Κάθε
ένθερμος φιλαναγνώστης είναι γεγονός πως ονειρεύεται να νιώσει μια δυνατή συγκίνηση
διαβάζοντας ένα νέο βιβλίο, ενώ νομίζω πως όλοι εμείς που αγαπάμε τη Λογοτεχνία
έχουμε μία ασίγαστη επιθυμία για να ανακαλύπτουμε ολοένα και περισσότερα καινούργια
συγγραφικά ταλέντα. Προσωπικά, ένιωσα μία τέτοια δυνατή συγκίνηση όταν ανακάλυψα
πριν από κάποια χρόνια τη συγγραφέα Κωνσταντίνα Λαψάτη, μέσα από το πρώτο της πόνημα
με τίτλο «Οι γεύσεις
της Νέμεσης», ενώ η δίψα μου για νέο συγγραφικό «αίμα» ικανοποιήθηκε
με τον καλύτερο τρόπο αφού ανακάλυψα ένα ασύγκριτο συγγραφικό ταλέντο, που από
το πρώτο κιόλας εκδοθέν έργο της απέδειξε περίτρανα πως ήρθε για να μείνει. Η
πορεία της αγαπημένης Κωνσταντίνας Λαψάτη αποδεικνύει διαρκώς τα παραπάνω, ιδιαίτερα
εφόσον η ίδια δεν διστάζει να δοκιμάζεται σε διαφορετικά λογοτεχνικά είδη, με
την ίδια πάντα επιτυχία, αν και για μένα το ταλέντο της στο απαιτητικό είδος της
ιστορικής μυθοπλασίας είναι αδιαμφισβήτητο.
Για του λόγου το αληθές, η εξαίρετη συγγραφέας δέχτηκε να μας παρουσιάσει το πιο πρόσφατο ιστορικό της μυθιστόρημα με τίτλο «Πάρσα», με τον δικό της μοναδικό τρόπο. Αν και ακόμα δεν έχω ολοκληρώσει την ανάγνωση του συγκεκριμένου έργου της, μπορώ να δηλώσω με βεβαιότητα πως πρόκειται για ένα συγκλονιστικό «μεγαθήριο» του είδους, αφού όχι μόνο η ενδιαφέρουσα πλοκή, οι αλησμόνητοι χαρακτήρες –ιστορικοί και μη– αλλά και η ολοφάνερη και σε βάθος ιστορική έρευνα που έχει πραγματοποιήσει η συγγραφέας, ώστε να ολοκληρώσει το συγκεκριμένο βιβλίο, μας αποδεικνύουν πως πρόκειται για ένα μυθιστόρημα από εκείνα τα σπάνια που αξίζουν περίοπτη θέση στη βιβλιοθήκη κάθε αναγνώστη ο οποίος σέβεται τον εαυτό του. Όσοι τυχόν δεν γνωρίζετε ακόμα τη χαρισματική συγγραφέα, είναι ευκαιρία να τη μάθετε μέσα από τη μοναδική «Πάρσα» της και μετά να προχωρήσετε στην ανάγνωση όλων των υπολοίπων έργων της.
Ευχαριστώ θερμά την εξαίρετη Κωνσταντίνα Λαψάτη για τον χρόνο που μου διέθεσε ώστε να παρουσιάσει στους «Φίλους της Λογοτεχνίας» το νέο ιστορικό μυθιστόρημά της, της εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία στο σύνολο του συγγραφικού της έργου και σας προσκαλώ να διαβάσετε όσα έχει να μας εκμυστηρευτεί, ώστε να γνωρίσετε κι εσείς λίγο καλύτερα την «Πάρσα» της.
Η Κωνσταντίνα Λαψάτη λέει για την «Πάρσα»
πως…
…Η
«Πάρσα» στην αρχή δεν ήταν βιβλίο, αλλά μια σφοδρή επιθυμία να γράψω για έναν μεγαλοπρεπή
έρωτα που ενώνει δύο πολιτισμούς.
Ως ψιλά γράμματα πληροφοριών αναφέρω πως μ’ επηρέασε ο Γκαίτε, που μέσα από τον Φάουστ θέλησε να ενώσει τη Δύση με την Ανατολή. Αν, όμως, δεν υπάρχει η ικανότητα και η πειθαρχία να μελετήσεις σε βάθος τις βιβλιογραφικές πηγές και να ξεχωρίσεις αυτές που θα σε βοηθήσουν στη μυθοπλασία, ένας έρωτας σ’ ένα ιστορικό μυθιστόρημα, όπως είναι η «Πάρσα», μπορεί άνετα να καταλήξει σε κωμωδία.
Ωστόσο, όσο την έγραφα, είχα πολλές κωμικές στιγμές και μία που μου έρχεται τώρα στο μυαλό είναι πως όταν ο Αρταξέρξης έμαθε ότι η Δάειρα είχε αποφασίσει να τον εγκαταλείψει και να φύγει από την περσική πρωτεύουσα, το ηχοσύστημα του σπιτιού άρχισε να παίζει Νίκο Οικονομόπουλο… Περιττό να πω ότι έγραψα όλη αυτήν τη σκηνή με στίχους του στυλ: Για κάποιο λόγο γίναν’ όλα, ήταν φαίνεται μοιραίο να μ’ αφήσεις, σε αγάπησα για να με τραυματίσεις και στη γη να με γκρεμίσεις, Ουρανέ. Βέβαια, καθ’ όλη τη διάρκεια της συγγραφής της «Πάρσα», έγραφα με ορχηστρική, επική, ηλεκτρονική μουσική, ωστόσο, το πενταπλό σύστημα Cd του στερεοφωνικού είχε άλλη γνώμη εκείνο το βράδυ και, βυθισμένη καθώς ήμουν στην ένταση της σκηνής, δεν κατάλαβα πότε πέρασε στον επόμενο ψηφιακό δίσκο, που είχε το συγκεκριμένο τραγούδι του αξιόλογου νεαρού Έλληνα αοιδού. Πάντως, με Atom Music Audio έγραψα την κάθετη επιγραφή του εξωφύλλου στη σφηνοειδή γραφή, πράγμα που μου πήρε δυόμισι βασανιστικές μεταμεσονύκτιες ώρες, όσο κι αν μελετούσα καιρό την αρχαία περσική γραφή ώστε να έχω τις κατάλληλες γνώσεις για τις ανάγκες του βιβλίου. Όπως καταλαβαίνετε, δεν πρόκειται να γίνω ποτέ δασκάλα αρχαίων περσικών.
Άλλο
ένα θέμα –που για όποιον θα με άκουγε για πρώτη φορά, θα νόμιζε ότι η μόνη λέξη
που ήξερα να λέω ήταν «Απίστευτο! Απίστευτο!»– ήταν οι συμπτώσεις. Ήθελα να
βάλω ένα άγαλμα της Ουράνιας Αφροδίτης που να το ’χε φτιάξει ο Φειδίας από
μάρμαρο Πάρου και να μην έχει διατηρηθεί μέχρι τις μέρες μας; Ως εκ θαύματος έβρισκα
στον Παυσανία, αν θυμάμαι τώρα καλά, ότι υπήρχε ένα τέτοιο άγαλμα που τηρούσε
όλες τις προϋποθέσεις της φαντασίας μου. Ήθελα να έχει νόθο γιο ο Αρταξέρξης
που να τον αγαπά πολύ και να τον ορίσει διάδοχό του; Στον Πλούταρχο (τον παλιό,
που δεν τραγουδούσε) έβρισκα πως είχε, και μάλιστα τον αγαπούσε τόσο που ήθελε
να τον κάνει διάδοχό του. Ήθελα σκουλαρίκια που να κουδουνίζουν σαν μικρά
καμπανάκια; Έβρισκα αρχαιολογικά ευρήματα στις Πασαργάδες, όπου τα σκουλαρίκια
ήταν ακριβώς τα ίδια που είχα φανταστεί. Αυτές είναι τρεις μόνο από τις δεκάδες
συμπτώσεις, όπου η μυθοπλασία που δημιουργούσα κατά τη διάρκεια της συγγραφής
του βιβλίου συγχρονιζόταν με την καταγεγραμμένη ιστορία και τις πηγές που
μελετούσα.
Όπως κάνω τώρα εδώ που δεν φοβάμαι να αποκαλύψω λίγα από τα μυστικά της συγγραφής της «Πάρσα»· όταν γράφεις για μεγέθη που ξεπερνούν τις αγκυλώσεις της εκάστοτε εποχής, δεν πρέπει να φοβάσαι να διατυπώνεις γραπτώς τις αισθήσεις σου. Δεν φοβάμαι τις λέξεις ούτε τις ντρέπομαι κι αυτό αποτυπώνεται ως απόδειξη της δήλωσης αυτής στα βιβλία μου. Μου έχουν πει ότι γράφω καλές ερωτικές σκηνές, στις οποίες δεν υπάρχει τίποτε πρόστυχο, ένα κράμα του «τα λέω όλα και είναι σαν να μην δείχνω τίποτε· κι αυτό μ’ αρέσει…» Τους πιστεύω, γιατί όταν τις διαβάζω και εγώ μετά από καιρό, με συνεπαίρνει ο ερωτισμός των ηρώων και –ευτυχώς– ξεχνώ πως τις έγραψα εγώ. Επειδή όμως θα ξεχάσω να αναφέρω κάποια πράγματα για την πλοκή του βιβλίου, θα ξεκινήσω τώρα αμέσως.
Η ιστορία της «Πάρσα» ξεκινά το 387 π. Χ. όταν ένα χαρισματικό κορίτσι από την Επίδαυρο, η Δάειρα, σπουδάζει φαρμακολογία στην Κωπαΐδα. Θα την παρακολουθήσουμε να μεγαλώνει και να ταξιδεύει στην πρώτη πρωτεύουσα των Αχαιμενιδών, την Περσέπολη ή Πάρσα στην αρχαία περσική γλώσσα, για να υπηρετήσει, με τις γνώσεις της στα βότανα και τα δηλητήρια, τον Μεγάλο Βασιλέα Αρταξέρξη. Παράλληλα, θα γνωρίσει έναν νεαρό αριστοκράτη Ασσύριο, τον Σένααρ. Το πεπρωμένο της Δάειρας, όμως, την οδηγεί σ’ ένα λάθος κι αυτό, με τη σειρά του, σε μια έκρηξη που αλλάζει τη ζωή των ηρώων αλλά και την ιστορία της ίδιας της περσικής αυτοκρατορίας. Στα είκοσι χρόνια που εκτυλίσσεται η πλοκή του βιβλίου, οι ήρωες μάς ψιθυρίζουν παιγνιδιάρικα: γύρισε κι άλλη σελίδα, και θα σου αποκαλύψω πώς αγαπούσαν τότε που ο έρωτας δεν ήταν ντροπή αλλά ανάγκη, έλα, και θα δείξω ότι ο πόλεμος είναι ο πατέρας των πάντων.
Αυτό το δίπολο «Έρωτας/Πόλεμος» είναι που κινεί την ιστορία, και εμένα φυσικά, σε όλη τη διάρκεια της συγγραφικής μου πορείας, μαζί με το εξίσου δύσκολο «Έρωτας/Θάνατος», καθώς ο ένας ήρωας εχθρεύεται τον άλλον που κι αυτός, με τη σειρά του, ερωτεύεται εκείνον που μισεί. (Αξέχαστη θα μου μείνει η κόντρα του Σπαρτιάτη πολέμαρχου Λίβυ, πατέρα της Δάειρας, με τον Πέρση Βασιλέα των Βασιλέων Αρταξέρξη, που έχει ερωτευθεί τη Δάειρα). Οι δύο πολιτισμοί εχθρεύονται, χτυπιούνται και ερωτεύονται και νικητής, τελικά, είναι ο αετός.
Ο αετός εμφανίζεται στη αρχή, στη μέση και στο τέλος του βιβλίου, και αγκαλιάζει με τα φτερά του τη μοίρα των ηρώων του βιβλίου. Όσοι με ρωτούσαν για ποιον λόγο επέλεξα ένα τέτοιο εξώφυλλο που απεικονίζει τον βασιλαετό σε προφίλ και ανφάς (και όχι κάποια κοπέλα να περπατά στην παραποτάμια όχθη του Ευφράτη), όταν διάβασαν την «Πάρσα», κατάλαβαν ότι κανένα άλλο εξώφυλλο δεν θα έδειχνε ποιος είναι ο πραγματικός ήρωας. Και θα μου πείτε, μα ήρωας ο αετός; Και θα σας πω, πάνω από τους ανθρώπους είναι τα σύμβολα που ορίζουν τη μοίρα αυτών και των πολιτισμών τους. Ο αετός είμαι εγώ, εσύ, εμείς. Κι όσες απώλειες και αν υποστούμε, οφείλουμε να κάνουμε κτήμα τη σοφία της φύσης του και να σηκωθούμε όρθιοι. Να γίνουμε και οι ίδιοι σύμβολα.
Αν θα με ρωτούσε κάποιος λοιπόν, πρώτον, τι είναι η «Πάρσα» και, δεύτερον, γιατί την έγραψα, η απάντηση στην πρώτη ερώτηση θα ήταν πως είναι η Ιστορία που επαναλαμβάνεται και στη δεύτερη, ότι την έγραψα για να καταλάβουμε πως οι πολιτισμοί αλλάζουν μόνο τα χαρακτηριστικά τους, ενώ οι προθέσεις των ανθρώπων παραμένουν ίδιες. Ίσως την έγραψα ακόμη για να δείξω πως αυτό το χαμένο παρελθόν, που έχει σωθεί μέσα από υλικά και πνευματικά σπαράγματα, δεν ήταν και τόσο βάρβαρο όσο θέλουμε σήμερα να πιστεύουμε.
Πιθανότατα όμως και να την έγραψα, επειδή η «Πάρσα» στην αρχή δεν ήταν βιβλίο, αλλά μια σφοδρή επιθυμία να γράψω για έναν μεγαλοπρεπή έρωτα που ενώνει δύο πολιτισμούς…
Για του λόγου το αληθές, η εξαίρετη συγγραφέας δέχτηκε να μας παρουσιάσει το πιο πρόσφατο ιστορικό της μυθιστόρημα με τίτλο «Πάρσα», με τον δικό της μοναδικό τρόπο. Αν και ακόμα δεν έχω ολοκληρώσει την ανάγνωση του συγκεκριμένου έργου της, μπορώ να δηλώσω με βεβαιότητα πως πρόκειται για ένα συγκλονιστικό «μεγαθήριο» του είδους, αφού όχι μόνο η ενδιαφέρουσα πλοκή, οι αλησμόνητοι χαρακτήρες –ιστορικοί και μη– αλλά και η ολοφάνερη και σε βάθος ιστορική έρευνα που έχει πραγματοποιήσει η συγγραφέας, ώστε να ολοκληρώσει το συγκεκριμένο βιβλίο, μας αποδεικνύουν πως πρόκειται για ένα μυθιστόρημα από εκείνα τα σπάνια που αξίζουν περίοπτη θέση στη βιβλιοθήκη κάθε αναγνώστη ο οποίος σέβεται τον εαυτό του. Όσοι τυχόν δεν γνωρίζετε ακόμα τη χαρισματική συγγραφέα, είναι ευκαιρία να τη μάθετε μέσα από τη μοναδική «Πάρσα» της και μετά να προχωρήσετε στην ανάγνωση όλων των υπολοίπων έργων της.
Ευχαριστώ θερμά την εξαίρετη Κωνσταντίνα Λαψάτη για τον χρόνο που μου διέθεσε ώστε να παρουσιάσει στους «Φίλους της Λογοτεχνίας» το νέο ιστορικό μυθιστόρημά της, της εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία στο σύνολο του συγγραφικού της έργου και σας προσκαλώ να διαβάσετε όσα έχει να μας εκμυστηρευτεί, ώστε να γνωρίσετε κι εσείς λίγο καλύτερα την «Πάρσα» της.
Ως ψιλά γράμματα πληροφοριών αναφέρω πως μ’ επηρέασε ο Γκαίτε, που μέσα από τον Φάουστ θέλησε να ενώσει τη Δύση με την Ανατολή. Αν, όμως, δεν υπάρχει η ικανότητα και η πειθαρχία να μελετήσεις σε βάθος τις βιβλιογραφικές πηγές και να ξεχωρίσεις αυτές που θα σε βοηθήσουν στη μυθοπλασία, ένας έρωτας σ’ ένα ιστορικό μυθιστόρημα, όπως είναι η «Πάρσα», μπορεί άνετα να καταλήξει σε κωμωδία.
Ωστόσο, όσο την έγραφα, είχα πολλές κωμικές στιγμές και μία που μου έρχεται τώρα στο μυαλό είναι πως όταν ο Αρταξέρξης έμαθε ότι η Δάειρα είχε αποφασίσει να τον εγκαταλείψει και να φύγει από την περσική πρωτεύουσα, το ηχοσύστημα του σπιτιού άρχισε να παίζει Νίκο Οικονομόπουλο… Περιττό να πω ότι έγραψα όλη αυτήν τη σκηνή με στίχους του στυλ: Για κάποιο λόγο γίναν’ όλα, ήταν φαίνεται μοιραίο να μ’ αφήσεις, σε αγάπησα για να με τραυματίσεις και στη γη να με γκρεμίσεις, Ουρανέ. Βέβαια, καθ’ όλη τη διάρκεια της συγγραφής της «Πάρσα», έγραφα με ορχηστρική, επική, ηλεκτρονική μουσική, ωστόσο, το πενταπλό σύστημα Cd του στερεοφωνικού είχε άλλη γνώμη εκείνο το βράδυ και, βυθισμένη καθώς ήμουν στην ένταση της σκηνής, δεν κατάλαβα πότε πέρασε στον επόμενο ψηφιακό δίσκο, που είχε το συγκεκριμένο τραγούδι του αξιόλογου νεαρού Έλληνα αοιδού. Πάντως, με Atom Music Audio έγραψα την κάθετη επιγραφή του εξωφύλλου στη σφηνοειδή γραφή, πράγμα που μου πήρε δυόμισι βασανιστικές μεταμεσονύκτιες ώρες, όσο κι αν μελετούσα καιρό την αρχαία περσική γραφή ώστε να έχω τις κατάλληλες γνώσεις για τις ανάγκες του βιβλίου. Όπως καταλαβαίνετε, δεν πρόκειται να γίνω ποτέ δασκάλα αρχαίων περσικών.
Όπως κάνω τώρα εδώ που δεν φοβάμαι να αποκαλύψω λίγα από τα μυστικά της συγγραφής της «Πάρσα»· όταν γράφεις για μεγέθη που ξεπερνούν τις αγκυλώσεις της εκάστοτε εποχής, δεν πρέπει να φοβάσαι να διατυπώνεις γραπτώς τις αισθήσεις σου. Δεν φοβάμαι τις λέξεις ούτε τις ντρέπομαι κι αυτό αποτυπώνεται ως απόδειξη της δήλωσης αυτής στα βιβλία μου. Μου έχουν πει ότι γράφω καλές ερωτικές σκηνές, στις οποίες δεν υπάρχει τίποτε πρόστυχο, ένα κράμα του «τα λέω όλα και είναι σαν να μην δείχνω τίποτε· κι αυτό μ’ αρέσει…» Τους πιστεύω, γιατί όταν τις διαβάζω και εγώ μετά από καιρό, με συνεπαίρνει ο ερωτισμός των ηρώων και –ευτυχώς– ξεχνώ πως τις έγραψα εγώ. Επειδή όμως θα ξεχάσω να αναφέρω κάποια πράγματα για την πλοκή του βιβλίου, θα ξεκινήσω τώρα αμέσως.
Η ιστορία της «Πάρσα» ξεκινά το 387 π. Χ. όταν ένα χαρισματικό κορίτσι από την Επίδαυρο, η Δάειρα, σπουδάζει φαρμακολογία στην Κωπαΐδα. Θα την παρακολουθήσουμε να μεγαλώνει και να ταξιδεύει στην πρώτη πρωτεύουσα των Αχαιμενιδών, την Περσέπολη ή Πάρσα στην αρχαία περσική γλώσσα, για να υπηρετήσει, με τις γνώσεις της στα βότανα και τα δηλητήρια, τον Μεγάλο Βασιλέα Αρταξέρξη. Παράλληλα, θα γνωρίσει έναν νεαρό αριστοκράτη Ασσύριο, τον Σένααρ. Το πεπρωμένο της Δάειρας, όμως, την οδηγεί σ’ ένα λάθος κι αυτό, με τη σειρά του, σε μια έκρηξη που αλλάζει τη ζωή των ηρώων αλλά και την ιστορία της ίδιας της περσικής αυτοκρατορίας. Στα είκοσι χρόνια που εκτυλίσσεται η πλοκή του βιβλίου, οι ήρωες μάς ψιθυρίζουν παιγνιδιάρικα: γύρισε κι άλλη σελίδα, και θα σου αποκαλύψω πώς αγαπούσαν τότε που ο έρωτας δεν ήταν ντροπή αλλά ανάγκη, έλα, και θα δείξω ότι ο πόλεμος είναι ο πατέρας των πάντων.
Αυτό το δίπολο «Έρωτας/Πόλεμος» είναι που κινεί την ιστορία, και εμένα φυσικά, σε όλη τη διάρκεια της συγγραφικής μου πορείας, μαζί με το εξίσου δύσκολο «Έρωτας/Θάνατος», καθώς ο ένας ήρωας εχθρεύεται τον άλλον που κι αυτός, με τη σειρά του, ερωτεύεται εκείνον που μισεί. (Αξέχαστη θα μου μείνει η κόντρα του Σπαρτιάτη πολέμαρχου Λίβυ, πατέρα της Δάειρας, με τον Πέρση Βασιλέα των Βασιλέων Αρταξέρξη, που έχει ερωτευθεί τη Δάειρα). Οι δύο πολιτισμοί εχθρεύονται, χτυπιούνται και ερωτεύονται και νικητής, τελικά, είναι ο αετός.
Ο αετός εμφανίζεται στη αρχή, στη μέση και στο τέλος του βιβλίου, και αγκαλιάζει με τα φτερά του τη μοίρα των ηρώων του βιβλίου. Όσοι με ρωτούσαν για ποιον λόγο επέλεξα ένα τέτοιο εξώφυλλο που απεικονίζει τον βασιλαετό σε προφίλ και ανφάς (και όχι κάποια κοπέλα να περπατά στην παραποτάμια όχθη του Ευφράτη), όταν διάβασαν την «Πάρσα», κατάλαβαν ότι κανένα άλλο εξώφυλλο δεν θα έδειχνε ποιος είναι ο πραγματικός ήρωας. Και θα μου πείτε, μα ήρωας ο αετός; Και θα σας πω, πάνω από τους ανθρώπους είναι τα σύμβολα που ορίζουν τη μοίρα αυτών και των πολιτισμών τους. Ο αετός είμαι εγώ, εσύ, εμείς. Κι όσες απώλειες και αν υποστούμε, οφείλουμε να κάνουμε κτήμα τη σοφία της φύσης του και να σηκωθούμε όρθιοι. Να γίνουμε και οι ίδιοι σύμβολα.
Αν θα με ρωτούσε κάποιος λοιπόν, πρώτον, τι είναι η «Πάρσα» και, δεύτερον, γιατί την έγραψα, η απάντηση στην πρώτη ερώτηση θα ήταν πως είναι η Ιστορία που επαναλαμβάνεται και στη δεύτερη, ότι την έγραψα για να καταλάβουμε πως οι πολιτισμοί αλλάζουν μόνο τα χαρακτηριστικά τους, ενώ οι προθέσεις των ανθρώπων παραμένουν ίδιες. Ίσως την έγραψα ακόμη για να δείξω πως αυτό το χαμένο παρελθόν, που έχει σωθεί μέσα από υλικά και πνευματικά σπαράγματα, δεν ήταν και τόσο βάρβαρο όσο θέλουμε σήμερα να πιστεύουμε.
Πιθανότατα όμως και να την έγραψα, επειδή η «Πάρσα» στην αρχή δεν ήταν βιβλίο, αλλά μια σφοδρή επιθυμία να γράψω για έναν μεγαλοπρεπή έρωτα που ενώνει δύο πολιτισμούς…
Κωνσταντίνα Λαψάτη
Μελετώ και συγκεντρώνω λαογραφικές αφηγήσεις από την Ελλάδα και άλλες χώρες του κόσμου μας. Γράφω περιηγητικά κείμενα και ασχολούμαι με την ερασιτεχνική αστρονομία. Μου αρέσουν τα κάστρα, οι γρίφοι, τα παζλ και το μπιλιάρδο· γενικώς, λατρεύω τη στρατηγική που προέρχεται από τη γνώση. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν χορεύω σαν παιδί, αφού ζω απλά και δωρικά την όμορφη, απαιτητική καθημερινότητά μου.
Επιλέγω να ασχολούμαι με πολλά είδη λογοτεχνίας, επειδή θέλω τον εαυτό μου ελεύθερο να εκφράζεται μέσα από περισσότερα του ενός είδη, όπως ο ηθοποιός στα διαφορετικά έργα που καλείται να αποδώσει στη σκηνή.
Για τις ανάγκες μελέτης των έργων που γράφω, εμβαθύνω στις μητρικές γλώσσες των πολιτισμών που ερευνώ. Έχω ασχοληθεί επί τρία χρόνια με τη Σκοτική Γαελική, ενώ πρόσφατα μελέτησα την αρχαία Περσική για να γράψω το ιστορικό μυθιστόρημα «Πάρσα». Αργότερα, θα πάω πιο ανατολικά, αφού τα Σανσκριτικά αφορούν άλλο ένα από τα ιστορικά μυθιστορήματά μου.
Τα βιβλία που έχω γράψει είναι πολλά και οι ιδέες δεν σταματούν ποτέ. Ξεπερνούν τα τριάντα τον αριθμό και έχει έρθει πλέον ο χρόνος να κυκλοφορήσουν επιλεκτικά, ιεραρχώντας τη ροή της ετερόκλητης θεματολογίας τους προς τους αναγνώστες. Αυτά τα λίγα που μέχρι τώρα έχουν κυκλοφορήσει, είναι:
«Έμπονυ Βάργκας – Νυχτερινοί ψίθυροι» (2012)
«Έμπονυ Βάργκας – Σκοτεινό Κάλεσμα» (2017)
«Πάρσα» (2019)
«Χίλιες και Μία Γάτες», (2020)
Πρόκειται για μια τρυφερή ανθρώπινη ιστορία που θα μας ταξιδέψει στη σύγχρονη Ν. Υόρκη. Μαζί με τη μικρή Λίλι, θα ταυτιστούμε με την πορεία του στοιχήματος που έχει βάλει με τον Θεό, με στόχο να κερδίσει τη ζωή της.
Το «Αιώνια μαζί σου», μια σύγχρονη, μεταφυσική ιστορία έρωτα που μας φέρνει στις σελίδες του τις δοξασίες και τις παραδόσεις της Σκοτίας.
1. Προσωπικό προφίλ FB: https://www.facebook.com/constance.lapsati
2. Προσωπική σελίδα FB: https://www.facebook.com/theArt.of.Writing.by.Constance.Lapsati
3. Ιστολόγιο http://konstantinalapsati.blogspot.com/
Σελίδες: 341
Όταν αποφασίζει να μοιραστεί με τους κατοίκους της Νέας Υόρκης τις ιστορίες της, το συγγραφικό ταλέντο της Σεχραγάτ και των 1001 Γατών, κατακτά την πόλη. Κανείς δεν ξέρει ποιος κρύβεται πίσω από το ψευδώνυμο και τις σκιτσαρισμένες ιστορίες και όλοι περιμένουν ανυπόμονα τις μηνιαίες εκδόσεις που έχει αναλάβει ένας από τους μεγαλύτερους εκδοτικούς οίκους της Αμερικής.
Η Άριελ, η μητέρα της Λίλι, γνωρίζει τυχαία τον ανταγωνιστή του εκδότη της κόρης της, τον επίσης μεγαλοεκδότη Ράιαν Ρέιμοντ Ριντ. Αν και του κρύβει ότι πίσω από το ψευδώνυμο της Σεχραγάτ και την επιτυχία των χιλιάδων πωλήσεων κρύβεται η Λίλι, ο έρωτας που γεννιέται ανάμεσά τους δείχνει ικανός να νικήσει κάθε εμπόδιο.
Όμως, οι εννιά μήνες περνούν γρήγορα. Η Λίλι γράφει ασταμάτητα για να φτάσει στην τελευταία ιστορία ώστε να μιλήσει για τον εαυτό της και να προσπαθήσει να πείσει τον Θεό να της χαρίσει τη ζωή.
Η 1000 γατοεξιστόρηση θα κυκλοφορήσει τα Χριστούγεννα πριν την εκπνοή του χρόνου, πριν η Λίλι μείνει στη μνήμη των ανθρώπων σαν το παιδί εκείνο που κατάφερε έναν άθλο. Και η 1001 θα είναι το δώρο που θα δώσει μόνο σε έναν.
Αν θα νικήσει το έπαθλο, που δεν είναι άλλο από την ίδια της τη ζωή, θα το διαβάσετε στις σελίδες του ρομαντικού αυτού μυθιστορήματος.
Σελίδες: 671
μια Ελληνίδα θεραπεύτρια.
Η Πόλη. Πάρσα,
το κέντρο μιας αυτοκρατορίας.
Ο Βασιλέας των Βασιλέων. Αρταξέρξης ο Μνήμων,
ένας σοφός βάρβαρος.
Ο έρωτας που ζουν δείχνει να είναι ικανός
να ενώσει την Ανατολή με τη Δύση.
Η αποστολή της είναι να ταξιδέψει στην Περσέπολη, όπου θα προσφέρει τις υπηρεσίες της στον Μεγάλο Βασιλέα της Περσίας.
Εκεί, θα συναντήσει το πεπρωμένο της, θα ζήσει τον έρωτα, τις συνωμοσίες, τον θάνατο και θα έρθει αντιμέτωπη με τη μοίρα της περσικής αυτοκρατορίας.
Σελίδες: 310
Όμως, όπου κι αν πάει, με όποιον κι αν αναμετρηθεί, απ' όποιον κι αν χάσει, όποιον κι αν νικήσει, το παρελθόν συνεχίζει να τη στοιχειώνει.
Θα παραμείνει η σκοτεινή, απέθαντη ύπαρξη που για τέσσερις αιώνες αναζητά τη λησμονιά ή θα κόψει το νήμα της αθανασίας, συναντώντας την πολυπόθητη λήθη;
«Έμπονυ
Βάργκας – Νυχτερινοί ψίθυροι»Έτος
κυκλοφορίας: 2012
Σελίδες: 513
Υπόθεση
οπισθόφυλλου:
Η
Έμπονυ Βάργκας είναι πουθενά και παντού. Αόρατη από τους περισσότερους, αλλά
τόσο κοντά σε αυτούς. Έχει μνήμες, έχει ιστορία, έχει παρελθόν. Όπως όλοι.
Είναι μια αριστοκρατική, γοητευτική φιγούρα του σκότους που ξέρει να κρύβεται
καλά, καθώς η αγέρωχη σκιά της βρίσκει πάντα τον τρόπο να σκαρφαλώνει στους
τοίχους του δικού μας θνητού κόσμου.
Σελίδες: 513
Σελίδες: 700
Διαβάστε την κριτική για το βιβλίο στους «Φίλους της Λογοτεχνίας» στον ακόλουθο σύνδεσμο: http://filoithslogotexnias.blogspot.com/2014/02/blog-post_8.html
Η χαριτωμένη Ζηναΐς εργάζεται στην πόλη της Παλλάδος Αθηνάς σαν μαγείρισσα, στο σπίτι του Αθηναίου στρατηγού Δείναρχου. Το τρυφερό ειδύλλιο που αναπτύσσεται ανάμεσα σ’ αυτήν και στον γοητευτικό αφέντη της, την βοηθούν να ξεπεράσει τον άτυχο έρωτά της με τον Σπαρτιάτη οπλίτη Λίβυ, τον αδελφό του νικητή στους Αιγός Ποταμούς, Λύσανδρου.
Όμως στην Αθήνα των Τριάκοντα Τυράννων ο Δείναρχος κινδυνεύει λόγω των δημοκρατικών του φρονημάτων και η ερωτευμένη Ζηναΐς κάνει ό,τι μπορεί για να τον προστατέψει...
Οι σκευωρίες που υφαίνονται εις βάρος της, σημαδεύουν ανεξίτηλα την ζωή της. Αποφασίζει να φύγει για την Έφεσο, ακολουθώντας το στράτευμα της Σπάρτης που κινεί εκστρατεία εναντίον των Περσών για να απελευθερώσει τις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας. Όμως η Λάχεσις έχει άλλα σχέδια γι αυτήν.
Εκεί θα συναντήσει ξανά τους δύο μοιραίους άνδρες της ζωής της, και τώρα πια θα πρέπει να επιλέξει έναν απ’ τους δυο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου