογιστή μου.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Η Λαμπρίνα Α. Μαραγκού γεννήθηκε, σπούδασε και
εργάζεται στην Αθήνα ως φιλόλογος στο 2ο Πειραματικό Λύκειο Αθηνών. Είναι
πτυχιούχος της Γαλλικής Φιλολογίας και του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας
του Εθνικού και Καποδιστριακού
Πανεπιστημίου Αθηνών, έλαβε δε το διδακτορικό της δίπλωμα στη Συγκριτική
Λογοτεχνία από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Στην παρούσα χρονική περίοδο, εκπονεί
μεταδιδακτορική έρευνα για το αρχαίο θέατρο, στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του
Παντείου Πανεπιστημίου.
Έχει εκδώσει πέντε μυθιστορήματα και τρία δοκίμια,
ενώ έχει δημοσιεύσει μεγάλο αριθμό άρθρων σε πληθώρα λογοτεχνικών περιοδικών
και εφημερίδων.
Για το μυθιστόρημά της Χνάρια στην Άμμο έχει
βραβευτεί από την Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά. Είναι Πρόεδρος της Ενωτικής
Πορείας Συγγραφέων, μέλος της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς και μέλος της
Συντακτικής Επιτροπής του λογοτεχνικού περιοδικού ΟΜΠΡΕΛΑ.
Έργα της ίδιας: «Η
αγάπη φοράει φτερά από μετάξι», εκδ. Άγκυρα, 2006, «Πάθος», εκδ. Άγκυρα, 2007, «Το καλοκαίρι με τη Μέδουσα», εκδ. Άγκυρα, 2008, «Γιώργος Χειμωνάς, Ο Ιανός της ελληνικής
λογοτεχνίας», εκδ. Μπαρτζουλιάνος, 2008, «Χνάρια στην Άμμο», εκδ. Ρώμη, 2015, «Η σάρκα σου ως έμφυτος επίδεσμος», εκδ. Ρώμη, 2015, «Μάτση Χατζηλαζάρου, από την ποίηση στην
μύηση», εκδ. Παπαζήση, 2016 και «Ποτέ
δεν φτάνει το αρκετό» Άνεμος εκδοτική, 2016.
Μεταφράσεις: «Βασικά
Κείμενα Φιλοσοφίας», εκδ. Παπαζήση, 2015, «Ο Ζαν Κοκτώ της νιότης μου» (υπό έκδοση).
Πρόσφατα
Μυθιστορήματα Λαμπρίνας Μαραγκού:
«ΑΛΓΕΙΝΟΝ ΥΔΩΡ» (2017)
Εκδόσεις: Άνεμος
Σελίδες: 250
Τιμή: 14,30€
Υπόθεση Οπισθόφυλλου:
«Το νερό πονά. Η ροή του συντονίζεται με την κοσμική
ψυχή. Αγκαλιάζει ή διώχνει το σώμα που βυθίζεται μέσα του. Το νερό νιώθει,
αισθάνεται. Κλαίει και γελάει, οργίζεται ή χαίρεται, αγκαλιάζει ή πνίγει. Ο
Χριστόφορος Οικονόμου το ξέρει αυτό καλά, από γεννησιμιού του. Γι’ αυτό και τον
φοβίζει. Τον τρομοκρατεί ο ήχος του, η δύναμή του. Είναι η αναμέτρηση των δύο,
που θα σηματοδοτήσει την πτώση του ενός και τη νίκη του άλλου. Αυτό νομίζει ο
ήρωας. Θα περάσει πολλά για να καταλάβει πως το νερό δεν τον πονά, αλλά τον
μαθαίνει. Μέσα από κείνο καταλαβαίνει τον έρωτα, τη μοναξιά, την απώλεια, τη
θλίψη. Κυλάει μέσα του όπως η λέμφος, αναπόφευκτα. Ο μεγάλος κύκλος που κρύβει
μέσα του τη Λευκοθέα, τη Μεγάλη Θεά, τη Μάνα, τη Μαριγώ, την Αθηνά, την Άννα,
είναι υδάτινος, ρευστός και ανεξέλεγκτος. Σαν τη ζωή και σαν τον θάνατο.
Γράμματα,
σκέψεις, οράματα, λέξεις, αισθήματα, όλα αυτά κυλούν μέσα στο νερό, άλλοτε
ήρεμα και άλλοτε ταραγμένα. Είναι η ιστορία του Χριστόφορου Οικονόμου, είναι η
ιστορία της ανθρώπινης ύπαρξης μπροστά στην αγωνία του θανάτου και της απώλειας
του έρωτα.»
«ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΦΤΑΝΕΙ ΤΟ ΑΡΚΕΤΟ» (2016)
Εκδόσεις: Άνεμος
Σελίδες: 192
Τιμή: 13,30€
Υπόθεση Οπισθόφυλλου:
«Λένε πως ο έρωτας είναι αυτόχειρας... Λένε πως οι
ερωτικές ιστορίες είναι λυπητερές στο τέλος τους και ελάχιστες από αυτές έχουν
ένα αισιόδοξο φινάλε. Είναι όμως έτσι; Έρωτας, ενθουσιασμός, απελπισία, ένα
μεγάλο παιχνίδι που κινεί τον κόσμο, τον γυρνάει σαν σβούρα και τον αφήνει πάλι
στο σημείο που τον άρχισε.
Η ηρωίδα του βιβλίου ζει μέσα από τον έρωτα,
μαθαίνει να παλεύει με τα αδιέξοδά του και στο τέλος νικά, γιατί καταλαβαίνει
πως όλο το ερωτικό παιχνίδι είναι η ίδια η ζωή, η κάθε ανάσα που το σύμπαν, της
επιτρέπει να παίρνει, το κάθε ξημέρωμα και ηλιοβασίλεμα, το κάθε δάκρυ και το
γέλιο...
Χορεύει μέσα στην δίνη της επιθυμίας για να την
μάθει καλύτερα, να την κρατά στην ψυχή της και να την κοινωνεί με τον άλλον
αλλά και με τον εαυτό της για να κατανοήσει στο τέλος, πως ο έρωτας είναι πάντα
ευλογία.»
Διαβάστε την κριτική μου για το βιβλίο στους «Φίλους
Της Λογοτεχνίας» εδώ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου