Ταξίδια Μέσα Από Τη Λογοτεχνία!

Η Λογοτεχνία είναι για μένα ένα «παράθυρο» σ' έναν μαγικό κόσμο. Κάθε βιβλίο μάς ταξιδεύει σε κόσμους πραγματικούς ή φανταστικούς, τωρινούς, μελλοντικούς ή παρελθοντικούς. Ένα είναι το μόνο σίγουρο, κάθε βιβλίο που μας ενθουσιάζει, μας εντυπωσιάζει ή μας μαγεύει θέλουμε να το μοιραστούμε με άλλους φίλους-αναγνώστες. Έτσι κι εγώ, θέλω να μοιραστώ μαζί σας όσα βιβλία με ενθουσίασαν και με «γέμισαν» με πρωτόγνωρες ιδέες, εικόνες και συναισθήματα. Σαφώς και η άποψη του κάθε αναγνώστη είναι μοναδική και ένα βιβλίο που εμείς λατρέψαμε μπορεί κάποιος άλλος να το αντιπάθησε ή ακόμα και να το μίσησε... Μέσα από αυτήν την οπτική θεωρώ φρόνιμο να μη σχολιάζω όσα βιβλία δεν με εντυπωσίασαν ή με άφησαν αδιάφορη, διότι η άποψή μου είναι απολύτως υποκειμενική. Δεν θα ήθελα να προκαταλάβω αρνητικά κανέναν αναγνώστη, αποτρέποντάς τον από το να διαβάσει ένα βιβλίο το οποίο, ενδεχομένως, να τον ενθουσιάσει. Κάθε βιβλίο απαιτεί το κατάλληλο περιβάλλον, το υπόβαθρο και την ανάλογη διάθεση για να εκτιμηθεί, οπότε καλό θα είναι να μην απορρίπτουμε ποτέ τίποτα. Η έκφραση και αποτύπωση της δικής μου γνώμης για κάθε βιβλίο -αλλά και των απόψεων και σχολιασμών άλλων φίλων-συγγραφέων-αναγνωστών, που αναγράφονται στη σχετική κατηγορία-, έχουν ως μοναδικό σκοπό να εκφράσουν τον θαυμασμό μας για ορισμένα βιβλία που θεωρούμε άξια λόγου και θέλουμε να γίνουν ευρέως γνωστά, βοηθώντας έτσι τους αναγνώστες στην επιλογή του επόμενου βιβλίου που θα διαβάσουν. Πάντοτε με το μεγαλύτερο σεβασμό και θαυμασμό για όλους τους συγγραφείς, που μέσα από τις σελίδες των βιβλίων τους μας «ταξιδεύουν» μακριά από την εκάστοτε πραγματικότητα ή μας βοηθούν να την κατανοήσουμε καλύτερα, αλλά σε κάθε περίπτωση στολίζουν την ψυχή μας, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ!

Κλειώ Ισιδ. Τσαλαπάτη

Πέμπτη 1 Αυγούστου 2019

Συνέντευξη με την ΤΙΤΣΑ ΠΙΠΙΝΟΥ - Γράφει η Κλειώ Τσαλαπάτη

κ. Τίτσα Πιπίνου
          Θεωρώ τον εαυτό μου εξαιρετικά τυχερό διότι γεννήθηκα στην πανέμορφη Ρόδο. Ακόμα και αν έχω χρόνια να την επισκεφτώ, καθώς δε μένω πλέον μόνιμα εκεί, υπάρχουν μέσα στο DNA μου καταγεγραμμένες θαρρώ εκείνες οι πρώτες ανάσες που πήρα, όπως και όλες οι μετέπειτα αλησμόνητες εικόνες και αναμνήσεις από τα χρόνια που πέρασα στη γενέτειρά μου. Μεγαλώνοντας άρχισα να ενδιαφέρομαι για να μάθω την ιστορία του νησιού, μια και οι αμέτρητες βόλτες μου γύρω και μέσα στο Κάστρο των Ιπποτών κέντριζαν τη φαντασία μου διαρκώς. Κατόρθωσα να βρω κάποια βιβλία σχετικά με την πολιορκία της Ρόδου των ιπποτών του τάγματος του Αγ. Ιωάννη από τους Οθωμανούς και τη ακόλουθη κατάληψη-παράδοσή της το 1522, όμως για τη νεότερη ιστορία της ιταλοκρατούμενης Ρόδου, όπως και όλων των Δωδεκανήσων δεν είχα κατορθώσει να βρω κάτι. Μέχρι που ήρθε στα χέρια μου το εξαιρετικό μυθιστόρημα της κ. Τίτσας Πιπίνου με τίτλο «Το κορίτσι του Αλεσάντρο», από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος, και μου έλυσε τις απορίες τόσων χρόνων με τον ιδανικότερο τρόπο. Την ολοκληρωμένη άποψή μου για το βιβλίο αυτό, μπορείτε να τη διαβάσετε σε εκτενέστερη κριτική που θα αναρτηθεί εντός των ημερών, όμως η κυκλοφορία αυτού του νέου έργου της κ. Πιπίνου ήταν η αφορμή για να της απευθύνω ορισμένες ερωτήσεις. Την ευχαριστώ θερμά για τον χρόνο που μου διέθεσε απαντώντας στο ερωτηματολόγιό μου για τους «Φίλους της Λογοτεχνίας», της εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία στο συγγραφικό της έργο, και ιδιαίτερα στο νέο της πόνημα, και σας προσκαλώ να διαβάσετε τις απαντήσεις της ώστε να γνωρίσετε κι εσείς λίγο καλύτερα την εξαίρετη Τίτσα Πιπίνου!

1) Αγαπητή κ. Πιπίνου, τις θερμές μας ευχές για το νέο μυθιστόρημά σας που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος, με τίτλο «ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΟΥ ΑΛΕΣΑΝΤΡΟ». Ποιο ήταν το έναυσμα για την ενασχόλησή σας με τον κόσμο της λογοτεχνίας και το αντικείμενο της συγγραφής;

Ευχαριστώ πολύ για τις ευχές σας. Η επιθυμία να ασχοληθώ με τη λογοτεχνία έρχεται από πολύ παλιά, από τότε που ήμουν παιδί και ανακάλυψα ότι αυτό ήταν που μου άρεσε να κάνω. Η αφορμή ήταν όταν ήρθα πρώτη φορά σε επαφή με βιβλία. Έτσι γίνεται πάντα με όσους έχουν κλίση κάπου. Το διαβάζω σε συνεντεύξεις και άλλων καλλιτεχνών.

2) Από πού αντλείτε την έμπνευση για κάθε έργο σας και κάθε χαρακτήρα και πόσο δύσκολο είναι να σταχυολογήσετε τις απαραίτητες πληροφορίες, όταν αυτές απαιτούνται, ώστε να συνδυάσετε τυχόν ιστορικά γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία στα βιβλία σας;

Γιατί κάποια θέματα με εμπνέουν και κάποια όχι, δεν μπορώ να απαντήσω με σιγουριά. Υπάρχουν πράγματα θαμμένα στα πιο βαθιά στρώματα της μνήμης, στο ασυνείδητο ίσως, που με κάποια αφορμή ξεπηδούν και μεταμορφωμένα γράφονται. Η αφορμή μπορεί να είναι μία εικόνα, μία ιστορία που άκουσα, μία είδηση, οτιδήποτε.
Όσο αφορά το να συλλέξω τις πληροφορίες που απαιτούνταν, για το «Κορίτσι του Αλεσάντρο» για παράδειγμα, επειδή η ιστορία εκτυλίσσεται την εποχή της Ιταλοκρατίας στη Ρόδο χρειάστηκε να επισκεφθώ βιβλιοθήκες και να κάνω έρευνα σχετικά με το τι συνέβαινε τότε. Βέβαια οι έρωτες και οι γάμοι μεταξύ Ιταλών και Ελληνίδων δεν ήταν σπάνιοι. Υπάρχουν ακόμη απόγονοι που ζουν εδώ ή στην Ιταλία.

3) Στο τελευταίο βιβλίο σας η πλοκή του υφαίνεται γύρω από πραγματικά ιστορικά γεγονότα. Ποια θεωρείτε ως την πιο σημαντική, ίσως και ανεξάντλητη, «πηγή ιδεών» για έναν συγγραφέα;

Θα έλεγα την παιδική του ηλικία ή πιο σωστά αυτά που θυμόμαστε για παιδική μας ηλικία, που δεν είναι απαραίτητα και η πραγματικότητα, αλλά μια διαστρεβλωμένη μνήμη.
Όσο για την εποχή που υφαίνεται η ιστορία του βιβλίου μου ήταν πράγματι μια πυκνή περίοδος σε γεγονότα και πολύ ενδιαφέρουσα.

4) Συνήθως, οι περισσότεροι συγγραφείς είτε έχουν σπουδάσει κάποιο αντικείμενο είτε ασκούν ως επάγγελμα κάτι εντελώς διαφορετικό από τη συγγραφική τους ιδιότητα. Εάν αυτό ισχύει και στη δική σας περίπτωση, θα θέλατε να μας πείτε πόσο αρμονικός είναι ο συνδυασμός όλων αυτών και κατά πόσο αλληλοεπηρεάζονται οι επιμέρους ιδιότητές σας;

Το να γράψει κάποιος βιβλία έχει να κάνει με το αν έχει ταλέντο και όχι με το τι έχει σπουδάσει ή ποια είναι η δουλειά του. Γι αυτό βλέπετε συγγραφείς να ασκούν εντελώς διαφορετικά επαγγέλματα με το βιβλίο. Εμένα η δουλειά μου έχει σχέση με το βιβλίο, αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με το ότι γράφω, αλλά με το ότι συχνά είναι επιτακτική η ανάγκη μου να γράψω. Θα συνέχιζα να γράφω ακόμη και αν η δουλειά μου ήταν παντελώς άσχετη με το βιβλίο.

5) Πιστεύετε πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο για τη συγγραφή ενός βιβλίου ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο, η φαντασία και οι εμπειρίες του συγγραφέα;

Το επιστημονικό υπόβαθρο μπορεί να σου προσθέσει γνώσεις, αλλά δεν σε κάνει συγγραφέα σε καμία περίπτωση. Ούτε σπουδάζεται η συγγραφή κατά τη γνώμη μου. Το πρώτο είναι φυσικά το ταλέντο, όπως συμβαίνει με όλες τις τέχνες, αλλά ποτέ μόνο του. Πρέπει να ωριμάσει και σε αυτό βοηθούν οι εμπειρίες, οι γνώσεις και όλα όσα συμβαίνουν στους ανθρώπους, ευχάριστα ή δυσάρεστα. Συγγραφέας γεννιέται κάποιος, δεν γίνεται. Όχι πως μπορεί ένας άνθρωπος να έχει ταλέντο και αυτό να μην φανεί ποτέ. Υπάρχουν πολλά χαμένα ταλέντα σε όλες τις τέχνες γιατί δεν τους δόθηκε η ευκαιρία. Ειδικά ανάμεσα στις γυναίκες τα περασμένα χρόνια. Πώς να γίνει κάποια συγγραφέας αν δεν είχε έρθει ποτέ σε επαφή με βιβλίο στη ζωή της; Για παράδειγμα όταν έγινε κυβερνήτης στα Δωδεκάνησα ο Τσέζαρε Μαρία Ντε Βέκκι, όπως αναφέρεται στο βιβλίο μου, έκλεισε όλα τα ελληνικά σχολεία με αποτέλεσμα οι γονείς να επιλέξουν να μην στέλνουν τα παιδιά τους στα σχολεία, κυρίως τα κορίτσια που έμειναν αναλφάβητα.

6) Υπάρχει κάποιο μοτίβο ως προς το πότε σας «επισκέπτεται» η συγγραφική σας έμπνευση; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα, διάθεση ή τόπος, ίσως, που να σας προδιαθέτει να γράψετε ή είναι κάτι που «ρέει» αβίαστα από μέσα σας συνέχεια;

Δεν υπάρχει ούτε τόπος, ούτε ώρα. Πολλοί νομίζουν, δεν ξέρω γιατί, ότι γράφω νύχτα. Ίσως γιατί νομίζουν για τους συγγραφείς ότι είναι ένα είδος ξωτικού πουλιού που δρα στο ημίφως. Δεν είναι έτσι, γράφω οποτεδήποτε. Κάποιες φορές ρέει και νομίζω ότι αυτό δεν σταματά και κάποιες άλλες καταβάλλω προσπάθεια ή πρέπει να περιμένω μέρες, βδομάδες και μήνες ακόμη.

7) Όταν ολοκληρώνετε ένα νέο βιβλίο σας αρκείστε μόνο στη δική σας γνώμη και αξιολόγηση, πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του, ή αναζητάτε πρώτα την άποψη κάποιου οικείου σας προσώπου την κρίση του οποίου εμπιστεύεστε;

Όχι ότι δεν εμπιστεύομαι, αλλά συνήθως δεν δίνω τα βιβλία μου προς ανάγνωση πριν δημοσιευτούν. Για να το δώσω άλλωστε προς δημοσίευση πρέπει να αρέσει πρώτα σε εμένα.

8) Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για τα βιβλία σας και, γιατί όχι, την ιστορία «πίσω από την ιστορία» κάποιων από αυτά;

Θα σας πω για αυτό που συνέβαινε με τις τρεις αδελφές που αναφέρω στο «Κορίτσι του Αλεσάντρο», δηλαδή η πρώτη κόρη να παίρνει όλη την περιουσία και για την τελευταία να μην μένει τίποτα με αποτέλεσμα να μένει στα αζήτητα στη γαμήλια αγορά, είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που ίσχυε στην Κάρπαθο. Ένα πολύ σκληρό έθιμο που καταδίκαζε κάποια κορίτσια και ίσχυε μέχρι πριν κάποια χρόνια, όχι τόσο παλιά. Αυτές οι γυναίκες γίνονταν κάτι σαν δούλες στις πρωτότοκες.
Η Άννα, για παράδειγμα, είναι μία από αυτές. Ήταν προορισμένη από την κοινωνία να ζήσει στην υποταγή και τη φτώχεια χωρίς δική της οικογένεια, αλλά επαναστάτησε και ήταν διατεθειμένη να πληρώσει το τίμημα. Την Άννα την παρακινεί το πάθος της και η επιθυμία της να πετύχει και να ερωτευτεί.

9) Η συγγραφέας Τίτσα Πιπίνου βρίσκει τον χρόνο να διαβάζει για δική της ευχαρίστηση και όχι μόνο για έρευνα πάνω σε κάποιο μελλοντικό βιβλίο της; Εφόσον συμβαίνει αυτό, ποιο είδος λογοτεχνίας προτιμάτε περισσότερο ως αναγνώστρια και γιατί;

Φυσικά, πάντα διαβάζω. Ελάχιστες μέρες στη ζωή μου πέρασαν χωρίς να διαβάσω κάτι. Πρέπει να είμαι πολύ χάλια για να μην ανοίξω βιβλίο μια μέρα. Μου αρέσει όχι μόνο να γράφω, αλλά και να διαβάζω. Αν δεν το έκανα δεν θα μπορούσα να γράψω. Ούτε καταλαβαίνω όσους λένε ότι δεν βρίσκουν χρόνο, αν σου αρέσει κάτι πάντα βρίσκεις χρόνο. Αν δεν βρίσκεις, ίσως δεν σου αρέσει τόσο πολύ. Διαβάζω μυθιστορήματα, δοκίμια, αλλά τώρα τελευταία και Ιστορία. Σπάνια ποίηση. Το γιατί προτιμώ αυτά τα είδη νομίζω ότι απαντάται γιατί αυτά μου αρέσουν, με ταξιδεύουν και με ξεκουράζουν. Αν δεν είχα την ανάγνωση, οι μέρες μου θα ήταν πιο δύσκολες και βαρετές. Σαν παιδί ήταν το καταφύγιο μου τα βιβλία.

10) Θυμάστε το πρώτο σας ανάγνωσμα το οποίο σας «παρέσυρε» στον κόσμο της λογοτεχνίας; Ποια είναι τα αγαπημένα σας βιβλία και συγγραφείς; Υπάρχει κάποιο απόφθεγμα από βιβλίο το οποίο να καθόρισε τη μετέπειτα ζωή σας; Έχετε δεχθεί κάποιες επιρροές από ομότεχνούς σας, Έλληνες ή ξένους, σύγχρονους ή κλασσικούς, στον δικό σας τρόπο γραφής, ύφους ή θεματολογίας;

Δεν θυμάμαι αν ήταν ο Έκτορ Μαλό, ο Τσάρλς Ντίκενς ή οι αδελφές Μπροντέ αυτοί που με παρέσυραν στον κόσμο της λογοτεχνίας σαν παιδί. Σίγουρα όλοι αυτοί και πολλοί άλλοι. Διάβαζα οτιδήποτε, από τους κλασικούς που σίγουρα ήταν μια άλλη ανάγνωση τότε αφού δεν είχα ακόμη πείρα ζωής, μέχρι τα περίφημα «Κλασικά Εικονογραφημένα» που σε ταξίδευαν με την καταπληκτική, κάπως σκοτεινή, εικονογράφηση τους. Τότε νομίζω αποφάσισα ότι ήθελα να γίνω συγγραφέας και έκανα τις πρώτες αδέξιες προσπάθειές μου. Βέβαια από το να το επιθυμώ μέχρι να το κάνω τελικά καταλάβαινα ότι είναι μεγάλος δρόμος, και ίσως ποτέ να μην τον διένυα κι έτσι δεν το έλεγα, αλλά υπήρχε πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου.
Πολλοί οι αγαπημένοι μου συγγραφείς. Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές, Τόνι Μόρισον, Τσαρλς Ντίκενς πάντα, Τζόναθαν Κόου, Ιζαμπέλ Αλιέντε, από Έλληνες Σώτη Τριανταφύλλου, Θοδωρής Καλλιφατίδης, Αύγουστος Κορτώ, Μαριάνα Κορομηλά και πολλοί άλλοι που κάνουν έναν μακρύ κατάλογο.
Σίγουρα με έχουν επηρεάσει πολλοί από τους συγγραφείς που διαβάζω. Αλλά δεν ξέρω αν είναι ανιχνεύσιμες οι επιρροές, τουλάχιστον από εμένα. Είμαστε ένα κράμα όσων διαβάζουμε, που τελικά είναι κάτι νέο.
Δεν θα έλεγα ότι υπάρχει απόφθεγμα που έχω σαν μότο μου, γιατί έμαθα ότι και αυτά δεν ισχύουν πάντα.

11) Πιστεύετε πως ο συγγραφέας πρέπει να ταξιδεύει ώστε να έχει κάποια βιώματα από τις χώρες και τις τοποθεσίες τις οποίες, τυχόν, περιγράφει στα βιβλία του και πόσο εφικτό είναι αυτό στην πράξη, ιδιαίτερα στις μέρες μας; Είναι απαραίτητο κάτι τέτοιο, απλά και μόνο, για τη «διεύρυνση των οριζόντων» του;

Έτσι κι αλλιώς ο συγγραφέας πρέπει να ταξιδεύει, είναι καύσιμο για τη γραφή οι εμπειρίες, τα ταξίδια. Ούτε μπορείς να γράφεις για μια χώρα αν δεν την έχεις επισκεφθεί ποτέ. Φαίνεται ψεύτικο και επιφανειακό.

12) Θεωρείτε ότι ο συγγραφέας θα πρέπει να ασχολείται με διαφορετικά είδη λογοτεχνίας και να «πειραματίζεται» θεματολογικά, ρισκάροντας το υπάρχον αναγνωστικό του κοινό, ή θα όφειλε να εμμένει στο είδος που τον έχει καθιερώσει;

Αν μπορεί, αν του βγαίνει δηλαδή, γιατί όχι. Αλλά νομίζω ότι ο πεζογράφος δύσκολα μπορεί να γράψει ποίηση ή το αντίθετο. Είναι άλλο είδος, θέλει άλλη ευχέρεια. Ούτε το να επαναλαμβάνεται θεματολογικά είναι σωστό, κουράζει και στο τέλος το αναγνωστικό κοινό τον εγκαταλείπει. Κανονικά πρέπει να επιλέξει τι κάνει καλύτερα και να αφιερωθεί σε αυτό. Εγώ δεν έχω τέτοια διλλήματα, γνωρίζω ότι είμαι πεζογράφος και τίποτα άλλο.

13) Πιστεύετε πως οι συγγραφείς οφείλουν να προβληματίζουν τους αναγνώστες «αφυπνίζοντας» τη σκέψη τους ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε να είναι απλά και μόνο ψυχαγωγικός; Εσείς, ποια μηνύματα επιδιώκετε να «περάσετε» στους αναγνώστες σας και σε ποιο είδος αναγνωστικού κοινού, συνήθως, απευθύνεστε μέσα από το συγγραφικό έργο σας;

Όχι, δεν πιστεύω ότι οι συγγραφείς εσκεμμένα πρέπει να κάνουν βιβλία για να αφυπνίζουν, έτσι κι αλλιώς ένα καλό βιβλίο μπορεί να κάνει αυτή τη δουλειά, χωρίς προσπάθεια άλλη εκ μέρους τους. Πέρασαν οι εποχές που τα βιβλία ήταν στρατευμένα σε αυτό τον σκοπό.
Δεν σκέπτομαι ποτέ να περάσω μηνύματα με τα βιβλία μου, παρά να αφηγηθώ μία ιστορία. Τώρα αν περάσουν οι αναγνώστες καλά διαβάζοντας τα και περάσει κάποιο μήνυμα υποδόρια, καλώς.
Δεν απευθύνομαι σε κάποιο είδος αναγνωστικού κοινού συγκεκριμένα, ούτε έχω τους αναγνώστες κατά νου όταν γράφω. Είναι κάτι το ασαφές αυτό που λέμε «αναγνώστες», προσωποποιούνται μόνο όταν κάποιος σου πει ότι διάβασε το βιβλίο σου.

14) Θεωρείτε πως η σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για έναν συγγραφέα και, ειδικότερα, οι τόσο δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε τελευταία στην πατρίδα μας; Ή μήπως το ζητούμενο από τους αναγνώστες είναι ακριβώς η «φυγή» από αυτήν τη ζοφερή πραγματικότητα;

Κάθε εποχή μπορεί να αποτελέσει έμπνευση. Αλλά η έμπνευση δεν έχει να κάνει μόνο με την εποχή αλλά και με τον συγγραφέα και ποια θέματα τον συγκινούν. Γι’ αυτό βλέπουμε μια εμμονή στη θεματολογία κάποιων. Έχει να κάνει με τα βιώματα, τα παιδικά του χρόνια, αυτά κυρίως και τις μνήμες που κουβαλάει.
Εγώ προσωπικά δύσκολα εμπνέομαι από τη σύγχρονη πραγματικότητα και καταφεύγω σε παλαιότερες εποχές. Θέλω μια απόσταση χρονική για να εμπνευστώ.

15) Στη σύγχρονη καθημερινότητα και στην εποχή της άκρατης τεχνολογίας ποια θεωρείτε πως είναι η θέση του λογοτεχνικού βιβλίου; Περνάει, τελικά, το βιβλίο κρίση στη χώρα μας ή διεθνώς και τι θα μπορούσαμε να κάνουμε ώστε να γίνει πιο προσιτό στο αναγνωστικό κοινό και, ιδιαίτερα, στους νέους;

Περνάει κρίση ειδικά στους νέους που είναι πολύ κοντά στις νέες τεχνολογίες. Είναι παγκόσμιο φαινόμενο αυτό, δεν είναι μόνο ελληνικό, αν και στην Ελλάδα διαβάζουμε πολύ λιγότερο από αλλού, οπότε αυτό έχει φανεί πιο έντονα.
Δεν ξέρω τι θα μπορούσε να γίνει. Ίσως κάποιο βιβλίο, όπως τότε με τον «Χάρι Πότερ» που έκανε τα παιδιά και τους νέους να περιμένουν σε ουρές έξω από τα βιβλιοπωλεία για ένα αντίτυπο σε όλο τον κόσμο.

16) Είχατε κάποιους «ενδοιασμούς» όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας βιβλίο προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς την αποδοχή που θα τύχαινε αυτό από το αναγνωστικό κοινό; Η θεματολογία των βιβλίων σας, πιστεύετε πως παίζει τον δικό της ρόλο στην αποδοχή αυτή;

Φυσικά πολλούς ενδοιασμούς, κυρίως πως θα φανεί σε κάποιον εκδότη ώστε να αποφασίσει να το εκδώσει. Δεν γνώριζα και πολλά πράγματα ακόμη τότε για τα εκδοτικά και ήθελα να το κάνω όσο μπορούσα καλύτερο ώστε να μην απορριφθεί γιατί θα με επηρέαζε κάτι τέτοιο. Στην πορεία βέβαια έμαθα ότι δεν απορρίπτονται μόνο τα κακά βιβλία και το λέω σε όσους με ρωτάνε.
Είχα μόλις τελειώσει το πρώτο μου βιβλίο «Η γυναίκα της σκιάς» και το έστειλα στον Στρατή Φιλιππότη. Ήμουν πολύ τυχερή που έπεσα σε αυτόν τον εκδότη, μείναμε φίλοι μέχρι το τέλος, δυστυχώς πέθανε πρόσφατα. Το έστειλα μία Παρασκευή και μέχρι τη Δευτέρα είχα λάβει μια ενθουσιώδη απάντηση. Δεν θα ευχόμουν τίποτα καλύτερο. Του το χρωστώ.
Δεν ξέρω αν στην αποδοχή των βιβλίων μου παίζει κάποιο ρόλο η θεματολογία που επιλέγω.

17) Εσείς, με την έως τώρα πείρα σας στον χώρο της συγγραφής, τι θα συμβουλεύατε όλους τους νέους επίδοξους συγγραφείς, που ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα βιβλίο τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων και, ιδιαίτερα, εν μέσω αυτής της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας;

Να διαβάζουν πολύ, αυτό βοηθά το ταλέντο να ωριμάσει εκτός από τις εμπειρίες, θα διδαχτούν επίσης τεχνικές και να μην απογοητεύονται εύκολα. Να επιμένουν γιατί όντως οι συγκυρίες είναι δύσκολες, αν το βιβλίο τους είναι καλό κάποιος εκδότης θα το εκδώσει στο τέλος.

18) Κλείνοντας και, αφού σας ευχαριστήσω θερμά για την τιμή της παραχώρησης αυτής της συνέντευξης, θα ήθελα να σας ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία στο νέο μυθιστόρημά σας «ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΟΥ ΑΛΕΣΑΝΤΡΟ», και να σας ρωτήσω για τα άμεσα συγγραφικά σας σχέδια. Τι να περιμένουμε από εσάς στο μέλλον;

Εγώ σας ευχαριστώ. Δεν υπάρχει κάτι οριστικό για να το αναγγείλω. Ωστόσο πάντα κάτι έχω κατά νου, ακόμη και όταν είμαι στη διαδικασία της συγγραφής ενός βιβλίου, είμαι ανοικτή σε νέες ιδέες και ερεθίσματα για επόμενα. Και αν δεν το γράφω στον υπολογιστή μου το επεξεργάζομαι στο μυαλό μου.

Βιογραφικό σημείωμα Τίτσας Πιπίνου:

Η Τίτσα Πιπίνου γεννήθηκε στη Ρόδο, όπου ζει μέχρι σήμερα. Για ένα διάστημα έμεινε στην Αγγλία και παρακολούθησε μαθήματα γλώσσας. Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1994 με το βιβλίο Γυναίκα της σκιάς.
Συνολικά έχει γράψει εννιά μυθιστορήματα, ένα δοκίμιο και ένα βιβλίο για παιδιά. Διηγήματα και κείμενά της έχουν δημοσιευτεί σε ανθολογίες, λογοτεχνικά ημερολόγια και στον Τύπο. Διατηρεί εδώ και χρόνια ραδιοφωνική εκπομπή για το βιβλίο.

Πρόσφατη εργογραφία Τίτσας Πιπίνου:

Εκδόσεις: Κλειδάριθμος (2019)
Σελίδες: 576
Τιμή με έκπτωση: 14,94€

Υπόθεση Οπισθόφυλλου:

Ιταλική κατοχή Δωδεκανήσων, 1937. Τη διοίκηση αναλαμβάνει ο Τσέζαρε Μαρία Ντε Βέκι, ο σκληρότερος από την τετρανδρία του φασισμού στην Ιταλία. Η δεκαεπτάχρονη Άννα φεύγει απ’ το μικρό νησί της για τη Ρόδο, με σκοπό να δουλέψει δίπλα στη διάσημη Φραγκολεβαντίνα μοδίστρα της εποχής, τη μαντάμ Φλώρα. Θέλει με κάθε τρόπο να απαλλαγεί από τα δεσμά του τόπου της, την αυστηρή επιτήρηση της γιαγιάς της και τη μοίρα που την περιμένει.

Η ανάδειξη της Άννας ως καλύτερης μοδίστρας στα πιο ακριβά σαλόνια θα επισκιαστεί από τον παράνομο έρωτά της με τον Ιταλό μηχανικό Αλεσάντρο Κιοράντο. Μετά τη σύλληψη του Αλεσάντρο, η Άννα βιώνει την ταπείνωση από την τοπική κοινωνία και οδηγείται σ’ έναν συμβατικό γάμο. Στα χρόνια που περνούν τον θεωρεί νεκρό, όμως η μοίρα έχει άλλα σχέδια… Η βαθιά τους αγάπη θα ξεχαστεί από όλους αλλά ποτέ από τους ίδιους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου