Την
εξαίρετη Δέσποινα Χατζή την πρωτογνώρισα συγγραφικά μέσα από το προηγούμενο
μυθιστόρημά της με τίτλο «Έρωτας Μαΐστρος»,
το οποίο και μου άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι
θα παρακολουθώ την πορεία της και με αφορμή το νέο μυθιστόρημά της που
κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας με τίτλο «ΣΜΑΡΩ
Από Τον Βόσπορο Στον Σηκουάνα», της ζήτησα να απαντήσει στο ερωτηματολόγιο
των «Φίλων Της Λογοτεχνίας», κάτι που η συγγραφέας δέχτηκε με μεγάλη προθυμία. Την
ευχαριστώ θερμά για τον χρόνο που διέθεσε απαντώντας στις ερωτήσεις μου, της εύχομαι
ολόψυχα καλή επιτυχία στο νέο πόνημά της και σας προσκαλώ να διαβάσετε τις απαντήσεις
της, ώστε να γνωρίσετε κι εσείς λίγο καλύτερα την αγαπητή Δέσποινα Χατζή!
1)
Αγαπητή κ. Χατζή, τις θερμές μας ευχές για το νέο, εκπληκτικό μυθιστόρημά σας
που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας, με τίτλο «ΣΜΑΡΩ Από τον Βόσπορο στον Σηκουάνα». Ποιό ήταν το έναυσμα
για την ενασχόλησή σας με τον κόσμο της λογοτεχνίας και το αντικείμενο της
συγγραφής;
Η συγγραφή ήρθε πολύ απλά και αθόρυβα στη ζωή μου.
Λάτρευα τη λογοτεχνία από νεαρή ηλικία, δεν ήταν μια απλή ευχαρίστηση για μένα.
Ήταν μια βαθιά αγάπη. Κι έτσι… απλά, η συγγραφή συνέβη πριν από χρόνια, ως
εσωτερική ανάγκη.
2)
Από πού αντλείτε την έμπνευση για κάθε έργο σας και κάθε χαρακτήρα και πόσο
δύσκολο είναι να σταχυολογήσετε τις απαραίτητες πληροφορίες, όταν αυτές
απαιτούνται, ώστε να συνδυάσετε τυχόν ιστορικά γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία
στα βιβλία σας;
Είναι αδύνατον να προσδιορίσουμε με ακρίβεια από πού
αντλεί ένας συγγραφέας την έμπνευση, δεδομένου ότι η έμπνευση είναι μια βαθιά,
στιγμιαία αντίληψη και "συμβαίνει" τη στιγμή ακριβώς που ο ανθρώπινος
νους είναι κενός από σκέψεις. Ο βαθμός δυσκολίας είναι κρυμμένος στη λέξη "πληροφορία"
που αναφέρατε, γιατί οι πληροφορίες δεν είναι ποτέ ακριβείς, γεγονός που σε
ωθεί να διασταυρώνεις τα δρώμενα μέσα από πολλές και διαφορετικές
βιβλιογραφίες.
3)
Συνήθως, οι περισσότεροι συγγραφείς είτε έχουν σπουδάσει κάποιο αντικείμενο,
είτε ασκούν ως επάγγελμα κάτι εντελώς διαφορετικό από την συγγραφική τους ιδιότητα.
Θα θέλατε να μας μιλήσετε σχετικά με αυτό και να μας πείτε πόσο αρμονικός είναι
ο συνδυασμός όλων αυτών και κατά πόσο αλληλοεπηρεάζονται οι επιμέρους ιδιότητές
σας;
Λαμβάνοντας υπ’ όψη ότι η συγγραφή είναι μία
ολιστική διαδικασία, δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι υπάρχει επάγγελμα "παραπλήσιο"
της συγγραφής, επομένως δεν τίθεται θέμα αρμονίας, δυσαρμονίας ή επιρροής.
4)
Έχετε συμπεριλάβει ποτέ στα βιβλία σας κάποια προσωπικά σας βιώματα; Εάν έχει
συμβεί αυτό ποτέ, πόσο εύκολη, ή επώδυνη ήταν η αντικειμενική προσέγγισή τους
συγγραφικά;
Γνωρίζοντας ότι όλοι, λίγο πολύ, είμαστε εθισμένοι
στο να αναλύουμε και να εξουσιάζουμε υποκειμενικά τα γεγονότα της ζωής,
αποφεύγω την καταγραφή προσωπικών βιωμάτων. Άλλο το βίωμα κι άλλο η εμπειρία.
Το βίωμα αφαιρεί το στοχασμό και αναπόφευκτα, ο αναγνώστης, θα γευτεί ένα
υπέροχο γεύμα αλλά τραγικά δύσπεπτο.
5)
Στα βιβλία σας έχετε καταπιαστεί με πολλά θέματα, ενώ στο νέο σας μυθιστόρημα μας
ταξιδεύετε μαζί με τους ήρωές σας σε διαφορετικά μέρη και κουλτούρες. Ποιά θεωρείτε
ως την πιο σημαντική, ίσως και ανεξάντλητη, "πηγή
ιδεών" για έναν συγγραφέα;
Νομίζω ότι κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει πως η
φιλοσοφία, εδώ και αιώνες, παραμένει μια ανεξάντλητη πηγή ιδεών.
6)
Πιστεύετε πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο για τη συγγραφή ενός
βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο, η φαντασία και οι εμπειρίες του
συγγραφέα;
Απαραίτητο δεν είναι αλλά σίγουρα βοηθάει με την
έννοια ότι μιλάμε για έναν συγκροτημένο νου. Παρ’ όλα αυτά, κανένα γνωστικό
πεδίο δεν σου εξασφαλίζει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να γράψεις ένα
βιβλίο. Η συγγραφή είναι μια ολιστική διαδικασία που προϋποθέτει έμπνευση,
σωστή τεχνική, συγκροτημένο νου για να δομήσεις την τεχνική και φαντασία. Η
έμπνευση σε ωθεί να γράψεις αλλά κάθε φορά που πραγματεύεσαι ένα αφηγηματικό
είδος καλείσαι –για τις ανάγκες του– να
κατέχεις (όχι θεωρητικά αλλά έμπρακτα) πολλές και διαφορετικές αφηγηματικές
τεχνικές. Όπως καλείσαι, επίσης, να "πιάνεις" και το παραμικρό
θρόισμα του ανέμου.
7)
Υπάρχει κάποιο μοτίβο ως προς το πότε σας "επισκέπτεται"
η συγγραφική σας έμπνευση; Υπάρχει
κάποια συγκεκριμένη ώρα, διάθεση, ή τόπος ίσως, που να σας προδιαθέτει να
γράψετε, ή είναι κάτι που "ρέει"
αβίαστα από μέσα σας συνέχεια;
Μοναχικότητα και έμπνευση πάνε χέρι χέρι… οπότε κάποιες "ήσυχες"
ώρες, όπως το ξημέρωμα ή αργά το βράδυ, τα συγγραφικά "γεγονότα"
ρέουν καλύτερα.
8)
Όταν ολοκληρώνετε ένα νέο μυθιστόρημά σας αρκείστε στη δική σας μόνο γνώμη και
αξιολόγηση, πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του, ή αναζητάτε πρώτα την άποψη
κάποιου οικείου σας προσώπου την κρίση του οποίου εμπιστεύεστε;
Όταν έχω ολοκληρώσει ένα βιβλίο είναι ανώφελο να
ζητήσω την κρίση κάποιου άλλου. Κατά τη διάρκεια όμως που το γράφω, υπάρχουν
φορές που συζητώ τυχόν προβληματισμούς μου.
9)
Από τα μυθιστορήματά σας υπάρχει κάποιο
το οποίο ξεχωρίζετε, στο οποίο ίσως έχετε μεγαλύτερη αδυναμία και γιατί; Θα
θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για τα βιβλία σας και, γιατί όχι, την ιστορία "πίσω από την ιστορία" κάποιων
από αυτά;
Έχω μια ιδιαίτερη αδυναμία στη νουβέλα «Ο Λαέρτης και το μολύβι του σε ρυθμούς
τανγκό» γιατί αυτό το βιβλίο υπήρξε –απόλυτα συνειδητά– το προσωπικό
μου στοίχημα. Η ιστορία πίσω απ’ αυτό το βιβλίο, δεν ήταν άλλη από μια
προσωπική περιέργεια, να μάθω το ποσοστό των ανθρώπων που ενδιαφέρεται για την
κρυμμένη και αθέατη, ψυχοσυναισθηματική πλευρά μας, εν ολίγοις, τη μάσκα που
φοράμε κατάσαρκα πιστεύοντας πως είναι η αληθινή ιδιοσυγκρασία μας.
10)
Η συγγραφέας Δέσποινα Χατζή βρίσκει το χρόνο να διαβάζει για δική της ευχαρίστηση
και όχι μόνο για έρευνα πάνω σε κάποιο μελλοντικό βιβλίο της; Εφόσον συμβαίνει
αυτό, ποιό είδος λογοτεχνίας προτιμάτε περισσότερο ως αναγνώστρια και γιατί;
Παραμένω φανατική αναγνώστρια. Λατρεύω την κλασσική
λογοτεχνία με την ίδια λατρεία που αγαπά κανείς τους δασκάλους του, αφού οι
κλασσικοί είναι οι άριστοι τεχνίτες της αφήγησης.
11)
Θυμάστε το πρώτο σας ανάγνωσμα το οποίο σας "παρέσυρε"
στον κόσμο της λογοτεχνίας; Θεωρείτε ότι έχετε δεχθεί επιρροές από κάποιους
ομότεχνούς σας, έλληνες ή ξένους, σύγχρονους ή κλασσικούς, στο δικό σας τρόπο
γραφής, ύφους ή θεματολογίας;
Η παρακαταθήκη από κάποια "νόστιμα"
παιδικά και εφηβικά αναγνώσματα, έγινε η
αιτία να περάσω σύντομα στους Έλληνες και ξένους κλασσικούς και στη συνέχεια
στους σύγχρονους λογοτέχνες. Για την ακρίβεια όμως, τα μυθιστορήματα του Λόρενς
Ντάρελ, που σήμερα τα ξέρουμε ως ενιαίο έργο με το συλλογικό τίτλο «Αλεξανδρινό Κουαρτέτο», ήταν
αυτά που με παρέσυραν να αγαπήσω αληθινά τη λογοτεχνία, ίσως γιατί μέσα απ’
αυτό το βιβλίο αναδεικνύεται ξεκάθαρα ότι η τέχνη της γραφής είναι οδυνηρά
ασκητική κι αυτό είναι συμβατό με την ιδιοσυγκρασία μου.
Δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα αν έχω δεχτεί και από
πού, επιρροές "ύφους" γιατί αυτό είναι κάτι που κινείται στη σφαίρα
του ασυνείδητου.
12)
Ποιά είναι τα αγαπημένα σας βιβλία και συγγραφείς; Από την ελληνική και
παγκόσμια λογοτεχνία υπάρχει κάποιο βιβλίο το οποίο έχετε λατρέψει, το οποίο "ζηλεύετε"
ως λογοτεχνικό έργο και θα θέλατε, ή ονειρεύεστε να έχετε συγγράψει εσείς;
Όπως προανέφερα το «Αλεξανδρινό Κουαρτέτο» το έχω θαυμάσει και λατρέψει ως
λογοτεχνικό έργο και φυσικά… θα ήθελα να το είχα γράψει.
13)
Πιστεύετε πως ο συγγραφέας πρέπει να ταξιδεύει ώστε να έχει κάποια βιώματα από
τις χώρες και τις τοποθεσίες τις οποίες, τυχόν, περιγράφει στα βιβλία του και
πόσο εφικτό είναι αυτό στην πράξη κατά τη γνώμη σας; Είναι απαραίτητο κάτι
τέτοιο, απλά και μόνο, για την "διεύρυνση
των οριζόντων" του;
Είναι γεγονός ότι η "εκ των έσω" γνωριμία
μας μ’ ένα τόπο, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το ατμοσφαιρικό αποτέλεσμα του
βιβλίου. Αν είναι εφικτό ή όχι, δεν μπορώ να το κρίνω γιατί ο κάθε συγγραφέας
έχει διαφορετικές προτεραιότητες στη ζωή του. Προσωπικά, επειδή αγαπώ τα
ταξίδια, οι λογοτεχνικοί προορισμοί που αναφέρω στα βιβλία μου, μου είναι πάντα
γνώριμοι.
14)
Θεωρείτε ότι ο συγγραφέας θα πρέπει να ασχολείται με διαφορετικά είδη
λογοτεχνίας και να "πειραματίζεται"
θεματολογικά, ρισκάροντας το υπάρχον αναγνωστικό του κοινό, ή θα όφειλε να
εμμένει στο είδος που τον έχει καθιερώσει;
Η ευθύνη του συγγραφέα είναι να καταπιάνεται με το
αφηγηματικό είδος που γνωρίζει καλύτερα και που κατά συνέπεια αγαπά. Μετά από
κάποιους τίτλους ο καθένας γνωρίζει το ψωμί που ζυμώνει καλύτερα. Επομένως, δεν
πρόκειται για κάποιου είδους "σύμβαση" με τον αναγνώστη, γιατί λίγο
πολύ όλοι έχουμε ρισκάρει μέχρι να μάθουμε τί είναι αυτό που αληθινά αγαπάμε.
15)
Πιστεύετε πως οι συγγραφείς οφείλουν να προβληματίζουν τους αναγνώστες "αφυπνίζοντας" τη σκέψη τους,
ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε να είναι απλά και μόνο ψυχαγωγικός;
Εσείς, ποιά μηνύματα επιδιώκετε να "περάσετε"
στους αναγνώστες σας και σε ποιό είδος αναγνωστικού κοινού, συνήθως,
απευθύνεστε μέσα από το συγγραφικό έργο σας;
Όπως προανέφερα, δεν μπορούμε να αφαιρέσουμε το
στοχασμό από τη λογοτεχνία, υπό αυτή την έννοια λοιπόν, αφυπνιζόμαστε από
κοινού, συγγραφέας και αναγνώστης. Τα "μηνύματα" με τη συνηθισμένη έννοια τους, δεν έχουν χώρο
στη λογοτεχνία. Γεγονότα καταγράφουμε και αναδεικνύουμε και μέσα απ’ αυτά ο αναγνώστης
μπορεί να διαμορφώσει τις δικές του εντυπώσεις. Όσο για το είδος του
αναγνωστικού κοινού που αναφέρετε, πιστεύω πως δεν επιτρέπεται σε κανέναν
συγγραφέα να κατηγοριοποιεί τους αναγνώστες και να δηλώνει ότι απευθύνεται "εδώ"
ή "εκεί".
16)
Θεωρείτε πως η σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για έναν συγγραφέα και,
ειδικότερα, οι τόσο δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε τελευταία στην πατρίδα
μας; Ή μήπως το ζητούμενο από τους αναγνώστες είναι ακριβώς η "φυγή" από αυτήν την ζοφερή
πραγματικότητα;
Το ζητούμενο του κάθε αναγνώστη είναι διαφορετικό.
Άλλοι αναζητούν την αφύπνιση και κάποιοι άλλοι τη φυγή. Εκείνο που μπορώ να πω
με βεβαιότητα και με ανακούφιση, είναι πως η νέα γενιά είναι περισσότερο
αφυπνισμένη, αρνούμενη πεισματικά τη
λογοτεχνική αστερόσκονη.
17)
Στην σύγχρονη πραγματικότητα και στην εποχή της άκρατης τεχνολογίας ποιά
θεωρείτε πως είναι η θέση του λογοτεχνικού βιβλίου; Περνάει τελικά το βιβλίο
κρίση στη χώρα μας ή διεθνώς και τί θα μπορούσαμε να κάνουμε ώστε να γίνει πιο
προσιτό στο αναγνωστικό κοινό και ιδιαίτερα στους νέους;
Φυσικά και περνάει κρίση ο χώρος του βιβλίου, αλλά
τους νέους ποτέ δεν τους φοβήθηκα, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ανήκουν στο
χώρο του βιβλίου και είναι και η ελπίδα μας για ένα καλύτερο μέλλον.
18)
Είχατε κάποιους "ενδοιασμούς"
όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας βιβλίο προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς
την αποδοχή που θα τύχαινε αυτό από το αναγνωστικό κοινό; Η θεματολογία των
βιβλίων σας, πιστεύετε πως παίζει τον δικό της ρόλο στην αποδοχή αυτή;
Αλίμονο, αν δεν έχεις ενδοιασμούς στο πρώτο σου
βιβλίο. Και βέβαια αγωνιούσα. Σε κάθε βιβλίο δεν παίζει ρόλο η γενικότερη
θεματολογία αλλά ο εσωτερικός πυρήνας του. Οι πολλές και διαφορετικές
συνιστώσες που δομούν τον πυρήνα έχουν να κάνουν με την αποδοχή ή τη μη αποδοχή
του.
19)
Εσείς, με την έως τώρα πείρα σας στον χώρο της συγγραφής, τί θα συμβουλεύατε
όλους τους νέους επίδοξους συγγραφείς, που ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα
βιβλίο τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων και, ιδιαίτερα, εν μέσω αυτής της
δύσκολης οικονομικής συγκυρίας;
Να αγαπήσουν το καλάθι των αχρήστων. Να μη λυπούνται
να σκίσουν σελίδες και να συνειδητοποιήσουν έγκαιρα ότι η συγγραφή απαιτεί
χρόνο και κυρίως μόχθο.
20)
Κλείνοντας και, αφού σας ευχαριστήσω θερμά για την τιμή της παραχώρησης αυτής της συνέντευξης, θα ήθελα να σας ευχηθώ
ολόψυχα καλή επιτυχία σε όλα σας τα βιβλία και ειδικότερα, στο νέο μυθιστόρημά σας «ΣΜΑΡΩ Από τον Βόσπορο στον Σηκουάνα», και να σας ρωτήσω για
τα άμεσα συγγραφικά σας σχέδια. Τί να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον;
Πραγματεύομαι
ένα βιβλίο με μεγάλο ιστορικό ενδιαφέρον. Βρίσκομαι σε πολύ καλό δρόμο έχοντας
ήδη ξεπεράσει ένα τεράστιο σκόπελο από βιβλιογραφίες και μαρτυρίες. Αν όλα πάνε
καλά στην πορεία, πιστεύω να έχω σύντομα νέα. Ευχαριστώ κι εγώ για τη συνέντευξη και για τις όμορφες ευχές σας, επίσης.
Η
Δέσποινα Χατζή γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Εργάστηκε στην Αιμοδοσία του
Νοσοκομείου Παίδων «Η Αγία Σοφία» και στην Αιμοδοσία του Αντικαρκινικού Ογκολογικού Νοσοκομείου Αθηνών «Άγιος Σάββας», ως Τεχνολόγος Ιατρικών
Εργαστηρίων, από το 1986 έως το 2012. Παράλληλα ασχολήθηκε με εναλλακτικές
θεραπείες και είναι δασκάλα Ρέικι. Σήμερα εργάζεται εθελοντικά στους Γιατρούς
του Κόσμου. Είναι παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών.
Την
ενδιαφέρουν πολύ τα ταξίδια καθώς έτσι προσεγγίζει και γνωρίζει διαφορετικούς
πολιτισμούς.
Έργα
της ίδιας: «Μοιρογιασεμόλαδο»
(μυθιστόρημα), «Ζωή σαν κρύσταλλο»
(μυθιστόρημα), «Ο Λαέρτης και το
μολύβι του σε ρυθμούς τανγκό»
(νουβέλα) και «Έρωτας μαΐστρος»
(μυθιστόρημα), που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μίνωας (2014).
Πρόσφατη
Εργογραφία Δέσποινας Χατζή:
Εκδόσεις:
Μίνωας
Σελίδες:
576
Τιμή:
16,99€
Υπόθεση
Οπισθόφυλλου:
«Κωνσταντινούπολη
1953.
Η
νεαρή Ζαππίδα, Σμαρώ Παπάζογλου γοητεύεται απ’ το αιρετικό πνεύμα του
τριαντάχρονου καθηγητή και λογοτέχνη Κωνσταντίνου Βαΐτση κι εκείνος από το
απαιτητικό μυαλό της.
Αναπόφευκτα
ένας δυνατός έρωτας γεννιέται.
Η
ζωή του καθηγητή όμως μοιάζει να έχει οφθαλμοφανή κενά.
Η
έντεχνη σιωπή του καθώς και τα αλλεπάλληλα ταξίδια του στο Παρίσι κινούν
υποψίες στην οικογένεια Παπάζογλου.
Τα
φρικαλέα γεγονότα της 6ης Σεπτεμβρίου του ’55 αλλάζουν ριζικά τη ζωή της οικογένειας
στην Πόλη.
Οι
ξέγνοιαστες διακοπές στα Πριγκιποννήσια, οι βεγγέρες, οι χοροί και ο υδάτινος
κόσμος των χαμάμ μοιάζουν παρελθόν.
Η
μνήμη πονά σαν ανοιχτό τραύμα.
Έρωτες
ανατρέπονται, αποφάσεις αλλάζουν, πεποιθήσεις κλονίζονται, ενώ ένας βίαιος και
ατυχής γάμος οδηγεί τη Σμαρώ στην εξαφάνιση.
Σαράντα
τέσσερα χρόνια μετά ο γιος της, Μηνάς Βογιατζόγλου, αναζητά τα ίχνη της.
Την
προσωπική του έρευνα ενισχύει η στενή του φίλη, η Ελληνογαλλίδα ηθοποιός, Αρλέτ
Μαρσέν.
Ανακαλύπτοντας
ένα κομμάτι του παζλ θα οδηγηθούν στο Παρίσι μισό αιώνα πίσω.
Τι
απέγινε η Σμαρώ και ο νεανικός της έρωτας και ποια η σχέση της με το Παρίσι;
«Ένα
κοσμοπολίτικο μυθιστόρημα με αναφορές στη ζωή των Ελλήνων της Πόλης και στο
Παρίσι της τέχνης και της διανόησης, αναδεικνύοντας καρέ καρέ την αξία των
γραμμάτων και του πολιτισμού».
Εκδόσεις:
Μίνωας
Σελίδες:
400
Τιμή:
9,99€
Υπόθεση
Οπισθόφυλλου:
«Στα
δεκαοχτώ της η Νίνα φεύγει απ’ το νησί που μεγάλωσε με σκοπό να μην ξαναγυρίσει
ποτέ, απογοητευμένη από τον πόνο και την απόρριψη που εισέπραξε απ’ τα ίδια της
τα αδέλφια.
Στην
Αθήνα προσδοκά τη λύτρωση, αλλά ένας έρωτας οδυνηρός και «απαγορευμένος» τη
στιγματίζει...
Όταν
αρκετά χρόνια μετά επιστρέφει στο νησί, καινούρια ερωτήματα γεννιούνται.
Τι
δεν πρόλαβε να της πει ο πατέρας της πριν πεθάνει;
Πόσο
τυχαία είναι η συνάντησή της στο νησί με έναν σαραντάχρονο γεωπόνο;
Με
τη βοήθεια της Φρόσως, της ενορατικής γυναίκας που τη μεγάλωσε, θα οδηγηθεί
βήμα βήμα στις απαντήσεις…
Θα
καταφέρει η Νίνα να απεγκλωβιστεί οριστικά από το παρελθόν της, να πιάσει την
άκρη του νήματος και να την ενώσει με το σήμερα;
Θα
επιστρέψει στον ζωγράφο Άλκη Φωτίου, που την περιμένει υπομονετικά στην Αθήνα,
για να ζήσουν μαζί έναν έρωτα μαΐστρο;
Για
να γεννηθεί το καινούριο, πρέπει να πεθάνει το παλιό.
Για
να ζήσεις το παρόν, πρέπει να κλείσεις τους λογαριασμούς σου με το παρελθόν.»
Διαβάστε
την κριτική μου για το βιβλίο στους «Φίλους Της Λογοτεχνίας» εδώ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου