Την
αγαπητή Τζίνα Ψάρρη τη γνώρισα διά ζώσης πολύ πριν διαβάσω το συγκλονιστικό
βιβλίο της «Οι Κόρες της Ανάγκης»,
που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άνεμος. Μου άφησε τις καλύτερες των εντυπώσεων
με την ευγένεια, την προσήνεια και την καλλιέργεια που εκπέμπει, παροτρύνοντάς
με έτσι νοητά να διαβάσω το βιβλίο της το συντομότερο. Δεν μπορούσα, όμως, να
φανταστώ πόσο πολύ θα με άγγιζε το πόνημά της αυτό και πόσο θα με συγκινούσε
μιλώντας απευθείας στην ψυχή μου. Δε θα αναλωθώ εδώ στην επανάληψη της κριτικής
μου για τις εξαίρετες «Κόρες
της Ανάγκης», αφού στο τέλος της ανάρτησης της συνέντευξής της μπορείτε να
βρείτε τον σχετικό σύνδεσμο με ολόκληρη την άποψή μου. Θέλω να ευχαριστήσω θερμά
την κ. Ψάρρη για τον χρόνο που μου διέθεσε απαντώντας στο ερωτηματολόγιο των «Φίλων
της Λογοτεχνίας», να της ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία στο συνολικό συγγραφικό της
έργο και να σας προσκαλέσω να διαβάσετε τις απαντήσεις της, ώστε να γνωρίσετε
κι εσείς λίγο καλύτερα την εξαίρετη συγγραφέα!
1)
Αγαπητή κ. Ψάρρη, τις θερμές μας ευχές για το τελευταίο εξαιρετικό βιβλίο σας
που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άνεμος, με τίτλο «Οι Κόρες της Ανάγκης».
Ποιο ήταν το έναυσμα για την ενασχόλησή σας με τον κόσμο της λογοτεχνίας και το
αντικείμενο της συγγραφής;
Αφού
θερμά σας ευχαριστήσω για τις ευχές σας, θα σας πω ότι, όπως και σε πολλές
άλλες πτυχές της ζωής μου, έτσι και στη συγγραφή, το έναυσμα ήταν μια έντονη
εσωτερική ανάγκη για ανατροπή στα ήσυχα και βολεμένα. Το 2015 ήταν χρονιά
καθοριστική, αφού τότε ήταν που αποφάσισα να δώσω μορφή μυθιστορήματος σε όλα
εκείνα που για χρόνια κρατούσα φυλαγμένα σε συρτάρια, κυριολεκτικά και
μεταφορικά.
2)
Από πού αντλήσατε την έμπνευση γι’ αυτό το μυθιστόρημά σας, αλλά και για τους
ήρωές σας, και πόσο δύσκολο ήταν να σταχυολογήσετε τις απαραίτητες πληροφορίες
–όπου αυτές απαιτούνταν– ώστε να συνδυάσετε γεγονότα, τόπους και μυθοπλασία;
Η
έμπνευση ήρθε σαν τριπλό χτύπημα:
1)
Το βιβλίο της ψυχολόγου Κλωντ Μανονί που διάβαζα και η οποία ανέφερε πως ένα
παιδί που θα γεννηθεί με προβλήματα υγείας θα πλήξει τον «αδύναμο» γονιό σε
ναρκισσιστικό επίπεδο, αφού η προβολή του εαυτού του σ’ αυτό το παιδί θολώνει
ανεπανόρθωτα, πράγμα το οποίο μοιραία οδηγεί σε βίαιες συγκρούσεις εξωτερικές
και εσωτερικές.
2)
Ένα άρθρο την ίδια εποχή ανέφερε πως εν έτει 2018 οι συνθήκες στη ζωή των
ατόμων με αναπηρία όλο και βελτιώνονται, ενώ εγώ γύρω μου έβλεπα ακριβώς το
αντίθετο.
3)
Ένα ακόμη άρθρο που στατιστικά αποδείκνυε ότι οι γονείς –κυρίως η μητέρα– των
παιδιών με νοητικές, ή άλλες αναπηρίες, έχουν τριπλάσιες πιθανότητες να
νοσήσουν και οι ίδιοι από βαρύτατες παθήσεις.
Δύσκολο
δεν ήταν, χρονοβόρο ως προς την έρευνα και επώδυνο ως προς την αναπόφευκτη
ενσυναίσθηση ωστόσο, ναι, ήταν πολύ. Γιατί ένα τόσο ευαίσθητο θέμα δεν μπορείς
να το προσεγγίσεις επιπόλαια.
3)
Στο παρόν βιβλίο σας η μυθοπλασία αφορά κυρίως τις προσωπικές σχέσεις των
ανθρώπων. Ποια θεωρείτε ως την πιο σημαντική, ίσως και ανεξάντλητη, "πηγή
ιδεών" για έναν συγγραφέα;
Μιλώντας
για μένα και μόνο, θα σας απαντήσω η παρατήρηση. Αντλώ ιστορίες από μια φράση,
ένα βλέμμα, ένα αμυδρό νεύμα, ακόμα κι από τον τρόπο που κάποιος θα τινάξει τα
μαλλιά του. Το μυαλό μου αμέσως ψάχνει την αιτία πίσω από την αφορμή.
4)
Συνήθως, οι περισσότεροι συγγραφείς είτε έχουν σπουδάσει κάποιο αντικείμενο
είτε ασκούν ως επάγγελμα κάτι εντελώς διαφορετικό από τη συγγραφική τους
ιδιότητα. Εάν αυτό ισχύει και στη δική σας περίπτωση, θα θέλατε να μας πείτε
πόσο αρμονικός είναι ο συνδυασμός όλων αυτών και κατά πόσο αλληλοεπηρεάζονται
οι επιμέρους ιδιότητές σας;
Η
γραφή είναι ανάγκη, εκτόνωση και ψυχοθεραπεία. Άρα μόνο αρμονία φέρνει στη μέρα
μου. Η δυσκολία έγκειται αποκλειστικά στην τεχνική διαχείριση του χρόνου. Δεν
ένιωσα ούτε στιγμή αρνητική αλληλεπίδραση, αν και οφείλω να παραδεχτώ ότι ως
καθηγήτρια ήμουν εξοικειωμένη με μυθοπλασίες, γραπτά, διορθώσεις και ασκήσεις
του πνεύματος.
5)
Πιστεύετε πως το επιστημονικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο για τη συγγραφή ενός
βιβλίου, ή αρκεί το έμφυτο συγγραφικό ταλέντο, η φαντασία και οι προσωπικές
εμπειρίες του συγγραφέα;
Αν
θέλεις η προσπάθειά σου να έχει ένα σοβαρό αποτέλεσμα, αν επιθυμείς κάτι
περισσότερο από ένα ευκολομάσητο ψυχαγωγικό ανάγνωσμα, τότε το επιστημονικό –όπως
το ονομάσατε– υπόβαθρο είναι απολύτως απαραίτητο. Αν λίγο ταλέντο, πολλή
φαντασία και οι δεδομένες προσωπικές εμπειρίες του καθένα αρκούσαν, δεν θα υπήρχε
ούτε ένας άνθρωπος που να μη γράφει.
6)
Υπάρχει κάποιο μοτίβο ως προς το πότε σας "επισκέπτεται" η συγγραφική
σας έμπνευση; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα, διάθεση ή τόπος, ίσως, που να
σας προδιαθέτει να γράψετε ή είναι κάτι που "ρέει" αβίαστα από μέσα
σας διαρκώς;
Ουδέποτε
κατάφερα στη ζωή μου να ακολουθήσω μοτίβα, ούτε εκείνες τις φορές που κρινόταν
ως αναγκαίο. Σημειώσεις για μια ιδέα, φράση ή και λέξη, ακόμα, κρατάω παντού,
πάντα, διαρκώς. Κι από μόνη της θα μου ανοίξει την πόρτα η διάθεση που θα με
καθηλώσει για ώρες στον υπολογιστή. Νύχτα είναι συνήθως, λειτουργώ καλύτερα
κυκλωμένη από την επιβλητική σιωπή της.
7)
Όταν ολοκληρώνετε ένα νέο βιβλίο σας, αρκείστε μόνο στη δική σας γνώμη και
αξιολόγηση –πριν προχωρήσετε στην έκδοσή του– ή αναζητάτε πρώτα την άποψη
κάποιου οικείου σας προσώπου την κρίση του οποίου εμπιστεύεστε;
Υπάρχουν
αρκετοί άνθρωποι των οποίων τη γνώμη εμπιστεύομαι. Προτιμώ ωστόσο η ευθύνη –και
το ρίσκο αν θέλετε– να είναι αυστηρά προσωπική υπόθεση. Βέβαια, υπάρχουν δύο
γυναίκες πολύ αγαπημένες –η μία στην Κομοτηνή και η άλλη στη Θεσσαλονίκη–, που
διαβάζουν το χειρόγραφο αμέσως μόλις το στείλω προς έκδοση. Είναι το ολόδικό
μου βαρόμετρο και ως τώρα δεν έχουν διαψευστεί. Τα «καιρικά φαινόμενα», που
ακολουθούν την κυκλοφορία του βιβλίου, συμπίπτουν με την πρόγνωσή τους.
8)
Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για το μυθιστόρημά σας και, γιατί όχι, την
ιστορία "πίσω από την ιστορία" αυτού;
Η
ιστορία πίσω από την ιστορία είναι το έναυσμα που περιέγραψα παραπάνω, τα
βιβλία και τα άρθρα που διάβασα είναι που γέννησαν την ιστορία τριών γυναικών.
Δύο αδελφές, εντελώς ανόμοιοι χαρακτήρες, δεμένες με κόμπους ισχυρής αγάπης,
ερωτεύονται, ευτυχούν, πονούν και καλούνται να λύσουν γρίφους που μοιάζουν
άλυτοι. Τα κύρια βιοηθικά ζητήματα που θέλησα να θέσω είναι δύο:
1)
Πότε η αγάπη μετατρέπεται σε θυσία; Υπάρχει όριο, φραγή ή δυσφορία στο
ολοκληρωτικό δόσιμο;
2)
Αν ένα παιδί, κατά τον προγεννητικό έλεγχο αποδειχτεί ότι πιθανόν και να
γεννηθεί με κάποια μορφή αναπηρίας, θα πρέπει να γεννηθεί τελικά; Ποιος είναι
αυτός που θα αναλάβει την ευθύνη της απόφασης και με ποιο κόστος;
9)
Η συγγραφέας Τζίνα Ψάρρη βρίσκει τον χρόνο να διαβάζει για δική της ευχαρίστηση
και όχι μόνο για έρευνα πάνω σε κάποιο βιβλίο της; Εφόσον συμβαίνει αυτό, ποιο
είδος λογοτεχνίας προτιμάτε περισσότερο ως αναγνώστρια και γιατί;
Δηλώνω
πρώτα αναγνώστρια και ύστερα συγγραφέας. Εξάλλου, κατά τη γνώμη μου, συγγραφέας
που να μην έχει την ανάγκη να διαβάζει δεν υπάρχει. Προτιμώ σαφώς τα
ψυχογραφήματα, αυτό είναι το αντικείμενο με το οποίο και εγώ ασχολούμαι, χωρίς
βέβαια αυτό να σημαίνει ότι αποκλείω κάποιο είδος, αρκεί να είναι λογοτεχνικά
δοσμένο.
10)
Θυμάστε το πρώτο σας ανάγνωσμα το οποίο σας "παρέσυρε" στον κόσμο της
λογοτεχνίας; Ποια είναι τα αγαπημένα σας βιβλία και συγγραφείς; Υπάρχει κάποιο
απόφθεγμα από βιβλίο το οποίο να καθόρισε τη μετέπειτα ζωή σας; Έχετε δεχθεί
κάποιες επιρροές από ομότεχνούς σας –Έλληνες ή ξένους, σύγχρονους ή κλασσικούς–
στον δικό σας τρόπο γραφής, το ύφος ή τη θεματολογία;
Ήταν ο
«Μάγκας» της Πηνελόπης Δέλτα, σε ηλικία δέκα ετών, το θυμάμαι σαν τώρα. Είμαι
φανατική των συγγραφέων της Λατινικής Αμερικής και της Ιβηρικής Χερσονήσου. Ο
Μπολάνιο με τους «Άγριους Ντετέκτιβ», ο Λιόσα με τη «Γιορτή του τράγου» και την
«Πόλη και τα σκυλιά», ο Παδούρα με το «Παρελθόν χαμένο στην ομίχλη» ή ο Θαφόν
με τη «Σκιά του Ανέμου», είναι ελάχιστα από τα πολύ αγαπημένα μου.
11)
Ο συγγραφέας οφείλει, κατά τη γνώμη σας, να ταξιδεύει –ώστε να έχει κάποια
βιώματα από τις χώρες και τις τοποθεσίες τις οποίες, τυχόν, περιγράφει στα
βιβλία του– και πόσο εφικτό είναι αυτό στην πράξη, ιδιαίτερα στις μέρες μας;
Είναι απαραίτητο κάτι τέτοιο, απλά και μόνο, για τη "διεύρυνση των
οριζόντων" του;
Θα
έλεγα ότι είναι από επιθυμητό έως απαραίτητο. Δυστυχώς, όσο περνά ο καιρός, γίνεται
όλο και πιο δύσκολο για λόγους γνωστούς στον καθένα μας. Ευτυχώς υπάρχουν πάντα
τα βιβλία και πλέον και το διαδίκτυο που διευκολύνουν ως έναν βαθμό αυτήν τη
διεύρυνση των οριζόντων.
12)
Θεωρείτε ότι ο συγγραφέας θα πρέπει να ασχολείται με διαφορετικά είδη
λογοτεχνίας και να "πειραματίζεται" θεματολογικά, ρισκάροντας το
υπάρχον αναγνωστικό του κοινό, ή θα όφειλε να εμμένει στο είδος που τον έχει
καθιερώσει;
Νομίζω
ότι είναι εσωτερική υπόθεση του κάθε συγγραφέα. Έχουμε εμπειρία κάποιων που
πειραματίστηκαν και απογοήτευσαν αλλά και το αντίθετο, συγγραφέων δηλαδή που
ξέφυγαν από την πεπατημένη και το αποτέλεσμα τους δικαίωσε.
Πριν
λίγους μήνες ξεκίνησα το τέταρτο βιβλίο μου αποφασισμένη να ρισκάρω,
ευελπιστώντας ότι θα μου βγει σε καλό. Ακολουθώ πάντα τον άνθρωπο και τον τρόπο
που αντιδρά σε συνθήκες χαράς, λύπης, απώλειας οποιασδήποτε μορφής ή έρωτα,
αλλάζω όμως την πυκνότητα της γραφής και το ύφος.
13)
Πιστεύετε πως οι συγγραφείς οφείλουν να προβληματίζουν τους αναγνώστες
"αφυπνίζοντας" τη σκέψη τους, ή ο σκοπός των βιβλίων τους θα έπρεπε
να είναι απλά και μόνο ψυχαγωγικός, χωρίς να προβληματίζει; Εσείς, ποια
μηνύματα επιδιώκετε να "περάσετε" στους αναγνώστες σας και σε ποιο
είδος αναγνωστικού κοινού απευθύνεστε μέσα από το συγγραφικό έργο σας;
Γνωρίζω
πως τα βιβλία μου δεν απευθύνονται στο ευρύ αναγνωστικό κοινό, είναι πυκνά σε
νοήματα και προβληματισμούς, γεμάτα μεταφορές που δημιουργούν ερμηνείες
διαφορετικές, τις οποίες ακούω συχνά και ενθουσιάζομαι, αφού αυτό είναι και το
ζητούμενό μου. Γιατί, κατά τη γνώμη μου, αυτός ακριβώς πρέπει να είναι ο ρόλος
της λογοτεχνίας: να δημιουργεί συναισθήματα και σκέψεις, όχι απλά να ψυχαγωγεί
με ιστορίες εύπεπτες.
14)
Θεωρείτε πως η σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για
έναν συγγραφέα, όπως οι τόσο δύσκολες καταστάσεις που βιώνουμε τελευταία στην
πατρίδα μας; Ή μήπως το ζητούμενο από τους αναγνώστες είναι ακριβώς η
"φυγή" από αυτήν τη ζοφερή πραγματικότητα;
Η
σύγχρονη πραγματικότητα μπορεί –και πρέπει θα έλεγα– να λειτουργήσει ως πηγή
έμπνευσης διότι η αλήθεια, όποια κι αν είναι αυτή, είναι πάντα ορατή και έλκει
εκείνον που θέλει να φτάσει ως το μεδούλι της. Όσον αφορά στο αναγνωστικό
κοινό, υπάρχουν αναγνώστες που δεν επιθυμούν να προβληματιστούν επάνω σε όσα
συμβαίνουν και προτιμούν να ξεφύγουν από τον ζόφο διασκεδάζοντας, υπάρχουν και
εκείνοι οι άλλοι, ωστόσο, που αντιμετωπίζουν το βιβλίο ως τον καθρέφτη που θα
τους αναγκάσει να κοιτάξουν τον εαυτό τους κατάματα. Ανήκω στη δεύτερη
κατηγορία και ως συγγραφέας και ως αναγνώστρια.
15)
Στη σύγχρονη πραγματικότητα και στην εποχή της άκρατης τεχνολογίας ποια
θεωρείτε πως είναι η θέση του λογοτεχνικού βιβλίου; Περνάει, τελικά, το βιβλίο
κρίση στη χώρα μας ή διεθνώς και τι θα μπορούσαμε να κάνουμε ώστε να γίνει πιο
προσιτό στο αναγνωστικό κοινό και, ειδικότερα, στους νέους;
Η
κρίση είχε πλήξει το βιβλίο πολύ πριν φτάσει σε άλλους κύκλους. Τα αποτελέσματα
εμφανή, τόσο στην ποιότητα της έκδοσης όσο και στα νόμιμα δικαιώματα των
συγγραφέων. Στην Ελλάδα υπάρχουν άνθρωποι δημιουργικοί οι οποίοι ψάχνουν
διέξοδο στην έκφραση των ιδεών τους, σκοντάφτουν όμως σε πολλά προβλήματα. Ένα
εκ των σημαντικότερων είναι το γεγονός ότι οι περισσότεροι εκδοτικοί οίκοι
ζητούν από τους ίδιους τους συγγραφείς να επενδύσουν στο έργο τους με ποσά
πολλές φορές δυσβάσταχτα. Το ηλεκτρονικό βιβλίο έγινε αποδεκτό από μεγάλη
μερίδα ανθρώπων ως λύση στο οικονομικό, κυρίως, ζήτημα. Χάνεται η μαγεία της
ανάγνωσης, το ονειρικό ταξίδι-διάπλους στις σελίδες. Η μυρωδιά του βιβλίου στο
πρώτο ξεφύλλισμα είναι κατά τη γνώμη μου αξία αναντικατάστατη. Με δεδομένο το
περιορισμένο αναγνωστικό κοινό, με δεδομένη τη συγκέντρωση διακίνησης του
βιβλίου από ελάχιστα μεγάλα βιβλιοπωλεία, τα οποία έχουν απαιτήσεις και
επιβάλουν όρους στους εκδότες, το μέλλον των βιβλίων δεν μοιάζει και τόσο ευοίωνο
αν συνεχιστεί η ίδια συνθήκη.
Πιστεύω
–ως μάνα και ως εκπαιδευτικός– πως το οικογενειακό περιβάλλον και το σχολείο
έχουν τη δύναμη να εμφυσήσουν στα παιδιά την αγάπη της σοβαρής λογοτεχνικής
ανάγνωσης. Αν αυτό συνδυαστεί με μια ελκυστική τιμή βιβλίου, η ανάγνωση θέλω να
ελπίζω ότι θα συμπεριληφθεί στα ενδιαφέροντα των νέων. Διότι σίγουρα το
πρόβλημα της φιλαναγνωσίας δεν τοποθετείται στη θεματολογία, υπάρχει πληθώρα
για όλα τα γούστα.
16)
Είχατε κάποιους "ενδοιασμούς" όταν αποφασίσατε να δώσετε το πρώτο σας
βιβλίο προς έκδοση; Αγωνιούσατε ως προς την αποδοχή που θα τύχαινε αυτό από το
αναγνωστικό κοινό; Η θεματολογία του πιστεύετε πως παίζει τον δικό της ρόλο
στην αποδοχή αυτή;
Μου
πήρε οκτώ χρόνια ώσπου να αποφασίσω ότι αυτό που έγραψα είναι ένα βιβλίο με
λόγο ύπαρξης, άρα ο ενδοιασμός είναι οφθαλμοφανής. Δεν θα πω ότι αγωνιούσα,
παρακολουθούσα ωστόσο με μεγάλο ενδιαφέρον την αποδοχή του. Προφανώς και έπαιξε
σημαντικό ρόλο το θέμα του, που δεν είναι άλλο από τις ανθρώπινες σχέσεις.
Άκουσα πολλές φορές, με την ίδια πάντα συγκίνηση, γυναίκες κυρίως να μου λένε:
«βρήκα κομμάτι του εαυτού μου στο βιβλίο, ήταν σαν να με ήξερες και έγραφες για
μένα».
17)
Εσείς, με την έως τώρα εμπειρία σας στον χώρο της συγγραφής, τι θα συμβουλεύατε
όλους τους νέους επίδοξους συγγραφείς –που ονειρεύονται να δουν κάποτε ένα
βιβλίο τους στις προθήκες των βιβλιοπωλείων– και, ιδιαίτερα, εν μέσω αυτής της
δύσκολης οικονομικής συγκυρίας;
Αποφεύγω
γενικά τις συμβουλές γιατί θεωρώ ότι ο καθένας θα πρέπει μόνος του να βρει τον
δρόμο που του ταιριάζει και μόνος του να τον χαράξει, με τον δικό του τρόπο. Θα
έθετα υπόψη του τις τέσσερις ερωτήσεις του Όργουελ:
α)
τι προσπαθώ να πω;
β)
ποιες λέξεις είναι ιδανικές για να το εκφράσω;
γ)
ποια εικόνα ή ιδιωματισμός θα το κάνει ελκυστικό;
δ)
αυτή η εικόνα είναι αρκετά φρέσκια ώστε να έχει κάποιου είδους επιρροή;
Θα
πρόσθετα ακόμη μια, δικιά μου, ερώτηση: μπορώ να πω το ίδιο πράγμα με λιγότερα
λόγια;
18)
Κλείνοντας, και αφού σας ευχαριστήσω θερμά για την τιμή της παραχώρησης αυτής
της συνέντευξης, θα ήθελα να σας ευχηθώ ολόψυχα καλή επιτυχία στο τελευταίο
μυθιστόρημά σας «Οι Κόρες της Ανάγκης»,
και να σας ρωτήσω για τα άμεσα συγγραφικά σας σχέδια. Τι να περιμένουμε από
εσάς στο μέλλον;
Αφού
σας ευχαριστήσω με τη σειρά μου για την τιμή της προτίμησης, θα σας πω ότι
είμαι ιδιαίτερα χαρούμενη που το φθινόπωρο θα κυκλοφορήσουν δύο βιβλία μου μαζί
από τις Εκδόσεις Άνεμος. Θα επανεκδοθεί το πρώτο βιβλίο μου «Μέχρι το πέμπτο
σκαλοπάτι» αισθητά βελτιωμένο και μαζί του θα κυκλοφορήσει και η συνέχειά του,
αφού όχι μόνο είχα αφήσει το τέλος του στην κρίση του αναγνώστη, αλλά και μέσα
μου δεν είχε κλείσει ακόμα αυτή η ιστορία, ανέπνεε δυσχεραίνοντας τη δική μου
αναπνοή. Τώρα θεώρησα πως ήρθε το πλήρωμα του χρόνου να δώσω και τη δική μου
εκδοχή, όχι βέβαια με μεγάλη σαφήνεια, αφού πάντα μου αρέσει να αφήνω
διφορούμενες ερμηνείες στο Τέλος των βιβλίων μου. Αυτό δεν είναι η ζωή;
Γεννήθηκα
στην Αθήνα. Αποφοίτησα από την Ελληνογαλλική σχολή Ουρσουλινών και πήρα το
πτυχίο της Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας από το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο.
Δούλεψα για 20 χρόνια στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση,
διδάσκοντας γαλλικά και ιστορία, σε σχολεία της Αθήνας και της επαρχίας.
Από
τις εκδόσεις Όστρια, κυκλοφόρησε το 2015 το πρώτο μου μυθιστόρημα με τίτλο
«Μέχρι το πέμπτο σκαλοπάτι», ενώ πολλά ποιήματα και διηγήματά μου έχουν
δημοσιευτεί σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά (Fractal, Άνεμος Magazine) αλλά
και λογοτεχνικά blogs (Eikonakailogos, Λογοτεχνικά Σοκάκια, Πολιτιστική
Ατζέντα, Ψυχής Απάγκιο).
Το
διήγημά μου «Πρωινό αστέρι», απέσπασε το πρώτο βραβείο 2016 στον πανελλήνιο
διαγωνισμό που κάθε χρόνο διοργανώνει η Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών.
Aπό
την Άνεμος εκδοτική κυκλοφορεί το βιβλίο της:
«Οι
κόρες της ανάγκης» (μυθιστόρημα, 2018).
Εργογραφία
Τζίνας Ψάρρη:
«ΟΙ ΚΟΡΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ»,
της Τζίνας Ψάρρη
Εκδόσεις:
Άνεμος (2018)
Σελίδες:
344
Τιμή
με έκπτωση: 13,80€
Υπόθεση
Οπισθόφυλλου:
Η
Κλωθώ είναι η Κόρη της Ανάγκης, κατά τον Πλάτωνα. Η Μοίρα που υφαίνει το νήμα
της ζωής των ανθρώπων. Κι ύστερα, δίκαια εκείνοι αναρωτιούνται: τα χαρίσματά
μας τα επιλέγουμε ή μήπως είναι με κάποιον τρόπο προαποφασισμένα; Ποιες
αναμνήσεις χάνονται και ποιες διατηρούνται;
Τρεις
εντελώς διαφορετικές γυναίκες. Οι απρόσμενες ανατροπές, η υπεροψία τής
αρτιμελούς αυτάρκειας, η τρυφερή ευφυΐα της αναπηρίας, το αναπόφευκτο και ο
έρωτας. Όλα χάνονται στην ανυπαρξία κι όλα πλάθονται από την αρχή. Κι αν το
κλειδί της ευτυχίας τους το έψαχναν σε λάθος τσέπη; Κι αν η εμπιστοσύνη σαν ένα
χαρτί αποδειχθεί, που έτσι και τσαλακωθεί μετά δεν ξαναϊσιώνει;
Ευκαιρίες
που θ’ αρπάξουν κι άλλες που θα χάσουν. Τραύματα από μάχες που θα δώσουν, ουλές
απ’ όσες σκόπιμα θ’ αποφύγουν. Ένας δρόμος είναι η ιστορία τους, που άλλοτε τον
περπατούν με ικανοποίηση κι άλλοτε με θλίψη.
Τα
όνειρά τους, όμως, πάντα μυρίζουν καλοδεχούμενη καλοκαιρινή βροχή. Γιατί η
αγάπη μια λέξη ακίνδυνη είναι κι οφείλουν να νιώσουν το άγγιγμά της χωρίς φόβο.
Ακόμα
και τότε που ο ενήλικος κόσμος της απώλειας μοιάζει απάνθρωπος.
Διαβάστε
την κριτική για το βιβλίο στους «ΦΙΛΟΥΣ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ» στον ακόλουθο σύνδεσμο:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου