Ταξίδια Μέσα Από Τη Λογοτεχνία!

Η Λογοτεχνία είναι για μένα ένα «παράθυρο» σ' έναν μαγικό κόσμο. Κάθε βιβλίο μάς ταξιδεύει σε κόσμους πραγματικούς ή φανταστικούς, τωρινούς, μελλοντικούς ή παρελθοντικούς. Ένα είναι το μόνο σίγουρο, κάθε βιβλίο που μας ενθουσιάζει, μας εντυπωσιάζει ή μας μαγεύει θέλουμε να το μοιραστούμε με άλλους φίλους-αναγνώστες. Έτσι κι εγώ, θέλω να μοιραστώ μαζί σας όσα βιβλία με ενθουσίασαν και με «γέμισαν» με πρωτόγνωρες ιδέες, εικόνες και συναισθήματα. Σαφώς και η άποψη του κάθε αναγνώστη είναι μοναδική και ένα βιβλίο που εμείς λατρέψαμε μπορεί κάποιος άλλος να το αντιπάθησε ή ακόμα και να το μίσησε... Μέσα από αυτήν την οπτική θεωρώ φρόνιμο να μη σχολιάζω όσα βιβλία δεν με εντυπωσίασαν ή με άφησαν αδιάφορη, διότι η άποψή μου είναι απολύτως υποκειμενική. Δεν θα ήθελα να προκαταλάβω αρνητικά κανέναν αναγνώστη, αποτρέποντάς τον από το να διαβάσει ένα βιβλίο το οποίο, ενδεχομένως, να τον ενθουσιάσει. Κάθε βιβλίο απαιτεί το κατάλληλο περιβάλλον, το υπόβαθρο και την ανάλογη διάθεση για να εκτιμηθεί, οπότε καλό θα είναι να μην απορρίπτουμε ποτέ τίποτα. Η έκφραση και αποτύπωση της δικής μου γνώμης για κάθε βιβλίο -αλλά και των απόψεων και σχολιασμών άλλων φίλων-συγγραφέων-αναγνωστών, που αναγράφονται στη σχετική κατηγορία-, έχουν ως μοναδικό σκοπό να εκφράσουν τον θαυμασμό μας για ορισμένα βιβλία που θεωρούμε άξια λόγου και θέλουμε να γίνουν ευρέως γνωστά, βοηθώντας έτσι τους αναγνώστες στην επιλογή του επόμενου βιβλίου που θα διαβάσουν. Πάντοτε με το μεγαλύτερο σεβασμό και θαυμασμό για όλους τους συγγραφείς, που μέσα από τις σελίδες των βιβλίων τους μας «ταξιδεύουν» μακριά από την εκάστοτε πραγματικότητα ή μας βοηθούν να την κατανοήσουμε καλύτερα, αλλά σε κάθε περίπτωση στολίζουν την ψυχή μας, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ!

Κλειώ Ισιδ. Τσαλαπάτη

Σάββατο 9 Ιουνίου 2018

«Η ΑΠΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΜΝΗΣΤΗΡΟΣ», της Κωνσταντίνας Σ. Λιβιεράτου – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη


«Η ΑΠΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΜΝΗΣΤΗΡΟΣ», της Κωνσταντίνας Σ. Λιβιεράτου – Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη
Εκδόσεις: Κέδρος
Σελίδες: 88
Τιμή: 9,90€

          Οι αρχαίοι πρόγονοί μας έλεγαν το εξής ρητό κατά μία παράφραση μιας άλλης αρχικής ρήσης: «οκ ν τ πολλ τ ε, λλ᾿ ν τ ε τ πολύ». Διαβάζοντας αυτή τη μικρή νουβέλα με τον "ιντριγκαδόρικο" και πρωτότυπο τίτλο «Η Απαγωγή Του Μνηστήρος» της Κωνσταντίνας Λιβιεράτου, που κυκλοφορεί από τις αγαπημένες εκδόσεις Κέδρος, δεν μπορώ παρά να αναγνωρίσω τη σοφία και τη σωστή θεώρηση των πραγμάτων που είχαν οι αρχαίοι Έλληνες, σε αντίθεση ίσως με τους σημερινούς. Ένα βιβλιαράκι τόσο ολιγοσέλιδο που μπορεί κανείς να ολοκληρώσει την ανάγνωσή του μέσα σε μια, μιάμιση ώρα το πολύ αλλά το σκέφτεται για πολύ καιρό μετά και, πιθανότατα όπως έκανα κι εγώ, το ξαναδιαβάζει αρκετές φορές καθώς όλο και υπάρχει κάτι ακόμα, πέρα από την κεντρική ιστορία, που αξίζει να "ανακαλυφθεί". Χωρίς υπερβολή, αυτή η μικρή νουβέλα είναι στην ουσία ένα "μεγάλο" βιβλίο, γεμάτο από ιστορικά στοιχεία, χιούμορ, έρωτα, τόλμη, αληθινή και ασυμβίβαστη αγάπη, αλλά και πάμπολλα χτυπήματα της Μοίρας, δυστυχία και πόνο, ακριβώς όπως είναι και η αληθινή ζωή. Πώς θα μπορούσε να συμβαίνει διαφορετικά άλλωστε, αφού αποτελεί την πραγματική ιστορία της γιαγιάς της συγγραφέως, της Ντούλας από το Κωνσταντούλας, η οποία –μέσα στα μόλις σαράντα χρόνια που έζησε– κατόρθωσε να διάγει μια ζωή πλήρη από όλες τις απόψεις και έτσι να γίνει η έμπνευση όχι μόνο αυτού του βιβλίου αλλά και της ίδιας της εγγονής της, με το πείσμα και το πάθος που τη διέκριναν.  
          Η  ιστορία μας ξεκινά από την Κρήτη, τον τόπο καταγωγής της οικογένειας της Ντούλας, στα τέλη του 19ου αιώνα όταν ακόμα οι βεντέτες κυριαρχούσαν και "ξόδευαν" αλύπητα ολόκληρες οικογένειες στο όνομά τους. Μια νεαρή χήρα, η Ευγενία, θέλοντας να εκδικηθεί τον άδικο θάνατο του άντρα της από τον Τουρκοκρητικό Χασάν, ο οποίος ακολούθησε το πρόσταγμα μιας εκατόχρονης σχεδόν βεντέτας, πήρε το τουφέκι και τη μοίρα της στα χέρια της. Ανήκουστο για εκείνη την εποχή, όμως η απόγνωση, ο φόβος και το ανυπότακτο ένστικτο της επιβίωσης και της προστασίας των τριών παιδιών της, την οδήγησαν στον φόνο του Χασάν και την ταχύτατη φυγή της "ακέφαλης" οικογένειάς της προς το μακρινό Μεσολόγγι. Το Μεσολόγγι το οποίο, αφού αποδεκατίστηκε μετά τη μεγάλη σφαγή στην ηρωική Έξοδο, κράτησε ως "μαγιά" ακριβοθώρητη τις οκτώ ντόπιες οικογένειες που επέζησαν και εμπλούτισε τον πενιχρό πληθυσμό του με πολλούς αγωνιστές, ανώνυμους και επώνυμους, αλλά και πολλούς επτανήσιους, κυρίως Κεφαλλονίτες, που προσπαθούσαν να βρουν μια πιο "στέρεα" γη για να αποφύγουν τα συχνά και καταστροφικά ξεσπάσματα του Εγκέλαδου στο πολύπαθο νησί τους. Έτσι, η θαρραλέα Ευγενία μαζί με τα τρία αγόρια της, εναπόθεσε τις ελπίδες της στον ελεήμονα Θεό, στο εύφορο Μεσολόγγι και στη σκληρή και αγόγγυστη δουλειά όλων τους.
          Τα χρόνια πέρασαν, οι ήρωές μας "αφομοιώθηκαν" στη νέα πατρίδα τους και κατάφεραν να ορθοποδήσουν, όμως η Μοίρα τους "κατάφερε" κι άλλο ένα τραγικό χτύπημα, αφήνοντας τη χαροκαμένη μάνα με δύο γιους, εκ των οποίων ο ένας ο Αναστάσιος έφυγε για να κρυφτεί και δεν τον ξαναείδε. Έχοντας δίπλα της πια μόνο τον Νικόλα, και αυτόν με δανεικό επώνυμο για τον φόβο της βεντέτας, συνέχισε να αγωνίζεται μη βγάζοντας ποτέ ξανά τα μαύρα. Ο Νικόλας, που πλέον άκουγε στο επώνυμο Μπαρμπετάκης και όχι Θεοδωράκης μετά τον άδικο θάνατο του αδερφού του Σπυρίδωνα από μαχαίρωμα, παντρεύτηκε και έφερε στον κόσμο πέντε παιδιά με τελευταίο και πιο πεισματάρικο, αφού γεννήθηκε με το που μπήκε ο νέος αιώνας, την Ντούλα. Επαληθεύοντας και τιμώντας τις γενναίες κρητικές καταβολές της, η ηρωίδα μας έδειξε από μικρή πως δεν μπορεί εύκολα να χειραγωγηθεί ούτε να μπει σε καλούπια και κανόνες. Όμορφη, ατίθαση, γενναία και ικανή, η κοπέλα ποτέ δεν άκουγε τους άλλους, ενώ τα κατάφερνε συχνά πολύ καλύτερα από τα αδέρφια της σε δουλειές αντρικές. Έτσι, όταν είδε για πρώτη φορά τον Κεφαλλονίτη Μπάμπη, έναν μπον-βιβέρ είκοσι χρόνια μεγαλύτερό της, δε δίστασε στιγμή να αποφασίσει πως αυτόν θέλει για άντρα της, ο κόσμος να χαλάσει. Το πείσμα της αχαλίνωτο, όπως και ο έρωτάς της για τον γοητευτικό, ευκατάστατο επιχειρηματία, σχεδιαστή και κατασκευαστή χειροποίητων δερμάτινων παπουτσιών, ενώ η θέλησή της ατσαλένια αφού κατάλαβε πως ο έρωτάς της είχε βρει την πολυπόθητη ανταπόκριση. Μετά από έναν πενταετή αρραβώνα που άφηνε τον Μπάμπη σίγουρο για την όμορφη, νεαρή αρραβωνιαστικιά του, η οποία "άνθιζε" μέρα με τη μέρα, κι εκείνη ανυπόμονη και ανικανοποίητη, η Ντούλα αποφάσισε να βάλει τέλος στην μποέμικη, εργένικη και καλοβολεμένη ζωή του μνηστήρα της οργανώνοντας μονάχη της την απαγωγή του!
          Η συγγραφέας, με μια γραφή φρέσκια, παραστατική, συχνά χιουμοριστική και καυστική περιγράφει παραπάνω από μισό αιώνα ζωής, ζωντανεύοντας τους θυελλώδεις βίους των προγόνων της, αλλά και πολλά κομμάτια της Ιστορίας μας που πολλοί ίσως αγνοούν. Οι ήρωές της ολοζώντανοι, οι ζωές τους συνταρακτικές μέσα στην απλότητα και την ανωνυμία τους κι εμείς παρακολουθούμε ξέπνοοι την πορεία τους θαυμάζοντας το θάρρος και την τόλμη τους, το πείσμα και την ξεροκεφαλιά τους, τους ισχυρούς δεσμούς αγάπης, που συχνά μπορούν να ξεπεράσουν πολλά ανυπέρβλητα εμπόδια, αλλά και την προδοσία, που συνήθως κρύβεται και καιροφυλακτεί εκεί όπου κανείς δεν την περιμένει. Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια στην εξαίρετη κ. Λιβιεράτου για το υπέροχο αυτό πόνημά της, μια «Απαγωγή Του Μνηστήρος» που αξίζει να διαβάσετε, Φίλοι μου!

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

«Η γιαγιά μου (1900-1940) δεν υπήρξε ηρωίδα σε κανέναν πόλεμο. Ούτε διέπρεψε σε κάποια επιστήμη ή τέχνη.

Έζησε μια σύντομη και ταπεινή ζωή στην ελληνική επαρχία, στον γυναικωνίτη του προηγούμενου αιώνα. Δεν της δόθηκαν ευκαιρίες, τις δημιούργησε μόνη της. Απόλαυσε το γλυκό κομμάτι της ζωής που της αναλογούσε, γιατί πάλεψε γι’ αυτό και το κέρδισε. Με πείσμα και πάθος.

Η γυναίκα αυτή, το 1920, κόντρα στα συντηρητικά ήθη της εποχής εκείνης, έκλεψε τον εκλεκτό της καρδιάς της. Τότε που συνηθιζόταν ο άντρας να κλέβει την κοπέλα που του αρνιόταν ο πατέρας-αφέντης.

Η σκληρή ιστορία μιας Κρητικιάς και ενός Κεφαλλονίτη, που γεννήθηκαν, αγαπήθηκαν, έζησαν και πέθαναν στο Μεσολόγγι.
Η ζωή της τολμηρής και ευφάνταστης Ντούλας και του θεοπάλαβου γλεντζέ Μπάμπη.»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου