«Ο
ΙΣΤΟΣ», των Γιάννη & Μαρίνας Αλεξάνδρου
– Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη
Εκδόσεις:
Λιβάνη
Σελίδες:
416
Τιμή
με έκπτωση: 14,31€
Σύμφωνα με το πασίγνωστο αγαπημένο
τραγούδι «οι παλιές αγάπες πάνε στον
Παράδεισο» στα πιο μεγάλα «θέλω» κάνουν πίσω και δεν πρέπει να μιλάμε γι’
αυτές… Σε αντίθεση με την προτροπή του εμβληματικού στίχου, που είναι εμπνευσμένος
από ένα εξαιρετικό βιβλίο, εγώ θα υποστηρίξω πως οι παλιές αγάπες δεν κάνουν πίσω
αλλά μπορούν να παραμένουν το ίδιο ζωντανές και να ανθίζουν, ακόμα και μετά από
πολλά χρόνια αλλά και μετά από πολλά βιβλία. Για μένα αυτή η «παλιά αγάπη»
είναι το χαρισματικό συγγραφικό ζεύγος με το αστείρευτο ταλέντο και την
ανεξάντλητη έμπνευση, η Μαρίνα και ο Γιάννης Αλεξάνδρου, που στο πέρασμα της
μακρόχρονης και επιτυχημένης συγγραφικής τους πορείας μάς έχουν χαρίσει πολλά
και αξιόλογα βιβλία. Τους θεωρώ «παλιά αναγνωστική αγάπη» διότι τους «γνώρισα»
μέσα από τα αλησμόνητα βιβλία τους πολύ πριν μπει το διαδίκτυο στη ζωή μας,
πολύ πριν αποκτήσουμε προφίλ στο Facebook, ομάδες βιβλίων και φιλαναγνωστικά
ιστολόγια… Μυήθηκα στο έργο τους μέσα από τα μυθιστορήματά τους που με
προσέλκυαν στις βιτρίνες βιβλιοπωλείων και σε καλοκαιρινές εκθέσεις βιβλίων,
τότε που μπορούσαμε ακόμη να τις επισκεπτόμαστε και να επιστρέφουμε με τσάντες
γεμάτες βιβλία, αφού δεν τα αγοράζαμε συχνά, όμως φροντίζαμε να μη μας μένει
κανένα αδιάβαστο.
Κυνηγούσα και κυνηγώ ακόμα κάθε νέο
τους πόνημα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως τα έχω ήδη διαβάσει όλα, αν και αυτός
είναι ο απώτερος στόχος μου. Είναι περιττό, επομένως, να διευκρινίσω πως το πιο
πρόσφατο βιβλίο τους –που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Λιβάνη με τον τίτλο «Ο Ιστός»–
δε θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να με αφήσει αδιάφορη. Ένας παραπάνω λόγος που
μου κέντρισε το ενδιαφέρον ήταν το γεγονός πως το συγκεκριμένο βιβλίο
διαδραματίζεται κατά ένα μεγάλο μέρος του στην πανέμορφη γενέτειρά μου, τη Ρόδο
των Δωδεκανήσων, του ήλιου και της θάλασσας, του τουρισμού, των ελαφιών, της
Ιστορίας, του Κολοσσού και των Ιπποτών. Τη Ρόδο την απόρθητη, που προσπάθησαν
πολλοί να καταλάβουν από τους Ιωαννίτες Ιππότες, αλλά πέρασαν πολλά χρόνια και
χρειάστηκαν πολλές πολιορκίες και ύπουλες προδοσίες για να παραδοθεί τελικά στα
πολεμοχαρή χέρια του Σουλεϊμάν του μεγαλοπρεπούς, τη «σκιά του Αλλάχ στη γη»,
όπως αρέσκονταν να τον αποκαλούν οι δουλοπρεπείς υπήκοοί του…
Φυσικά, δεν αμφέβαλλα στιγμή πως οι
αγαπητοί συγγραφείς θα κέρδιζαν και αυτό το «στοίχημα» με τους αναγνώστες τους,
προσφέροντάς μας ένα βιβλίο ισάξιο των υπολοίπων τους. Αυτό, όμως, που δεν
μπορούσα να υποψιαστώ ήταν το πόσο πολύ θα ξεπερνούσαν τον εαυτό τους,
καταφέρνοντας να συνδυάσουν τόσα πολλά είδη λογοτεχνίας μέσα σε ένα σχετικά
μέτριου μεγέθους βιβλίο, που δεν ξεπερνά τις 416 σελίδες. Κι όμως, αυτό το
βιβλίο περιέχει ένα μυθιστόρημα ιστορικό –που μάλιστα εκτείνεται σε τρεις διαφορετικές
περιόδους, τις οποίες θα σας επισημάνω στη συνέχεια–, ένα μυθιστόρημα
αστυνομικό στη σύγχρονη εποχή και ένα μυθιστόρημα ερωτικό και κοινωνικό, από
εκείνα που συγκινούν κάθε ρομαντική ψυχή και αποπνέουν βαθύ και σοβαρό
προβληματισμό για όσα συμβαίνουν γύρω μας. Πιστέψτε με, δεν υπερβάλλω, ούτε στο
ελάχιστο, γράφοντας τα παραπάνω καθώς το συγγραφικό ζεύγος Αλεξάνδρου, μέσα σε
αυτές τις «περιορισμένες» σελίδες, κατόρθωσαν να συμπυκνώσουν ένα μυθιστόρημα
που ίσως άλλοι συγγραφείς θα χρειάζονταν δύο ή τρεις τόμους για να το
ολοκληρώσουν. Και το καλύτερο όλων, για μένα τουλάχιστον; Το παράρτημα στο
τέλος του βιβλίου, όπου οι συγγραφείς μάς παραθέτουν κάποιες από τις πηγές
τους, είναι για έναν ακόμα λόγο το αγαπημένο μου, αφού το αφιέρωμα της
εφημερίδας Έθνος που δημοσιεύτηκε το 2012 –γραμμένο από την κ. Νέλλη Καψή–, θα
μπορούσε άνετα να αποτελεί μια αναδρομή στις δικές μου πολύτιμες αναμνήσεις από
τη Ρόδο της παιδικής μου ηλικίας και την παραδοσιακή ξενάγηση στο μοναδικό νησί
την οποία επαναλαμβάναμε ακούραστοι με τους γονείς μου για όλους όσοι μας
επισκέπτονταν κάθε καλοκαίρι…
Αν και είναι φύσει αδύνατο, θα
προσπαθήσω να σας βάλω –έστω και επιγραμματικά– στην κύρια πλοκή του βιβλίου.
Οι συγγραφείς ξεκινούν από το παρόν στην Ελλάδα της κρίσης και του καθημερινού
αγώνα για επιβίωση στον οποίο επιδιδόμαστε οι περισσότεροι από εμάς. Δύο
οικογένειες που βλέπουν τους κόπους τόσων χρόνων να αποβαίνουν άκαρποι και τα
οικονομικά περιθώριά τους να στενεύουν επικίνδυνα, βάζουν σε λειτουργία το
αθάνατο και ακατάβλητο ελληνικό επιχειρηματικό πνεύμα και μεγαλουργούν.
Μετατρέπουν την κρίση και την απειλή για χρεωκοπία και φτωχοποίηση σε απρόσμενη
ευκαιρία για αλλαγή «πλεύσης» και δυνατότητα επαγγελματικής εξέλιξης. Τα παλιά
αρχοντικά σπίτια που κληρονομούν από την οικογένειά τους μετατρέπονται με πολύ
αγώνα, αιματηρές οικονομίες, προσωπική εργασία και μεράκι σε καλόγουστες
πανσιόν: η «Βίλα Αντιγόνη», στο Χαλάνδρι των βόρειων προαστίων της Αθήνας, και
η «Βίλα Μαλτέζα», στη γραφική Παλιά Πόλη της Ρόδου, προσφέρουν μία νέα
επαγγελματική ευκαιρία στους ιδιοκτήτες τους και μία ασύγκριτη ευκαιρία για
αναγνωστική απόλαυση σε εμάς, που διαβάζουμε με κομμένη την ανάσα τις
περιπέτειες οι οποίες εκτυλίσσονται εκεί με καταιγιστικό ρυθμό και με μία
πλειάδα ηρώων-ενοίκων.
Ταυτόχρονα, οι συγγραφείς
–παραμένοντας πάντοτε πιστοί στην αγάπη τους για την Ιστορία και στο «πάντρεμά»
της με την ευρηματική μυθοπλασία τους–, ξετυλίγουν αμέτρητα ιστορικά γεγονότα. Άλλοτε
πρωταγωνιστούν Ιωαννίτες Ιππότες που πολεμούν λιονταρίσια εναντίον των Οθωμανών
πολιορκητών και Ροδίτισσες που επιδεικνύουν αξιοθαύμαστο θάρρος και ακολουθούν
τους αγαπημένους τους εκπατρισμένες μέχρι τη Μάλτα. Ενίοτε άνθρωποι αρχοντογεννημένοι
που ακολουθούν την καρδιά τους, τα ρισκάρουν όλα για τον σαρωτικό έρωτα και
επιστρέφουν πίσω στις μακρινές ρίζες τους στις αρχές του εικοστού αιώνα. Άλλοτε άνθρωποι που δε διστάζουν να ακολουθήσουν τον έρωτα κόντρα σε όσα προστάζει ο
αδηφάγος Β΄ παγκόσμιος πόλεμος, αλλά και όσα επώδυνα καλούνται να πληρώσουν για
την ελευθερία. Ενίοτε νέοι γονείς και συνταξιούχοι στη σύγχρονη εποχή, που αποφασίζουν
να τα ρισκάρουν όλα για να δώσουν την ευκαιρία στη μικρή οικογένειά τους να
επιβιώσει και ίσως να διεκδικήσει εκ νέου την ευτυχία. Άλλοτε μυστικοί πράκτορες της
αστυνομίας που κυνηγούν απερίσπαστοι τους επιτήδειους «στόχους» τους σε Αθήνα,
Ρόδο και Γενεύη, μόνο για να συνειδητοποιήσουν πως ο πανδαμάτορας έρωτας κυνηγάει
και αιχμαλωτίζει τους ίδιους. Και, τέλος, αδίστακτοι εγκληματίες που προσκυνούν μόνο τον
θεό του χρήματος, αδιαφορώντας για όσα αθώα θύματα βρεθούν στον καταστροφικό
δρόμο τους…
Θα μπορούσα να γράψω σελίδες για αυτό
το υπέροχο, μεστό, συμπυκνωμένο, καθηλωτικό μυθιστόρημα, χωρίς και πάλι να
αποκαλύψω οτιδήποτε σημαντικό από όσα λαμβάνουν χώρα, όμως πραγματικά αυτό
είναι ένα αναγνωστικό ταξίδι που θα απολαύσετε στο έπακρο και δε θα ήθελα να
σας το στερήσω. Ο «Ιστός»
είναι ένα ακόμα υποδειγματικό έργο του αγαπητού συγγραφικού ζεύγους Αλεξάνδρου,
για το οποίο τους αξίζουν θερμά συγχαρητήρια, το οποίο λάτρεψα κυριολεκτικά και
διάβασα δύο απανωτές φορές –μη χορταίνοντάς το από την πρώτη ασθμαίνουσα και
ανυπόμονη ανάγνωσή μου– και το οποίο σας προτείνω ανεπιφύλακτα, Φίλοι μου!
Υπόθεση
Οπισθόφυλλου:
Δυο
παλιές βίλες μετατρέπονται σε ξενοδοχεία. Η μία στο Χαλάνδρι και η άλλη στην
παλιά πόλη της Ρόδου.
Οι
ιδιοκτήτες τους παλεύουν να πετύχουν σε μια εποχή που ο τουρισμός υπόσχεται
πολλά. Άθελά τους όμως μπλέκονται στα σχέδια λαθρεμπόρων πολύτιμων λίθων,
βάζοντας σε κίνδυνο ακόμα και την ίδια τους τη ζωή.
Δύο
παράλληλες ιστορίες ενώνονται σε έναν κρίκο. Η μία στη μεσαιωνική Ρόδο, τη
Μάλτα και την Ιταλία, ενώ η άλλη, η σύγχρονη, στην Αθήνα, τη Ρόδο και τη
Γενεύη. Βιώνουμε τους πόθους και την αγάπη της Αναστασίας, που ακολούθησε τον
Ιππότη της στην οδύσσειά του μέχρι τη Μάλτα, όταν οι Τούρκοι πολιόρκησαν και
κατέλαβαν τη Ρόδο.
Το
χθες είναι μαγευτικό και μας παρασύρει ονειρικά. Το σήμερα όμως ανεβάζει την
αδρεναλίνη και μας αγγίζει έντονα. Γιατί έτσι είναι πάντα στην Ελλάδα, ή όλα
μαζί ή τίποτα…
Η
νύχτα γύρω από την Έτη και τον Αντρέα στην αυλή της «Βίλα Μαλτέζα» ήταν
βελούδινη. Το καλοκαίρι πλανεύει και οδηγεί στον έρωτα και τις πιο κλειστές
καρδιές. Είχε περάσει πολύς καιρός που ένας άντρας την κοίταζε κάπως... Και της
μιλούσε έτσι...
– Έλα να σου δείξω
την πανσιόν «Βίλα Αντιγόνη», είπε η Άντη στον Χρήστο. Σε μια εσοχή της σκάλας,
η Άντη έσπρωξε τον τοίχο και με αυτόν τον τρόπο άνοιξε ένα κρυφό πέρασμα.
Εμβρόντητη είδε δύο άντρες να έχουν επάνω στο τραπέζι απλωμένα διαμάντια,
σμαράγδια και ρουμπίνια.
Η Αναστασία άρχισε να
χορεύει κάτω από τη βροχή. Ελευθέρωνε και ξόρκιζε όλους τους φόβους, τις
ανασφάλειες και τις αγωνίες που πέρασε. Τώρα διεκδικούσε το δικαίωμα στη ζωή. Ο
Ντε Ρεβέλ άπλωσε το μπράτσο του και εκείνη το έπιασε για να ανέβει πάνω στο
άλογο μαζί του. Τώρα ξεκινούσαν από την αρχή. Είχαν πια πατρίδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου